Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2012

Η Θεολογία τής Εκκλησίας, κατά τόν π. Ιωάννη Ρωμανίδη

Η Θεολογία τής Εκκλησίας, κατά τόν π. Ιωάννη Ρωμανίδη
Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

Ομιλία στό Πανεπιστήμιο Ιασίου Ρουμανίας, τήν 14-10-2011, απομαγνητοφωνημένη, προσαρμοσμένη στόν γραπτό λόγο (βλ. τεύχ. 183).

Ευχαριστώ τόν Σεβ. Μητροπολίτη Μολδαβίας, Μπουκοβίνας καί Αρχιεπίσκοπο Ιασίου κ. Θεοφάνη, αγαπητό εν Χριστώ αδελφό, τόν οποίο γνωρίζω από τότε πού ήταν Μητροπολίτης Ολτένιας, γιατί μέ κάλεσε νά έλθω στό Ιάσιο καί νά φέρω τό ιερό λείψανο τού αγίου Πολυκάρπου, μεγάλου Αποστολικού Πατρός, τό οποίο φυλάσσεται σέ Ιερά Μονή τής Μητροπόλεώς μου. Εκτιμώ τό Σεβασμιώτατο γιά τήν όλη παρουσία του μέσα στήν Εκκλησία, τήν αγάπη του στήν Εκκλησία καί στό ποίμνιό του, καί γιά τό εκκλησιαστικό φρόνημα πού τόν διακρίνει.
Είναι η τρίτη φορά πού έρχομαι στό Ιάσιο. Τήν πρώτη φορά ήλθα πρίν από οκτώ χρόνια μέ τόν αείμνηστο Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών καί πάσης Ελλάδος κυρό Χριστόδουλο, στήν Ειρηνική επίσκεψή του στήν Ρουμανία. Τόν συνόδευσα τότε σέ αυτό τό ταξίδι του καί ήλθα στό Ιάσιο, όταν ήταν Μητροπολίτης ο νύν Πατριάρχης Ρουμανίας κ. Δανιήλ. Τότε γνώρισα εξωτερικά τό Ιάσιο. Πέρυσι, όμως, ήλθα μέ μερικούς προσκυνητές από τήν Ιερά Μητρόπολή μου, γιά νά βαδίσουμε τόν δρόμο πού βάδισε καί τά μέρη πού ασκήτευσε καί δίδαξε ο όσιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκι, γιατί τόν αγαπώ πάρα πολύ, από τά βιβλία πού διάβασα καί περιγράφουν τήν ζωή του καί τό έργο του. Ήταν ένας ησυχαστής Πατέρες. Είχα δέ μιά πολύ θερμή συνάντηση μέ τούς φοιτητές καί τούς νέους τής πόλεως. Καί φέτος μού δίνεται η δυνατότητα νά γνωρίσω τήν καρδιά τού Ιασίου καί τήν ευλάβεια τών κατοίκων του καί χαίρομαι πάρα πολύ γι' αυτό.
Ο Σεβασμιώτατος είπε γιά τόν π. Ζαχαρία από τήν Ιερά Μονή τού Έσσεξ Αγγλίας, ότι πρίν λίγες ημέρες μίλησε σέ αυτόν τόν ίδιο τόν χώρο. Χαίρομαι γι’ αυτό, γιατί πράγματι είμαστε πνευματικοί αδελφοί.
Όταν ήμουν φοιτητής στό Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, μέ τήν προτροπή τού καθηγητού τής Πατρολογίας, ασχολήθηκα μέ τήν έκδοση τών έργων τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά, εντασσόμενος στήν ομάδα τών ειδικών ερευνητών πού ασχολούνταν μέ τήν κριτική έκδοση τών έργων του. Ήθελα, όμως, νά γνωρίσω ανθρώπους οι οποίοι ζούν τήν ζωή πού ζούσε καί δίδασκε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Έλεγα ότι στήν Ορθόδοξη Εκκλησία υπάρχει μιά τέτοια ορθόδοξη θεολογία, η οποία πρέπει νά είναι ζωντανή. Όμως, πού μπορώ νά τήν συναντήσω σήμερα;
Κι έτσι τό 1976 πήγα γιά πρώτη φορά στό Εssex γιά νά γνωρίσω τόν Γέροντα Σωφρόνιο. Εκεί γνώρισα καί τόν π. Ζαχαρία. Ήταν τότε μοναχός, εγώ ήμουν κληρικός, αλλά αποκτήσαμε μιά πολύ δυνατή πνευματική φιλία μέ τίς επανειλημμένες επισκέψεις μου καί εξακολουθούμε νά έχουμε πολύ δυνατούς δεσμούς. Μάς συνδέει η ίδια θεολογία καί κυρίως τό πρόσωπο τού Γέροντος Σωφρονίου. Όταν γνώρισα τόν μακαριστό Γέροντα Σωφρόνιο διεπίστωσα ότι η θεολογία τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά βιώνεται στήν πράξη καί σήμερα.
Στήν ομιλία μου αυτή θά αναφερθώ στήν εμπειρική θεολογία, σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τού μακαριστού π. Ιωάννου Ρωμανίδη.
Όπως ξέρουμε οι ορθόδοξοι θεολόγοι, η θεολογία είναι η ζωή καί η φωνή τής Εκκλησίας. Στήν πραγματικότητα η θεολογία είναι η Αποκάλυψη τού Θεού στούς αγίους. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος δίνει τόν σαφέστατο ορισμό περί τού θεολόγου, ποιός, δηλαδή, είναι ο θεολόγος στήν Εκκλησία. Θεολόγοι, λέει, είναι αυτοί πού έφθασαν στήν θέα τού Θεού, αφού πρώτα καθάρισαν τήν ψυχή καί τό σώμα τους από τά πάθη ή τουλάχιστον αυτοί οι οποίοι καθαρίζονται. Αυτή είναι η θεολογία ως εμπειρία.
Εκτός από τήν εμπειρική θεολογία υπάρχει καί η ακαδημαϊκή θεολογία, η θεολογία ως επιστήμη. Πρόκειται γιά τούς θεολόγους εκείνους πού μελετούν τά έργα τών αγίων Πατέρων καί τήν ζωή τής Εκκλησίας. Αυτήν τήν θεολογία δέν τήν παραθεωρούμε, γιατί μελετά όλα τά ιστορικά δεδομένα τής εκκλησιαστικής ζωής καί τόν βίο τών αγίων καί βοηθά τήν ζωή τής Εκκλησίας. Αλλά δέν μπορούμε νά αγνοήσουμε ότι η πραγματική θεολογία είναι η εμπειρία καί η γνώση τού Θεού. Τό ίδιο συμβαίνει καί μέ τήν καλλιτεχνία. Υπάρχει ένας πρωτότυπος καλλιτέχνης πού ζωγραφίζει καί έρχονται μετά οι επιστήμονες τής ιστορίας τής τέχνης, οι οποίοι αναλύουν τήν τέχνη του.
Στήν ομιλία μου θά τονίσω δύο σημεία, ήτοι στήν αρχή θά αναφέρω μερικά βιογραφικά στοιχεία τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη καί έπειτα θά παρουσιάσω μερικά σημεία πού συνιστούν τήν θεολογία τήν οποία εκείνος δίδασκε.
1. Βασικά βιογραφικά στοιχεία
Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης ήταν καθηγητής τής Δογματικής στήν Θεολογική Σχολή τού Πανεπιστημίου τής Θεσσαλονίκης, αλλά ταυτόχρονα μιλούσε καί γιά τήν εμπειρική θεολογία, δηλαδή συνέδεε τήν καθηγητική έδρα μέ τό ασκητήριο. Δέν τόν είχα ποτέ καθηγητή στό Πανεπιστήμιο, γιατί είχα τελειώσει, όταν εκείνος άρχισε νά διδάσκη, αλλά τόν γνώρισα κυρίως μετά τήν συνταξιοδότησή του.
Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης, όπως είδατε προηγουμένως στό βίντεο πού προβλήθηκε, γεννήθηκε στήν Ελλάδα, στόν Πειραιά, τό 1927, από γονείς πρόσφυγες πού ήλθαν στήν Ελλάδα από τήν Καππαδοκία τού Πόντου. Έλαβε τό όνομα Ιωάννης πρός τιμή τού αγίου Ιωάννου τού Ρώσου.
Οι γονείς του Σάββας καί Ευλαμπία ήταν ευσεβείς καί βίωναν στήν ζωή τους τήν εκκλησιαστική παράδοση. Η μητέρα του ήταν μεγάλη ασκήτρια. Έκανε προσευχή από τίς τρείς ή τέσσερεις η ώρα τό πρωΐ μέχρι τήν ώρα πού άρχιζε τήν εργασία της. Καί στό τέλος τής ζωής της, όταν πέθανε ο άνδρας της, έγινε μοναχή στήν Ιερά Μονή τής Σουρωτής. Έβλεπε αγγέλους καί αγίους. Ο π. Παΐσιος πού τήν παρακολουθούσε έλεγε ότι η Ευλαμπία έχει μιά μεγάλη πνευματική τηλεόραση. Προγνώρισε τόν θάνατό της, είχε οσιακό τέλος καί πέθανε μέ προσευχή.
Όταν ο μικρός Ιωάννης ήταν δυόμισι μηνών, οι γονείς του ταξίδευσαν στήν Αμερική, τόν πήραν μαζί τους, οπότε μεγάλωσε στό Μανχάταν τής Ν. Υόρκης. Ήταν πολύ έξυπνος καί σπούδασε σέ ένα καθολικό γυμνάσιο καί εκεί διδάχθηκε τήν θεολογία τού Θωμά τού Ακινάτη, πού είναι μεγάλος πατέρας τών Ρωμαιοκαθολικών-Παπικών. Στήν συνέχεια, τελείωσε τήν Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή τού Holy Cross στήν Βοστώνη. Έπειτα, σπούδασε γιά τέσσερα χρόνια στήν προτεσταντική Θεολογική Σχολή τού Yale. Δηλαδή, είχε μάθει τήν διδασκαλία τού Θωμά τού Ακινάτη καί στήν συνέχεια, απέρριψε τόν σχολαστικισμό καί τόν Θωμά τόν Ακινάτη καί έμαθε τήν βιβλική μέθοδο ερεύνης τής Γραφής, όπως τό έκαναν οι Προτεστάντες βιβλικοί θεολόγοι. Στήν συνέχεια, γιά ένα μικρό διάστημα παρακολουθούσε μαθήματα στό Πανεπιστήμιο Columbia τής Ν. Υόρκης, όπου γνώρισε τόν π. Γεώργιο Φλωρόφσκι, τόν μεγαλύτερο θεολόγο τού εικοστού αιώνος, ο οποίος τόν βοήθησε νά δή τά πράγματα μέ άλλη προοπτική.
Στήν Αμερική ο π. Ιωάννης έβλεπε τούς μέν Καθολικούς νά ασχολούνται μέ τήν σχολαστική θεολογία, πού αναπτύχθηκε από τόν ενδέκατο καί δέκατο τρίτο αιώνα καί μετά γνώρισε τούς Προτεστάντες πού ερευνούσαν επιστημονικά τήν Αγία Γραφή. Μέ τήν εξυπνάδα πού τόν διέκρινε, αλλά καί μέ τήν καθοδήγηση τού π. Γεωργίου Φλωρόφσκι προσπάθησε νά δή τήν γέφυρα πού ενώνει τούς Αποστόλους μέ τούς Πατέρες κι αυτοί είναι οι Αποστολικοί Πατέρες τού 2ου αιώνος. Έτσι, διεπίστωσε ότι οι Αποστολικοί Πατέρες είναι εκείνοι οι οποίοι είναι συνέχεια τών Αποστόλων καί υπάρχει μεγάλη διαφορά τής διδασκαλίας τους μέ τίς απόψεις τού Αυγουστίνου Επισκόπου Ιππώνος, τής σχολαστικής θεολογίας καί τού Προτεσταντισμού. Έτσι, τήν περιόδο εκείνη ενδιέτριψε κυρίως στήν διδασκαλία τών Αποστολικών Πατέρων.
Mετά σπούδασε στήν ρωσική θεολογική Ακαδημία τού αγίου Βλαδιμήρου τής Ν. Υόρκης. Αυτό τόν έκανε νά συνδεθή πολύ στενά μέ τόν π. Γεώργιο Φλωρόφσκι τόν οποίο είχε καθηγητή. Αυτόν τόν καιρό ετοιμάζω ένα βιβλίο, τό οποίο θά εκδοθή σύντομα, στό οποίο δημοσιεύω 26 επιστολές τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη πρός τόν π. Γεώργιο Φλωρόφσκι. Ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκι θεωρεί ως καλύτερο μαθητή του τόν π. Ιωάννη Ρωμανίδη κι έλεγε στούς φοιτητές του νά τόν ακούνε στά δογματικά θέματα, γιατί έτσι θά γίνουν καλοί θεολόγοι καί θά σώσουν τήν ψυχή τους, δηλαδή δέν φθάνει νά μάθη κανείς τά δόγματα, αλλά νά σωθή.
Το 1954, αφού τελείωσε καί τήν θεολογική Ακαδημία τού αγίου Βλαδιμήρου πήγε στό ρωσικό Ινστιτούτο τού αγίου Σεργίου στό Παρίσι. Παρέμεινε εκεί ένα χρονικό διάστημα καί ετοίμασε τέσσερεις μελέτες πάρα πολύ σημαντικές, σέ ηλικία 27 ετών περίπου. Στήν συνέχεια, πήγε στό Μόναχο γιά νά γνωρίση καί τήν γερμανική θεολογία. Έπειτα, κατέβηκε στήν Αθήνα, ετοίμασε τήν διδακτορική του διατριβή μέ τίτλο «Τό προπατορικό αμάρτημα». Τό έτος 1957 κατέθεσε τήν διατριβή του στήν Θεολογική Σχολή τού Πανεπιστημίου Αθηνών. Η διατριβή αυτή δημιούργησε πάρα πολύ μεγάλη συζήτηση καί έντονο διάλογο μεταξύ τών καθηγητών, γιατί ανέτρεψε όλα τά θεολογικά δεδομένα πού υπήρχαν μέχρι τότε στήν Θεολογική Σχολή τών Αθηνών. Όλοι οι θεολόγοι έχουν αναγνωρίσει ότι αυτή η διδακτορική διατριβή άλλαξε όλη τήν θεολογική ατμόσφαιρα στό Πανεπιστήμιο καί τήν Ελλάδα. Από τότε η θεολογία στήν Ελλάδα, πού μέχρι τότε ήταν επηρεασμένη από τόν σχολαστικισμό καί τό γερμανικό ιδεαλισμό, στράφηκε πρός τούς Πατέρες τής Εκκλησίας.
Αμέσως μετά τήν έγκριση τής διδακτορικής του διατριβής (1957-1958) επανήλθε στήν Αμερική, εγγράφηκε στό Πανεπιστήμιο τού Harvard, καί ερευνούσε διάφορα θεολογικά θέματα, κάτω από τήν καθοδήγηση τού π. Γεωργίου Φλωρόφσκι, πού ήταν εκεί καθηγητής. Τήν περίοδο εκείνη έγραψε διάφορες μελέτες, οι οποίες είναι πάρα πολύ σημαντικές. Συγχρόνως, δίδαξε στήν Θεολογική Σχολή τού Holy Cross τής Βοστώνης μαζί μέ τόν π. Γεώργιο Φλωρόφσκι.
Τό 1969 εξελέγη καθηγητής στήν Θεολογική Σχολή τού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, από όπου καί συνταξιοδοτήθηκε. Γιά μεγάλο χρονικό διάστημα δίδαξε στήν Θεολογική Σχολή τού Αγίου Ιωάννου τού Δαμασκηνού τού Πατριαρχείου Αντιοχείας, κοντά στήν Τρίπολη στόν Βόρειο Λίβανο. Καί επειδή καί εγώ δίδαξα τρία χρόνια στήν Σχολή αυτή, διεπίστωσα ότι οι τότε φοιτητές του, σήμερα Επίσκοποι, Κληρικοί καί Καθηγητές, έχουν επηρεασθή από τόν π. Ιωάννη Ρωμανίδη καί τόν αγαπούν πολύ.
Συνδεθήκαμε πάρα πολύ στενά μαζί του καί μού ζήτησε, μετά τήν εκλογή μου εις Επίσκοπον, νά τόν προσλάβω στήν Ιερά Μητρόπολή μου ως Ιερέα, χωρίς νά μισθοδοτήται. Είκοσι μέρες πρίν πεθάνει πήγα νά τόν επισκεφθώ στό σπίτι πού έμενε στήν Αθήνα. –Δυστυχώς, είχε μιά οικογενειακή περιπέτεια. Η πρεσβυτέρα του τόν εγκατέλειψε, αλλά εκείνος ζούσε ως κοσμοκαλόγηρος, ασχολούμενος μέ θεολογικά καί ιστορικά θέματα καί προσευχόμενος.– Είδα ότι τό δωμάτιο στό οποίο κοιμόταν ήταν σκοτεινό καί είχε ένα μανουάλι μέ κεριά. Σηκωνόταν δέ τήν νύκτα καί προσεύχονταν μέ κεριά αναμμένα, όπως έκανε η ευλαβής καί ασκήτρια μητέρα του.
Θυμάμαι ότι στά τελευταία χρόνια τής ζωής του είχε ένα πρόβλημα υγείας, εισήχθη στήν εντατική τού νοσοκομείου καί πήγα νά τόν επισκεφθώ. Τόν είδα διασωληνωμένο καί τόν ρώτησα: «π. Ιωάννη τί λένε οι γιατροί γιά τήν υγεία σας;». Μού απήντησε: «δέν μέ ενδιαφέρει η υγεία μου, άλλα μέ ενδιαφέρουν». Καί άρχισε νά μού μιλάη θεολογικά καί τί πρέπει νά κάνουμε γιά νά αλλάξη η θεολογική καί εκκλησιαστική κατάσταση στήν Ελλάδα, νά γίνη ακόμη πιό πατερική. Αυτό γιά μένα είναι σημαντικό γεγονός. Νά είναι κανείς βαρειά άρρωστος καί νά μή τόν απασχολή, αλλά νά ενδιαφέρεται γιά τήν θεολογία. Αυτό συνιστά τήν λεγομένη υπέρβαση τού θανάτου, τήν αφοβία πρό τού θανάτου.
Αυτά τά πολύ γενικά είχα νά πώ γιά τήν βιογραφία του, γιατί έχουν πολύ μεγάλη σημασία γιά τήν θεολογία του.
2. Τά κεντρικά σημεία τής θεολογικής διδασκαλίας του
Πρίν προχωρήσω στήν υπογράμμιση τών δέκα βασικών σημείων τής διδασκαλίας του, θά ήθελα νά σάς πώ ότι στόν πρόλογο τού βιβλίου τής Δογματικής του αναφέρεται στούς δογματικούς θεολόγους στήν Ελλάδα. Μετά γράφει ότι μεταξύ τών μή Ελλήνων δογματολόγων ο καλύτερος οδηγός στήν πατερική θεολογία είναι ο Ρώσος πρεσβύτερος καθηγητής Γεώργιος Φλωρόφσκι καί ο αείμνηστος Ρουμάνος πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Στανιλοάε. Γιατί; Διότι κατάλαβε ότι αυτοί οι δύο θεολόγοι συνδέουν τήν θεολογία μέ τήν εμπειρία καί βεβαίως μέ τήν προσευχή. Αυτή είναι η αληθινή θεολογία τής Εκκλησίας.
Δέν πρόλαβε νά ολοκληρώση τήν Δογματική του, αλλά προσπάθησα νά κάνω αυτό πού ενδεχομένως εκείνος θά ήθελε νά κάνη. Βρήκα πολλές κασέτες μέ προφορικές ομιλίες του στό Πανεπιστήμιο καί αλλού. Τίς απομαγνητοφώνησα –τέσσερεις τόμους, περίπου 2.000 σελίδες. Από εκεί πήρα τά κομμάτια πού ήθελα καί συνέθεσα τήν Εμπειρική Δογματική, παρουσίασα τά δόγματα τής Εκκλησίας μέσα από τήν εμπειρία τού Θεού πού είχαν οι άγιοι. Τά δόγματα είναι καρπός τής εμπειρίας τών αγίων καί εμείς τά χρησιμοποιούμε ως φάρμακα γιά νά φθάσουμε στήν εμπειρία τού Θεού.
Ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκι καί ο π. Ιωάννης ο Ρωμανίδης έλεγαν ότι τά δόγματα ομοιάζουν μέ τά κάρβουνα, τά οποία όταν τά ανάβουμε θερμαίνουν καί φωτίζουν, όταν είναι σβηστά είναι μαύρα καί δέν θερμαίνουν. Έτσι γίνεται μέ τά δόγματα, δηλαδή πρέπει νά συνδέωνται μέ τήν προσευχή καί όχι νά παραμένουν στίς βιβλιοθήκες καί τά εικονοστάσια. Ακόμη, τά δόγματα πρέπει νά είναι φάρμακα, νά μάς οδηγούν στήν προσευχή καί στήν θέα τού Θεού. Δόγματα χωρίς προσευχή είναι απλώς κάρβουνα μαύρα καί φάρμακα πού παραμένουν στά ράφια τών φαρμακείων.
Θά σάς πώ μέ πολλή συντομία δέκα κεντρικά σημεία τής διδασκαλίας τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη πού είναι η διδασκαλία τών Προφητών, τών Αποστόλων καί τών Πατέρων τής Εκκλησίας, δηλαδή τής ίδιας τής Εκκλησίας.
1. Ο Θεός τής Αποκαλύψεως
Ο Θεός τής Εκκλησίας είναι ο Θεός τής Αποκαλύψεως, δηλαδή ο Θεός τών Πατέρων ημών καί όχι ο Θεός τών φιλοσόφων καί τών στοχαστών. Ο Θεός απεκάλυψε τόν εαυτό Του στούς αγίους. Αυτή η Αποκάλυψη λέγεται θεωρία τού Θεού, θεοπτία. Οι άγιοι βλέπουν τόν Θεό στό Φώς, όπως οι τρείς Μαθητές πάνω στό όρος Θαβώρ είδαν τόν Χριστό στό Φώς. Καί όχι μόνο βλέπουν τό Φώς, αλλά ζούν μέσα στό Φώς. Τότε αυτός ο θεούμενος δέν έχει νοήματα, σκέψεις. Είναι πάνω από τίς σκέψεις καί πάνω από τίς αισθήσεις. Τότε ακούει άρρητα-άκτιστα ρήματα, όπως γράφει ο Απόστολος Παύλος. Άκτιστο σημαίνει κάτι πού δέν έχει αρχή καί δέν έχει τέλος καί δέν έχει καμμιά ομοιότητα μέ τό κτιστό.
Στήν συνέχεια αυτήν τήν εμπειρία ο Προφήτης, ο άγιος, τήν καταγράφει μέ κτιστά ρήματα, νοήματα καί εικονίσματα. Έτσι γίνονται τά δόγματα, αφ' ενός μέν γιά νά καθοδηγήσουν οι Πατέρες τούς πιστούς, αφ' ετέρου γιά νά αντιμετωπίσουν τούς αιρετικούς.
2. Τό Τριλαμπές τής μιάς θεότητος
Ο Θεός, όταν αποκαλύπτεται μέσα στό Φώς, είναι Φώς τριλαμπές, είναι τρία Φώτα καί έχουν μία λάμψη καί ενότητα μεταξύ τους. Κάποτε ο Απόστολος Φίλιππος ρώτησε τόν Χριστό: «Κύριε, δείξον ημίν τόν πατέρα καί αρκεί ημίν». Ο Χριστός είπε: «τοσούτον χρόνον μεθ υμών ειμι, καί ουκ έγνωκάς με, Φίλιππε; ο εωρακώς εμέ εώρακε τόν πατέρα καί πώς σύ λέγεις, δείξον ημίν τόν πατέρα; ου πιστεύεις ότι εγώ εν τώ πατρί καί ο πατήρ εν εμοί εστι;» (Ιω. ιδ', 8-10). Δηλαδή, οι άγιοι στόν Χριστό βλέπουν τόν Πατέρα καί αυτό γίνεται εν Αγίω Πνεύματι.
Πρέπει νά υπογραμμισθή ότι οι θεόπτες άγιοι δέν βλέπουν τό Φώς έξω από αυτούς, αλλά μετέχουν τής δόξης τού Θεού, τής ακτίστου ενεργείας τού Θεού. Καταλαβαίνουν όμως καί βιώνουν ότι δέν μπορούν νά δούν τήν πηγή από τήν οποία προέρχεται αυτό τό Φώς. Έτσι ονόμασαν αυτό πού βλέπουν ενέργεια κι αυτό πού δέν βλέπουν ουσία. Καί είπαν μετέχουμε τής ενεργείας τού Θεού, αλλά δέν μετέχουμε τής ουσίας τού Θεού. Τό ότι λέμε ότι ο Θεός έχει ουσία καί ενέργεια αυτό δέν τό κατάλαβαν οι Πατέρες από τήν φιλοσοφία καί τόν στοχασμό, αλλά από τήν εμπειρία. Είναι εμπειρικό γεγονός καί όχι στοχασμός. Η διατύπωση, όμως, γίνεται μέ τήν ορολογία τής εποχής.
3. Η Αγία Τριάδα στήν Παλαιά καί τήν Καινή Διαθήκη
Η Αγία Τριάδα, ο Τριαδικός Θεός εμφανίζεται καί στήν Παλαιά Διαθήκη, όχι μόνο στήν Καινή Διαθήκη. Όλες οι εμφανίσεις τού Θεού στήν Παλαιά Διαθήκη είναι εμφανίσεις τού Ασάρκου Λόγου, πού λέγεται καί Μεγάλης Βουλής Άγγελος. Έχουμε λοιπόν τόν Άσαρκο Λόγο, ο οποίος λέγεται Γιαχβέ, είναι Αυτός πού αποκαλύπτεται, υπάρχει καί ο Θεός πού είναι κρυμμένος, απόκρυφος καί υπάρχει καί τό Πνεύμα Κυρίου. Έτσι, στήν Παλαιά Διαθήκη είναι τριλαμπής θεότητα: Θεός, Γιαχβέ, Πνεύμα Κυρίου.
Στήν Καινή Διαθήκη ο Γιαχβέ γίνεται άνθρωπος, σαρκώνεται καί μάς αποκαλύπτει τόν Πατέρα Του καί τό Άγιον Πνεύμα. Η διαφορά μεταξύ Παλαιάς καί Καινής Διαθήκης είναι ότι στήν Παλαιά Διαθήκη καταγράφονται εμφανίσεις τού Ασάρκου Λόγου, ενώ στήν Καινή Διαθήκη έχουμε εμφανίσεις τού σεσαρκωμένου Λόγου. Στήν Καινή Διαθήκη γίνεται λόγος γιά Πατέρα, Υιό καί Άγιον Πνεύμα. Διά τού Χριστού γνωρίζουμε τόν Πατέρα χωρίς νά Τόν βλέπουμε. Έλεγε ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης ότι οι άγιοι βλέπουν τό Φώς, τήν τριλαμπή θεότητα, διά τού Φωτός, δηλαδή διά τού Χριστού βλέπουν τό Φώς, τόν Πατέρα, χωρίς νά Τόν βλέπουν ως Πατέρα, καί Τόν βλέπουν ευρισκόμενοι εν τώ Φωτί, δηλαδή εν τώ Αγίω Πνεύματι. Η φράση είναι ότι οι άγιοι βλέπουν τό Φώς, διά τού Φωτός, εν τώ Φωτί.
4. Η δημιουργία τού κόσμου καί τού ανθρώπου
Ο Πατήρ διά τού Λόγου εν Αγίω Πνεύματι δημιούργησε τόν κόσμο καί τόν άνθρωπο, τό τελειότερο δημιούργημά Του. Ο Θεός είναι άκτιστος, ο κόσμος καί ο άνθρωπος είναι κτιστά. Ο Αδάμ καί η Εύα μετά τήν δημιουργία τους είχαν ψυχή καί σώμα, αλλά καί τήν Χάρη τού Θεού. Είχαν κοινωνία μέ τόν Θεό, ομιλούσαν μέ τόν Θεό πού σημαίνει είχαν σχέση μέ τόν Θεό, ζούσαν μέσα στό Φώς τού Θεού. Ο φυσιολογικός άνθρωπος, όπως δημιουργήθηκε από τόν Θεό, είναι αυτός πού έχει ψυχή, σώμα, αλλά καί τό Άγιον Πνεύμα. Δέν είναι τρισύνθετος ο άνθρωπος, είναι δισύνθετος, αφού έχει ψυχή καί σώμα, αλλά τό Άγιον Πνεύμα υπάρχει στήν ψυχή καί στό σώμα. Αυτός, πάντως, είναι ο γνήσιος άνθρωπος, πού δημιουργήθηκε από τόν Θεό καί ζή μέσα στό Φώς.
Έλεγε ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης ότι οι Πατέρες μέσα από τήν δική τους εμπειρία, όταν οι ίδιοι έφθασαν στήν θεοπτία, ερμήνευσαν τό πώς ζούσε ο Αδάμ στόν Παράδεισο. Καί πράγματι, ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει ότι τό πρώτο ανδρόγυνο στόν Παράδεισο, ο Αδάμ καί η Εύα, ζούσαν ως άγγελοι.
5. Η πτώση τών Πρωτοπλάστων
Η πτώση τού ανθρώπου δέν είναι απλώς μιά νομική πτώση, δέν συνίσταται στήν άρνηση μιάς εντολής, αλλά ο άνθρωπος μέ τήν ανυπακοή στόν Θεό έχασε τήν εμπειρία τής δόξης τού Θεού. Ο Απόστολος Παύλος στήν πρός Ρωμαίους επιστολή του λέει: «πάντες ήμαρτον, καί υστερούνται τής δόξης τού Θεού» (Ρωμ. γ', 23). Δηλαδή, η πτώση είναι απώλεια τής Χάριτος τού Θεού, τού Φωτός τού Θεού, αφού η δόξα τού Θεού είναι τό άκτιστο Φώς. Αυτός είναι ο πνευματικός θάνατος. Δηλαδή, μετά τήν αμαρτία παρέμεινε η ψυχή καί τό σώμα, αλλά έχασαν τό Άγιον Πνεύμα, έχασαν τήν εμπειρία τού Φωτός. Αυτό ουσιαστικά είναι τό προπατορικό αμάρτημα, ο πνευματικός θάνατος καί μετά ακολούθησε καί ο σωματικός θάνατος.
Η ψυχή τού ανθρώπου έχει δύο ενέργειες, τήν λογική ενέργεια καί τήν νοερά ενέργεια, δηλαδή τήν λογική καί τόν νού. Οι Πρωτόπλαστοι μέ τήν νοερά ενέργεια έβλεπαν τήν δόξα τού Θεού στόν Παράδεισο καί μέ τήν λογική ενέργεια είχαν επικοινωνία μεταξύ τους καί μέ τόν κόσμο. Μέ τήν πτώση σκοτίστηκε η νοερά ενέργεια, όχι όμως η λογική ενέργεια, δηλαδή η νοερά ενέργεια έχασε τήν κοινωνία μέ τόν Θεό. Ο άνθρωπος δέν μπορούσε νά δή τόν Θεό, γιατί ο νούς σκοτίσθηκε.
Η κληρονόμηση τού προπατορικού αμαρτήματος δέν είναι η κληρονόμηση τής ενοχής, όπως ισχυριζόταν ο ιερός Αυγουστίνος, αλλά η είσοδος μέσα στόν άνθρωπο τής φθαρτότητας καί τής θνητότητας καί αυτό μεταδίδεται στούς ανθρώπους μέ τήν γέννηση νέων παιδιών.
Οι Προφήτες στήν Παλαιά Διαθήκη αγωνίστηκαν μέ τήν Χάρη τού Θεού καί φωτίστηκε ο νούς τους, έφθασαν στόν φωτισμό τού νού, δηλαδή απέκτησαν νοερά προσευχή, όπως τό βλέπουμε στήν αγία Άννα τήν μητέρα τού Προφήτου Σαμουήλ, καί στούς Ψαλμούς τού Δαυΐδ, έφθασαν καί στήν θέα τού Ασάρκου Λόγου, γι’ αυτό οι Προφήτες λέγονταν «ορώντες», «βλέποντες», όπως ο Προφήτης Σαμουήλ, αλλά δέν μπορούσαν νά νικήσουν τόν θάνατο, γι' αυτό καί κατέβαιναν στόν Άδη.
Το πρόβλημα, λοιπόν, είναι τό πώς θά φωτισθή ο νούς τού ανθρώπου, πώς θά ξεχωρισθή από τήν λογική ενέργεια, γιατί όπως έλεγε ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης, η πτώση είναι η ταύτιση τής λογικής μέ τήν νοερά ενέργεια. Ο Προφήτης Μωϋσής ανέβηκε πάνω στό όρος Σινά καί είδε μέ τόν νού του τήν δόξα τού Θεού καί έπειτα μέ τήν λογική κατέγραψε αυτή τήν εμπειρία, τήν οποία είχε, αλλά πήγε όμως στόν Άδη, γιατί δέν μπορούσε νά νικήση τόν θάνατο. Έτσι, τό άλλο πρόβλημα είναι πώς ο άνθρωπος θά νικήση τόν θάνατο.
6. Η ενανθρώπηση τού Λόγου
Ο Χριστός, μέ τήν ενανθρώπησή Του, προσέλαβε τό θνητό καί τό παθητό σώμα γιά νά νικήση τόν θάνατο, τήν αμαρτία καί τόν διάβολο, καί επομένως νά επαναφέρη τόν άνθρωπο στήν κατάσταση πρό τής πτώσεως καί νά τόν ανεβάση ακόμη ψηλότερα. Έτσι, η νίκη επί τού θανάτου έγινε μέ τήν ενανθρώπηση τού Χριστού.
Ο Χριστός δίδαξε μέ παραβολές, έκανε θαύματα, αλλά μερικούς μαθητές ανέβασε στό όρος Θαβώρ καί τούς έδειξε τήν δόξα Του, τό Φώς τής θεότητός Του. Ήθελε, δηλαδή, νά μάς διδάξη ότι πρέπει νά ακούμε τήν διδασκαλία Του, νά τήν εφαρμόζουμε γιά νά γίνωνται θαύματα, αλλά ο απώτερος σκοπός είναι νά ανεβούμε στό Όρος Θαβώρ καί νά δούμε τήν δόξα τού Θεού. Αυτός είναι ο βαθύτερος σκοπός τής πνευματικής ζωής, νά νικήσουμε τόν πνευματικό θάνατο, δηλαδή τήν απομάκρυνσή μας από τόν Θεό, ώστε καί τό σώμα νά δοξασθή. Η όραση τής δόξης τού Θεού συνδέεται μέ τήν θέωση τού ανθρώπου.
7. Η ζωή στήν Εκκλησία
Τό έργο τής σωτηρίας τού ανθρώπου γίνεται μέσα στήν Εκκλησία. Εκκλησία υπήρχε καί στήν Παλαιά Διαθήκη, αφού οι Προφήτες καί οι δίκαιοι είχαν κοινωνία μέ τόν άσαρκο Λόγο, έβλεπαν τήν δόξα Του, αλλά η Εκκλησία αυτή ήταν πνευματική. Μετά τήν ενσάρκωση τού Δευτέρου Προσώπου τής Αγίας Τριάδος η Εκκλησία γίνεται σαρκική, δηλαδή γίνεται Σώμα Χριστού καί εμείς γινόμαστε μέλη τού Σώματός Του. Τήν ημέρα τής Πεντηκοστής οι Απόστολοι έλαβαν τό Άγιον Πνεύμα καί τότε έμαθαν όλη τήν αλήθεια. Ο Χριστός τούς είπε ότι θά στείλη τό Άγιον Πνεύμα καί θά τούς διδάξη όλην τήν αλήθεια (Ιω. ιστ',13). Αυτή η αλήθεια πού έμαθαν οι Μαθητές τήν ημέρα τής Πεντηκοστής είναι ότι η Εκκλησία είναι Σώμα Χριστού. Πέρα από αυτήν τήν αλήθεια δέν υπάρχει άλλη αλήθεια ως πρός τήν σωτηρία τού ανθρώπου, γιατί ο άνθρωπος σώζεται στήν Εκκλησία.
Ο Ιερεύς, όταν τεμαχίζη τόν Αμνό τού Θεού στήν θεία Λειτουργία, λέει: «μελίζεται καί διαμερίζεται ο αμνός τού Θεού, ο μελιζόμενος καί μή διαιρούμενος, ο πάντοτε εσθιόμενος καί μηδέποτε δαπανώμενος». Η Χάρη τού Θεού στήν Παλαιά Διαθήκη μεριζόταν αμερίστως εν μεριστοίς, όμως μετά τήν Πεντηκοστή καί τό Σώμα τού Χριστού, πού είναι πηγή τής ακτίστου Χάριτος, μερίζεται αμερίστως εν μεριστοίς, καί πολλαπλασιάζεται απολλαπλασιάστως εν πολλοίς. Αυτό είναι τό μυστήριο τής Πεντηκοστής καί τής θείας Ευχαριστίας καί αυτή είναι η «πάσα αλήθεια», πέρα από τήν οποία δέν υπάρχει καμμιά άλλη αλήθεια.
Μέσα στήν Εκκλησία μέ τό άγιο Βάπτισμα καί τό άγιο Χρίσμα ο άνθρωπος γίνεται ναός τού Αγίου Πνεύματος. Τί θά πή γίνεται ναός τού Αγίου Πνεύματος; Θά πή ότι μέσα στήν ύπαρξή του ενεργοποιείται η νοερά ενέργεια καί γίνεται αδιάλειπτη καρδιακή προσευχή. Τό σώμα τού ανθρώπου είναι ένας ναός καί όπως ο ναός μέσα στό βάθος έχει τό Ιερό Βήμα καί τήν Αγία Τράπεζα, έτσι καί μέσα στό βάθος τής καρδιάς, μέ τό άγιο Βάπτισμα καί τό άγιο Χρίσμα, υπάρχει μία Αγία Τράπεζα κι εκεί γίνεται μία εσωτερική αδιάλειπτη θεία Λειτουργία, πού τελεί ο φωτισμένος νούς ως ιερεύς τής θείας Χάριτος. Οπότε, ο άνθρωπος επανέρχεται στήν προηγούμενη κατάσταση τού Αδάμ καί ανεβαίνει ακόμη ψηλότερα, δηλαδή βιώνει τά έσχατα, τόν Παράδεισο, τήν Βασιλεία τού Θεού από τώρα, γιατί γίνεται μέσα του η θεία Λειτουργία. Υπάρχει η λογική προσευχή πού γίνεται μέ τό μυαλό καί υπάρχει η νοερά καρδιακή προσευχή πού γίνεται μέσα στήν καρδιά.
Θεραπεία τού ανθρώπου είναι τό νά φθάση κανείς στήν κατάσταση νά έχη μέσα του εσωτερική προσευχή, αγάπη καί έρωτα γιά τόν Θεό. Γι’ αυτό τονίζουν πολλοί Πατέρες, καί τό τόνιζε πολύ συχνά ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης, ότι τρείς είναι οι βαθμίδες τής πνευματικής ζωής, ήτοι η κάθαρση τής καρδιάς, ο φωτισμός τού νού καί η θέωση. Συμβαίνει ό,τι καί στόν ορθόδοξο ναό, υπάρχει ο πρόναος (κάθαρση τής καρδιάς), ο κυρίως Ναός (φωτισμός τού νού), καί τό Ιερό Βήμα (θέωση).
Έλεγε ακόμη ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης –επειδή ακριβώς ήταν ασκητικός θεολόγος– ότι η Εκκλησία έχει δύο όψεις, τήν θετική καί τήν αρνητική. Η θετική όψη τής Εκκλησίας είναι η Χριστολογία, η διδασκαλία γιά τόν Χριστό. Η αρνητική όψη τής Εκκλησίας είναι η δαιμονολογία, η διδασκαλία γιά τόν διάβολο καί πώς θά τόν νικήσουμε. Όσο κανείς μαθαίνει νά πολεμάη τόν διάβολο, δηλαδή όσο γνωρίζει τήν αρνητική όψη τής Εκκλησίας, τόσο καί πιό πολύ γνωρίζει τήν θετική όψη τής Εκκλησίας, τί είναι ο Χριστός. Αυτό φαίνεται στό Μυστήριο τού Βαπτίσματος. Πρώτα αποτασσόμαστε τόν διάβολο, κατά τήν κατήχηση, καί έπειτα βαπτιζόμαστε καί χριόμαστε καί γινόμαστε μέλη τού Σώματος τού Χριστού. Γι’ αυτό ο άνθρωπος πρέπει στήν ζωή του νά πολεμά τόν διάβολο κι έτσι γνωρίζει τήν αγάπη τού Χριστού.
Είναι πολύ σημαντικό νά ξέρη κανείς ότι η Χάρη τού Θεού καί τό Φώς τού Θεού έρχεται στόν άνθρωπο διά τής καρδιάς, οπότε η μέθεξη τού θείου Φωτός γίνεται διά τής συγκράσεως. Ο διάβολος είναι έξω από τόν άνθρωπο καί πολεμάει εξωτερικά τόν άνθρωπο, γι' αυτό καί οι θεούμενοι γνωρίζουν τόν διάβολο, διά τής συζυγίας, είναι έξω απ' αυτόν, ενώ τήν Χάρη τού Θεού τήν αισθάνονται στήν καρδιά καί από εκεί φωτίζεται όλη η ύπαρξή τους.
Ζούμε μέσα στήν Εκκλησία γιά νά θεραπευθούμε, πού σημαίνει νά περάσουμε από τήν κατάσταση τού δούλου, στήν κατάσταση τού μισθωτού καί από εκεί νά φθάσουμε στήν υιοθεσία, νά γίνουμε παιδιά τού Θεού. Έλεγε ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης ότι αίρεση είναι η άρνηση τής μεθόδου γιά νά φθάση κανείς στήν γνώση τού Θεού καί αυτή η μέθοδος είναι ο ιερός ησυχασμός. Δηλαδή, κάθε επιστήμη έχει τήν κατάλληλη μέθοδο. Άν δέν ακολουθήση κανείς τήν κατάλληλη μέθοδο δέν μπορεί νά φθάση στό αποτέλεσμα πού επιθυμεί. Η μέθοδος τής ορθοδόξου θεολογίας, πού προσφέρει τήν γνώση τού Θεού, είναι η κάθαρση, ο φωτισμός, πού οδηγεί στήν θέωση. Όταν αρνήται κανείς αυτήν τήν μεθοδολογία, τότε στοχάζεται περί τού Θεού καί στόν στοχασμό αναμειγνύεται η φαντασία, οπότε καταλήγει κανείς σέ αίρεση. Μάλιστα, έλεγε ότι οι άνθρωποι γίνονται αιρετικοί όταν δέν υπάρχουν Προφήτες νά διδάξουν τήν μέθοδο τής γνώσεως τού Θεού.
8. Η βίωση τής εσχατολογικής ζωής
Η εσχατολογική ζωή δέν είναι η ζωή μετά τήν Δευτέρα Παρουσία, αλλά η εν Χριστώ ζωή μέσα στήν Εκκλησία, είναι ο συνδυασμός μεταξύ Μυστηρίων καί ασκήσεως. Μερικοί λένε ότι θά ζήσουμε τό έσχατο μετά τήν Δευτέρα Παρουσία τού Χριστού. Αυτό είναι λάθος. Στό Βιβλίο τής Αποκαλύψεως τού Ιωάννου λέγεται ότι ο Χριστός είναι ο πρώτος καί ο έσχατος. Μέ τήν ενανθρώπηση τού Χριστού τό έσχατο, δηλαδή ο Χριστός, εισήλθε μέσα στήν Ιστορία. Έτσι, η Βασιλεία τού Θεού εισήλθε μέσα στόν κόσμο καί τήν Ιστορία, οπότε οι άνθρωποι μπορούν νά μεθέξουν τής Βασιλείας τού Θεού, τής θέας τού ακτίστου Φωτός, γιατί αυτή είναι η Βασιλεία τού Θεού.
Όταν οι άγιοι φθάνουν στήν θεοπτία καί βλέπουν τόν Θεό, τότε βιώνουν τήν Βασιλεία τού Θεού, τό έσχατο τό βλέπουν από τώρα, από τήν ζωή αυτή. Αυτό λέγεται πρώτη ανάσταση καί η δεύτερη ανάσταση θά είναι μετά τήν ανάσταση τού σώματος, κατά τήν δευτέρα έλευση τού Χριστού. Οι άγιοι βλέπουν τό Φώς τού Θεού διά τής θεώσεως. Είναι αυτό πού ψάλλουμε στήν δοξολογία: «εν τώ φωτί σου οψόμεθα φώς». Ζούμε, δηλαδή, μέσα στό Φώς τού Αγίου Πνεύματος μέ τήν κάθαρση, τόν φωτισμό, καί έτσι μπορούμε νά δούμε τό Φώς.
9. Ο Παράδεισος καί η Κόλαση
Ο Παράδεισος καί η Κόλαση υπάρχουν από τήν πλευρά τού ανθρώπου καί όχι από τήν πλευρά τού Θεού. Δέν δημιούργησε ο Θεός τόν Παράδεισο καί τήν Κόλαση, αλλά ο άνθρωπος βιώνει τόν Θεό ως Παράδεισο καί Κόλαση. Ο Θεός είναι Φώς καί φωτίζει όλον τόν κόσμο. Τό κτιστό φώς έχει δύο ιδιότητες, ήτοι φωτίζει καί καίει άλλοι φωτίζονται καί άλλοι καίγονται. Άν βάλουμε κάτω από τόν ήλιο ένα κερί καί λίγη λάσπη, τότε τό κερί θά αρχίση νά λιώνη καί η λάσπη νά σκληρύνεται. Σέ αυτό ευθύνεται η ουσία κάθε υλικού αντικειμένου. Ο Θεός είναι τό άκτιστο Φώς καί μερικοί μετέχουν τού Φωτός καί φωτίζονται, διότι έχουν καθαρθή, καί άλλοι καίγονται, διότι δέν είναι έτοιμοι νά δεχθούν τό Φώς. Άν κανείς δέν έχη οφθαλμό νά δή τό Φώς, καίγεται από τό Φώς. Αυτό είναι ο Παράδεισος καί η Κόλαση.
Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης έλεγε ότι ο Χριστός πολλές φορές μιλώντας γιά τήν κόλαση, τήν απεκάλεσε σκότος καί άλλες φορές τήν απεκάλεσε πύρ. Όπου, όμως, υπάρχει η φωτιά, εκεί δέν υπάρχει σκοτάδι, όπου υπάρχει σκοτάδι δέν υπάρχει φωτιά. Αυτό σημαίνει ότι η Κόλαση δέν είναι ούτε σκοτάδι ούτε πύρ, όπως εμείς γνωρίζουμε τό σκοτάδι καί τό πύρ, δέν είναι κτιστές πραγματικότητες, αλλά άκτιστες. Ο Θεός θά αγαπά όλους τούς ανθρώπους καί τούς αμαρτωλούς καί θά στέλνη τήν άκτιστη Χάρη Του σέ όλους. Όσοι θεραπεύθηκαν από τήν ζωή αυτή καί απέκτησαν τήν ανιδιοτελή αγάπη θά βλέπουν τόν Θεό ως Φώς. Όσοι δέν θεραπεύθηκαν, δέν θά βλέπουν τόν Θεό ως Φώς, αλλά ως πύρ. Γι’ αυτό τό πύρ τής κολάσεως είναι άκτιστο, δέν είναι κτιστό, όπως δυστυχώς διδάσκουν οι Δυτικοί.
Αυτό τό παρουσιάζει πολύ ωραία η αγιογραφία τής Δευτέρας Παρουσίας τού Χριστού. Από τόν θρόνο τού Θεού βγαίνει τό Φώς καί φωτίζει τούς αγίους καί από τόν ίδιο τόν θρόνο τού Θεού βγαίνει ο πύρινος ποταμός στόν οποίο βρίσκονται οι αμαρτωλοί, πού σημαίνει ότι είναι άκτιστο αυτό τό πύρ. Αυτό σημαίνει ότι Παράδεισος καί Κόλαση υπάρχει από τήν πλευρά τού ανθρώπου καί όχι από τήν πλευρά τού Θεού. Έτσι, μέσα στήν Εκκλησία αγωνιζόμαστε νά θεραπευθούμε, ώστε όταν θά δούμε τό Φώς –γιατί όλοι θά δούν τόν Θεό καί οι αμαρτωλοί καί οι δίκαιοι– τότε ο Θεός νά γίνη Παράδεισος καί όχι Κόλαση. Αυτό γίνεται καί τώρα μέ τήν θεία Κοινωνία. Όσοι προετοιμάζονται κατάλληλα αισθάνονται μέσα τους τό Φώς, όσοι δέν προετοιμάζονται κατάλληλα, η θεία Κοινωνία γίνεται φωτιά, εις κρίμα καί εις κατάκριμα.
Οι άγιοι στήν Βασιλεία τού Θεού δέν θά έχουν μία στασιμότητα, όπως έλεγε ο Πλάτων, δέν θά ζούν στήν ευδαιμονία, όπως έλεγε καί ο ιερός Αυγουστίνος, αλλά θά έχουν μία διαρκή πρόοδο. Θά υπάρχη μία αεικίνητη στάση, μία στάσιμη κίνηση, κατά τόν άγιο Μάξιμο τόν Ομολογητή, ενώ οι αμαρτωλοί πού δέν μετανόησαν θά αποκτήσουν πώρωση, καί δέν έχουν αυτή τήν εξέλιξη.
10. Η εκκλησιαστική ιστορία
Ο Χριστός μέ τήν ενανθρώπησή Του έγινε άνθρωπος καί εισήλθε μέσα στήν Ιστορία. Η Εκκλησία εργάζεται στήν ιστορία καί τήν εξαγιάζει. Η πραγματική εκκλησιαστική ιστορία είναι οι βίοι τών αγίων. Η Ιστορία δέν θά τελειώση ποτέ, αλλά θά μεταμορφωθή. Υπάρχουν μερικοί πού λένε ότι μετά τήν Δευτέρα Παρουσία τού Χριστού θά σταματήση η Ιστορία. Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης έλεγε ότι αυτό είναι λάθος. Θά υπάρχη ιστορία μετά τήν Δευτέρα Παρουσία τού Χριστού, αλλά μέ άλλη μορφή, μεταμορφωμένη. Η ζωή τών αγίων είναι Ιστορία.
Οι άγιοι απέκτησαν τήν εμπειρία τού Θεού καί στήν συνέχεια χρησιμοποίησαν τίς εικόνες καί τίς λέξεις τού περιβάλλοντος γιά νά τήν εκφράσουν είτε μέ όρους είτε μέ τήν ζωγραφική είτε μέ τήν ποίηση. Προσέλαβαν στοιχεία από τήν εβραϊκή σκέψη, από τήν ελληνική φιλοσοφία καί από τόν Ρωμαϊκό πολιτισμό. Αυτό όμως έγινε μόνον γιά νά εκφράσουν τήν Αποκάλυψη καί όχι απλώς νά δημιουργήσουν θεολογία. Γι’ αυτό καί η Εκκλησία δημιουργεί πολιτισμό, αλλά δέν είναι πολιτισμός.
Ο σκοπός τής Εκκλησίας είναι νά οδηγήση τόν άνθρωπο στά άκτιστα ρήματα, όπως γράφει ο Απόστολος Παύλος, όταν ανέβηκε μέχρι τόν τρίτο ουρανό καί άκουσε άρρητα ρήματα τά οποία δέν μπορεί νά διατυπώση ο άνθρωπος. Όμως, αυτή η εμπειρία εκφράζεται, όσο είναι δυνατόν στά ανθρώπινα δεδομένα, μέ τίς εικόνες, τίς λέξεις καί, γενικά, τά στοιχεία τού περιβάλλοντος. Στήν πρώτη χιλιετία υπήρχε μιά ενιαία παράδοση σέ Ανατολή καί Δύση, μέ μικρές διαφορές. Αλλά σιγά-σιγά δημιουργήθηκε η σχολαστική θεολογία στήν Δύση, η οποία έδωσε προτεραιότητα στήν λογική καί όχι στόν νού. Αρνήθηκαν τήν μέθοδο τής γνώσεως τού Θεού, πού είναι η κάθαρση, ο φωτισμός καί η θέωση, δηλαδή αρνήθηκαν τόν ορθόδοξο ησυχασμό καί τήν θεοπτία καί περιορίστηκαν στήν λογική επεξεργασία τής εννοίας περί τού Θεού καί έτσι έφθασαν σέ πολλές αιρέσεις.
Μετά εμφανίσθηκαν οι Προτεστάντες, οι οποίοι απέρριψαν τήν σχολαστική θεολογία καί κράτησαν τόν ηθικισμό. Έτσι, έχουμε από τήν μία μεριά τόν σχολαστικισμό τών Παπικών, από τήν άλλη τόν ηθικισμό τών Προτεσταντών. Η Ορθόδοξη Παράδοση έχει τόν ησυχασμό - τήν νηπτική παράδοση, πού είναι η μέθοδος γιά νά φθάση κανείς στήν γνώση τού Θεού. Έλεγε ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης, ότι άν ένας φοιτητής τής ιατρικής δέν μάθη τήν μέθοδο νά πραγματοποιή καλές χειρουργικές επεμβάσεις, τότε θά σκοτώνη τούς ανθρώπους. Όπως επίσης ο αστρονόμος πρέπει νά χρησιμοποιήση τό τηλεσκόπιο γιά νά δή τά αστέρια. Άν, αντί γιά τηλεσκόπιο, χρησιμοποιήση μικροσκόπιο, δέν μπορεί νά επιτύχη τόν στόχο του. Γιατί μέ τό μικροσκόπιο πρέπει νά δή τά μικρόβια, όχι τά αστέρια, καί μέ τό τηλεσκόπιο πρέπει νά δή τά αστέρια καί όχι τά μικρόβια. Άρα παίζει πολύ μεγάλο ρόλο η μέθοδος τήν οποία θά χρησιμοποιήση κανείς γιά νά θεολογή.
Αυτά είναι τά δέκα κεντρικά σημεία τής θεολογίας τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη, πού δέν είναι δική του διδασκαλία, αλλά θεολογία τής Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Συμπέρασμα
Τό συμπέρασμα είναι ότι ο Θεός είναι Τριαδικό Φώς Αυτός δημιούργησε τούς αγγέλους, οι οποίοι είναι φώτα πού χορεύουν γύρω από τό μεγάλο Φώς Αυτός δημιούργησε τό φώς τού ηλίου, καί όλον τόν κόσμο ο άνθρωπος μέ τήν δημιουργία του έχει νού, μέ τόν οποίο βλέπει τό Φώς τού Θεού, οπότε ζούσε στόν Παράδεισο μέσα στό άκτιστο Φώς ο άνθρωπος μέ τήν αμαρτία έχασε τήν κοινωνία τού Φωτός καί έπεσε σέ βαθύ σκοτάδι, αμαυρώθηκε, σκοτίσθηκε τό κατ’ εικόνα μέ τήν ενανθρώπηση τού Χριστού ήλθε τό αληθινό Φώς στόν κόσμο οι άνθρωποι μέσα στήν Εκκλησία μέ τά Μυστήρια καί τήν άσκηση καθαίρονται καί φωτίζονται γιά νά δούν τό θείο Φώς ο σκοπός τής Εκκλησίας είναι νά θεραπεύση τόν άνθρωπο, ώστε όταν δή τόν Θεό, κατά τήν Δευτέρα Παρουσία Του, νά τόν δή ως Φώς καί όχι ως πύρ.
Επομένως, η θεολογία τής Εκκλησίας είναι θεολογία πού έχει σχέση μέ τό Φώς. Αυτή είναι η παράδοση τής Εκκλησίας καί σέ αυτήν τήν προοπτική πρέπει νά κινήται η Δογματική τής Ορθοδόξου Εκκλησίας. Κάθε άλλη δογματική είναι ακαδημαϊκή, στοχαστική, ξένη πρός τήν διδασκαλία τών Προφητών, τών Αποστόλων καί τών Πατέρων.
Γιά νά δή κανείς τό κτιστό φώς τού ηλίου πρέπει νά υπάρχουν στόν περιβάλλοντα κόσμο τά φωτόνια, αλλά καί νά διαθέτη υγιή οφθαλμό. Άν υπάρχουν φωτόνια, αλλά ο άνθρωπος είναι τυφλός, καί άν έχη κανείς υγιή οφθαλμό, αλλά στόν χώρο δέν υπάρχουν φωτόνια, τότε δέν μπορεί νά δή τό φώς. Τό ίδιο γίνεται καί μέ τό άκτιστο Φώς τού Θεού. Αυτό τό Φώς λάμπει σέ όλη τήν κτίση, αλλά χρειάζεται μέ τήν Χάρη τού Θεού νά αποκτήσουμε υγιή οφθαλμό γιά νά δούμε τό άκτιστο Φώς, δηλαδή νά έχουμε καθαρό καί φωτισμένο νού. Αυτό είναι τό βασικό έργο τής Εκκλησίας, η οποία είναι ο φωτεινός νυμφώνας τού Χριστού, ως σώμα Του, στόν οποίο γιά νά ζή κανείς πρέπει νά διαθέτη ένδυμα γάμου, ένδυμα φωτός.
Αυτό ψάλλουμε στό Μυστήριο τού Βαπτίσματος μετά τήν ανάδυση τού βαπτιζομένου Χριστιανού από τήν ιερά Κολυμβήθρα: «Χιτώνά μοι παράσχου φωτεινόν ο αναβαλλόμενος φώς ως ιμάτιον, πολυέλεε Χριστέ ο Θεός ημών». Οπότε, είναι επίκαιρος ο ύμνος: «Λάμπρυνόν μου τήν στολήν τής ψυχής, φωτοδότα καί σώσον με».
Ο βαθύς σκοπός τής υπάρξεώς μας είναι νά δούμε τόν Θεό ως Φώς καί νά ζούμε στήν Ουράνια Εκκλησία μέσα στό Φώς. Αυτή είναι η διδασκαλία τών Προφητών, τών Αποστόλων καί τών Αγίων καί αυτό επανελάμβανε ο π. Ιωάνης Ρωμανίδης, αποφεύγοντας τόν σχολαστικισμό καί τόν ηθικισμό.
Ευχαριστώ πού μέ ακούσατε.–

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου