Πέμπτη 24 Απριλίου 2014

Η βίωση της χαρμολύπης στην ορθόδοξη πνευματικότητα

Η βίωση της χαρμολύπης στην ορθόδοξη πνευματικότηταPDFΕκτύπωσηE-mail
θυμιατοΗ περίοδος του Τριωδίου και ιδιαίτερα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, είναι για την Αγία μας Εκκλησία η ιερότερη χρονική διάρκεια του ενιαυτού. Είναι το νοητό στάδιο όπου ο κάθε πιστός καλείται να δώσει τον προσωπικό του αγώνα για την ψυχοσωματική του κάθαρση από τους ρίπους της αμαρτίας. Να βιώσει την ορθόδοξη πνευματικότητα, η οποία ταυτίζεται με την ανάκτηση της αυθεντικής του φύσεως, από τη φθορά και την αμαρτία, «εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» (Εφ. 4,13). Η προπαρασκευή μας για τον εορτασμό του Πάσχα είναι ταυτόσημη με την πνευματική μας προαγωγή και ωρίμανση, ώστε να καταστούμε «σύμμορφοι τῆς εἰκόνος τοῦ υἱοῦ (του Θεού)» (Ρωμ. 8,29). 

Βασικό δείγμα της ορθόδοξης πνευματικότητας είναι το υπέροχο συναίσθημα της χαρμολύπης που σημαίνει τη βίωση ταυτόχρονα του συναισθήματος της χαράς και της λύπης. Βεβαίως το συναίσθημα αυτό θεωρείται από τους εκτός της Εκκλησίας παράλογο, διότι η χαρά είναι η απουσία της λύπης και η λύπη είναι η απουσία της χαράς. Η Εκκλησία όμως, πέρα από σώζουσα δυνατότητα για τα ανθρώπινα πρόσωπα, είναι και η μεγάλη ανατροπή κατά των πτωτικών δομών του κόσμου, ώστε οι αρχές και οι πρακτικές της να θεωρούνται από εκείνον ως «παρεκτροπή». Ως μια τέτοια θεωρείται και το συναίσθημα της χαρμολύπης, την οποία ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος αποκαλεί «χαροποιόν πένθος», επισημαίνοντας πως «όποιος πορεύεται με διαρκή θλίψη αυτός γιορτάζει αδιάκοπα»! Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας είναι όντως πραγματιστική και γι’ αυτό βιώνει ταυτόχρονα το ανθρώπινο δράμα και την εν Χριστώ σωτηρία και λύτρωση. Μόνο έτσι συνειδητοποιείται η ανάγκη της σωτηρίας!

Ο Θεός, ως το υπέρτατο αγαθό, είναι η πηγή της χαράς και της αισιοδοξίας. Ο άνθρωπος, το ευγενέστερο δημιούργημα του Θεού, πλάστηκε να απολαμβάνει τις άπειρες δωρεές του Δημιουργού του και να ζει με διαρκή χαρά και αδιατάρακτη ειρήνη, με την προϋπόθεση να είναι εκούσιος κοινωνός του αγαθού και αποδέκτης των εντολών του Θεού. Στην αντίθετη περίπτωση, θα έχανε τις δωρεές του αγαθού και θα έπιπτε σε ανείπωτη δυστυχία, όπως δυστυχώς και έγινε. Κάνοντας κακή χρήση της ελευθερίας του, προτίμησε το κακό, με συνέπεια να χάσει την αρχέγονη ευτυχία του και να περιπέσει σε αφάνταστη δυστυχία. Απώλεσε κάθε ίχνος αισιοδοξίας και ευτυχίας. Το συνεχώς αυξανόμενο κακό στην ιστορία του ανθρωπίνου γένους, που συσσώρευε η  αμαρτία, βύθιζε όλο και πιο πολύ τον άνθρωπο στην άβυσσο της δυστυχίας με αποτέλεσμα η ιστορία του κόσμου είναι μια ατελείωτη ιστόρηση της ανθρώπινης δυστυχίας και κακοδαιμονίας και οι χαρές και οι ανάπαυλες ειρήνης να είναι σπάνιες.

Ο ερχομός του Κυρίου Ιησού Χριστού στον κόσμο, για να σώσει το ανθρώπινο γένος από την δουλεία του διαβόλου, έφερε μια νέα δυναμική κατά του κακού και της αμαρτίας, οι οποίες ευθύνονταν για την ανθρώπινη κακοδαιμονία. Έφερε στον αναγεννημένο άνθρωπο ξανά την χαμένη χαρά και αισιοδοξία. Ο πιστός του Χριστού βιώνει πλέον μια νέα πραγματικότητα. Υπερβαίνοντας την απλή βιολογική του ύπαρξη ανάγεται στην κατάσταση του προσώπου, έχοντας ως καθοριστικό πρότυπο το θείο πρόσωπο του Θεανθρώπου. Η αναγωγή γίνεται αποκλειστικά χάρις σε Εκείνον.

Μέσα σε αυτή την προοπτική ο σεσωσμένος άνθρωπος βιώνει σε κάθε στιγμή της ζωής του τις ευλογίες του Θεού. Η ζωή του στο εξής είναι μια αδιάκοπη ευχαριστία και ένας ασίγαστος αίνος για της θείες δωρεές. Ο ψυχικός του κόσμος, αλλά και ο κόσμος γύρω του έχει γίνει ξανά «καλός λίαν» (Γεν. 1,31).  To υπάρχον κακό στο περιβάλλον του βεβαίως τον αγγίζει, αλλά  δεν τον πλήττει καίρια, διότι είναι θωρακισμένος με τη χάρη του Χριστού.  «Τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ» (Ρωμ.8,18) είναι για τον πιστό παιδαγωγικά μέσα για την πνευματική του τελείωση.

Η απελπισία αντικαταστάθηκε μέσα στην ψυχή του από αισιοδοξία, επειδή γνωρίζει ότι ο τελικός νικητής θα είναι ο Χριστός και το κακό και η κακοδαιμονία έχει προκαθορισμένο τέλος. Είναι οπλισμένος με υπομονή, ο οποία γεννιέται από την ελπίδα, που έχει πλημμυρίσει την σκέψη και την καρδιά του, αφού κατά τον απόστολο Παύλο: «ἐλπίζομεν (και) δι’ ὑπομονῆς ἀπεκδεχόμεθα» (Ρωμ. 8,25). Ο κόσμος δεν είναι πια η κόλασή του, όπως πρεσβεύει η εξωχριστιανική απαισιόδοξη διανόηση, αλλά ο προθάλαμος και η πρόγευση του παραδείσου. Οι συνάνθρωποί του δεν είναι εχθροί και ανταγωνιστές του, αλλά οι αδελφοί του, οι συνοδοιπόροι του στο ταξίδι προς την αιωνιότητα. Κατανοεί τα όποια προβλήματα σε αυτούς ως «νόσους» και «τραύματα», κατάλοιπα της αμαρτίας και του κακού και γι’ αυτό παραμένει ανεκτικός και ανεξίκακος. 
     
Παράλληλα με τη χαρά και την αισιοδοξία μια λεπτή και διακριτική θλίψη διακατέχει τον πνευματικά καλλιεργημένο πιστό, την οποία θεωρεί ως αρετή, αφού είναι «μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται» (Ματθ. 5,4). Αυτή η λύπη, κατά τον άγιο Συμεών το Νέο Θεολόγο, είναι αποτέλεσμα της ταπείνωσης. Καρπός δε της ταπείνωσης είναι η μετάνοια και σημάδι της μετάνοιας τα δάκρυα. Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης έλεγε πως για να έχουμε ελπίδα σωτηρίας «πρέπει να βάλλουμε την ψυχή μας στο μούσκιο των δακρύων», επίσης ο αείμνηστος όσιος Ιουστίνος Πόποβιτς έγραψε πως «ο μόνος τρόπος να δούμε το Θεό είναι τα δακρυσμένα μάτια» (Κεφαλ. Ασκητικά και Θεολογικά). Θλιβόμαστε για την τραγική κατάσταση του κόσμου, ο οποίος «ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» (Α΄ Ιωάν. 5,19). Λυπούμαστε διότι υπάρχουν άνθρωποι που προβάλλουν το κακό και την αφύσικη αμαρτωλή ζωή ως φυσική και την εν Χριστώ ζωή και πολιτεία ως αφύσικη! Λυπούμαστε που πληθώρα συνανθρώπων μας κυλιούνται στο βόρβορο και τη λάσπη της ασωτίας, μη έχοντας την παραμικρή διάθεση για μετάνοια και αλλαγή τρόπου ζωής. Μας λυπούν επίσης και οι δικές μας πνευματικές εκπτώσεις και οι ενδοτισμοί στους πειρασμούς, διότι διαπιστώνουμε ότι δεν κάνουμε τον πρέποντα αγώνα μας, και ενώ νομίζουμε ότι βιώνουμε την ορθόδοξη πνευματικότητα, υπάρχει πιθανότητα να ενδώσουμε στην αμαρτία και να χάσουμε τις όποιες πνευματικές μας κατακτήσεις. Λυπούμαστε τέλος για το χαμένο χρόνο που σπαταλήσαμε στην αμαρτία και στερηθήκαμε για πολύ τις σωτήριες δωρεές του Θεού. 
   
Αυτή είναι η μακάρια κατάσταση της χαρμολύπης, την οποία συναντούμε στους πνευματικούς ανθρώπους της Ορθοδοξίας μας, στους ασκητές της ερήμου, αλλά και στους αγωνιστές των πόλεων, οι οποίοι με τη θέλησή τους «εὐνούχισαν ἑαυτούς» (Ματθ. 19,12), δηλαδή αποκόπηκαν με τη θέλησή τους από τον κόσμο της πτώσεως και της φθοράς, για να δηλώσουν πολίτες της βασιλείας του Θεού. Οι ποταμοί των καυτών δακρύων όλων των ευλογημένων χριστιανών είναι προϊόν της ουράνιας χαράς και συνάμα της σωτήριας λύπης που διακατέχουν την ψυχή τους. Είναι ξεχείλισμα των δωρεών του Αγίου Πνεύματος «τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεὸν» (Ρωμ. 8,28).
   
Η ιερή περίοδος του Τριωδίου είναι μια πολύ καλή ευκαιρία για όλους μας για νίψη και κάθαρση, ώστε να νοιώσουμε το υπέροχο συναίσθημα της χαρμολύπης, ως ένδειξη της πνευματικής μας ωρίμανσης. Τα πρώτα σωματικά και κυρίως τα ψυχικά δάκρυά μας θα σημάνουν την απόφασή μας για μετάνοια, και θα σηματοδοτήσουν την έναρξη μιας νέας βιωτής και το ξεκίνημα μιας νέας πορείας προς τη σωτηρία και τη θέωση. Να θυμούμαστε πως σε αυτή την κοπιώδη ανάβασή μας δε είμαστε μόνοι, αλλά, σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο, «τὸ Πνεῦμα συναντιλαμβάνεται ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν… (και) ὑπερεντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν στεναγμοῖς ἀλαλήτοις» (Ρωμ. 8,26). 

Καθηγητής Λάμπρος Κ. Σκόντζος 

Επιπλωμένη διανόηση, δίχως διβάνι…

Επιπλωμένη διανόηση, δίχως διβάνι…

Του Δημήτρη Α.Γιαννακόπουλου
Λίγα λόγια θα συμπλήρωνα στο ίσως πιο «αναπαραστατικό» άρθρο που συνέταξε έλληνας δημοσιογράφος περί της ύπαρξης και λειτουργίας της ντόπιας διανόησης στην ελληνική συγκυρία της κρίσης. Ο δημοσιογράφος είναι ο Κώστας Βαξεβάνης, το άρθρο του φέρει τον τίτλο «Στο ντιβάνι της Διβάνη και της διανόησης» και το διάβασα στο «koutipandoras.gr».
Θα συμφωνούσα σε όλα, μα σε όλα, με ενθουσιασμό μάλιστα …εκτός από τον τίτλο του άρθρου! «Επιπλωμένη διανόηση, δίχως διβάνι…», θα τον προτιμούσα, αλλά αυτός δεν θα ήταν λόγος να γράψω τις ......
παρακάτω αράδες, βγαλμένες από την προσωπική μου περιπέτεια στο εφαρμοσμένο πεδίο των μοντέρνων ιδεών, της ιστορίας των ιδεών και της ερασιτεχνικής μελέτης (χόμπι) της αρχαιολογίας και γενεαλογίας της Ευρωπαϊκής διανόησης, όπως και εκείνης που αναπτύχτηκε ως συνέχεια αυτής και παρακολούθημά της στη Β. Αμερική. Τα παρακάτω σημεία με μορφή αφορισμών αποτελούν την προσωπική μου γνώμη και παραδίδονται για προβληματισμό και προβληματοποίηση ενός φαινόμενου κρίσιμου για την εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας, Δημοκρατίας και πολιτικής σε μίκρο – και μακροπολιτικό επίπεδο. Πρόκειται για το κοινωνικοπολιτικό φαινόμενο ελληνική διανόηση.      
1) Η διανόηση αποτελεί πολιτική έκφραση μια ηθικής πραγματείας (με την έννοια του treatise). Άρα, η διανόηση είναι μια πολιτική διαδικασία, η οποία πραγματεύεται την σχέση ισχύος (power)- δικαιοσύνης (justice) στη κοινωνία και δεν περιορίζεται στους, και από τους, ιδεολογικούς φορείς του «πνεύματος» του φιλελευθερισμού, του σοσιαλισμού, του αναρχισμού, του κομμουνισμού, του εθνικισμού, του φασισμού, ή του νεοφιλελευθερισμού. Η διανόηση ως πολιτική διαδικασία είναι αυτή που ορίζει προσωπικότητες ως διανοούμενους, λοιπόν, και όχι το αντίστροφο. Δεν κάνει ο διανοούμενος, ή ο αφηγητής μιας μοντέρνας πολιτικής ιδέας, την διανόηση, αλλά η διανόηση αναδεικνύει μορφές που αποτελούν τον συγκυριακό εκφραστή μιας αφήγησης που διακόπτει μια άλλη: τρέχουσα, κυρίαρχη, με την μορφή της σημερινής «κοινής γνώμης», του αυτονόητου, του στερεοτυπικού, ή δομημένης ιδεολογικοπολιτικά ως μεγάλη αλήθεια για την ανθρωπότητα.  
2) O διανοούμενος είναι ο άξεστος των θαυμάτων, που διαρκώς προσπαθεί να οδηγήσει τις προλήψεις και προκαταλήψεις σε μια μαθηματική (φιλοσοφική) καθαρότητα για να κατανοήσει - ο ίδιος κατ’ αρχήν - την βαθύτερη δομή του κόσμου, δηλαδή του ατόμου. Ο διανοούμενος, λοιπόν, δεν είναι ο άξεστος των θεαμάτων ή των μειζόνων κοινωνικών θεμάτων, αλλά των θαυμάτων.    
3) Ο διανοούμενος φέρει συνείδηση μπάσταρδου. Δυστυχώς ζει στον κόσμο της απάρνησης, μπορεί και της αυταπάρνησης, της κρίσης, του ανικανοποίητου. Ο διανοούμενος είναι ένα εντελώς ανασφαλές πολιτικό υποκείμενο κι έτσι πρέπει να είναι για να δημιουργήσει κάτι καινούργιο: μια νέα συνείδηση, ένα διαφορετικό μηχανισμό αίσθησης και αντίληψης κάποιας κοινωνικής πραγματικότητας, μια νέα μορφή ικανοποίησης στις Τέχνες και στις Επιστήμες, μια νέα μηχανή στο χώρο της τεχνολογίας, μια νέα μεθοδολογία απόκτησης και συστηματοποίησης της γνώσης και …επιτρέψτε μου, μια νέα ηθική στις στρατηγικές αμιγώς πολιτικής , οικονομικής ή διοικητικής μορφής.
4) Ο διανοούμενος δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι ένα συγκυριακό προϊόν «μάρκετινγκ των συγγραφέων». Ούτε ασφαλώς ένας πράγματι καλός ή καλοδιαφημισμένος συγγραφέας θα έπρεπε να θεωρείται διανοούμενος. Αυτό δεν σημαίνει ότι ένας καλός και αναγνωρισμένος κοινωνικά συγγραφέας που ενισχύθηκε ή/και ενισχύεται από το μάρκετινγκ και τα κλαμπ της ελληνικής διαπλοκής, δεν είναι διανοούμενος. Τον διανοούμενο τον κάνει η διανόηση, όπως επιχείρησα απλά να εξηγήσω ευθύς εξαρχής κι όχι οι «επιδόσεις» του στην λογοτεχνία, σε άλλες Τέχνες, στην επιστήμη ή στους υπόλοιπους τομείς που ανέφερα, ή ακόμα οι επιδόσεις του στις δημόσιες σχέσεις και στην επίκαιρη επιλογή των «σωστών φίλων»! Υπάρχουν «μεγάλα ονόματα» σε όλους τους τομείς άρθρωσης της ανθρώπινης δημιουργίας που δεν έχουν καμία σχέση με την διανόηση. Όπως επίσης και μεγάλες, αναγνωρισμένες και αναγνωρίσιμες μορφές στους αντίστοιχους χώρους του πνεύματος και των γραμμάτων, οι οποίοι αποτελούν δίχως αμφιβολία σημαντικούς διανοούμενους. Το ότι κάποιος καλός συγγραφέας, που εκτιμάται από πολλούς ή λιγότερους, δεν είναι διανοούμενος, δεν τον μειώνει καθόλου και αντίστροφα. Εάν κάποιος είναι σημαντικός διανοούμενος δεν σημαίνει πως έχει τις κοινά και θετικά αναγνωρισμένες ιδιότητες ενός καλού συγγραφέα, επιστήμονα, ακαδημαϊκού δασκάλου, στρατηγικού παράγοντα.    
5) «Το πρόβλημα με την ελληνική διανόηση δεν είναι ότι σιωπά και κοιμάται. Είναι ότι χωνεύει ακόμη…», γράφει ο φίλος Κώστας Βαξεβάνης. Και δεν κάνει λάθος, μόνον που έτσι «εκχυδαΐζει» ένα ευρύτερο και πολύ σοβαρό πρόβλημα: χωνεύει πράγματι τον «αχόρταγο» από τις διαπλεκόμενες σχέσεις με την πολιτικοοικονομική εξουσία, δίχως ωστόσο να χωνεύει και πολλά πράγματα από την σχέση της διεθνούς διανόησης με την σημερινή ελληνική συγκυρία της κρίσης. Η ελληνική «διανόηση» πάσχει από δυσπεψία. Της κάθονται πλέον στον λαιμό, με κίνδυνο να την πνίξουν, οι σχέσεις της και οι συναναστροφές της με το κυριολεκτικώς απολίτιστο διακυβερνητικό σκυλολόι της μεταπολίτευσης του 1974, ενώ αποκοιμήθηκε στην μεγάλη τράπεζα του «μυστικού δείπνου» της με τους ντόπιους παράγοντες επιρροής (decision opinion makers), αδυνατώντας να παρακολουθήσει τις σύγχρονες κοινωνικοπολιτικές και κοινωνικοοικονομικές εξελίξεις διεθνώς, πάντα σε σχέση με την εξέλιξη της διεθνούς διανόησης.
Η κρίση έπιασε τους περισσότερους έλληνες «διανοούμενους» κυριολεκτικά στον ύπνο. Μοιάζει γι’ αυτούς σαν ένα κακό όνειρο ή έναν εφιάλτη που θα περάσει μόλις ξυπνήσουν, αν και ο πραγματικός αυτός εφιάλτης για την κοινωνία είναι αυτός που σχετίζεται με την ουσιαστική κρίση ταυτότητάς τους. Οι προβαλλόμενοι από το καθεστώς ως έλληνες διανοούμενοι απλώς ΔΕΝ είναι διανοούμενοι, ή δεν είναι διανοούμενοι πλέον, αν και υπήρξαν κάποτε, καθώς έπεσαν στο διανοητικό κενό μιας εποχής για την χώρα μας, που και οι ίδιοι σε κάποιο βαθμό δημιούργησαν. Ασφαλώς μικρές εξαιρέσεις υπάρχουν. Η διανόηση στην Ελλάδα δεν έσβησε δια παντός. Ίσως, μάλιστα, τώρα να δημιουργούνται οι αντικειμενικές συνθήκες για να αναγεννηθεί. Αρκεί στο «επιπλωμένο σπίτι» της να προστεθεί και ένα … ντιβάνι (διβάνι).   

ορθοδοξια - διανοηση - φιλισοφια


Πεμπτουσία:
Οι Έλληνες φιλόσοφοι από την Ιωνία θεωρούσαν ότι στην φύση υπάρχουν τέσσερα στοιχεία ή τέσσερις ουσίες: «η γη, το ύδωρ, το πυρ και ο αήρ». Ο Αριστοτέλης πρόσθεσε στην τετράδα αυτή «τον αιθέρα», ο οποίος θα αποτελέσει την πέμπτη ουσία ή πεμπτουσία.
Το στοιχείο αυτό παρουσιάζει, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, πολλές ιδιαιτερότητες: είναι αγέννητον, αγήρατον, άφθαρτον, αΐδιον, αναυξές και αναλλοίωτον. Επιπλέον, εντοπίζεται στα ψηλά στρώματα του ουρανού (στον «ανώτατον τόπον») όπου κατοικεί η θεότητα.
Οι Έλληνες φιλόσοφοι της ύστερης αρχαιότητας (Αλέξανδρος ο Αφροδισιεύς, Σιμπλίκιος και άλλοι), αλλά και οι Βυζαντινοί, όπως ο Ιωάννης ο Φιλόπονος, καθώς και πολλοί Δυτικοί ερμήνευσαν, τροποποίησαν και εμπλούτισαν την θεωρία του Αριστοτέλη.
Το αποτέλεσμα είναι ότι η πέμπτη ουσία, η quinta essentia των Δυτικών, κατέληξε να σημαίνει την βασική ουσία κάθε όντος, τον πυρήνα γύρω από τον οποίο οργανώνεται η ύπαρξή του.
Το τρίπτυχο Πολιτισμός – Επιστήμες – Θρησκεία στην Πεμπτουσία
Η ικανότητα επιλύσεως διαφόρων προβλημάτων που αναφύονται στο κοινωνικό σύνολο, καθώς και η συνεχής διαδικασία προόδου των ανθρωπίνων γνώσεων, η επιστήμη και η τεχνολογία που αναπτύσσονται ανάλογα με τις ανάγκες και τις απαιτήσεις της εκάστοτε εποχής, η τέχνη που διακονεί το ωραίο, οι κοινωνικοί και πολιτικοί θεσμοί που οργανώνονται για την επίτευξη μεγαλύτερης συνεργασίας, είναι ο δυναμικός άξονας πάνω στον οποίο δημιουργούνται οι πολιτισμοί.
Η ύπαρξη του σύμπαντος, τα φυσικά φαινόμενα, όλη η δημουργία έκαναν τον άνθρωπο να αναζητά τον Δημιουργό. Η κίνηση του ανθρωπίνου πνεύματος προς τον Θεό δημιούργησε το φαινόμενο των θρησκειών από την στιγμή εμφανίσεως του ανθρώπου στην γη. Αργότερα, όταν ο άνθρωπος άρχισε να αισθάνεται και να κατανοεί βαθύτερες έννοιες που έχουν σχέση με τον ψυχισμό του, την συνείδηση, την αθανασία, την παιδεία, την φιλανθρωπία, την ευγένεια ήθους και σοφίας ή την βαθύτερη διαφορά των εννοιών αρετής και κακίας, φρόνησης και αφροσύνης, δειλίας και ανδρείας, δικαιοσύνης και αδικίας ήταν φυσιολογικό να δημιουργηθούν διάφορες ηθικές και κοινωνικές αξίες, που καθόριζαν το γενικότερο τρόπο ζωής στην κοινωνία των ανθρώπων ακόμη και στην τέχνη.
Οι αρχαίοι Έλληνες, αφού πλέον, διαμέσου της κοινωνικής οργανώσεως και της παιδείας είχαν ξεφύγει από την αναγκαιότητα της πείνας και της ανασφάλειας, ασχολήθηκαν με τον πολιτισμό, την τέχνη και τα γράμματα. Προσέφεραν στον πολιτισμό την έννοια της εσωτερικής πνευματικής καλλιέργειας. Η αναζήτηση της αλήθειας ως απολύτου υπαρξιακού γεγονότος ήταν πολύ έντονη στους αρχαίους Έλληνες, γι’ αυτό εξάλλου είχαν φτιάξει βωμό «τω αγνώστω Θεώ».
Η ενανθρώπηση του Θεού Λόγου βρήκε πρόσφορο έδαφος πάνω στην έφεση του Έλληνα για το ωραίο, το αγαθό, την αλήθεια, το αιώνιο, ώστε να αναπτυχθεί αργότερα το μέγεθος που ονομάστηκε Ελληνορθοδοξία. Η συνάντηση Ελληνισμού και Χριστιανισμού μεγαλούργησε στην πορεία των αιώνων.
Η Ορθοδοξία μέσα στο περιβάλλον του Ελληνισμού δεν λειτούργησε ως κάποια θρησκεία ή σέκτα. Δεν ήταν κίνηση του ανθρωπίνου πνεύματος προς τον Θεό, αλλά η αποκάλυψη του αληθινού Θεού, Ιησού Χριστού, προς τον άνθρωπο. Χαρακτηριστικό γνώρισμα του ελληνικού πολιτισμού ήταν ανέκαθεν η πρόσληψη του ξένου και του νέου, η αφομοίωση και η συνθετική και δημιουργική του μεταμόρφωση.
Βασική αρχή της Ορθοδοξίας είναι η αρχή του προσώπου – υποστάσεως στον Θεό και τον άνθρωπο. Ο Θεός είναι Τριάδα προσώπων – υποστάσεων με κοινή ουσία, αλλά και ξεχωριστά και μοναδικά χαρακτηριστικά. Ο άνθρωπος που εικονίζει τον Θεό είναι ξεχωριστός και μοναδικός ως πρόσωπο. Έτσι η Ορθοδοξία δεν περιθωριοποίησε τον άνθρωπο. Προσδοκεί και μπορεί να προσφέρει στο ανθρώπινο γένος την αληθινή ενότητα και παγκοσμιότητα. Δεν απορρόφησε τις εθνότητες, δεν μαζοποίησε τον άνθρωπο, αλλά συμβάλλει στην διατήρηση της ιδιαίτερης πολιτιστικής ταυτότητας κάθε εθνότητας.
Η Ορθοδοξία παρήγαγε πολιτισμό, συνέβαλε στην ανάπτυξη των τεχνών, μουσικής, ζωγραφικής, λογοτεχνίας, ποίησης, αρχιτεκτονικής κ.ά. μέσα από μία θεανθρωπική προοπτική.
Η Ορθοδοξία ευνόησε την ανάπτυξη των επιστημών, δεν ήλθε ποτέ σε διάσταση με την επιστήμη, επειδή μέσα στην Ορθόδοξη Παράδοση βιώνεται η διάκριση της κτιστής και άκτιστης γνώσεως. Οι σχολαστικοί θεολόγοι της Δύσης ανέπτυξαν ενιαία μεθοδολογία για την προσέγγιση κτιστού και ακτίστου, ενώ οι Πατέρες της Ορθοδόξου Ανατολής ακολούθησαν διπλή μεθοδολογία. Ιδιαίτερα ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς απέρριπτε την διαλεκτική μέθοδο για την θεογνωσία. Την αποδέχονταν όμως, για τις επιστήμες και την διατύπωση των δογμάτων με έννοιες που επινοεί η ίδια η διαλεκτική.
  • Οι επιστήμες έχουν ως έργο τους την γνώση της ουσίας και της λειτουργίας των όντων, ενώ η ορθόδοξη θεολογία προσφέρει στον άνθρωπο την εμπειρική γνώση του ακτίστου Θεού, του δημιουργού των όντων, την κοινωνία με τις θείες ενέργειες.
  • Οι επιστήμες ασχολούνται με το πώς, ενώ η ορθόδοξη θεολογία με το ποιός και γιατί.
  • Οι επιστήμες προσφέρουν στον άνθρωπο γνώσεις που συνεχώς αναπτύσσονται και εξελίσσονται, ενώ η ορθόδοξη θεολογία προσφέρει τον αυθεντικό τρόπο ύπαρξης του ανθρωπίνου είναι, την ένωσή του με τον Θεό, την βίωση της άκτιστης θείας Χάριτος.
Η σύγκρουση μεταξύ επιστήμης και θεολογίας έγινε στην Δύση μετά την περίοδο της Αναγέννησης (14ος αι.) και κυρίως με τον Διαφωτισμό (18ος αι.) και την ανάπτυξη των επιστημών, γιατί η δυτική χριστιανοσύνη έχασε βαθμηδόν τον εσχατολογικό προσανατολισμό, προσέλαβε εγκοσμιοκρατικό χαρακτήρα, αποκόπηκε από την ορθόδοξη παράδοση της Ανατολής και εκκοσμικεύθηκε. ΄Ετσι, οπλισμένη με εγκόσμια δύναμη κατέφυγε στην Ιερά Εξέταση, το κυνήγι των μαγισσών, τα συγχωροχάρτια, τον δια πυράς θάνατο και τις ποικίλες απαγορεύσεις στρεβλώνοντας το μήνυμα του ευαγγελίου της αγάπης. Ταυτόχρονα ήλθε σε βίαιη σύγκρουση με πολλούς επιστήμονες, οι οποίοι εν τω μεταξύ είχαν απορρίψει λόγω των παραπάνω υπερβάσεων τον δυτικό εκκλησιαστικό οργανισμό.
Η βαθιά ελληνική φιλοσοφική σκέψη, η απαράμιλλη ελληνική γλώσσα, η πολιτική ορολογία και η δημοκρατική συλλογική πρακτική όχι μόνο διασώθηκαν στην Ορθοδοξία, την αυθεντική μορφή του Χριστιανισμού, αλλά αφού εμπλουτίστηκαν και ανανοηματοδοτήθηκαν με νέα στοιχεία από την διδαχή του Χριστού, αποτέλεσαν πολύτιμα μέσα της έκφρασής της και της οργάνωσής της. Η Ορθοδοξία δεν είναι θρησκευτική φιλοσοφία και διανόηση, αλλά αποκάλυψη και ζωή, που στηρίζεται στην θεία εμπειρία, στην υπέρβαση του κτιστού και την οικείωση του Ακτίστου. Η ορθόδοξη θεολογία είναι φιλοκαλική και Πατερική, είναι η θεολογία του «Ωραίου κάλλει παρά τους υιούς των ανθρώπων», είναι η θεολογία των «Πατέρων ημών».
Η ραγδαία ανάπτυξη των επιστημών και της τεχνολογίας, ιδιαίτερα της βιοτεχνολογίας και της πληροφορικής στις αρχές της τρίτης χιλιετίας που ζούμε δημιουργεί ένα κλίμα αβέβαιο, διφορούμενο.
  • Οι προοπτικές των συγχρόνων επιστημών μπορούμε να πούμε ότι είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικές στον χώρο της ιατρικής, της γενετικής μηχανικής, της νανοτεχνολογίας κ.ά. για την πρόβλεψη και θεραπεία πολλών έως τώρα ανιάτων ασθενειών, αλλά και για μια πιο άνετη διαβίωση του ανθρώπου.
  • Όμως από την άλλη πλευρά η αλόγιστη χρήση των τεχνολογικών αυτών επιτεύξεων απειλεί τον πλανήτη μας από μία οικολογική ή βιολογική καταστροφή.
Είναι επιτακτική ανάγκη για τους επιστήμονες να έρθουν «εις εαυτόν», να αποκτήσουν φωτισμένο νου, ώστε να υπηρετούν τον άνθρωπο και όχι ιδιοτελή συμφέροντα.
Η παραδοσιακή εποχή είναι πλέον παρελθόν. Ο ορθός λόγος, οι επιστήμες και οι πολιτικές της νεωτερικότητας παρέδωσαν την σκυτάλη στην μετανεωτερικότητα. Ο μετανεωτερικός άνθρωπος δεν κινείται πια με πρόταγμα την αγιότητα, την γνώση και την σοφία, αλλά αποδέχεται άκριτα την εικόνα και την πληροφορία, τον ευδαιμονισμό και πολλές φορές τον παραλογισμό.
Μπορεί η μετανεωτερικότητα να χαρακτηρίζεται από τον ανορθολογισμό, τον κατακερματισμό, την ηθική ποικιλομορφία, την πεσιμιστική επιθυμία του τέλους της ιστορίας και του κόσμου, την παγκοσμιοποίηση, την ομογενοποίηση του τρόπου ζωής, όμως βλέπουμε ότι μετά «τον θάνατο του Θεού» που επέφερε η νεωτερικότητα ζούμε τώρα «την επιστροφή του Θεού». Μπορεί τα κοινωνικά πρότυπα να έχουν εκφυλισθεί, να βάλλονται οι θεσμοί, να παρατηρείται μία αναντίρρητη υποβάθμιση στην ποιότητα ζωής, όμως ο σύγχρονος άνθρωπος ζώντας σε ένα πολυπολιτισμικό και πλουραλιστικό περιβάλλον προσπαθεί απεγνωσμένα να βρει την ταυτότητά του.
Ο σύγχρονος μεταμοντέρνος άνθρωπος δεν γνωρίζει τι είναι ο άνθρωπος. Η Πεμπτουσία με το φιλοκαλικό πνεύμα που την χαρακτηρίζει θέλει να συμβάλει με την παρουσία της στο διαδικτυακό χώρο στην καλύτερη νοηματοδότηση της ζωής του ανθρώπου, στην αναζήτηση του οντολογικού περιεχομένου του ανθρώπου, στην επίγνωση του ανεξάντλητου μυστηρίου του ανθρώπου, του αποφατικώς απροσδιορίστου και εσχατολογικώς εν Χριστώ γιγνομένου, του ανθρώπου που εικονίζει το θείο κάλλος. Και το κάλλος του ανθρώπου πηγάζει από το κάλλος του Τριαδικού Θεού. Τελικά «η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο».
Διευθύντρια Έκδοσης:Ευαγγελία Μπαλτατζή, δημοσιογράφος
e-mail: evaggelia@pemptousia.gr
Σύμβουλος Έκδοσης:Νίκος Κόϊος, επίκουρος καθηγητής Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκηςe-mail: nikoskoios@pemptousia.gr

Θρησκεία

Αρχισυντάκτες:
Πέτρος Παναγιωτόπουλος, δρ θεολογίας, φυσικός
e-mail:p.panagiotopoulos@pemptousia.com
Βασίλειος Τζέρπος, δρ θεολογίας
e-mail: vtzerpos@pemptousia.gr
Ειρήνη Κασάπη, θεολόγος, PhD cand.
e-mail: eikasapi@pemptousia.gr
Επιστημονικοί Σύμβουλοι:Καλλιακμάνης Βασίλειος πρωτοπρεσβύτερος, καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (τομέας Ηθικής και Κοινωνιολογίας)
Μαντζαρίδης Γεώργιος, ομότιμος καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (τομέας Ηθικής και Κοινωνιολογίας)
Μεταλληνός Γεώργιος πρωτοπρεσβύτερος, ομότιμος καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών (γνωστικό αντικείμενο: ιστορία πνευματικού βίου, βυζαντινή ιστορία, θεολογία της λατρείας)
Νικολαΐδης Νίκος, καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών (τομέας Βυζαντινής Θεολογίας και Βιβλικών Σπουδών)
Παναγιωτόπουλος Πέτρος, δρ θεολογίας, φυσικός
Τρίτος Μιχαήλ, κοσμήτωρ Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (τομέας Ιστορίας, Δόγματος, Διορθοδόξων και Διαχριστιανικών Σχέσεων)
Φίλιας Γεώργιος, καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών (τομέας Χριστιανικής Λατρείας, Αγωγής και Διαποιμάνσεως)
Επιστήμες
Aρχισυντάκτης:Νικόλαος Λουπάκης, μηχανολόγος μηχανικός, δημοσιογράφος
e-mail: nikosloupakis@pemptousia.gr
Επιστημονικοί ΣύμβουλοιΓογγολίδης Ευάγγελος, διευθυντής Ερευνών Ινστιτούτου Μικροηλεκτρονικής ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος»
Δανέζης Μάνος, επίκουρος καθηγητής Αστροφυσικής του τμήματος Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών (τομέας Αστροφυσικής, Αστρονομίας και Φυσικής)
Δημακάκος Παναγιώτης, ομότιμος καθηγητής Αγγειοχειρουργικής της Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, Διευθυντής του Διαγνωστικού Ερευνητικού και Θεραπευτικού Κέντρου Αγγειακών Παθήσεων «Αγγειοϊατρική» Αθηνών
Εμμανουήλ Νικόλαος, καθηγητής Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, εργαστήριο Γεωργικής Ζωολογίας & Εντομολογίας
Θέμελης Χρήστος, αναπληρωτής καθηγητής Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (τμήμα Ωτορινολαρυγγολογίας)
Θεοδοσίου Ευστράτιος, αναπληρωτής καθηγητής του τμήματος Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών (γνωστικό αντικείμενο: Ιστορία και Φιλοσοφία της Αστρονομίας και των Φυσικών Επιστημών)
Ζερεφός Χρήστος, ακαδημαϊκός, επόπτης του Κέντρου Ερεύνης Φυσικής της Ατμοσφαίρας και Κλιματολογίας της Ακαδημίας Αθηνών
Ζουρνατζή-Κόιου Βασιλική, καθηγήτρια Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (γνωστικό αντικείμενο: κλινική βιοχημεία, βιοπαθολογία)
Κιαρτζής Σπυρίδων, δρ ηλεκτρολόγος μηχανικός, οικονομολόγος (γνωστικό αντικείμενο: εναλλακτικές πηγές ενέργειας)
Κιτρομηλίδης Πασχάλης, καθηγητής Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών (γνωστικό αντικείμενο: ιστορία των πολιτικών θεωριών), διευθυντής του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών
Κόλτσιου Άννα, καθηγήτρια Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (γνωστικό αντικείμενο: αρχαία ελληνικά, λατινικά)
Κομβόπουλος Κυριάκος, καθηγητής Πανεπιστημίου Berkeley California, (τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών), διευθυντής των Eργαστηρίων SSEL και CSML
Κοσμάς Κωνσταντίνος, καθηγητής Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών (γνωστικό αντικείμενο: Εφαρμοσμένη Εδαφολογία)
Κουφόπουλος Πέτρος, αναπληρωτής καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών Πολυτεχνική Σχολή τμήμα Αρχιτεκτόνων (γνωστικό αντικείμενο: αρχιτεκτονικός σχεδιασμός με έμφαση στην συντήρηση, αποκατάσταση ιστορικών κτιρίων και συνόλων)
Κωνσταντούδης Βασίλειος, ερευνητής Ινστιτούτου Μικροηλεκτρονικής ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος»
Μαμαλούκος Σταύρος, επίκουρος καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών Πολυτεχνική Σχολή τμήμα Αρχιτεκτόνων (γνωστικό αντικείμενο: μεσαιωνική και παραδοσιακή αρχιτεκτονική)
Μαυρομούστακος Θωμάς, αναπληρωτής καθηγητής Χημείας Πανεπιστημίου Αθηνών, εργαστήριο Οργανικής Χημείας
Ντίνας Κωνσταντίνος, καθηγητής Τμήματος Νηπιαγωγών της Παιδαγωγικής Σχολής Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας (γνωστικό αντικείμενο: γλωσσολογία, ελληνική γλώσσα και διδακτική της)
Παναγιωτόπουλος Παναγιώτης, ομότιμος καθηγητής Οικονομικών Πανεπιστημίου Stanford U.S.A.
Παπαδημητρίου Νικόλαος, αναπληρωτής καθηγητής Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου (τμήμα Βυζαντινή Ιστορία)
Σάτσιος Κωνσταντίνος, δρ ηλεκτρολόγος μηχανικός (γνωστικό αντικείμενο: εξοικονόμηση ενέργειας, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας)
Σταθάς Γεώργιος, επίκουρος καθηγητής Τ.Ε.Ι. Καλαμάτας, Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας (τμήμα Φυτικής Παραγωγής)
Σχίζας Χρήστος, καθηγητής Πληροφορικής Πανεπιστημίου Κύπρου
Τσομώκος Δημήτριος, καθηγητής Οικονομικών Πανεπιστημίου Οξφόρδης
Φύσσας Νικόλαος, δρ Αρχαιολογίας
Πολιτισμός
Αρχισυντάκτες:Γεώργιος Κωνσταντίνου, δρ του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου, καθηγητής του Ωδείου Αθηνών
e-mail: gkonstantinou@pemptousia.gr
Αικατερίνα Χουζούρη, δημοσιογράφος, Master Διοίκιση των Πολιτισμικών Μονάδων
e-mail: khouzouri@pemptousia.gr
Βασίλειος Χάδος,  Θεολόγος, υπ. δρ. μουσικολογίας Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
e-mail: vxados@pemptousia.gr
Επιστημονικοί Σύμβουλοι:Αλεξάνδρου Μαρία, επίκουρος καθηγήτρια της Ιστορικής Μουσικολογίας με ειδίκευση την βυζαντινή μουσική του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (τμήμα Μουσικών Σπουδών)
Βαρβούνης Μανώλης, αναπληρωτής καθηγητής Λαογραφίας Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης (τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας)
Γιαννέλος Δημήτριος, αναπληρωτής καθηγητής Ιονίου Πανεπιστημίου (τμήμα Μουσικών Σπουδών)
Δουλγερίδης Μιχάλης, διευθυντής του τμήματος Καλλιτεχνικής Συντήρησης – Αποκατάστασης Έργων Τέχνης της Εθνικής Πινακοθήκης
Καρανάσιος Χαρίτων, ερευνητής του Κέντρου Ερεύνης του Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών (γνωστικό αντικείμενο: φιλολογία, παλαιογραφία)
Λουδοβίκος Κώστας,  εικαστικός εικονογράφος, ιστορικός τέχνης
Σπυρίδης Χαράλαμπος, καθηγητής Μουσικής Ακουστικής, Πληροφορικής, διευθυντής Εργαστηρίου Μουσικής Ακουστικής Τεχνολογίας του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών
Τσιαμούλης Χρίστος, μουσικοσυνθέτης, ερευνητής της Παραδοσιακής Μουσικής, καθηγητής του Ωδείου Αθηνών
Χαλδαιάκης Αχιλλεύς, αναπληρωτής καθηγητής Βυζαντινής Μουσικολογίας του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών
Τσιγαρίδας Ευθύμιος, ομότιμος καθηγητής Χριστιανικής Αρχαιολογίας και Τέχνης του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Χρυσοχοΐδης Κρίτων, διευθυντής Ερευνών Ινστιτούτου Βυζαντινών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (γνωστικό αντικείμενο: ιστορία, παλαιογραφία)
Πεμπτουσία για παιδιά
Αρχισυντάκτης
Σαββόπουλος Ηλίας, Εκπαιδευτικός.
Η Συντακτική Επιτροπή ευχαριστεί τους αρθρογράφους για την δωρεάν παραχώρηση των άρθρων. Οι συγγραφείς των άρθρων φέρουν την ευθύνη για τις απόψεις τους. Η Σύνταξη διατηρεί το δικαίωμα να επιφέρει φραστικές μεταβολές στα δημοσιευόμενα κείμενα.
Την ευθύνη σχεδιασμού, ανάπτυξης, διαχείρισης και εκδοτικού συντονισμού των ιστοσελίδων της Πεμπτουσίας σε όλες τις γλώσσες την έχει το Ινστιτούτο Έρευνας Διάσωσης και Προβολής Πνευματικών και Πολιτιστικών Παραδόσεων «Άγιος Μάξιμος ο Γραικός».

Η Ανάσταση και η ελλαδική διανόηση by admin






Η Ανάσταση και η ελλαδική διανόηση by admin • 8 May 2013 • 1 Comment Εκτύπωση PDF Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου           Τα όσα γράφτηκαν φέτος σε ΜΜΕ με την ευκαιρία της Αναστάσεως του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού  από ανθρώπους της ελλαδικής διανόησης  εκφράζουν μια ποικιλία έκφρασης, που η συνισταμένη της αποτελεί την πολιτισμική μας κατάσταση και δείχνει το πνευματικό της υπόβαθρο. Ένα υπόβαθρο, που περιέχει εκκοσμικευμένη και ρηχή αντίληψη περί Εκκλησίας,  υβριστικές διατυπώσεις για τον Ιησού Χριστό, όπως επίσης υλιστικές, συγκρητικές ή/και πανθεϊστικές αντιλήψεις. Απουσιάζει κάθε απάντηση στην αγωνία του ανθρώπου έναντι του θανάτου και κάθε προοπτική αιωνιότητας. Ακόμη και γνωστός θεολόγος – αρθρογράφος, με τις εμμονές του, περισσότερο εντυπωσιάζει παρά ωφελεί. Παρά τις ικανότητές του και την εμπειρία, που έχει συσσωρεύσει, ακόμη δεν έχει αντιληφθεί ότι η Αλήθεια είναι απλή και σαφής. Η κατάσταση της σύγχρονης ελληνικής διανόησης δείχνει τη βαθιά πνευματική κρίση της εποχή μας, που είναι πιο ανησυχητική για το μέλλον του Γένους από ό,τι η τρέχουσα κοινωνική και οικονομική κρίση.           Ο κ. Γιάννης Μπουτάρης, χημικός – οινολόγος, επιχειρηματίας και, εδώ και λίγο καιρό, Δήμαρχος Θεσσαλονίκης, θεώρησε καλό να ασχοληθεί παράλληλα με τις δραστηριότητες και τις ευθύνες του ως Δημάρχου με το θέμα των σχέσεων Πολιτείας – Εκκλησίας. Έγραψε άρθρο, που δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή» το Μεγάλο Σάββατο και είχε έναν επικοινωνιακά εντυπωσιακό, αλλά στην ουσία κενό τίτλο « Ανάσταση της Εκκλησίας». Υποστηρίζει ότι γράφει ως συνειδητό μέλος της Εκκλησίας, αφού, όπως σημειώνει, με τη βάπτισή του κατέστη μέλος της και ως τέτοιο σκέφθηκε να αξιοποιήσει την ημέρα του Πάσχα για να προτείνει το διαζύγιο Πολιτείας – Εκκλησίας, προκειμένου να αποκτήσει η δεύτερη «προοπτική ανάστασης»… Κατά την άποψη του κ. Μπουτάρη  η Εκκλησία έως τώρα δεν βιώνει την Ανάσταση και για να συμβεί αυτό πρέπει εκουσίως  να περιθωριοποιηθεί κοινωνικά και να εξοντωθεί οικονομικά….Τα όσα προτείνει για την κατάργηση της μισθοδοσίας των κληρικών είναι ουτοπικά και επί πλέον διατυπώνει μια εκκοσμικευμένη αντίληψη περί Εκκλησίας, πως η αναμόρφωση των εκπαιδευτικών, φιλοπτώχων και νοσηλευτικών ιδρυμάτων Της θα ενίσχυε τη θρησκευτική πίστη! Αν ήταν έτσι τότε ένα ιδανικό Υπουργείο Πρόνοιας θα πετύχαινε απόλυτα  ως θρησκευτική οντότητα… Η Εκκλησία δεν είναι ένας οικονομικός οργανισμός, ούτε ένα οποιοδήποτε  «μη κερδοσκοπικό ίδρυμα»… Το ιδανικό Της δεν μπορεί να είναι το «πώς θα καταστεί αποτελεσματικότερη από τη δημόσια διοίκηση, ως κεφαλαιούχος και ως παραγωγός κοινωνικού έργου». Ο κ. Μπουτάρης  εξάλλου είναι  σε εκκλησιολογική σύγχυση όταν συναρμολογεί στη σκέψη του τους Μεθοδιστές του Ηνωμένου Βασιλείου και τους Χριστιανοδημοκράτες της Γερμανίας με τους ευπατρίδες της Ελλάδος, που συνέβαλλον για αιώνες στο σωστικό  για το Έθνος έργο της Εκκλησίας. Ξεχνάει ακόμη ότι το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα της κας Μέρκελ  είναι αυτό που εκμεταλλεύεται προς ίδιον όφελος την τρέχουσα κρίση στην Ε.Ε…. Ο κ. Μπουτάρης ως συνειδητό μέλος της Εκκλησίας θα έπρεπε να απασχοληθεί κυρίως με το πώς θα συμβάλει να γίνει αποτελεσματικότερη πνευματικά  στην κοινωνία  και  όχι με το πώς Αυτή θα καταστεί αποδοτικός οικονομικά οργανισμός με την ιδιωτικοποίηση της… Το ενδιαφέρον του κ. Μπουτάρη για την Εκκλησία θα ήταν εποικοδομητικό αν Την έβλεπε ως κιβωτό και πνευματική τροφό του Γένους.           Στην ίδια εφημερίδα την ίδια ημέρα ο κ. Παντελής Μπουκάλας έγραψε για  «Απόκρυφα ευαγγέλια», με ό,τι αρνητικό είναι γραμμένο περί του Ιησού…  Στο άρθρο του, στην ίδια εφημερίδα ο κ. Σταύρος Ζουμπουλάκης γράφει κάποιες σωστές σκέψεις, αλλά  – πιστεύουμε σε σχήμα υπερβολής – υποστηρίζει πως « ο μόνος τρόπος της αναστημένης ζωής είναι η απροϋπόθετη αγάπη, η αγάπη που σπάει το κέλυφος του εγωισμού και ανοίγεται στον άλλον, που φτάνει να βάλει τον άλλον πάνω από τον εαυτό». Δεν έχουμε το δικαίωμα να «διορθώνουμε» τον Σωτήρα Χριστό. Δεν μπορεί Εκείνος να μας συμβουλεύει να «αγαπήσουμε τον διπλανό μας όσο τον εαυτό μας» κι εμείς να λέμε να τον αγαπάμε περισσότερο… Επίσης είναι ατυχής η αναφορά του κ. Ζουμπουλάκη στην «Ηθική» του Σπινόζα, για τον οποίο  ο Γιώργος Σαραντάρης στο φιλοσοφικό του δοκίμιο «Παρουσία του Ανθρώπου» έγραψε ότι « δε μπορεί να βρει άλλη πιθανότητα απόλυτου παρά στον έξω κόσμο, παρά στη φύση».           Ο ακαδημαϊκός και καθηγητής του ΑΠΘ κ. Θεόδωρος Παπαγγελής διατυπώνει μια θρησκειολογική άποψη περί Αναστάσεως, που είναι έκφανση του συγκρητισμού, του υλισμού και του αθεϊσμού:  «Έτσι, μαστόρισσες στην τέχνη της αλληγορίας και της παρηγορίας οι θρησκείες καταπιάστηκαν να φιλοτεχνήσουν τον αντίλογο και έτσι εμφανίστηκαν <οι θανόντες και αναστάντες> θεοί που μοιράστηκαν μαζί μας τα Πάθη της φθοράς και ύστερα, με τελετουργική επισημότητα, μας προσκάλεσαν σε παρήγορη συμμετοχή στο αναστάσιμο Δοξαστικό τους – άλλοτε με την παγανιστική φυσιοκρατία του Βάκχου ή του Άδωνι, κατόπι με την εσωτερικευμένη και μυσταγωγική σεμνοπρέπεια του χριστιανικού <θανάτω, θάνατον πατήσας>». Παρόμοιες αντιλήψεις έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς από διάφορους τέκτονες. Να αναφερθώ και στον καθηγητή κ. Γιώργη Γιατρομανωλάκη, που με τον γνωστό του στόμφο αποφαίνεται πως « η ελπιδοφόρα ιδέα της ολικής αυτούσιας επαναφοράς στη ζωή ενός πεθαμένου οργανισμού, οποιασδήποτε φύσεως, ανθρώπινης, πολιτικής, οικονομικής κλπ, ούτε με τη φυσική τάξη συμβαδίζει, ούτε και από την Ιστορία επιβεβαιώνεται». Έτσι δογματίζει και έχει την ψευδαίσθηση ότι λύνει το πρόβλημα της ύπαρξης του ανθρώπου, που παγκοσμίως τον απασχολεί  από τότε που υπάρχει στη γη.  Τέλος ο πολιτικός επιστήμονας κ. Λευτ. Κουσούλης, υιός ιερέως, σημειώνει πως το αναφερόμενο στον κατηχητικό Λόγο του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ότι οι νηστεύσαντες και οι μη νηστεύσαντες απολαμβάνουν εξίσου την πνευματική ευωχία της Αναστάσεως αποτελεί «ένα απροσπέλαστο μήνυμα θεμελιωτικής ισότητας και είναι μια τελική υπογράμμιση της αποτίναξης του καταναγκασμού των τύπων και της αιώνιας και ελευθερωτικής αναζήτησης της ουσίας». Τα όσα σημειώνει ο κ. Κουσούλης έχουν μια προϋπόθεση, την Πίστη και, κυρίως, την Αγάπη στον Αναστάντα Χριστό και την υποταγή στους λόγους Του. Τότε πράγματι η ουσία της ύπαρξης είναι προσπελάσιμη, πράγματι ο ζυγός γίνεται ελαφρύς και πράγματι ο άνθρωπος βιώνει την πλήρη ελευθερία.           Οι σκέψεις των διανοητών που αναφέρθηκαν είναι επηρεασμένες από      τις διάφορες Αναγεννήσεις της Δύσεις που, όπως τονίζει ο Γιώργος Σαραντάρης σε άρθρο του στην «Καθημερινή», στις 5 Ιουνίου του 1939, είναι ανίκανες να πιστέψουν στο Χριστό, να πιστέψουν στην αιωνιότητα του ανθρώπου. Και προσθέτει ο Σαραντάρης: « Όποιος ατενίζει την Αρχαία Ελλάδα  και παραμερίζει το Χριστό ( σ.σ. όπως κάνει η Δύση), είναι σα να μην υποπτεύεται πως είμαστε προορισμένοι στην αιωνιότητα, και σα να θέλει να επαναλάβει το έργο πολιτισμού των Αρχαίων Ελλήνων, που ήταν η προετοιμασία μιας άρτιας θνητής υπόστασης, για να τη δεχτεί ο Χριστός και να την κάμει αθάνατη. Για τούτο σ’ εμάς τους τωρινούς Έλληνες δε μαθαίνουν υποστασιακά τίποτε οι διάφορες Αναγεννήσεις της Δύσης, και μάλλον μας προσφέρουν μια περιττή και συχνά βλαβερή τροφή, γιατί για την επαφή με μια άρτια θνητή υπόσταση, μας αρκεί η Αρχαία Ελλάδα». - (464) αναγνώσεις

Περισσότερα: http://www.antibaro.gr/article/8105, Ἀντίβαρο

Δευτέρα 21 Απριλίου 2014

ΓΕΡΩΝ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ

ΓΕΡΩΝ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ
ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ


Ἡ ζωή, παιδί μου, τοῦ ανθρώπου εἷναι θλίψις, διότι εἷναι στήν ἐξορία. Μή ζητῇς τελείαν ἀνάπαυσιν. Ὁ Χριστός μας ἐσήκωσε τόν Σταυρόν, καί ἡμεῖς θά σηκώσωμεν. Ὅλας τάς θλίψεις ἐάν τάς ὑπομένωμεν, εὐρίσκομεν χάριν παρά Κυρίου.
Δι’ αὐτό μᾶς ἀφήνει ὁ Κύριος νά πειραζώμεθα, διά νά μᾶς δοκιμάζῃ τόν ζῆλον καί τήν ἀγάπην πρός Αὐτόν ὅπου ἔχομεν.
Δι’ αὐτό χρεία ὑπομονῆς. Χωρίς ὑπομονήν δέν γίνεται ὁ ἄνθρωπος πρακτικός, δέν μανθάνει τά πνευματικά, δέν φθάνει εἰς μέτρα ἀρετῆς καί τελειώσεως.


Ὁ ταπεινός, μυριάς φοράς καί ἄν πέση, πάλιν ἐγείρεται καί νίκη εἰς αὐτον λογίζεται. Ὁ δέ ὑπερήφανος, εὐθύς μετά την πτῶσιν είς το ἁμάρτημα, πέφτει καί εἰς τήν ἀπόγνωσιν· καί σκλυρύνων δέν θέλει πλέον νά ἐγερθῇ χαίρει ὑπέρ ἄπαντα ὁ διάβολος. Διαλύεται δέ εὐθύς μέ τήν ἐξομολόγησιν.


Ὥστε, ὁσάκις πίπτεις, πάλιν νά ἐγείρεσαι, καί εὐθέως νά ζητῇς συγχώρησιν.
Μήν κρύπτης λύπην εἰς τήν καρδίαν σου.
Διότι ἡ χαρά τοῦ πονηροῦ εἷναι ἡ λύπη, ἡ ἀθυμία, ἐξ ἦς γεννῶνται πολλά καί ἐξ ὦν γεμίζει πικρίαν ἡ ψυχή τοῦ ἔχοντος ταῦτα.
Ἐνῶ τοῦ μετανοοῦντος ἡ ψυχή λέγει:
«Ἥμαρτον, συγχώρησον, πάτερ!».
Καί διώκει τήν λύπην. «Μήπως, λέγει, δέν εἷμαι ἄνθρωπος ἀσθενής; Λοιπόν, τί ἔχω νά κάμω;».
Ὄντως, τέκνον μου, οὕτως ἔχει. Ἔχε θάρρος.


Φάρμακα εἷναι οἱ πειρασμοί καί βότανα ἰατρικά, ὅπου θεραπεύουν τά  φανερά πάθη καί τές ἀόρατες πληγές μας. Ἔχε λοιπόν ὑπομονήν διά νά κερδίζῃς καθ’ ἑκάστην καί νά ταμιεύῃς μσθόν καί ἀνάπαυσιν καί χαράν εἰς τήν οὐράνιον Βασιλείαν.
Διότι ἔρχεται νύξ, ἡ τοῦ θανάτου, καί οὐδείς πλέον δύναται ἐργάζεσθαι. Διά τοῦτο σπεύσον. Ὀλίγος ὁ καιρός.


Ἀφοῦ εἷναι διαρκῶς παρών ὁ Θεός, διατί ἀνησυχεῖς;
«Ἐν αὐτῷ ζῶμεν καί κινούμεθα. Εἰς τήν ἀγκάλην τοῦ βασανιζόμεθα. Θεόν απνέομεν, Θεόν περιβαλλόμεθα, Θεόν ψηλαφῶμεν, Θεόν ἐσθίομεν ἐν μυστήριῳ. Ὅπου στρέψης, ὅπου ἴδῃς, παντοῦ Θεός· ἐν οὐρανοῖς, ἐπί γῆς, εἰς τάς ἀβύσσους, εἰς τά ξύλα, μέσα στίς πέτρες, εἰς τόν νοῦν σου, εἰς τήν καρδίαν σου. Λοιπόν δέν σέ βλέπει πῶς πάσχεις; Ὅτι ὑποφέρεις; Εἰπέ εἰς αὐτον τά παράπονά σου καί θά ἴδης παράκλησιν καί θεραπείαν, ὅπου νά θεραπεύη ὄχι μόνον τό σῶμα ἀλλά μᾶλλον τῆς ψυχῆς σου τά πάθη.


Ταπείνωσις εἷναι νά σφάλλῃ ὁ ἄλλος καί, πρίν προλάβῃ αὐτός νά ζητήσῃ
συγχώρησιν, νά τοῦ βάνωμεν ἡμεῖς μετάνοιαν, λέγοντες:
Συγώρησον, ἀδελφέ, εὐλόγησον! Μή σοῦ φαίνεται πολύ καί δύσκολον αὐτό. Εἷναι ἕνα οὐδέν ἐμπρός εἰς ἐκεῖνο ὅπου ἔκαμε πρός ἡμᾶς ὁ Δεσπότης
Χριστός. Ἐνώπιον τῶν Ἀπέλων ἔσκυψε καί ἔβαλε μετάνοιαν ἀπό τοῦ ουρανοῦ εἰς τήν γῆν· Θεός πρός ανθρώπους! Καί σύ κάμεις τόν κόσμον ἄνω κάτω διά νά μήν εἰπῆς ἕνα «εὐλόγησον»! Ποῦ λοιπόν ἡ ταπείνωσις;


Χρεία λοιπόν τῆς ὑπομονῆς, καθάπερ ἅλας ἐν φαγητῷ. Καθότι ἄλλος δρόμος δέν εἷναι τοῦ να κερδίσωμεν, να πλουτίσωμεν, να βασιλεύσωμεν.
Αὐτόν τόν δρόμον ὁ Χριστός μας τόν χάραξε. Καί ἡμεῖς, ὅσοι τόν ἀγαποῦμεν, ὀφείλομεν δι’ άγάπην του νά ἀκολουθοῦμεν. Ἄν καί μᾶς εἷναι πικρόν τό ἀψίνθιον, άλλ’ ὅμως καθαρίζει τό αἶμα καί ὑγιαίνει τό σῶμα μας.
Χωρίς πειρασμόν δέν γνωρίζονται αἱ ἁγνές ψυχές, δέν φαίνεται ἡ ἀρετή, δέν διακρίνεται ἡ ὑπομονή. Χωρίς πειρασμούς ἀδύνατον ἡ ὑγεία τῆς ψυχῆς νά φανῇ. Αὐτό εἷναι τό καθαρτήριον πῦρ, ὅπου καθαράν καί λαμπράν ἀπεργάζεται τήν ψυχήν.


Πρέπει νά γίνῃς γενναιότερος. Νά παραταχθῇς  στῆθος πρός στῆθος πρός αὐτούς τούς ἀσάρκους. Μήν τούς φοβῆσαι. Ἐσύ δέν βλέπεις με κάθε εἐχήν,
ὅπου λέγεις, πόσοι πίπτουν, πόσοι στρέφουν τά νῶτα. Σύ μόνον βλέπεις ποσόν ἐσύ πληγώνεσαι.
Ἀλλά καί αὐτοί δέρνονται. Καί αὐτοί φεύγουν. Εἰς κάθε ὑπομονήν, ὅπου κάμνομεν, φεύγουν ἁλματωδῶς, καί είς κάθε εὐχήν πληγώνονται σοβαρῶς.
Λοιπόν μή θέλῃς ἐν καιρῷ πολέμου νά ρίπτῃς ἐσύ σφαῖρες καί βόλια καί αύτοί νά σοῦ ρίχνουν λουκούμια καί σοκολάτες.


Ἐσύ νομίζεις ὅτι δέν ἔφθασεν ἡ φωνή σου εἰς τούς Ἁγίους, εἰς τήν Παναγίαν μας, εἰς τόν Χριστόν. Μά, προτοῦ ἐσύ φωνάξης, οἱ Ἅγιοι ἔσπευσαν εἰς βοήθειαν σου γνωρίζοντες ὅτι θά τούς ἐπικαλεσθῇς καί θά ζητήσῇς τήν ἐκ Θεοῦ προστασίαν τους. Ὅμως ἐσύ μή βλέπων πέραν αὑτῶν ὅπου φαίνονται καί μή γνωρίζων τό πῶς ὁ Θεός κυβερνᾶ τόν κόσμον θέλεις εὐθύς ὡς ἀστραπή νά γίνεται τό αἴτημά σου. Ὅμως δέν εἷναι ἔτσι.
Ὁ Κύριος ζητεῖ τήν ὑπομονήν. Θέλει νά δείξεις τήν πίστην σου. Δέν εἷναι μόνη ἡ προσευχή ὅπου νά λέγη κανείς ὡσάν παπαγάλος…

ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΙΚΡΟ ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟ

ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΚΕΙΜΕΝΩΝ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΙΚΡΟ ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟ
  

Η ανταμοιβή είναι ανάλογη με τον κόπο

 

Λένε για τον Αββά Ησαΐα, πως πήγε κάποτε σε κάποιο κτηματία, που αλώνιζε τα σπαρτά του, και κρατώντας ένα ζεμπίλι του είπε. – Δος μου, νάχεις την ευχή μου, λίγο σιτάρι. Κι’ αυτός τον κοίταξε καλά-καλά και του απάντησε. -Γιατί να σου δώσω Γέροντα; μήπως ήλθες κι’ εσύ να με βοηθήσεις στο θέρο; – Όχι, του απάντησε εκείνος. -Τότε πως ζητάς να σου δώσω σιτάρι; του λέει ο κτηματίας. – Όποιος λοιπόν δεν θερίζει, δεν έχει δικαίωμα σε τίποτα; του απάντησε ο Γέροντας. -Ναι, Γέροντά μου, σε τίποτε απολύτως, του είπε ο κτηματίας.
Ύστερα από αύτη τη συζήτηση έφυγε ο Αββάς. Οι αδελφοί λοιπόν που τον είδαν να πηγαίνει προς τ’ αλώνι, τρέξανε κοντά του κι’ αφού του έβαλαν μετάνοια τον ρώτησαν· -Γιατί το έκανες αυτό, Γέροντα; Και τους αποκρίθηκε εκείνος· -Το έκανα, για να το έχουμε όλοι μας σαν παράδειγμα, πως οποίος δεν κοπιάσει, δεν μπορεί να περιμένει από το Θεό καμιά ανταμοιβή.
Ένας άλλος Γέροντας ησύχαζε μέσα στην έρημο· κι’ ως δώδεκα μίλια μακρυά από τη νερομάνα που υδρεύονταν. Κάποτε λοιπόν που πήγαινε να γεμίσει τ’ ασκιά του παρακουράσθηκε και είπε με το νου του: Γιατί να κάνω άσκοπα τόσο κόπο και δεν έρχομαι να μείνω κάπου έδώ κοντά στο νερό;

Την ώρα λοιπόν που έκανε τον λογισμό αυτό, αισθάνθηκε πως κάποιος τον ακολουθούσε. Και γυρίζοντας, είδε πραγματικά έναν, που ερχόταν από πίσω του και που μετρούσε τα βήματα του· και τον ρώτησε ο Γέροντας· ποιός είσαι του λόγου σου και τί κάνεις εδώ; – Άγγελος του Κυρίου είμαι, και μ’ έστειλε, για να μετρώ τα βήματά σου και να δώσω ανάλογα και την ανταμοιβή σου. Και λέγοντας αυτά χάθηκε από εμπρός του.
Ο Γέροντας λοιπόν από τη στιγμή εκείνη, αναπτερώθηκε, και πήρε κουράγιο, κι’ αποφάσισε να δείξει μεγαλύτερη προθυμία στο κόπο. Πήγε λοιπόν παραμέσα ακόμη στην έρημο, και πέντε μίλια ακόμη μακρύτερα από τη νερομάνα.
Μα και για τον Αββά Χαιρήμονα, που έμενε σε Σκήτη, λένε πως η σπηλιά, που χρησιμοποιούσε, ήταν σαράντα ολόκληρα μίλια μακρυά από την Εκκλησία, και δώδεκα μίλια από το νερό και από το έλος, που έκοβε τα βούρλα για τα πλεκτά του.
Κι’ όμως ο Γέροντας καθόλου δεν υπολόγισε, ούτε τον κόπο που έκανε, για να κουβαλά το νερό και τα βούρλα. Ούτε και φοβήθηκε την απόσταση από την Εκκλησιά, παρά πήγαινε τακτικότατα, κάθε Κυριακή, στην Ιερά Σύναξη…
 


Από το βίο του αγίου Μαρκιανού
 
Ο Μέγας Μαρκιανός, γύρω στα μεσάνυχτα, όταν νόμιζε ότι κανείς δεν θα τον έβλεπε, συνήθιζε να πηγαίνει σ' έναν γνωστό του τραπεζίτη, ν' αλλάζει χρυσά νομίσματα με πολλά χάλκινα, για να έχει να μοιράζει στους φτωχούς, Και να γυρίζει αμέσως (στο σπίτι του).
Ό τραπεζίτης λοιπόν, παίρνοντας σαν πρόφαση για (μεγαλύτερο) κέρδος το ότι ή συναλλαγή γινόταν τη νύχτα, σε ακατάλληλη ώρα, ζύγιζε το χρυσάφι με λειψά ζύγια. Και ο άγιος, χωρίς να διαμαρτυρηθεί ποτέ ούτε να κάνει κανέναν έλεγχο, έδειχνε ότι τ' άφηνε όλα στη συνείδηση του ζυγιστή.
Επειδή όμως αυτό έγινε πολλές φορές Και ο Μαρκιανός δεν έκανε καμιά παρατήρηση στον τραπεζίτη, ο τελευταίος ήταν όλο έκπληξη. Και (μια νύχτα), ενώ παρακολουθούσε την ώρα και είδε να φτάνουν τα μεσάνυχτα, κόντευαν πια να βγουν οι υποψίες του αληθινές και αντάξιες του βίου του Μαρκιανού. Τότε λοιπόν, αφού καλοσκέφτηκε, τι έκανε; Πρόσταξε έναν από τους δούλους του να πάρει από πίσω τον άγιο, μόλις θα έφευγε, για να μάθει που πηγαίνουν εκείνα τα χρήματα.
Πραγματικά, ο δούλος τον ακολούθησε. Και όταν ο άνθρωπος του Θεού βρήκε νεκρό, πάνω σ' ένα κρεβάτι, κάποιον φτωχό, πήρε από ένα καπηλειό (κρασί), όπως συνήθιζε, τον έπλυνε και τον έντυσε. Στη συνέχεια, αφού εκείνος αναστήθηκε για μια στιγμή, τον ασπάσθηκε, και μετά τον ξάπλωσε πάλι (νεκρό) κι έφυγε, (για να ετοιμάσει ότι χρειαζόταν για την ταφή του)*.
Έφριξε ο δούλος μ' αυτά πού είδε. "Όσο πιο γρήγορα μπορούσε, γύρισε πίσω και τα διηγήθηκε όλα, με κάθε λεπτομέρεια, σ' εκείνον πού τον είχε στείλει. Αυτός τότε μετανόησε για όσα είχε κάνει και έκλαιγε, επειδή είχε αδικήσει τόσο τον άγιο. Ή συνείδηση του τον τιμωρούσε (με τις τύψεις). Γι' αυτό και, όταν ο άγιος τον επισκέφθηκε πάλι για ν' ανταλλάξει τα χρυσά νομίσματα, έπεσε στα πόδια του ο τραπεζίτης, ομολόγησε τα κακά πού είχε κάνει και του επέστρεψε όσα του είχε πάρει επιπλέον.
Έτσι μια καλή πράξη, πού γίνεται σιωπηρά, μπορεί να ωφελήσει περισσότερο από λόγια πολλά. και όσους δεν ωφέλησαν σε τίποτα έλεγχοι και συμβουλές, αυτούς τους διόρθωσε μια αξιέπαινη πράξη, πού έγινε κρυφά και ανεπίδεκτα, γιατί άγγιξε τη συνείδηση τους και τους έκανε να μάθουν μόνοι τους το καλό.
Ό Μαρκιανός όμως, αφού είπε (στον τραπεζίτη) ότι δεν είχε αδικηθεί καθόλου, άφησε εκεί και (τα χρήματα) εκείνα πού του έδινε, αλλά και τον ίδιο, και δεν ξαναφάνηκε ποτέ πια• όχι, βέβαια, για να διακόψει τις σχέσεις του μ' έναν πονηρό άνθρωπο - γιατί όχι μόνο τον συγχώρεσε, αλλά και τον βεβαίωσε ότι τον αγαπούσε ιδιαίτερα - μα για ν' αποφύγει την (ψυχική) βλάβη από τη μάταιη δόξα, και επειδή δεν ήθελε να φανερωθούν οι πράξεις του σε κανέναν άνθρωπο, παρά μόνο στο Θεό να είναι γνωστές.
Ιδιαίτερα χαρακτηριστική ήταν ή φιλάνθρωπη συνήθεια του αγίου Μαρκιανού να περιμαζεύει εγκαταλειμμένους νεκρούς, να πλένει τα σώματα τους και να τα ετοιμάζει για ταφή. "Όταν τελείωνε, έλεγε στο νεκρό σαν σε ζωντανό: "Σήκω, αδελφέ, ν' αλλάξουμε τον τελευταίο ασπασμό, σύμφωνα με τη συνήθεια". και αμέσως ο νεκρός ανασταινόταν για λίγο, άποχαιρετιόταν με τον άγιο, κι έπειτα ξαναπέθαινε!