Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2013

Γιατί τόσο κακό στον κόσμο;

Γιατί τόσο κακό στον κόσμο;

image

Γιατί τόσο κακό στον κόσμο;


Ποιος δεν απορεί με τις βουλές του Θεού; Συχνά βγάζουμε λανθασμένα και άδικα συμπεράσματα επειδή δεν καταλαβαίνουμε. Η παρακάτω ιστορία που μας στείλατε είναι ιδιαίτερα διδακτική.


Γέροντας Παϊσιος ο Αγιορείτης

«Ένας ασκητής βλέποντας την αδικία πού υπάρχει στον κόσμο προσευχόταν στο Θεό και του ζητούσε να του αποκαλύψει το λόγο που δίκαιοι και ευλαβείς άνθρωποι δυστυχούν και βασανίζονται άδικα, ενώ άδικοι και αμαρτωλοί πλουτίζουν και αναπαύονται.

Ενώ προσευχόταν ο ασκητής να του αποκαλύψει ο Θεός το μυστήριο, άκουσε φωνή που του έλεγε: - Μη ζητάς εκείνα που δε φτάνει ο νους σου και η δύναμη της γνώσης σου. Ούτε να ερευνάς τα απόκρυφα, γιατί τα κρίματα του Θεού είναι άβυσσος. Αλλά, επειδή ζήτησες να μάθεις, κατέβα στον κόσμο και κάθισε σ' ένα μέρος και πρόσεχε αυτά που θα δεις, για να καταλάβεις από τη μικρή αυτή δοκιμή, ένα μικρό μέρος από τις κρίσεις του Θεού. Θα γνωρίσεις τότε ότι είναι ανεξερεύνητη και ανεξιχνίαστη η προνοητική διακυβέρνηση του Θεού για όλα. Ο γέροντας, όταν τ' άκουσε αυτά, κατέβηκε με πολλή προσοχή στον κόσμο κι έφτασε σ' ένα λιβάδι που το διέσχιζε ένας πολυσύχναστος δρόμος.
Εκεί κοντά ήταν μία βρύση κι ένα γέρικο δέντρο, στην κουφάλα του οποίου μπήκε ο γέροντας και κρύφτηκε καλά. Μετά από λίγο πέρασε ένας πλούσιος πάνω στο άλογό του. Σταμάτησε για λίγο στη βρύση, για να πιει νερό και να ξεκουραστεί. Αφού ξεδίψασε, έβγαλε από την τσέπη του ένα πουγκί με εκατό φλουριά και τα μετρούσε. Όταν τελείωσε το μέτρημα, θέλησε πάλι να τα βάλει στη θέση τους. Χωρίς όμως να το καταλάβει, το πουγκί έπεσε στα χόρτα. Έφαγε, ξεκουράστηκε, κοιμήθηκε και μετά καβαλίκεψε το άλογο κι έφυγε χωρίς ν' αντιληφθεί τίποτα για τα φλουριά. Μετά από λίγο ήρθε άλλος περαστικός στη βρύση, βρήκε το πουγκί με τα φλουριά, το πήρε κι έφυγε τρέχοντας μέσ' απ' τα χωράφια. Πέρασε λίγη ώρα και φάνηκε άλλος περαστικός.
Κουρασμένος, όπως ήταν, σταμάτησε κι αυτός στη βρύση, πήρε λίγο νεράκι, έβγαλε και λίγο ψωμάκι από ένα μαντήλι και κάθισε να φάει. Την ώρα, που ο φτωχός εκείνος έτρωγε, φάνηκε ο πλούσιος καβαλάρης εξαγριωμένος, με αλλοιωμένο το πρόσωπο από οργή, και όρμισε επάνω του. Με θυμό φώναζε να του δώσει τα φλουριά του. Ο φτωχός, μη έχοντας ιδέα για τα φλουριά, διαβεβαίωνε με όρκους πως δεν είδε τέτοιο πράγμα. Εκείνος όμως, όπως ήταν θυμωμένος, άρχισε να τον δέρνει και να τον χτυπά, μέχρι που τον θανάτωσε. Έψαξε μετά όλα τα ρούχα του φτωχού, δεν βρήκε τίποτα και έφυγε λυπημένος.

Ο γέροντας εκείνος τα έβλεπε όλα αυτά μέσα άπ' την κουφάλα και θαύμαζε. Λυπόταν πολύ κι έκλαιγε για τον άδικο φόνο που είδε και προσευχόμενος στον Κύριο, έλεγε: - Κύριε, τι σημαίνει αυτό το θέλημά Σου; Γνώρισε μου, Σε παρακαλώ, πώς υπομένει η αγαθότητα Σου τέτοια αδικία. Άλλος έχασε τα φλουριά, άλλος τα βρήκε κι άλλος άδικα φονεύθηκε! Ενώ ο γέροντας προσευχόταν με δάκρυα, κατέβηκε ο Άγγελος Κυρίου και του είπε: - Μη λυπάσαι, γέροντα, ούτε να σου κακοφαίνεται και να νομίζεις ότι όλα αυτά γίνονται τάχα χωρίς θέλημα Θεού. Αλλά άπ' αυτά πού συμβαίνουν, άλλα γίνονται κατά παραχώρηση, άλλα για παίδευση κι άλλα κατά οικονομία. Άκουσε λοιπόν: Αυτός που έχασε τα φλουριά είναι γείτονας εκείνου που τα βρήκε.

Ο τελευταίος είχε ένα περιβόλι αξίας εκατό φλουριών. Ο πλούσιος, επειδή ήταν πλεονέκτης, τον εξανάγκασε να του το δώσει για πενήντα φλουριά. Ο φτωχός εκείνος, μη έχοντας τι να κάνει, παρακαλούσε το Θεό να κάνει την εκδίκηση. Γι' αυτό και οικονόμησε ο Θεός και του τα έδωσε διπλά. Εκείνος, πάλι, ο φτωχός, ο κουρασμένος, που δεν βρήκε τίποτα και φονεύτηκε άδικα, είχε κάνει μια φορά φόνο. Μετανόησε όμως ειλικρινά και σ' όλη την υπόλοιπη ζωή του τα έργα του ήταν χριστιανικά και θεάρεστα. Διαρκώς παρακαλούσε το Θεό να τον συγχωρέσει για το φόνο που διέπραξε και συνήθιζε να λέει: «Θεέ μου, τέτοιο θάνατο πού έδωσα, ίδιο να μου δώσεις!». Βέβαια, ο Κύριός μας τον είχε συγχωρέσει από την πρώτη στιγμή πού εκδήλωσε τη μετάνοιά του. Συγκινήθηκε όμως ιδιαίτερα από το φιλότιμο του παιδιού του, το οποίο όχι μόνο φρόντιζε για την τήρηση των εντολών του, αλλά ήθελε και να πληρώσει για το παλιό του φταίξιμο.
Έτσι δεν του χάλασε το χατίρι, επέτρεψε να πεθάνει με βίαιο τρόπο - όπως του το είχε ζητήσει - και το πήρε κοντά Του, χαρίζοντας του μάλιστα και λαμπρό στεφάνι γι' αυτό του το φιλότιμο! Ο άλλος, τέλος, ο πλεονέκτης, που έχασε τα φλουριά κι έκανε το φόνο, θα κολαζόταν για την πλεονεξία και τη φιλαργυρία του. Το άφησε λοιπόν ο Θεός να πέσει στο αμάρτημα του φόνου για να πονέσει η ψυχή του και να έρθει σε μετάνοια. Με την αφορμή αυτή αφήνει τώρα τον κόσμο και πάει να γίνει καλόγερος! ''Λοιπόν, πού, σε ποια περίπτωση, βλέπεις να ήταν άδικος ή σκληρός και άπονος ο Θεός;

Γι' αυτό στο εξής να μην πολυεξετάζεις τις κρίσεις του Θεού, γιατί Εκείνος τις κάνει δίκαια και όπως ξέρει, ενώ εσύ τις περνάς για άδικες. Γνώριζε επίσης ότι και πολλά άλλα γίνονται στον κόσμο με το θέλημα του Θεού για λόγους που οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν. Κι έτσι το σωστό είναι να λέει ο καθένας: «Δίκαιος ει Κύριε, και ευθείαι αι κρίσεις σου.» (Ψαλμ. ΡΙΗ, 137).

πηγή: http://1myblog.pblogs.gr/2009/12/giati-to-kako-ston-kosmo.html

http://opougis.blogspot.com/2011/03/blog-post_15.html

Για όσους κατηγορούν εύκολα

Για όσους κατηγορούν εύκολα

gerontaspaisios

του Γέροντα Παϊσιου

Ρωτήσαμε μιὰ μέρα τὸν Γέροντα γιὰ τὸ ἑξῆς πρόβλημα ποὺ ἀντιμετωπίζουμε: «Γέροντα, μᾶς λέτε συνέχεια νὰ ἔχουμε καλὸ λογισμό, θὰ σᾶς ποῦμε ὅμως, μία περίπτωση, γιὰ νὰ δοῦμε τί μᾶς συμβουλεύετε νὰ ἀπαντοῦμε. Ἔρχονται μερικοὶ ἄνθρωποι καὶ μᾶς λένε:

Ὁ τάδε ἱερέας παίρνει πολλὰ λεφτὰ ἀπὸ... τὰ μυστήρια, ὁ δεῖνα καπνίζει πολλλὰ τσιγάρα καὶ πηγαίνει στὰ καφενεῖα, ὁ ἄλλος λένε πὼς εἶναι ἀνήθικος καί, γενικά, βγάζουν ἕνα δριμὺ κατηγορητήριο ἐναντίον τῶν κληρικῶν καὶ μάλιστα παρουσιάζουν μαζὶ κι ἀποδείξεις τῶν ὅσων λένε. Σ' αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους τί μποροῦμε νὰ λέμε;»

Τότε, ὁ Γέροντας ἄρχισε νὰ μᾶς λέει: «Γνώρισα ἐκ πείρας ὅτι σ' αὐτὴ τὴ ζωὴ οἱ ἄνθρωποι εἶναι χωρισμένοι σὲ δύο κατηγορίες. Τρίτη δὲν ὑπάρχει -ἢ στὴ μία θὰ εἶναι ἢ στὴν ἄλλη. Ἡ μία, λοιπόν, κατηγορία τῶν ἀνθρώπων μοιάζει μὲ τὴ μύγα. Ἡ μύγα ἔχει τὴν ἑξῆς ἰδιότητα: νὰ πηγαίνει πάντα καὶ νὰ κάθεται σὲ ὅ,τι βρώμικο ὑπάρχει. Γιὰ παράδειγμα, ἂν ἕνα περιβόλι εἶναι γεμάτο λουλούδια, ποὺ εὐωδιάζουν, καὶ σὲ μία ἄκρη τοῦ περιβολιοῦ κάποιο ζῶο ἔχει κάνει μία ἀκαθαρσία, τότε μιὰ μύγα, πετώντας μέσα σ' αὐτὸ τὸ πανέμορφο περιβόλι, θὰ πετάξει πάνω ἀπὸ ὅλα τὰ ἄνθη καὶ σὲ κανένα δὲν θὰ καθίσει. Μόνο ὅταν δεῖ τὴν ἀκαθαρσία, τότε ἀμέσως θὰ κατέβει καὶ θὰ καθίσει πάνω σ' αὐτὴν καὶ θὰ ἀρχίσει νὰ τὴν ἀνασκαλεύει, ἀναπαυόμενη στὴ δυσωδία ποὺ προκαλεῖται ἀπὸ τὸ ἀνακάτεμα αὐτὸ καὶ δὲ θὰ ξεκολλᾶ ἀπὸ ἐκεῖ. Ἂν τώρα ἔπιανες μιὰ μύγα, καὶ αὐτὴ μποροῦσε νὰ μιλήσει καὶ τὴ ρωτοῦσες νὰ σοῦ πεῖ μήπως ξέρει ἂν πουθενὰ ὑπάρχουν τριαντάφυλλα, τότε ἐκείνη θὰ ἀπαντοῦσε πὼς δὲ γνωρίζει κἄν τί εἶναι αὐτά. Ἐγώ, θὰ σοῦ πεῖ, ξέρω πὼς ὑπάρχουν σκουπίδια, τουαλέτες, ἀκαθαρσίες ζώων, μαγειρεῖα, βρωμιές. Ἡ μία λοιπὸν μερίδα τῶν ἀνθρώπων μοιάζει μὲ τὴ μύγα. Εἶναι ἡ κατηγορία τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἔχει μάθει πάντα νὰ σκέφτεται καὶ νὰ ψάχνει νὰ βρεῖ ὅ,τι κακὸ ὑπάρχει, ἀγνοώντας καὶ μὴ θέλοντας ποτὲ νὰ σταθεῖ στὸ καλό.

Ἡ ἄλλη κατηγορία τῶν ἀνθρώπων μοιάζει μὲ τὴ μέλισσα. Ἡ ἰδιότητα τῆς μέλισσας εἶναι νὰ βρίσκει καὶ νὰ κάθεται σὲ ὅ,τι καλὸ καὶ γλυκὸ ὑπάρχει. Ἂς ποῦμε, γιὰ παράδειγμα, πὼς σὲ μία αἴθουσα, ποὺ εἶναι γεμάτη ἀκαθαρσίες ἔχει κάποιος τοποθετήσει σὲ μία γωνιὰ ἕνα λουκούμι. Ἂν φέρουμε ἐκεῖ μία μέλισσα, ἐκείνη θὰ πετάξει και δὲν θὰ καθήσει πουθενὰ ἕως ὅτου βρεῖ τὸ λουκούμι καὶ μόνον ἐκεῖ θὰ σταθεῖ.

Ἂν πιάσεις τώρα τὴ μέλισσα καὶ τὴ ρωτήσεις ποῦ ὑπάρχουν σκουπίδια, αὐτὴ θὰ σοῦ πεῖ ὅτι δὲ γνωρίζει, θὰ σοῦ πεῖ ἐκεῖ ὑπάρχουν γαρδένιες, ἐκεῖ τριανταφυλλιές, ἐκεῖ θυμάρι, ἐκεῖ μέλι, ἐκεῖ ζάχαρη, ἐκεῖ λουκούμια καὶ γενικὰ θὰ εἶναι γνώστης ὅλων τῶν καλῶν καὶ θὰ ἔχει παντελῆ ἄγνοια ὅλων τῶν κακῶν. Αὐτὴ εἶναι ἡ δεύτερη ὁμάδα, τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων ποὺ ἔχουν καλοὺς λογισμοὺς καὶ σκέπτονται καὶ βλέπουν τὰ καλά.

Ὅταν σ' ἕνα δρόμο βρεθοῦν νὰ περπατοῦν δύο ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ἀνήκουν στὶς δύο αὐτὲς κατηγορίες, τότε φτάνοντας στὸ σημεῖο ἐκεῖνο ὅπου ἕνας τρίτος ἔκανε τὴν «ἀνάγκη» του, ὁ ἄνθρωπος τῆς πρώτης κατηγορίας, θὰ πάρει ἕνα ξύλο καὶ θ' ἀρχίσει νὰ σκαλίζει τὶς ἀκαθαρσίες. Ὅταν, ὅμως περάσει ὁ ἄλλος, τῆς δεύτερης κατηγορίας, ποὺ μοιάζει μὲ τὴ μέλισσα, προσπαθεῖ νὰ βρεῖ τρόπο νὰ τὶς σκεπάσει μὲ χῶμα καὶ μὲ μία πλάκα, γιὰ νὰ μὴν αἰσθανθοῦν καὶ οἱ ἄλλοι περαστικοὶ τὴ δυσωδία αὐτή, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὶς βρωμιές». Καὶ κατέληξε ὁ Γέροντας:

«Ἐγὼ σὲ ὅσους ἔρχονται καὶ μοῦ κατηγοροῦν τοὺς ἄλλους -καὶ μὲ δυσκολεύουν- τοὺς λέω αὐτὸ τὸ παράδειγμα καὶ τοὺς ὑποδεικνύω νὰ διαλέξουν σὲ ποιὰ κατηγορία θέλουν νὰ βρίσκονται καὶ ἀναλόγως νὰ ψάξουν νὰ βροῦν καὶ τοὺς ἀνάλογους ἀνθρώπους τῆς κατηγορίας τους».

Η διάκριση των πραγμάτων

Η διάκριση των πραγμάτωνagios-nikodimos-1To απόσπασμα είναι από το Βιβλίο του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου «Ο Αόρατος Πόλεμος» (κεφάλαιο Η)


Η αιτία που δεν διακρίνουμε ορθά όλα αυτά τα πράγματα που είπαμε και άλλα πολλά, είναι γιατί δεν τα σκεφτόμαστε στο βάθος τους ποιά είναι, αλλά πιάνουμε την αγάπη ή το μίσος σε αυτά, αμέσως από μόνη την εξωτερική τους μελέτη και εμφάνιση. Έτσι όταν, η αγάπη τους ή το μίσος προλαβάνουν και σκοτίζουν το νού μας και γι αυτό δεν μπορεί να τα διακρίνει σωστά, όπως είναι στην αλήθεια (14). Λοιπόν, εσύ αδελφέ μου, εάν θέλεις να μην βρή τόπον η πλάνη αυτή στο νού σου, πρόσεχε καλά· και όταν, ή βλέπεις με τα μάτια ή μελετάς με το νού κανένα πράγμα, κράτα όσο μπορείς την θέληση σου και μη την αφήσης να το αγαπήσει ή να το μισήση, αλλά παρατήρησέ το με το νού μοναχά.

Πρίν απ όλα, όμως, σκέψου φρόνιμα, ότι αν αυτό είναι οδυνηρό και αντίθετο στην φυσική σου κλίσι, παρακινείσαι από το μίσος να το αποστρέφεσαι. Αν όμως σου προξενή ευχαρίστηση, παρακινείσαι από την αγάπη να το θέλεις. Γιατί, τότε που ο νους σου δεν είναι ζαλισμένος από το πάθος, είναι ελεύθερος και καθαρός και μπορεί να γνωρίσει την αλήθεια και να διαπεράσει μέσα στο βάθος του πράγματος, που το κακό είναι κρυμμένο κάτω από την ψεύτικη ευχαρίστηση ή που το καλό είναι σκεπασμένο κάτω από την επιφάνεια του κακού.

Αν όμως η θέλησις πρόλαβε να το αγαπήση ή να το μισήση, δεν μπορεί πλέον ο νους να το γνωρίσει καλά, καθώς πρέπει· διότι εκείνη η διάθεσις, ή καλύτερα να πω, εκείνο το πάθος που μπήκε στο μέσο, σαν τείχος, ζαλίζει το νού τόσο, που νομίζει το πράγμα άλλο από εκείνο που είναι στην αλήθεια και το περνά ως τέτοιο στην επιθυμία, η οποία όσο πηγαίνει μπροστά και περισσότερο αγαπά ή μισεί το πράγμα εκείνο, τόσο και ο νους σκοτίζεται περισσότερο και έτσι σκοτισμένος, κάνει πάλι να φαίνεται στην επιθυμία το πράγμα εκείνο περισσότερο όσο ποτέ αγαπητό ή μισητό. Έτσι όταν δεν τηρήται ο παραπάνω κανόνας που είπα, (ο οποίος είναι πολύ αναγκαίος σε όλη αυτή την εκγύμναση), δηλαδή, το να κρατάς την επιθυμία σου από την αγάπη ή το μίσος του πράγματος, αυτές οι δυό δυνάμεις της ψυχής, ο νους δηλαδή και η θέλησις, προχωρούν πάντα κακώς, σαν σε κύκλο, από το σκοτάδι σε βαθύτερο σκοτάδι και από το σφάλμα σε μεγαλύτερο σφάλμα.

Λοιπόν, φυλάξου, αγαπητέ, με κάθε είδους προσοχή, από την εμπαθή αγάπη ή το μίσος του κάθε πράγματος, το οποίο δεν έφθασες να ερευνήσης καλά πρότερα με το φως του νού και του ορθού λόγου, με το φως των θείων Γραφών, με το φως της χάριτος και της προσευχής και με την κρίση του πνευματικού σου πατρός για να μην κάνης λάθος και να υπολογίζης το αληθινά καλό για κακό και το αληθινά κακό για καλό. Καθώς αυτό συμβαίνει να γίνεται, ως επί το πλείστον, σε κάποια έργα, τα οποία φαίνονται μεν καθ εαυτά Πως είναι καλά και άγια, για μερικές όμως περιστάσεις· δηλαδή γίνονται ή παράκαιρα ή σε σχετικό τόπο ή με ανάλογο μέτρο, προξενούν όμως μεγάλη βλάβη σε εκείνους που τα επιχειρούν, καθώς γνωρίζουμε πολλούς που κινδύνευσαν σε παρόμοια επαινετά και αγιώτατα έργα.

(14) = Γι αυτό και ο θεολόγος Γρηγόριος, σύμφωνα με αυτό λέει, ότι από την αγάπη ή το μίσος, συνηθίζει να κλέβεται η αλήθεια· «δεν υπάρχει τίποτε τόσο ευχάριστο στους ανθρώπους, όσο το να συζητούν τα ξένα, και μάλιστα όταν επηρεάζωνται από μίσος ή συμπάθεια για κάποιον, εξ αιτίας των οποίων, ως συνήθως, εξαφανίζεται η αλήθεια» (Λόγ. απολογητικ.)


SPYRAorPolemos w

Τι υποστηρίζει η Ορθοδοξία για την άσκηση; Άγιος Νεκτάριος

Τι υποστηρίζει η Ορθοδοξία για την άσκηση;

Άγιος Νεκτάριος

Τι υποστηρίζει η Ορθοδοξία για την άσκηση ;

 

Είναι ξεκάθαρο ότι πολλές έγκριτες επιστημονικές μελέτες των τελευταίων ετών ότι η άσκηση βοηθάει ουσιαστικά στην πρόληψη αλλά και τη θεραπεία σοβαρών χρόνιων νοσημάτων, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης και η υπέρταση, κακοήθων νεοπλασιών, όπως του μαστού και του παχέος εντέρου, αλλά και ψυχιατρικών διαταραχών, όπως του άγχους και της κατάθλιψης.

Το ερώτημά μας αυτή τη φορά είναι: “Η καθημερινή άσκηση βοηθάει και την ψυχή μας όπως το σώμα μας;”, “Τι λέει η ορθόδοξη θεολογία για την άσκηση;”
Σύμφωνα με τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, ο άνθρωπος αποτελείται από την “ορατή τε και αόρατη φύση”. Στον άνθρωπο ενώνεται η ψυχή και το σώμα και “μικρός κόσμος ο άνθρωπος εστίν”.
Σε αντίθεση με πολλούς αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους που θεωρούσαν το σώμα “δεσμωτήριο της ψυχής”, η οποία έπρεπε να αποδεσμευτεί από τη φυλακή της για να επιστρέψει στον κόσμο των ιδεών, στην ορθόδοξη παράδοση “το σώμα ζωογονείται διά της ψυχής και η ψυχή ενεργεί δια του σώματος”.
Αν λοιπόν η γυμναστική βοηθάει την υγεία του σώματος βοηθιέται συγχρόνως και η υγεία της ψυχής μας.
Ο Άγιος Νεκτάριος, ο οποίος πρόσφατα ανακηρύχθηκε και προστάτης των γυμναστών, ανέπτυξε με λεπτομέρειες στην ομιλία του “Περί Γυμναστικής” που εκφωνήθηκε στις 21/8/1893 στην Κύμη, τα καλά της γυμναστικής για το σώμα και την ψυχή. Μάλιστα μιλάει για “σύμμετρο σωματική γυμνασία”, δηλαδή για μια ισορροπία μεταξύ των σωματικών και ψυχικών ασκήσεων. Χρησιμοποιεί το λόγο του Αριστοτέλη, σύμφωνα με τον οποίο “…τα τε υπερβάλλοντα γυμνάσια και τα ελλείποντα φθείρει την ψυχήν, σώζεται δε η σωφροσύνη υπό της μεσότητος…”
Τονίζει ότι “η υπερβολική άσκηση του σώματος φθείρει την ψυχή”, αλλά και ότι “η άκρα της ψυχής ανάπτυξη δια τους υπερβάλλοντας πόνους φθείρει το σώμα”. Εκτός από τα λόγια, ο Άγιος Νεκτάριος ως διευθυντής της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής (1894 – 1908), έκανε και συγκεκριμένα έργα προς την κατεύθυνση αυτή. Συγκεκριμένα, καθιέρωσε το ποδόσφαιρο και επέμενε στη σωστή διατροφή και τη συστηματική γυμναστική για όλους τους μαθητές της σχολής του.
Όλοι οι κορυφαίοι πατέρες της ορθόδοξης θεολογίας διδάσκουν ότι υπάρχει στενή ενότητα μεταξύ ψυχής και σώματος του ανθρώπου και ότι η σωματική άσκηση είναι ευεργετική για την ψυχή. Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης λέει ότι “…ο Χριστιανός παιδαγωγός πρέπει να είναι διδυμοτόκος, να αποβλέπει και στη μόρφωση της ψυχής και στη διάπλαση και ευσχημοσύνη του σώματος”. Ο Άγιος Κλήμης ο Αλεξανδρέας αναφέρει ότι “…το γυμναστήριο είναι αναγκαίο…” Ο Μέγας Βασίλειος, στην Επιστολή του στον Μαρτινιανό, σημειώνει: “….Γυμνάσια κεκλεισμένα και νύχτας αφεγγείς ουκ εά ημάς ουδέν λογίζεσθαι η περί του ζην αγωνία..”
Συμπερασματικά, και πάλι σύμφωνα με τον Άγιο Νεκτάριο, “ο άνθρωπος οφείλει να προνοήσει υπέρ της ενισχύσεως αμφοτέρων” – και του σώματος και της ψυχής. Αν το φροντίσει αυτό, “αποβαίνει ευδαίμων, έξοχος, μεγαλοπήβολος, μεγαλοπράγμων, ισχυρός και προς πάσαν επιχείρησιν ικανός, ωφέλιμος προς πάντας και εν παντί καιρώ…”


Δημήτρης Λινός

Πηγή: Περιόδιοκό “life”, τεύχος  Σεπτεμβρίου 2011, σελ.72

http://gerontes.wordpress.com

Δάσκαλοι καί σπουδές.

Δάσκαλοι καί σπουδές.


Δάσκαλοι καί σπουδές
 Ὁ πληγωμένος Ἀετός. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Οἱ Σχολές, τά χρόνια πού ὁ Γρηγόριος ἔφτασε στήν Ἀθήνα, βρίσκονταν οἱ περισσότερες κάτω ἀπό τόν Ἄρειο Πάγο, κοντά στό ναό τοῦ Ἡφαίστου (Θησεῖο), ἀπέναντι ἀπό τή στοά τοῦ Ἀττάλου. Ἐκεῖ, μέσα κι ἔξω ἀπό τίς Σχολές, μαζεύονταν καθημερινά οἱ φοιτητές σέ ὁμάδες. Ἡ κάθε μία γιά τό δικό της δάσκαλο ἤ τούς δασκάλους.
Ὁ Γρηγόριος παρακολούθησε τά μαθήματα τοῦ πιό φημισμένου τότε ρήτορα τοῦ Προαιρεσίου. Τύχαινε μάλιστα ὁ Προαιρέσιος νά ἦταν καί χριστιανός. Ὅλοι τόν θεωροῦσαν ὡς τόν καλύτερο σοφιστή τῆς ἐποχῆς.
 Ὅταν μάλιστα δίδαξε γιά λίγο στή Ρώμη, ἐντυπωσίασε τόσο πολύ, πού τοῦ ἔφτιαξαν ἄγαλμα. Ἐντυπωσίαζε ἰδιαίτερα, γιατί εἶχε ταλέντο αὐτοσχεδιασμοῦ.  Μεγάλο τότε σοφιστή θεωροῦσαν ἐκεῖνον, πού ἄκουγε ἀπό ἕναν ἀκροατή τό θέμα καί ἄρχιζε ἀμέσως νά τό ἀναπτύσσει.  Καί ὁ Προαιρέσιος σ’ αὐτό ἦταν δεξιοτέχνης, κυριολεκτικά ἰδιοφυία.
Ὁ Γρηγόριος ἄκουσε καί ἄλλους δασκάλους.  Τόν Ἱμέριο καί πιθανότατα καί τόν Πρίσκο, πού ἦταν καί οἱ δύο ἐθνικοί, ἄξιοι καί φημισμένοι ἐπίσης.
Ἐκτός ἀπό τά μαθήματα φιλολογίας καί φιλοσοφίας, ἄνοιξε τό ἀχόρταγο πνεῦμα του καί σέ ἄλλους κλάδους ὅπως ἡ ἀστρονομία, ἡ γεωμετρία καί ἡ ἀριθμητική.  Βέβαια σ’ αὐτούς δὲν ἀφιέρωσε πολύ χρόνο.  Τόν πολύ του χρόνο κρατοῦσε γιά τή φιλοσοφία.
Πάντως ἀπέκτησε καλή κατάρτιση καί στούς κλάδους αὐτούς.  Καταλάβαινε τότε τή φιλοσοφία ὡς πεμπτουσία γνώσεως, ἐπιστέγασμα ὅλων τῶν ἐπιστημῶν.
Ἡ ζωή τοῦ Γρηγορίου στήν Ἀθήνα ἤτανε γεμάτη. Ἐκμεταλλευότανε δασκάλους καί ρήτορες. Ὅ,τι σπουδαῖο εἶχαν αὐτοί νά δώσουν τό ἔπαιρνε.  Τό πνεῦμα του ρουφοῦσε τή σκέψη τους.  Καθώς ὅμως ἄκουγε ἤ διάβαζε τή σκέψη τους, ἔβαζε σέ λειτουργία τό ἰσχυρό διυλιστήριο.
Ἦταν ὁ ἴδιος τό ἰσχυρότερο πνευματικό διυλιστήριο τῆς ἐποχῆς.  Καί κάθε τι πού ἄκουγε τό διύλιζε προσεκτικά καί γρήγορα. Ἦταν πνεῦμα κριτικό.  Δέν ἀποταμίευε ἁπλῶς γνώσεις.  Σπούδαζε κι ἐρευνοῦσε κι ἔκρινε καί ἀξιολογοῦσε τό πᾶν.  Γι’ αὐτό ἡ φιλοσοφική σκέψη, ὄχι μόνο δέν ἀδυνάτιζε τήν πίστη του, ἀλλά ἔμμεσα τήν στερέωνε καί τήν ἐπιβεβαίωνε. 

Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)
 σελ.43-44
Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ἔκδοση Δ΄
Ἀποστολική διακονία
30 Σεπτεμβρίου 2013

Ἀσκητής καί Ἱερέας. Στή Ναζιανζό. Ἀνοιχτές μητρικές ἀγκάλες. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Ἀσκητής καί Ἱερέας. Στή Ναζιανζό. Ἀνοιχτές μητρικές ἀγκάλες. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος


 Ἀσκητής καί Ἱερέας. Στή Ναζιανζό. Ἀνοιχτές μητρικές ἀγκάλες
Ὁ πληγωμένος Ἀετός. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Τρισευτυχισμένοι ὁ γερο-Γρηγόριος καί ἡ Νόννα. Ἔμαθαν ὅτι τά παιδιά τους ἔρχονται. Ἔλειψαν περίπου ὀκτώ χρόνια. Ἔφυγαν παλληκαράκια κι ἔρχονται ὥριμοι ἄνδρες. Ἡ καρδιά τῆς Νόννας πήγαινε νά σπάσει ἀπό τήν ἀγωνία. Πῶς θά δεῖ, πῶς θά τήν ἰδοῦν οἱ λεβέντες της; Φώναξε γιά ἕνα καλάθι.
Ἔβαλε μέσα λίγα φροῦτα καί ξερούς καρπούς καί βγῆκε ἀπό τό σπίτι.  Πέρασε τό γεφυράκι τοῦ ποταμοῦ καί στάθηκε δίπλα στό ἀμπέλι τους. Ἐκεῖ θά φτάνανε ἀπό τό μεγάλο δρόμο οἱ γιοί της. 
Κάποτε φανήκανε ἀπό μακριά.
Ὁ Γρηγόριος καί ὁ Καισάριος ξεπέζεψαν καί προχώρησαν μέ τά πόδια  Βάδισε λίγο καί ἡ γερόντισσα μέ τή νέα καρδιά. Ὁ Γρηγόριος ἔπεσε στήν ἀγκαλιά της καί σχεδόν τή σήκωνε ψηλά.  Κοντά καί ὁ Καισάριος, ἔκανε τά ἴδια. Ἄφθονα τά δάκρυα τῆς Νόννας, κύλαγαν τραγούδι εὐχαριστήριο στό Θεό.
Συνέχισαν καί οἱ τρεῖς γιά τό σπίτι, νά μήν περιμένει ὁ γερο-πατέρας.
Ὅλα καί ὅλοι ἀνέπνευσαν. Ἕνας δυνατός καλοδεχούμενος ἀέρας ὅρμησε στό μεγάλο σπίτι. Ἔδωσε χαρά καί σιγουριά, δύναμη κι ἐλπίδα. Τό γιορταστικό τραπέζι ἀντάξιο τῆς μεγάλης χαρᾶς τῶν γονέων.  Καί ἡ λαμπρότητά του καθρέφτιζε τή λαμπρότητα και τή σύνεση τῶν νέων ἀνδρῶν.
Οἱ καλεσμένοι πολλοί.
Ὅταν περάσανε οἱ γιορτές –καί πέρασαν γρήγορα- οἱ γονεῖς μέ τά τέκνα συζητήσανε τό τί θά κάνουν –τί θά κάνουν ἀπό δῶ καί πέρα, ὁ σπουδαῖος ρητοροδιδάσκαλος καί σοφιστής Γρηγόριος καί ὁ ἐξαίρετος γιατρός Καισάριος.

Ὁ δεύτερος δέν ἄφησε πολλά περιθώρια.  Θά γύριζε στήν Κωνσταντινούπολη καί θά σταδιοδρομοῦσε πολύ εὔκολα. Ἔμενε ὁ πρῶτος, ὁ Γρηγόριος. Αὐτός εἶχε τόση ταπείνωση καί ἀγάπη, πού ἔσκυψε νά σηκώσει τά γεράματα τῶν γονέων του.  Καί εἶχε τόση μεγαλωσύνη, πού ἀσυναίσθητα ἔσκυψε νά φορτωθεῖ καί νά σηκώσει τό μεγαλεῖο τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς θεολογίας.

 Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)
 σελ.53-54
Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ἔκδοση Δ΄
Ἀποστολική διακονία
6 Ὀκτωβρίου 2013

Πεζά καθήκοντα-Διδασκαλία ρητορικῆς- Μύηση στή θεολογία. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Πεζά καθήκοντα-Διδασκαλία ρητορικῆς- Μύηση στή θεολογία. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

 Πεζά καθήκοντα-Διδασκαλία ρητορικῆς- Μύηση στή θεολογία
Ὁ πληγωμένος Ἀετός. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Οἱ μεγάλοι ἄντρες ἀσχολοῦνται καί μέ μικρά. Ἔτσι ὡριμάζουν γιά τά μεγάλα.  Καί ὁ Γρηγόριος ἄρχισε πρίν ἀπ’ ὅλα μέ τή βοήθεια πρός τούς γονεῖς. Ὁ πατέρας του εἶχε περάσει τά ὀγδόντα.  Χρειαζότανε κάποιος νά παρακολουθεῖ τή μεγάλη κτηματική περιουσία στήν Ἀριανζό, στήν Τιβερινή καί ἀλλοῦ.  Τό προσωπικό πού δούλευε σ’ αὐτήν ἤθελε ἀφεντικό καί καθοδήγηση.  Καί αὐτά ἔπρεπε νά τά φροντίσει ὁ Γρηγόριος, πού κυριολεκτικά ἀπεχθανόταν τέτοιες ὑποχρεώσεις. Ἀπό τήν ἄλλη μεριά δέν τόν ἄφηναν ἥσυχο οἱ φίλοι καί οἱ συγγενεῖς.
-Ἔλα, Γρηγόριε, πρέπει ν’ ἀνέβεις στήν ἕδρα.  Γι’ αὐτό σπούδαζες τόσα χρόνια.  Ξόδεψες μιά περιουσία.  Τώρα πρέπει ν’ ἀνταποδώσεις.  Οἱ πατριῶτες μας πρέπει νά σ’ ἀκούσουν καί νά ὑπερηφανεύονται γιά σένα....
-Μά, φίλοι μου, ἀντιδροῦσε ὁ Γρηγόριος, δέν εἶναι ἀνάγκη.  Τόσοι καί τόσοι διδάσκουνε ρητορική· στά δικαστήρια ὑπάρχουνε πολλοί συνήγοροι...
Οἱ ναζιανζηνοί, σκληρογνώμονες καππαδόκες, δέν ἄκουγαν τίποτα. Ἀναζητοῦσαν μεγάλο ρήτορα. Ἤθελαν νά τόν ἀντιτάξουν στ’ ἄλλα ἔθνη, στούς Ἀρμενίους, τούς Σύρους, τούς Αἰγυπτίους... Γιά νά ἔχουνε νά λένε πώς οἱ καππαδόκες εἶναι σπουδαῖοι.
Ἄκεφα ὁ Γρηγόριος τούς ἔκανε τό χατήρι.  Καί δίδαξε καί ρητόρεψε. Κι ἐντυπωσίασε καί θαυμάστηκε. Ἤτανε πράγματι μεγάλος ρήτορας. Ὁ λόγος του μάλιστα γινότανε συχνά ποιητικός. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν νά σαγηνεύει τούς ἀκροατές, πού ξεσπούσανε σέ ἰαχές καί χειροκροτήματα. Ὅμως δέν ἐνδιαφερότανε γιά τέτοια καί ἄφησε γρήγορα τήν καθηγητική ἕδρα.
Τόν ἀπασχολοῦσαν ἄλλα προβλήματα.
Ἡ ζωή καί τά ζητήματα τῆς Ἐκκλησίας, πού τότε περνοῦσε πολύ δύσκολες μέρες. Οἱ ἀρειανόφρονες μέ τή βοήθεια τῆς αὐτοκρατορικῆς καμαρίλας εἶχαν ἐπικρατήσει σχεδόν παντοῦ.  Στήν ἐπό τοῦ 357 ὁ φιλοαρειανός αὐτοκράτορας Κωνστάντιος εἶχε σ’ ὅλα τά μήκη καί πλάτη τοῦ κράτους ἐπιβάλει τούς ἡμιαραειανούς.  Στή Δύση ὁ ἰσχυρός ἐπίσκοπος Ρώμης καί ὁ πολυσέβαστος Ὅσιος Κορδούης ὑπέγραψαν ἡμιαρειανικές ὁμολογίες πίστης καί ἀποκήρυξαν τόν ὀρθόδοξο Ἀθανάσιο. Εὐτυχός πού ὁ ἱερός τοῦτος βράχος τῆς Ὀρθοδοξίας κράταγε.
Ἀντιστεκόταν γίγαντας ἐνάντια σ’ ὁλόκληρη αὐτοκρατορία. Στεκόταν ὄρθιος. Κι ὅσο τόν ἔβλεπαν ὄρθιο οἱ λίγοι ὀρθόδοξοι, ἀναθαρροῦσαν. Ἔσφιγγαν τήν καρδιά τους, ἔκαναν τήν ὑπομονή καί σήκωναν τόν καύσωνα τῶν διωγμῶν, τῶν κατατρεγμῶν καί τῶν θανατώσεων. 
Περίμεναν καρτερικά ν’ ἀλλάξουν μυαλά οἱ αὐτοκράτορες –πράγμα δύσκολο.  Περίμεναν καί μεγάλους θεολόγους, νά συνεχίσουν τό ἔργο τοῦ Ἀθανασίου.
Δέν κατάλαβαν τότε, οἱ ταλαίπωροι ὀρθόδοξοι, ὅτι φτάσανε ἀπό τήν Ἀθήνα στήν Καππαδοκία δύο ἄντρες, πού θά σήκωναν τό ἀνάστημά τους ἐνάντια σ’ ὁλόκληρη τήν αὐτοκρατορία. Ὁ Γρηγόριος καί ὁ Βασίλειος θά γίνοταν οἱ νέοι Ἀθανάσιοι. Θά συντρίψουν τήν αὐτοκρατορική ἔπαρση καί θά ξεθεμελιώσουν τήν σκληροτράχηλη αἵρεση.
Αὐτά ὅλα προϋποθέτουν πάλη καί ἀγώνα μέχρι θάνατο ἤ νίκη.  Καί ὁ Γρηγόριος τό γνώριζε. Ὅπως γνώριζε καλά, ὅτι γιά νά νικήσεις τό θεριό, πρέπει νά εἶσαι ἀντοχῆς κι ἕτοιμος γιά θυσίες.  Θυσία λοιπόν!  Δέ δίστασε καθόλου. Ὅλη του τή σοφία ὁ Γρηγόριος τήν ἔρριξε στά πόδια τοῦ Χριστοῦ. Οἱ γνώσεις του στή διακονία τῆς Ἐκκλησίας.
 Μέ ἀνθρώπινη σοφία ὅμως δέν κατανοεῖται ἡ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας. Δέ δυσκολεύτηκε νά τό καταλάβει ὁ Γρηγόριος. Μέσα στό 357 ρίχτηκε στή μελέτη τῶν Γραφῶν καί τῶν ἐκκλησιαστικῶν συγγραφέων. Ἐκεῖ δηλωνόταν καί περιγραφόταν ἡ ἀλήθεια.
 Καί ἡ σοφία τοῦ κόσμου, τήν ὁποία εἶχε τόσο πλούσια, θά βοηθοῦσε στήν ἐξωτερική κατανοήση τῶν βιβλικῶν καί πατερικῶν κειμένων. Ὅπως θά τόν βοηθοῦσε ἀποφασιστικά καί στή διατύπωση καί τήν περιγραφή τῆς θείας ἀλήθειας, πού θά κατάφερνε νά βιώσει.
Θεολογικές σπουδές ὁ Γρηγόριος ἔκανε κυρίως ἀπό τό φθινόπωρο τοῦ 357 μέχρι τό 362, ὅταν ἐμφανίστηκε νά κάνει θεολογικά κηρύγματα.  Πρέπει ὅμως νά ἐξηγήσουμε ὅτι, θεολογικές σπουδές δέν ἔκανε μέ συγκεκριμένο δάσκαλο, οὔτε και τίς σταμάτησε ποτέ.  Συνεχῶς γινόταν θεολόγος.  Κι ἔγινε τόσο σπουδαῖος θεολόγος, πού ἡ Ἐκκλησία τοῦ ἔγραψε μέ κεφαλαῖο Θ τό θεολόγος.
Δυσκολίες στή θεολογική του σπουδή βρῆκε πολλές, φυσικό ἦταν. Ὁ ἴδιος τήν θεωρεῖ πανύψηλο βουνό, στό ὁποῖο ἀνεβαίνει κανείς δύσκολα, πολύ δύσκολα. Ὅταν τό 359 οἱ ναζιανζηνοί ζητούσανε νά τούς ἐξηγήσει τή σχέση τοῦ Υἱοῦ μέ τόν Πατέρα, τά βρῆκε σκοῦρα.  Κάτι προσπάθησε νά κάνει, ἀλλά δέν ἱκανοποίησε.  Κατέφυγε μάλιστα στό φίλο του  Βασίλειο, μεταφέροντας τό πρόβλημα. Ἀλλά καί αὐτός, πού ἐπίσης τότε ἄρχιζε τή θεολογία, δέν μποροῦσε νά βοηθήσει ἀποτελεσματικά. Ἡ ἀδυναμία καί τῶν δύο ἤτανε ἡ βίαιη ἀφορμή γιά νά σκύψουν ἐπιμελέστερα στή μελέτη Γραφῆς καί συγγραφέων ἐκκλησιαστικῶν.  Νά προσευχηθοῦν περισσότερο γιά τούς δώσει ὁ Θεός βαθύτερη κατανότηση τῆς ἀλήθειας.

Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)
 σελ.54 -56
Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ἔκδοση Δ΄
Ἀποστολική διακονία

Τό μεγάλο δίλημμα: ποιό εἶδος ἀφιέρωσης ν’ ἀκολουθήσει. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Τό μεγάλο δίλημμα: ποιό εἶδος ἀφιέρωσης ν’ ἀκολουθήσει. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος


 Τό μεγάλο δίλημμα: ποιό εἶδος ἀφιέρωσης ν’ ἀκολουθήσει  
Ὁ πληγωμένος Ἀετός. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Τό 358 καί τό 359 ὁ μεγάλος φίλος του, ὁ Βασίλειος, ἀσκήτευε στ’ Ἄννησα, κοντά στή Νεοκαισάρεια τοῦ Πόντου. Ἀπό κεῖ ἔγραφε καί παρακαλοῦσε τό Γρηγόριο νά πάει νά μονάσουν μαζί, καθώς τό εἶχε ὑποσχεθεῖ ὁ ἕνας στόν ἄλλο, στήν Ἀθήνα.
Ὁ Γρηγόριος λυπότανε ἀφάνταστα, μά δέν μποροῦσε νά ἐκπληρώσει τήν ὑπόσχεση πού ἤτανε σχεδόν ὅρκος. Οἱ γονεῖς τόν κρατοῦσαν ἀπαιτητικά.
Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ναζιανζοῦ εἶχε ἀνάγκη τή μεγάλη του παιδεία. Κι ὁ ἴδιος; Τί ἔνιωθε ὁ ἴδιος γιά ὅλ’ αὐτά πού ἔστεκαν ἐνώπιόν του ἀνοιχτά στόματα; Τό διηγεῖται στό μεγάλο του βιογραφικό ποίημα (Ἔπη ἱστορικά ΙΑ΄ 277-328).
Ὅσο προχωροῦσε στή μελέτη τῶν θείων, τόσο μέσα του ἄναβε πόλεμος, πού δέν εἶχε ὅμως ἐχθρό.  Ζοῦσε μιάν ἀναστάτωση, μιά σύγχυση, πού τόν παίδευε ἀφόρητα.  Τί θά κάνει στή ζωή του, πῶς θά ἐργαστεῖ πνευματικά, τί ρόλο θά παίξει στήν Ἐκκλησία; Ὅλα εἶχαν τά ὑπέρ καί σ’ ὅλα ἔνιωθε κάποιο ἀλλά... Μέσα του ἔστησε –γιά τήν ἀλήθεια, στήθηκε μόνο του- δικαστήριο.  Καί οἱ φωνές τοῦ ἔλεγαν:
-Στά ὑψήλα, Γρηγόριε, τό νοῦ σου.  Μήν ἀσχοληθεῖς μέ τά σαρκικά καί τήν ἀνθρώπινη δόξα.  Στήν Ἐκκλησία ν’ ἀφιερωθεῖς.
Μά ὅλα τοῦτα γιά τό Γρηγόριο  ἦταν ἀποφασιμένα. Μέ ὑποσχέσεις καί θεία ὁράματα ἦταν σφραγισμένη ἡ ἀφιέρωσή του στό Θεό.  Τό ἐρώτημα ἦταν ἀπό δῶ καί πέρα τί γίνεται, πῶς νά πορευτεῖ;
-Ἄκου, Γρηγόριε, τοῦ ’λεγε ἄλλη φωνή.
Στήν κορυφή.  Ἑτοιμάσου γιά τήν κορυφή τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ἀναχωρητής νά γίνεις. 
Πρωταθλητής τῆς προσευχῆς καί τῆς θεοπτίας σέ ἀπόλυτη ἡσυχία.  Ξέρω πόσο θαυμάζεις τόν προφήτη Ἠλία πού ἔζησε στό Κάρμηλο καί τρεφότανε ἀπό τόν ἀετό. Βλέπω νά σταμάτει ὁ νοῦς σου τόν Ἰωάννη τόν Πρόδρομο, πού ἔτρωγε μόνο ρίζες καί ἄγριο μέλι.  Σάν αὐτούς νά γίνεις!.
Καί εἶν’ ἀλήθεια ὅτι τόν σαγήνευε τέτοια ζωή. Ἡ ἀπόλυτη ἡσυχία τοῦ ἔδινε τό πᾶν.  Στό ἄδειο καί γαλήνιο ἐσωτερικό του βίωνε τήν ἀλήθεια, τό Θεό.  Τί ἄλλο νά ἐπιθυμοῦσε; Ἡ σκέψη τῆς ἡσυχίας τόν συνέπαιρνε καί μαζί τόν εἰρήνευε, ἀλλά ἡ πάλη δέν εἶχε πάρει τέλος.
-Πρόσεξε καί μένα, Γρηγόριε, τοῦ ’λεγε ἡ τρίτη φωνή. Ὅλ’ αὐτά εἶναι καλά καί ἄγρια. Τά βλέπω καί τά θαυμάζω.  Μά ἐσένα ὁ Θεός σ’ ἔχει γιά τόν ἀγώνα τῆς ἀλήθειας.  Μέ σένα ὁ Θεός θά βγάλει ἀστραπές τό θέλημά του νά μηδενίσει τήν κακοδοξία.  Κι ἐνῶ πρέπει νά λιώνεις στήν προσευχή, πρέπει καί νά μελετᾶς.  Στούς ἀναχωρητές τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς δέν ὑπάρχουν πολλά βιβλία.
 Καί σύ πρέπει νά ’χεις ὅλα τά χρειαζούμενα βιβλία. Ἔτσι θά μάθεις νά σκέπτεσαι θεολογικά.  Πρῶτα θ’ ἀποκτᾶς τήν ἅγια πείρα ἐκείνων πού ἔγραψαν τά βιβλία κι ἔπειτα θά ζητᾶς ἀπό τό ἅγιο Πνεῦμα κι ἄλλη ἐμπειρία τῆς ἀλήθειας. Ἕτσι θά προστατεύεις τούς πιστούς ἀπό τίς κακοδοξίες. Ἐδῶ, λοιπόν, ἐδῶ θά μείνεις, νά σέ βλέπουνε ὅλοι καί νά σ’ ἀκοῦνε ὅλοι, ὀρθόδοξοι καί κακόδοξοι.
Μέ ὀρθό τό πνεῦμα του ὁ Γρηγόριος σκεπτόταν πολύ σοβαρά καί τή δεύτερη καί τήν τρίτη φωνή. Ὅλα τά ζύγιζε, ὅλα τά μέτραγε, ἀκόμα δέν κατέληγε.
Δέν ἤθελε στερηθεῖ τήν ἡσυχία καί τά θεῖα της δῶρα. Μά καί δέν ἔπρεπε ν’ ἀρνηθεῖ τό ἀγώνισμα τῆς θεολογίας. Ἡ ἡσυχία τόν σαγήνευε. Ἡ θεολογία ἦταν ἱερό καθῆκον.  Πάλαιψε πολύ. Μέ τόν ἑαυτό του καί τό Θεό του.  Καί βρῆκε τή λύση.  Θ’ ἀκολουθοῦσε μέση ὁδό.
 Μεταξύ ἀγάμων καί ἐγγάμων, μεταξύ τῶν ἡσυχαστῶν καί τῶν παντρεμένων. Οἱ πρώτοι ἀποσύρονται ἀπό τόν κόσμο, ζοῦν ἀσυνήθιστη καί τραχιά ζωή, φροντίζουνε μόνο τή ψυχή τους, εἶναι γαλήνιοι καί στοχαστικοί.  Οἱ δεύτεροι ζοῦνε συνηθισμένη ζωή, μπλέκονται στά δείνά τοῦ κόσμου, χάνουνε τήν ἡσυχία καί φροντίζουμε τίς ψυχές τῶν ἄλλων. Οἱ πρῶτοι θεωρητικοί.
Οἱ δεύτεροι πρακτικοί. Ὁ Γρηγόριος, ἀκολουθώντας μέση ὁδό, προσπαθοῦσε πάντα μέ παίρνει τά ὑψηλά ἀπό τούς ἡσυχαστές καί τήν ἀγάπη ἀπό τούς πρακτικούς. Ἔτσι, ἔλυσε τή στιγμή τούτη τό μεγάλο του πρόβλημα. Θά ἔμενε ἄγαμος, ἀλλά θά ἐργαζόταν στόν κόσμο ποιμαντικά καί θεολογικά.
Ἡ λύση ὅμως ἤτανε στή θεωρία. Στήν πράξη δέν εἶχε ἤρεμη ἐφαρμογή. Ὁ Γρηγόριος ὅλη του τή ζωή θά τήν περάσει ἐπιδιώκοντας τήν ἡσυχία καί ἀγωνιζόμενος θεολογικά στόν κόσμο. Ὅταν βρισκόταν στόν κόσμο νοσταλγοῦσε ἀκατανίκητα τήν ἡσυχία. Καί ὅταν ζοῦσε ἡσυχαστικά ὑποχωρῦσε στίς παρακλήσεις γιά διανονία. 
Φάνηκε καθαρά, οἱ μέσες λύσεις εἶναι ἀνεφάρμοστες κι ὅταν ἐφαρμόζονται γίνονται βασανιστικές. Συνήθως ἀπό τά στοιχεῖα πού θέλουμε νά συνδυάσουμε ἐπικρατεῖ ἤ τό ἕνα ἤ τό ἄλλο.  Σύνθεση ἰσοβαρής δέν πετυχαίνεται.  Παράδειγμα ὁ Γρηγόριος. Ἐνῶ ἔτσι σκεπτότανε κι αὐτά ἀποφάσιζε, ἀλλιῶς ἤρθανε τά πράγματα.

Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)
 σελ.56 -59
Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ἔκδοση Δ΄
Ἀποστολική διακονία
10 Ὀκτωβρίου 2013

Στό ἀσκητήριο τοῦ Πόντου, μέ τό Βασίλειο. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Στό ἀσκητήριο τοῦ Πόντου, μέ τό Βασίλειο. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος


   Στό ἀσκητήριο τοῦ Πόντου, μέ τό Βασίλειο
 Ὁ πληγωμένος Ἀετός. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Τό 360 ὁ Βασίλειος πίεζε περισσότερο τό Γρηγόριο γιά νά συμμονάσουν.  Τώρα, στό μικρό ἀσκητήριο, δίπλα στόν Ἴρη ποταμό, στόν Πόντο.  Βρῆκε μιά κάποια λύση γιά τους γονεῖς του ὁ Γρηγόριος κι ἔτρεξε στό ἀσκητήριο.
Τό ’κανε μάλιστα μιά μέρα πού ὁ πατέρας του τοῦ πρότεινε πιεστικά νά τόν χειροτονήσει ἱερέα.  Ζήτησε παρηγοριά στό ἀσκητήριο τοῦ Βασιλείου.
Ἐκεῖ ἔζησε μαζί του ἀσκητικά καί ἡσυχαστικά. Ἐργάστηκε ὅμως καί θεολογικά. Ἐκεῖ ὁ Γρηγόριος ἀποτελείωσε τή «Φιλοκαλία» τοῦ Ὠριγένη καί ὁ Βασίλειος μερικά ἀπό τά «ἀσκητικά»του ἔργα. Ὁ ἕνας ζήταγε τή συμβουλή τοῦ ἄλλου γιά ὅ,τι ἔγραφε.
Ἐργάζονταν ἐπίσης χειρωνακτικά, γιά τ’ ἀναγκαῖα.  Μόνοι τους ἔκοβαν ξύλα, μόνοι τους καλλιεργοῦσαν τά λαχανικά, μόνοι τους πότιζαν, μόνοι τους παρασκεύαζαν τό λίγο φαγητό. Ὧρες καρποφορίας πνευματικῆς καί κοινωνίας καί ὧρες γαλήνιας ἡσυχίας.
Ὁ ἕνας βοηθοῦσε τόν ἄλλον στήν ἀπόκτηση ἀρετῶν καί στήν κατανόηση τῶν θείων ἀληθειῶν. Ὁ καθένας δινότανε ὧρες ἀτελείωτες στήν προσευχή. Ζητοῦσε ἀπό τό Θεό κι ἔπαιρνε παραδίνοντας τόν ἑαυτό του. Γιά πρώτη φορά δοκίμασαν οἱ δύο νέοι ἄντρες τό ἱερό χάρισμα τοῦ φωτισμοῦ. 
Μελετώντας καί προσευχόμενοι ἔνιωθαν ὅτι τούς καθοδηγεῖ τό ἅγιο Πνεῦμα στή θεία ἀλήθεια. Ὅ,τι πετύχαιναν ἐρχότανε ἀπό τό Θεό. Γιά ὅ,τι πετύχαιναν κοπίαζαν ἀγόγγυστα.
Ἔγιναν οἱ μέρες τοῦ ἀσκητηρίου τοῦ Ἴρη οἱ εὐτυχέστερες τῆς ζωῆς τους. Ἀλλά δέ θά διαρκέσουνε πολύ.  Μέχρι τό Δεκέμβρη τοῦ 361 μόνο.
Πρόλαβαν ὅμως νά ζήσουν ἀνεπανάληπτες ἐμπειρίες. Περάσανε στάδια κάθαρσης καί συνειδητοποιήσανε καί μελετήσανε τήν πρακτική τῆς ἄσκησης. 
Γνωρίσανε τούς καρπούς τῆς προσευχῆς καί δοκιμάσανε θεῖα χαρίσματα κι ἐλλάμψεις. Ἤξεραν καί τώρα διαπίστωσαν ὅτι ὅλα ὁ Θεός τά δίνει ἐκεῖ πού βρίσκει ἄσκηση, ἀσκητική ζωή μέ ὁποιαδήποτε μορφή.  Γι’ αὐτό καί ὁ Γρηγόριος μέ τό Βασίλειο, ἐπειδή συνεχῶς τούς καλοῦσε ἡ Ἐκκλησία γιά διακονία καί θεολογία, δέ θά μπορέσουν ν’ ἀπολαύσουν ὅσο ἤθελαν τόν ἀγαπημένο τους ἡσυχαστικό βίο· σ’ ὅλη τους ὅμως τή ζωή θά ζοῦν ἀσκητικά, πολύ ἀσκητικά.
Ὁ Γρηγόριος, πού ὡς ποιητής δέν μποροῦσε πάντα νά συγκρατεῖται, περιγράφει ἄμεσα κι ἔμμεσα τήν ἀσκητική ζωή πού ἔκανε. Ὅταν στήν ὥριμή του ἡλικία τόν ρωτοῦσαν οἱ νέοι γιά τήν ἄσκηση τούς ἔλεγε:
-Ἡ σάρκα, παιδιά μου.  Αὐτή θεριεύει κι ἀναστατώνει τό νέο. Χρειάζονται κόποι πολλοί καί τότε ἡμερεύει. Τήν κοιλιά μου δέν τήν ἔνιωσα χορτάτη. Ἀπό τό τραπέζι σηκωνόμουνα πρίν χορτάσω. 
Μόλις ἔβλεπα νά μέ κυριεύει ὁ θυμός, γινόμουνα θηρίο μαζί του καί τόν ἀγρίευα. Ἔτσι μέ ἄφηνε ἥσυχο. Καί τή νύχτα; Τί γίνεται μέ τίς μακρές νύχτες τοῦ χειμώνα; Πάλι ἀγώνας καί πόλεμος. Στό χῶμα κοιμώμουνα, παιδιά μου.  Καί δίπλα μου τό κρεβάτι. 
Τυλιγόμουνα μέ κάτι κουρέλια. Ἴσα πού νά μέ πάρει ὁ ὑπνος –πολύ λίγη ὥρα. Ἔπειτα πάλι ὄρθιος. Προσευχή καί μετάνοιες. Τά γόνατά μου συχνά ματώνανε καί οἱ πληγές ἔμεναν γιά πολύ καιρό ἀνοιχτές. Προσευχόμουνα καί γονατιστός. Ἔκλαιγα γιά τίς ἀδυναμίες μου καί τά πικρά μου δάκρυα ἔκαιγαν τά μάτια.
Ἔτσι κατόρθωσε ὁ Γρηγόριος νά ὑποτάξει τά πάθη του, τίς ἐπιθυμίες τῆς σάρκας, πού τόν ἐμπόδιζαν στή ζωή τῆς ἀρετῆς· καί ἀκόμα περισσότερο: δέν τόν ἄφηναν νά προχωρήσει στήν τέλεια ζωή.

 Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)
 σελ.59-60
Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ἔκδοση Δ΄
Ἀποστολική διακονία
 Ὀκτωβρίου 2013

Ὁδηγεῖται στό θυσιαστήριο. Τόν χειροτονοῦν ἱερέα. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Ὁδηγεῖται στό θυσιαστήριο. Τόν χειροτονοῦν ἱερέα. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος


 Ὁδηγεῖται στό θυσιαστήριο.  Τόν χειροτονοῦν ἱερέα 
   Ὁ πληγωμένος Ἀετός. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Εἴπαμε ὅτι ὁ Γρηγόριος καί ὁ Βασίλειος δέ χαρήκανε γιά πολύ τή γαλήνια πνἒυματόλουστη ζωή τοῦ ἀσκητηρίου. Ὁ γερο-Γρηγόριος, ὁ ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ, ἔγραφε καί παράγγελνε συνέχεια στό γιό του:
-Ἔλα, παιδί μου, δέν μπορῶ ἄλλο.  Μᾶς βρῆκαν πολλά βάσανα.  Κι ἀπό σένα μόνο περιμένω.  Καμμιά ὥρα θά πεθάνω καί δέ θά σέ δῶ.  Ἡ μητέρα σου κι αὐτή ἀπαρηγόρητη..... Μήν ἀργεῖς... καί θά ’χεις καιρό νά μονάσεις.
Στό τέλος τοῦ 361, Δεκέμβρη μήνα, ὁ Γρηγόριος πῆρε τό δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς.  Ξεπέζεψε στό σπίτι καί βρῆκε τόν πατέρα του σέ βαθιά συλλογή. Ἀγκάλιασε τή μητέρα του Νόννα, κάθησαν. Ὁ γερο- ἐπίσκοπος πατέρας του, κυρτός, ἀσπρογένης, ἀλλά ἐπιβλητικός πατριάρχης, φόρεσε στή φωνή του σταθερότητα καί μίλησε:
-Γρηγόριε, ἡ ὥρα σου ἦρθε.  Μέ ὅρκους εἶσαι ἀφιερωμένος στό Θεό καί –ζωή νά ’χεις- τόν ἀγαπᾶς.  Τώρα πρέπει καί νά τόν ὑπηρετεῖς.  Θά σέ χειροτονήσω πρεσβύτερο, χωρίς ἀναβολή.
Ἀνατρίχιασε ὁ Γρηγόριος καί πῆγε ν’ ἀντιδράσει.  Εἶπε τίς πρῶτες ἀσύνδετες λέξεις –κι ὅλες ἔλεγαν ὄχι- ἀλλά ὁ γέρο - ἐπίσκοπος τόν καθήλωσε μέ ὕφος ἱερό καί πολύ αὐταρχικό, πού δέ σηκώνει ἀντίρρηση:
-Θά ὑπακούσεις.  Εἶναι θέλημα Θεοῦ καί ἀπαγορεύεται νά πᾶς κόντρα στό Θεό.  Γι’ αὐτόν ζοῦμε!
Ὁ ὑποψήφιος ἱερέας μαζεύτηκε νά δεῖ πού βρίσκεται.  Τά μάτια του φανέρωναν πότε τρόμο γιά τό μυστήριο τῆς ἱερωσύνης καί πότε παράπονο πρός τόν τυραννικό πατέρα του.
Ὁ γέρο-πατέρας κατάλαβε τή συντριβή πού γινόταν στό πνεῦμα τοῦ γιοῦ του, ἀλλά τώρα ἦταν ἀποφασισμένος νά προχωρήσει. Τοῦ πρόσθεσε μόνο, γιά νά τοῦ ἐξηγήση τήν κρισιμότητα τῶν ἡμερῶν:
-Δέ βλέπεις γύρω μας τί κακό γίνεται; Ἡ Ἐκκλησία μας περνάει τῶν παθῶν της τόν τάραχο. Ὁ Χριστός μας κακοποιεῖται.  Κάθε τόσο γίνονται σύνοδοι πού ἀλληλοανατρέπονται. Πρόπερσι εἴχαμε τούς ὁμοιουσιανούς μέ τό Βασίλειο Ἀγκύρας καί τό Γεώργιο Λαοδικείας· ἀπό πέρυσι κάνει ὅ,τι θέλει ὁ Ἀκάκιος, πού κατάφερε τόν αὐτοκράτορα νά συμφωνήσει μαζί του καί πού λέει ὅτι ὁ Υἱός εἶναι ἁπλά ὅμοιος μέ τόν Πατέρα. Ὅλοι τοῦτοι μοῦ φαίνονται μακρινά παρακλάδια τοῦ Ἀρείου. Δέν μπορῶ δυστυχῶς νά τά καταλάβω ὅλα. Γι’ αὐτό σοῦ λέω, πρέπει νά γίνεις ἱερέας καί νά μείνεις ἐδῶ. Νά μελετήσεις καλά καί τά θέματα τοῦτα.  Δέν κάνει νά βαδίζουμε τυφλά!
Ἐγώ δέν μπορῶ. Οὔτε βλέπω κι οὔτε καταλαβαίνω τά βάθη τῆς διδασκαλίας μας. Ὅ,τι πιά εἶχα νά κάνω, τό ἔκανα.  Τώρα ἐσύ...
Ὁ γιός Γρηγόριος συνῆλθε λίγο καί διέκοψε τόν πατέρα του:
-Μά καί ἐγώ δέν εἶμαι θεολόγος..... Δέν ἔχω ὅλα τά κείμενά τους νά κρίνω. Ὁ Ἀθανάσιος μόνο, ὁ Ἀθανάσιος τῆς Ἀλεξανδρείας .... αὐτός θά μᾶς πεῖ.
-Αὐτό τό ξέρω καί γώ -ἔκανε ὁ γερο –πατέρας. Ἀλλά πού εἶναι ὁ Ἀθανάσιος; Δέν ξέρεις πώς τόν ἔχουν πάλι ἐξορία; Ἀρειανοί καί αὐτοκράτορας τόν κυνηγοῦν.  Τώρα νά δοῦμε τί θά κάνει ὁ δικός σου, λέω γιά τόν Ἰουλιανό, πού τόν γνώρισες στήν Ἀθήνα καί πού τοῦτες τίς μέρες μάθαμε ὅτι στέφθηκε αὐτοκράτορας. Ἦταν καίσαρας τῆς Δύσης, τώρα ἔγινε καί τῆς Ἀνατολῆς.  Μονοκράτορας.  Καταλαβαίνεις τί σημαίνει αὐτό;
Ἀκούγοντας ὁ γιός – Γρηγόριος τίς κουβέντες γιά τόν Ἰουλιανό σφίχτηκε ἡ καρδιά του. Τί ἆραγε θά ’φερνε στήν Ἐκκλησία ὁ προβληματικός τοῦτος ἄνθρωπος; Θ’ ἄφηνε τούς ἐξόριστους ὀρθόδοξους νά γυρίσουν στίς ἐπισκοπές τους; Θά συνέχιζε τήν ἀρειανόφιλη τακτική τοῦ προκατόχου του Κωνσταντίνου; Ποιός ξέρει; Ἐκεῖνο πού εἶχε σημασία εἶναι ὅτι τίς κρίσιμες τοῦτες ὧρες ἡ Ἐκκλησία χρειαζότανε μεγάλο θεολόγο. 
Καί ὁ Γρηγόριος ἔπρεπε ἀκριβῶς τώρα ν’ ἀρχίσει. Ποῦ θά ἔφτανε; Πόσο μεγάλη θεολογία θά ἔκανε; Κανείς δέν ἤξερε, οὔτε ὁ ἴδιος. Ὁ Θεός μόνο, πού τήν ὥρα τούτη ἔβαλε καί τή μητέρα του, τή Νόννα, στό ἱερό παιχνίδι. Ἔσπρωξε κι αὐτή τό Γρηγόριο νά δεχτεῖ τήν ἱερωσύνη. Ὄχι μέ αὐστηρό λόγο καί ὕφος βαρύ σάν τοῦ γεροπατέρα. Ἐκείνη, μέ ἱλαρή φωνή, τοῦ πῆρε τό χέρι στό χέρι της, τοῦ εἶπε:
-Καλό καί ἱερό παιδί, σέ χάρισε ὁ Θεός στή χωρίς γιό Νόννα καί γώ σέ ὑποσχέθηκα στό ναό του, νά τόν ὑπηρετεῖς· τί θά τοῦ πῶ, τί θά τοῦ πεῖς καί σύ, ἄν δέν γίνεις ἱερέας;
Σιγά-σιγά ὁ Γρηγόριος γαλήνεψε. Θά δεχότανε τή χειροτονία.  Τό εἶπε στούς γονεῖς, νά ἡσυχάσουν. Ἀποτραβήχτηκαν γιά τά δωμάτιά τους.  Δέν εἶχε κανείς ὄρεξη γιά φαΐ. Οἱ γέροι, διότι χορτάσανε μέ τή συγκατάθεση τοῦ γιοῦ τους. Ὁ Γρηγόριος, διότι πλημμύρισε μέ τήν ἰδέα τῆς ἱερωρύνης καί τό μόνο πού δέν μποροῦσε νά σκεφτεῖ τώρα ἦταν τό φαΐ.
Ὅλη τή νύχτα ἔμεινε ἄγρυπνος. Ὅπως κάθε βράδυ ἄρχισε τίς μετάνοιές του.
 Ἑκατοντάδες μετάνοιες. Ἐξαντλήθηκε.  Γονατιστός ἔγειρε γιά λίγο τό κεφάλι στό κρεββάτι.  Μετά σηκώθηκε ὄρθιος καί μπῆκε στό σύννεφο τῆς προσευχῆς. Στά ρηχά πρῶτα, πιό βαθιά μετά, ἀκόμα πιό βαθιά... ἔγινε θεόληπτος.  Ξημερώνοντας, τό σύννεφο ἀνεπαίσθητα ὑποχώρησε.
 Προσεκτικά γονάτισε καί ξάπλωσε χάμω, δίπλα στό κρεβάτι, πάνω σέ μιά κουρελοῦ.  Σέ μιά ὥρα ἦταν ὄρθιος. Πλύθηκε, προσευχήθηκε καί ὁ νοῦς του συνδέθηκε μέ τό Βασίλειο. Τόν ἀναζήτησε σ’ ἕνα μικρό ἀπό καλό ξύλο τραπέζι. Ἑτοίμασε τό φετρό καί τό μελάνι, τράβηξε τό συρτάρι γιά νά πάρει ἕνα φτηνό κομμάτι περγαμηνή κι ἔγραψε γράμμα στό Βασίλειο. Τό εἶχε ἀπόλυτη ἀνάγκη νά παρηγορηθεῖ ἀπό τή φιλία τους, ἀπό τήν κοινή τους ἄσκηση.
Τοῦ ἔγραψε πόσο παρήγορα θυμόταν ὅλα ὅσα θαυμαστά καί κοπιαστικά ἔζησαν μαζί στό ἀσκητήριο τοῦ Ἴρη....  Καί περίμενε τήν ἡμέρα πού θά ὅριζε ὁ πατέρας του γιά χειροτονία.  Τήν ἀκριβή ἡμερομηνία τῆς χειροτονίας του δέν τήν γνωρίζουμε.  Πάντως ἔγινε ἀπό τά Χριστούγεννα τοῦ 361 μέχρι τά Θεοφάνεια τοῦ 362.  Στίς δέκα αὐτές ἡμέρες ἔσκυψε τό κεφάλι σάν ἄλλος Ἰσαάκ καί μέ τόν πατέρα του θύτη θυσιάστηκε στό θεῖο καί στό πατρικό θέλημα. 


 Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)
 σελ.61-64
Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ἔκδοση Δ΄
Ἀποστολική διακονία
22 Ὀκτωβρίου 2013

Φυγή στό ἀσκητήριο καί προετοιμασία γιά ἐπάνοδο. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Φυγή στό ἀσκητήριο καί προετοιμασία γιά ἐπάνοδο. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος


 Φυγή στό ἀσκητήριο καί προετοιμασία γιά ἐπάνοδο
  Ὁ πληγωμένος Ἀετός. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Δέν ἄντεξε ὅμως τό μυστήριο τῆς Ἱερωσύνης. Ὅταν τοῦ παραδόθηκε ἀπό τόν ἐπίσκοπο πατέρα του ἡ «παρακαταθήκη», ἡ θεία Εὐχαριστία δηλαδή, κλονίστηκε.
Ἔζησε τρομακτικό δέος γεμάτο φόβο, πού δέν μπόρεσε νά τό ξεπεράσει.  Πάσχισε ὁ πατέρας του νά τόν συνεφέρει, δοκίμασε μέ γλυκύτητα καί ἡ Νόννα... στάθηκε ἀδύνατο.  Τῶν Θεοφανείων ἔφυγε γιά τόν Ἴρη ποταμό σέ κακά χάλια.
Ἐκεῖ θά ἔβρισκε στήριγμα, στόν ἀδελφικό του φίλο Βασίλειο καί στή πολυπόθητα ἄσκηση.  Καί δέν ἤλπισε ἄδικα. Ὁ Βασίλειος, πού καθώς εἴπαμε, ἦταν θεληματικός καί μεγαλύτερης ἀντοχῆς ἄνθρωπος, τόν βοήθησε νά ἰσορροπήσει.  Νήστεψαν, προσευχήθηκαν... Μελέτησαν πολύ καί κοιμόντουσαν ἐλάχιστα.
Ἔπειτα ὁ Βασίλειος, σιγά-σιγά ἔβαλε τά πράγματα στή θέση τους.  Συζήτησε κι ἐξήγησε ὅτι, ἐφόσον ὁ Θεός θέλησε κι ἔδωσε τήν ἱερωσύνη, καθῆκον ὁ ἄνθρωπος ἔχει νά σηκώσει τό βάρος της.  Κι ἄν εἶναι μεγάλη ἡ ἰερωσύνη, εἶναι μεγαλύτερος ὁ Θεός καί κάνει τόν ἄνθρωπο δυνατό γι’ αὐτήν. Ὁ Θεός δίνει τήν ἱεροσύνη, γιατί ὁ ἄνθρωπος πού ἀγαπᾶ τόν Θεό μπορεῖ μέ τή χάρη του νά τήν σηκώσει. ἈΛλιῶς, δέ θά τήν ἔδινε.
Πέρασαν τρεῖς μῆνες, πού δέ θά τούς λησμονήσουν ποτέ οἱ δύο ἱεροί ἀσκητές. Ὁ Θεός τούς ἔδωσε, πιό γρήγορα ἀπ’ ὅσο θά περίμενε κανείς, καρποφορία πνευματική.  Μέ τήν ἐσωτερική τους γαλήνη καί τήν ἁγία εἰρήνη ἐκπλήσσονταν καί οἱ ἴδιοι.  Τόσο ἔλεος ἀπό τό Θεό! Αὔξαιναν τήν ἄσκησή τους γιά νά τόν εὐχαριστήσουν.

 Καί τό ἅγιο Πνεῦμα τούς ἔλουζε ὧρες-ὧρες μέ ἀνεξήγητο καί γλυκύτατο φῶς. Τή νύχτα, στά μεγάλα σκοτάδια τῆς φύσης, ἐκεῖνοι ἔβλεπαν πεντακάθαρα τόν ἑαυτό τους, κατανοοῦσαν τή σημασία τῆς φύσης, εἰσέρχονταν βαθιά, στήν ἀλήθεια καί.... ζοῦσαν τή μακαριότητα. Τό πρωί, ἄγρυπνοι ἀκόμα, δέν τολμοῦσαν οὔτε νά διηγηθοῦν μεταξύ τους τίς φοβερές ἐλλάμψεις.  Μέ τά βλέμματα μόνο πληροφοροῦσε ὁ ἕνας τόν ἄλλο πώς κάτι μεγάλο καί θεσπέσιο τοῦ συνέβη τή νύχτα.  Κι ὁ ἕνας χαιρότανε ἄδολα γιά τά χαρίσματα τοῦ ἄλλου.
Τίς θεῖες αὐτές ἀναβάσεις καί τίς ἀπροσδόκητες δωρεές ταράζανε τά νέα πού ἔφταναν. Ἡ Ἐκκλησία παντοῦ ταραζότανε ἀπό τήν κακοδοξία, τή φρίκη του ἀρειανισμοῦ. Καί οἱ διχοστασίες τῶν ἐπισκόπων ἀποδυνάμωναν τέλεια τόν ἀγώνα τῶν ὀρθοδόξων. Οἱ ἐξόριστοι ὀρθόδοξοι ἄρχισαν ὅλοι, ἀπό τό Φεβρουάριο τοῦ 362, νά ἐπιστρέφουν στίς ἐπισκοπές τους. Αὐτό ἤτανε καλό σημάδι. Ἔλειπαν ὅμως οἱ μεγάλοι θεολόγοι.
Μόνος του ὁ Μέγας Ἀθανάσιος τί νά πρωτοκάνει; Στό τέλος Φεβρουαρίου γύρισε κι αὐτός ἀπό τήν ἐξορία κι ἄρχισε ἀμέσως τό ἔργο τῆς ἀνόρθωσης. Ἦταν ἡ πανσέβαστη κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλοι πρόσεχαν τί κάνει καί τί λέει. Γι’ αὐτό καί τόν Ὀκτώβρη τοῦ ἴδιου ἔτους θά τόν ἐξορίσει πάλι ὁ Ἰουλιανός.
Αὐτός, λοιπόν, ὁ Ἰουλιανός, ἤτανε τώρα ὁ μέγας ἐχθρός τῆς Ἐκκλησίας.  Καί δέν ἤτανε ἁπλά κακόδοξος. Ἦταν ἐθνικός, εἰδωλολάτρης, παγανιστής. Μυημένος στά μυστήρια τῶν ψεύτικων θεῶν.  Μιλοῦσε γι’ ἀνεξιθρησκεία καί μέ κάθε τρόπο μείωνε καί δίωκε τούς χριστιανούς.  Σκόπευε κυριολεκτικά νά τούς ἀφανίσει, ἀλλά μέ τρόπους πού νά μήν ἔμοιαζαν μέ διωγμό.
Γι’ αὐτό, στό ἀσκητήριο ἔφταναν μηνύματα ὁλοένα καί πιό ἄσχημα. Τώρα ἡ ἀπειλή ἄγγιζε τά θεμέλια τῆς Ἐκκλησίας. Δέ θ’ ἄφηνε τίποτα ὄρθιο, θά παράσερνε τά πάντα.
 Καί οἱ δύο ἀσκητές μας; Τί θά κάνουν; Θά μποῦν στή φωτιά; Ὁ Γρηγόριος, τουλάχιστον, τόν εἶχε γνωρίσει κάπως τόν Ἰουλιανό. 
Στήν Ἀθήνα. Θά τόν ἄφηνε ἀνενόχλητο; Θά ἔσκυβε; Θά σιωπουσε; Ἤ θά ὄρθωνότανε καί θ’ ἀγωνιζότανε ὅσο μποροῦσε; Τά σκεφτήκανε καί τά συζητήσανε ὅλα οἱ δύο ἀσκητές.
Ὁ Γρηγόριος ἤτανε πιά καί ἱερέας. Οἱ πατριῶτες του τώρα εἴχανε πιό πολύ τήν ἀνάγκη του. Εἵχανε κι αὐτοί πιέσει γιά νά χειροτονηθεῖ ἱερέας.  Καί μόλις ὁ Γρηγόριος δραπέτευσε ἀπό τά καθήκοντά του στή Ναζιανζό, σηκώθηκε βουητό σέ βάρος του.  Κακόγλωσσοι καί ἀνόητοι ἔλεγαν χίλια δύο πράγματα ἐναντίον του.
-Δέ μᾶς καταδέχεται, ἔλεγε ὁ ἕνας. Εἶναι δειλός καί φοβιτσιάρης, ἐπέμενε ἄλλος.  Δέν τοῦ ἔφτανε τό ἱερέας, ἤθελε νά γίνει ἐπίσκοπος καί γι’ αὐτό θύμωσε καί μᾶς ἐγκατάλειψε, πρόσθεταν ἄλλοι.
Ὅλα τοῦτα τά παραγγέλνανε στό Γρηγόριο κι αὐτός θλιβότανε ἀφάνταστα. Διότι, βέβαια, δέν ἀνταποκρινόνταν στήν ἀλήθεια. Καί κοντά στά ἄλλα, οἱ γέροι γονεῖς του. Εἵχανε μείνει μόνοι καί κοντεύανε τά ἐνενήντα τους.
Γιά τό Γρηγόριο, λοιπόν, τά πράγματα ἦταν πολύ στενόχωρα.  Καί κάτι ἔπρεπε νά κάνει.  Χρειαζότανε ἀπόφαση μαχαίρι.  Νά χωρίσει ἀπό τή μιά μεριά τήν ἡσυχία καί τ’ ἀγαθά της, ἀπό τήν ἄλλη τήν προσφορά καί τή διακονία.  Βρῆκε τό κουράγιο καί τό ’κανε. Μέ πόνο καί θλίψη ἄφατη. Μά τό ’κανε. Τόσο στέρεα καί τόσο ἀποφασιστικά πού θαύμασε καί ὁ Βασίλειος.
-Λυπᾶμαι, ἀδελφέ, Γρηγόριε. Λυπᾶμαι ἀφάνταστα. Μά δέν ἔχεις ἄλλο δρόμο. Ἔτσι τό θέλησε ὁ Θεός, τοῦ εἶπε ὁ Βασίλειος.
-Ξέρεις, Βασίλειε, ὅλα τοῦτα πού σκέφτομαι θά τά γράψω.  Θά τά βάλω ἀπό τώρα στόν κώδικα καί σάν φτάσω ἐκεῖ, στή Ναζιανζό, θά τούς τά πῶ.  Θέλω ν’ ἀπολογηθῶ, καταλαβαίνεις..... Μέ κατηγοροῦν γιά τόσα καί τόσα.... Ἔπειτα θέλω νά τούς ἐξηγήσω, ἀδελφέ, τί σημαίνει ἱερωσύνη... Τί σημαίνει νά ’σαι ἱερέας τοῦ Θεοῦ! Αὐτοί ἔτσι πού κάνουν δείχνουν ὅτι δέν ἔχουν συναίσθηση αὐτῶν τῶν πραγμάτων!

 Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)
 σελ.64-66
Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ἔκδοση Δ΄
Ἀποστολική διακονία
23 Ὀκτωβρίου 2013

Στή Ναζιανζό. Ἀντιπαράθεση στόν Ἰουλιανό. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Στή Ναζιανζό. Ἀντιπαράθεση στόν Ἰουλιανό. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος


 Στή Ναζιανζό. Ἀντιπαράθεση στόν Ἰουλιανό 
  Ὁ πληγωμένος Ἀετός. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Τό ταξίδι ἀποδείχτηκε εὐεργετικό. Ὁ Γρηγόριος κάλμαρε.  Μέ τό δικό του μουλάρι ἀκολούθησε τό καραβάνι.  Εἶχε ὅλο τό χρόνο νά ἠρεμήσει.  Τό καραβάνι βάδιζε πρός τή Σεβάστεια (τουρκική Sivas).
Πέρασε τή μεγάλη γέφυρα στόν Ἅλη ποταμό κι ἔπειτα μπῆκε στό δρόμο γιά τήν Καισάρεια.  Τά βουνά εἶχαν ἀκόμη χιόνια, πού ἔλιωναν ὅπως ἡ ἀγωνία του καί οἱ δισταγμοί του. Ἀπό κεῖ γιά τή Ναζιανζό μέ λιγόωρους σταθμούς.
Ὁ Γρηγόριος, λοιπόν, στή Ναζιανζό. Λειτούργησε τό Πάσχα καί ἐκφώνησε τόν πρῶτο Λόγο του ἀπό τόν ἄμβωνα τῆς Ἐκκλησίας.  Πλημμύρισε τό ἐκκλησίασμα μέ τή χαρά τῆς ἀνάστασης.  Τούς μίλησε  γιά τήν ἀγάπη του.
Τόνισε τήν ἀνάγκη γιά τήν ὀρθή πίστη.  Καί προπαντός ἡ ἀτμόσφαιρα γέμισε ἀπό ποίηση.
 Ὁ Γρηγόριος ἄφησε τό ταλέντο του, τήν ποιητικότητά του ἐλεύθερη.  Κανείς δέν περίμενε κάτι τέτοιο καί ὅλοι ἐκπλαγήκανε.  Τούς ἐμφανίστηκε μεγάλος ποιητής. Ἀπό δῶ καί πέρα θά ξέρουν οἱ ἀκροατές καί οἱ ἀναγνῶστες του ὅτι θά ἔχουν νά κάνουν μ’ ἕνα γεννημένο ποιητή πού ἔγινε σπουδαῖος θεολόγος.
Στήν Καισάρεια πού ἔμεινε λίγο καί περισσότερο στή Ναζιανζό, πληροφορήθηκε πολλά γιά τήν κατάσταση τῆς Ἐκκλησίας καί τήν πονηρή τακτική τοῦ νέου αὐτοκράτορα τοῦ Ἰουλιανοῦ.
Ὁ ἄνθρωπος αὐτός, δέν ἔφτανε ὅτι ἀποστάτησε. Ὅτι ἐγκατέλειψε τό χριστιανισμό.
Καί μάλιστα προσπάθησε νά πικράνει καί νά ἐξευτελίσει τό Γρηγόριο καί τήν οἰκογένειά του.
Ἔβλεπε καθαρά, πώς ὁ μεγάλος του πνευματικός ἀντίπαλος εἶναι καί θά εἶναι ὁ σπουδαῖος ρήτορας Γρηγόριος. Αὐτός, τόν ὁποῖο γνώρισε στήν Ἀθήνα καί γιά τόν ὁποῖο συνεχῶς μάθαινε ἀπό τή στιγμή πού ἔφτασε στήν Κωνσταντινούπολη, δηλαδή τό Δεκέμβρη τοῦ 361. 
Αὐτόν λοιπόν, θά χτυποῦσε. Τό πῶς, βρέθηκε πολύ εὔκολα. Ὁ Καισάριος. Ὁ ξακουστός καί περιζήτητος γιατρός τῆς πρωτεύουσας.  Ζοῦσε στήν αὐλή τοῦ Κωνσταντίου.  Τόν ἤξερε ὅμως καί τόν θαύμαζε ἡ Κωνσταντινούπολη ὁλόκληρη. Εἶχε καί τό ἀξίωμα τοῦ συγκλητικοῦ. 
Θά ἔπαιρνε ὁ Ἰουλιανός μέ τό μέρος του τόν Καισάρειο. Θά τοῦ ὑποσχότανε τά πάντα καί θά τόν ἔβαζε στά σχέδιά του γι’ ἀναβίωση τῆς ἐθνικῆς θρησκείας. Ἔτσι ὁ Ἰουλιανός καί σπουδαῖο συνεργάτη θ’ ἀποκτοῦσε καί τόν περίφημο Γρηγόριο θά καταντρόπιαζε.  Τοῦ ’ρθαν ὅμως λίγο ἀνάποδα τά πράγματα. Ὁ Καισάριος δέν ἔδειχνε προθυμία.
Καί ὁ γερο-πατέρας του στή  Ναζιανζό ἀγωνιοῦσε μέχρι θανάτου.  Παράγγελνε καί ξαναπαράγγελνε:
-Μακριά παιδί μου Καισάριε, φύγε ἀπό τόν ἀντίχριστο Ἰουλιανό.
Τά γεράματά του δέν τόν ἄφηναν νά τρέξει στούς ναούς, νά στερεώσει τούς χριστιανούς, νά βγάλει πύρινους λόγους, νά ἐνισχύσει τούς ἀδυνάτους. Γι’ αὐτά ὅλα περίμενε τό γιό του Γρηγόριο, πού ἀκόμα ν’ ἀποφασίσει νά γυρίσει ἀπό τό ἀσκητήριο τοῦ Ἴρη ποταμοῦ.
Βέβαια, στό τέλος τοῦ Μάρτη ἔφασε ὁ γιός Γρηγόριος.  Στό μεταξύ ὁ γέροντας πολέμησε ἀλλιῶς.  Μέ ἄσκηση καί προσευχή. Ἔμενε, τώρα, ὅλη σχεδόν τή νύχτα ἄγρυπνος. Ἱκέτευε μέ δάκρυα τό Θεό νά προστατέψει τήν Ἐκκλησία του, νά ἐνισχύσει τούς χριστιανούς, νά μήν παρασυρθοῦν στήν εἰδωλολατρία τοῦ αὐτοκράτορα.
Γιατί πολλοί τό ’χαν κιόλας κάνει. Ἄλλοι ἀπό φόβο κι ἄλλοι γιά ὠφέλη, πού ὑποσχότανε ὁ Ἰουλιανός. Ἔκανε καί τή νηστεία του αὐστηρότερη ὁ γερο-Γρηγόριος. Τό λίγο πού κυκλοφοροῦσε, ἔμοιαζε μέ ἄυλη σιλουέττα. Κοιμόταν ἐλάχιστα. Εἶχε καταργήσει τό κρεβάτι.  Τό λίγο πού κοιμότανε ξάπλωνε καταγῆς.  Κι ἄς πονοῦσαν τά γέρικα κόκκαλα τοῦ σχεδόν ἐνενηντάρη ἐπισκόπου.
Ὅταν ἦρθε ἀπό τό ἀσκητήριο στή Ναζιανζό ὁ Γρηγόριος, κατάλαβε πώς ὁ πατέρας του πολέμαγε τόν Ἰουλιανό μέ προσευχή καί ἄσκηση. Δέν εἶχε ὅμως συλλάβει τήν ἔκτασή της. Τυχαῖα ἕνα πρωί, μπῆκε στό δωμάτιο τοῦ γερο-πατέρα. Τόν εἶδε τήν ὥρα πού, ἐξαντηλημένος ἀπό τήν ὁλονύχτια προσευχή, ξάπλωνε καταγῆς νά συνέλθει, νά κοιμηθεῖ μιά ὥρα. Σχεδόν ἔντρομος ὁ γιός Γρηγόριος ἀποτραβήχτηκε.
 Νά μήν ταράξει τόν ἱερό πατέρα του.  Σκέφτηκε ὅμως πολύ. Συνειδητοποίησε ἀκόμα περισσότερο τήν κατάσταση, πού δημιουργοῦσε ὁ Ἰουλιανός, κι ἔκανε κάθε τι πού θά ἐνίσχυε τούς πιστούς.  Καί στόν Καισάριο ἔγραφε γράμματα καί τοῦ ἔλεγε καθαρά:
-Διάλεξε, ἀδελφέ. Ἤ τ’ ἀξιώματα ἤ τό Χριστό.  Σέ τούτη τήν ἐποχή δέν γίνεται νά τά ’χεις καί τά δύο. Παράτα τα ὅλα κι ἔλα ἐδῶ, μαζί μας.  Καί τήν ψυχή σου θά σώσεις καί μᾶς θά βοηθήσεις.
Ὁ Καισάριος ἀρχικά ἦταν ἀναποφάσιστος. Προτιμοῦσε νά συνδυάσει τήν πίστη του μέ τά ἀξιώματα. Ὁ Ἰουλιανός ὅμως βιαζότανε.  Τέλος τῆς ἄνοιξης μέ ἀρχές τοῦ καλοκαιριοῦ, ὅταν θά ’φευγε γιά τήν Ἀνατολή, κάλεσε τόν Καισάρειο στ’ ἀνάκτορα νά συζητήσουνε τό θέμα. Ἔκανε τό πᾶν γιά νά φέρει στά νερά του τό μεγάλο γιατρό.  Μίλησε μέ τάκτ καί προσεκτικά.  Σέ ὅλες ὅμως τίς ὑποσχέσεις τοῦ αὐτοκράτορα ἤτανε σαφής:
-Σεβαστέ, εἶμαι χριστιανός καί χριστιανός θά μείνω.
Ὁ Ἰουλιανός ἀφοπλίστηκε.  Τόν κυρίευσε ἀπογοήτευση, ἀλλά δέν ἔχασε τήν αὐτοκυριαρχία του. Ἔδειξε ὅτι δέν ἔκοβε τίς γέφυρες μέ τόν Καισάριο. Αὐτός ὅμως ἐγκατέλειψε τήν Κωνσταντινούπολη κι ἔτρεξε στή Ναζιανζό. Ἀνακούφιση γιά τόν γέρο-πατέρα καί τόν ἀδελφό του. Ὁ Ἰουλιανός σέ λίγο ἔφευγε γιά τήν Ἀνατόλη. Θά’μενε λίγο στή Καισάρεια κι ἔπειτα στήν Ἀντιόχεια.  Νά ἑτοιμάσει τήν μεγάλη ἐκστρατεία κατά τῶν Περσῶν.

 Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)
 σελ.73-76
Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ἔκδοση Δ΄
Ἀποστολική διακονία
29 Ὀκτωβρίου 2013

Ὁ φόβος τῆς Ἱερωσύνης καί ἡ ὑπακοή στό θεῖο θέλημα (Μέρος Β'). Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Ὁ φόβος τῆς Ἱερωσύνης καί ἡ ὑπακοή στό θεῖο θέλημα (Μέρος Β'). Γρηγόριος ὁ Θεολόγος


Ὁ φόβος τῆς Ἱερωσύνης καί ἡ ὑπακοή στό θεῖο θέλημα (Μέρος Β') 
Ὁ πληγωμένος Ἀετός. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Διαισθάνθηκε ὁ Γρηγόριος τήν ἔκπληξη τῶν ναζιανζηνῶν καί κοντοστάθηκε.  Νά πάρουνε ἀνάσα, νά χωνέψουνε τά φοβερά πού τούς εἶπε γιά τόν ἱερέα καί τήν ἱερωσύνη. Οἱ συμπατριῶτες του ὅμως δείχνανε ν’ ἀμφιβάλλουν:
-Καί λίγα σᾶς εἶπε. Μακάρι νά ’χει τή δύναμη νά σᾶς τά παραστήσω καθώς πρέπει. Ἀλλά γιατί με ρωτᾶνε; Δέ σκέπτεσθε τόν Παῦλο, τόν ἀπόστολο τῶν ἐθνῶν, πόσο φωτισμό δέχτηκε; Χίλιες ἀστραπές τόν τύφλωσαν γιά νά μεταβληθεῖ σέ Ἀπόστολο. 
Καί πόσο ἀσκήθηκε, πόσο προετοιμάστηκε γιά ν’ ἀρχίσει τό ἔργο του!
Γιά νά μιλήσει στούς χριστιανούς ζητοῦσε νά τόν καθοδηγήσει τό ἅγιο Πνεῦμα.  Γιά νά κηρύξει τό Εὐαγγέλιο διώχτηκε, ναυάγησε, κινδύνεψε, δάρθηκε, φυλακίστηκε, λιθοβολήθηκε, κακοπάθησε..... Ἤτανε πάντα πρόθυμος νά ὑποστεῖ τά πάντα χάριν τοῦ Χριστοῦ. Μέχρι πού ἔφτασε στό μαρτύριο.
Ὁ Θεός τόν στεφάνωσε..... Καί ὅσο ἐργαζότανε γιά τό Χριστό, εἶχε σύνεση, εἶχε ἀγάπη γιά τούς ἀνθρώπους, ἡ φροντίδα ὅλων τῶν Ἐκκλησιῶν τόν ἔλιωνε. Ἰδού τό πρότυπο τοῦ ἱερέα.  Τί ἄλλο νά σᾶς εἰπῶ.... Ὁ Παῦλος κήρυττε τήν ὀρθή πίστη, τήν ὁποία ἔμαθε καλά ἀπό τούς μαθητές τοῦ Κυρίου.

Καί ὁ ἱερέας πρέπει νά σπουδάζει τήν ὀρθή πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀπό τίς αἱρέσεις μακριά. Ὅσοι τίς κηρύττουν εἶναι ἀκάθαρτοι.
  Καί τό Θεό, πού εἶναι κατεξοχήν καθαρός, μπορεῖ νά τόν πλησιάσει μόνο ἄνθρωπος καθαρός στό φρόνημα, στήν πίστη δηλαδή.  Καί καθαρός στήν ψυχή, δηλαδή ἀπαλλαγμένος ἀπό τά πάθη καί τίς ἁμαρτίες.
Ξαφνικά, στή μυσταγωγική σιωπή μιά φωνή τόν διακόπτει:
-Γύρω μας, Γρηγόριε, χαλάει ὁ κόσμος ἀπό διδασκαλίες. Ὅλοι ἐμφανίζονται γιά σπουδαῖοι καί ὀρθόδοξοι δάσκαλοι....
-Δυστυχῶς αὐτό συμβαίνει κι ἀλλοίμονο στά μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Πρέπει νά ξέρετε ὅμως ὅτι ἀληθινοί καί ὀρθόδοξοι δάσκαλοι εἶναι αὐτοί πού πρῶτα πασχίζουν νά καθαρθοῦν, νά φωτιστοῦν, νά σπουδάσουν, νά πλησιάσουν τό Θεό, ν’ ἁγιαστοῦν.
Αὐτοί, ἔπειτα ζητοῦν νά καθαρίσουν ἄλλους, νά διδάξουν, νά φωτίσουν, ν’ ἁγιάσουν, νά ἑνώσουν ἄλλους μέ τό Θεό. Οἱ δάσκαλοι πού ἀκολουθοῦνε τήν ἱερή αὐτή τακτική μποροῦνε νά θεολογοῦν ὀρθόδοξα. Καί γιά νά μή σᾶς λέω πολλά, βάλτε καλά στό νοῦ σας αὐτά τά λίγα γιά τήν πίστη: Ἡ φύση τοῦ Πατέρα καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Πνεύματος δέν χωρίζεται εἶναι μία. Ὅμως δέν ταυτίζονται τά τρία πρόσωπα, ὅπως ὑποστήριξε ὁ Σαβέλλιος.
Ἀποτελοῦν τρεῖς ὑποστάσεις ἰδιαίτερες, πού ἡ κάθε μιά τους ἔχει τή δική της ἀποκλειστική ἰδιότητα. Ὁ Πατέρας εἶναι ἀγέννητος, ὁ Υἱός γεννητός, τό Πνεῦμα πρόοδος (§38 τοῦ Β΄Λόγου). Βλέπετε πόσο ἁπλά εἶναι τά πράγματα, ὅταν ἀκολουθοῦμε τόν τρόπο, πού ἔδρασε καί φανερώθηκε ὁ Θεός στόν κόσμο γιά τή σωτηρία μας;
Μέ τίς θεολογικές αὐτές διευκρινίσεις ἔχουμε βαθιά τομή στή θεολογία τῆς Ἐκκλησίας.  Πρώτη φορά ἔγινε λόγος μέ τόση σαφήνεια γιά τρεῖς ὑποστάσεις, τίς ὁποῖες τίς διακρίνουμε ἕνεκα τῶν τριῶν ἰδιαιτέρων καί ἀποκλειστικῶν τους ἰδιοτήτων.
-Νά, Γρηγόριε, πόσο καλά μᾶς τάς ἐξηγεῖς!  Καί φοβᾶσαι πώς δέ θά τά καταφέρεις.  Καί τό ’βαλες στά πόδια γιά τό ἀσκητήριο τοῦ φίλου σου Βασιλείου...
-Μακάρι, ἀδελφοί μου, να ’ταν ἔτσι. Ἐγώ τό ξέρω καλύτερα πόσο ἀδύνατος εἶμαι γιά τήν ἱερωρύνη καί τή θεολογία.  Αἰσθάνομαι σά νά πηγαίνω σέ γάμο χωρίς καλά ροῦχα.  Καί κινδυνεύω νά μέ διώξουν ἀπό τό γάμο. Γι’ αὐτό πρόλαβα κι ἔφυγα μόνος, τότε πού μέ χειροτόνησαν.
-Καί τά λές ἐσύ Γρηγόριε, πού ἔγινες σοφός, πού ἀνατράφηκες ἀπό εὐσεβεῖς γονεῖς, ἀπό ἐπίσκοπο πατέρα καί ἅγια μητέρα ....;
-Ὄχι μόνο αὐτό ἀγαπητοί μου.  Δέν ἀντράφηκα μόνο ἀπό ἅγιους γονεῖς. Ἡ μητέρα μέ ἀφιέρωσε στό Θεό πρίν ἀκόμα γεννηθῶ.  Μετά καί γώ ὁ ἴδιος, ὅταν πιά μεγάλωσα, ὑποσχέθηκα στό Θεό πώς θά τοῦ ἀφιερωθῶ.  Μ’ ὅλα ταῦτα ὅμως δέν παύει ἡ ἱερωσύνη νά εἶναι μεγάλο καί δυσβάσταχτο λειτούργημα!
-Δέ λέμε, Γρηγόριε, πώς εἶναι ὅλα εὔκολα.  Μά ἐσύ ἔχεις ἀπ’ ὅλους τά πιό πολλά προσόντα.  Ποιός θά τά βγάλει πέρα μέ τή νέα συμφορά μας; Νέος εἰδωλολάτρης καί νέος διώκτης ὁ νέος αὐτοκράτορας, ὁ Ἰουλιανός. Ἐδῶ καί λίγους μῆνες ἔγινε αὐτοκράτορας καί ἀναστάτωσε τήν Ἐκκλησία!  Δέν τά βλέπεις αὐτάς;
-Δέν εἶναι αὐτό πού μέ φοβίζει, ἀγαπητοί μου. Ὁ Ἰουλιανός εἶναι τό νέο θηρίο, βέβαια.  Δυνατός αὐτοκράτορας. Ἀποφασισμένος νά μᾶς πολεμήσει.  Μᾶς ἀπειλεῖ μέ ξίφη, μέ διωγμούς.... Θέλει νά μᾶς πετάξει στόν γκρεμό καί στό βάραθρο.  Μά θά τόν πολεμήσω.  Δέν τόν φοβᾶμαι. Εἶναι ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία καί τόν βλέπω καθαρά. Ἐχθρό ἐξωτερικό δέν τόν φοβᾶμαι. Γι’ αὐτόν ἔχω ἕνα ὅπλο φοβερό: τήν ἀπόφαση νά πεθάνω γιά τήν πίστη μου. Θά πολεμήσω τόν Ἰουλιανό μέ τό μαρτύριό μου καί ἡ Ἐκκλησία θά νικήσει.
-Τότε τί σέ φοβίζει, εὐλογημένε;
-Ὁ δικός μας πόλεμος. Οἱ ἐχθροί πού ὑπάρχουν μέσα στήν Ἐκκλησία. Πού δέν τούς βλέπεις.  Πού μοιάζουν φίλοι καί ὀρθόδοξοι, ἀλλά διαιροῦνε τήν Ἐκκλησία, τήν ταπεινώνουνε καί νοθεύουνε τή διδασκαλία της. Γι’ αὐτό τόν πόλεμο δέν ἔχω τόλμη.  Νιώθω μικρός. Βάλε καί τά πάθη μου, τίς προσωπικές μου ἀδυναμίες καί ἁμαρτίες..... Αὐτά φοβᾶμαι τρέμω.
Ὅλους τώρα τούς ἀποστόμωσε. Οἱ φωνές μείνανε ἀμήχανες. Ὁ Γρηγόριος ἀνάσανε λίγο καί θέλει νά δώσει τή λύση. Νά πεῖ τόν τελευταῖο λόγο τῆς ἐπιστροφῆς του. Πῶς ἀποφάσισε τελικά νά γυρίσει στή Ναζιανζό:
-Ἐλᾶτε, ἀδέρφια μου. Νά σᾶς πῶ τόν ἔσχατο λόγο μου. Γυρίζω. Ἔρχομαι κοντά σας. Θά μείνω μαζί σας. Καί νά γιατί, παρ’ ὅλα ὅσα σᾶς ἀνάλυσα. Σᾶς ἀγαπῶ, ἀδέρφια μου. Θέλω νά σᾶς βοηθήσω. Ὅπως θέλω νά βοηθήσω καί τούς γέροντες γονεῖς μου.
Κι ἀκόμα περισσότερο, ὀφείλω νά κάνω ὑποκοή. Ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τό θέλημα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι θεῖο θέλημα. Ἡ Ἐκκλησία μέ θέλει λειτουργό καί θεολόγο της. Σκύβω τό κεφάλι. Ὅσο καί νά βλέπω τήν ἀδυναμία μου γιά τό λειτούργημα πού μοῦ ἀναθέτει, δέν πρέπει ν’ ἀρνηθῶ.
Ἄς γίνω ἐγώ τό θύμα. Πρώτη ἀρετή εἶναι ἡ ὑπακοή. Ἀπό δέος σιώπησα. Τώρα πιά θά μιλάω, θά κηρύττω, θά θεολογῶ. Νικήθηκα ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί θά ὑπακούσω. Μέ νίκησε ἡ ἀγάπη κι ἔρχομαι κοντά σας.
Ἐπιτέλους τά εἶπε ὅλα. Ἐξήγησε τόν ἑαυτό του κι ἔνιωσε ἀνάλαφρος. Ἀφέθηκε γιά λίγο νά ξαπλώσει στήν κουρελοῦ πού ἔβαζε στό ἔδαφος νά κοιμᾶται.  Μέ πρώτη εὐκαιρία ξαναδιάβασε τήν ἀπολογία του αὐτή.  Παραμονές τοῦ Πάσχα, λίγες μέρες πρίν τή Μεγάλη Ἑβδομάδα, χαιρέτησε τόν ἀδελφικό του φίλο Βασίλειο καί πῆρε τό δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς. Ἡ ἔνταση, πού λίγο πρίν εἶχε σ’ ὅλο τό εἶναι του , ἔφυγε.
Οἱ δύο ἀσκητές ἔζησαν τόσες ἐμπειρίες πνευματικές, πού θά τούς τρέφουν σέ ὅλη τή ζωή τους. Στούς μῆνες αὐτούς φανερώθηκαν τά πρῶτα δείγματα τῆς μεγαλωσύνης τους. Ὅ,τι βλάστησε ἐδῶ, στό ἀσκητήριο τοῦ Ἴρη ποταμοῦ, θά τό αὐξήσουν ἐντυπωσιακά τά ἑπόμενα χρόνια. 
Τή μεγαλωσύνη τους τήν χρειαζότανε ἡ Ἐκκλησία πολύ, μιά καί ὁ στῦλος τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ μέγας μαχητής Ἀθανάσιος, ἄρχισε νά κουράζεται. Ἀπό τό 365, καί μάλιστα ἀπό το 370, φαινότανε καθαρά πώς ὁ Ἀθανάσιος βιαζότανε νά παραδώσει τή σκυτάλη.  Χρειαζόταν, λοιπόν, μεγάλοι θεολόγοι, ἀντάξιοι τοῦ Ἀθανασίου.  Καί αὐτοί θά εἶναι ὁ Βασίλειος μέ τόν Γρηγόριο.

 Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)
 σελ.67-73
Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ἔκδοση Δ΄
Ἀποστολική διακονία
4 Σεπτεμβρίου 2013

Ἐξηγεῖ, θεολογεῖ καί ἀποτρέπει τό σχίσμα. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Ἐξηγεῖ, θεολογεῖ καί ἀποτρέπει τό σχίσμα. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Ἐξηγεῖ, θεολογεῖ καί ἀποτρέπει τό σχίσμα
Ὁ πληγωμένος Ἀετός. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Μετά τό Πάσχα του 362 ὅλες οἱ ποιμαντικές φροντίδες καί τό κήρυγμα ἤτανε στά χέρια τοῦ Γρηγορίου. Ὁ πατέρας του, ὄχι μόνο εἶχε πολύ γεράσει, ἀλλά καί εἶχε κάπως παραμεριστεῖ ἀπό τούς πιό αὐστηρούς ὀρθοδόξους.  Μιά ὁμάδα μοναχῶν διέδιδε ὅτι ὁ γερο-Γρηγόριος ὁ ἐπίσκοπος δέν ἤτανε πιά ὀθρόδοξος.
Δέν φτάναντε οἱ τόσε στενοχώριες, ἦρθε κι αὐτό. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὁ γερο- Γρηγόριος, καί ὁ γερο- Διάνιος Καισαρείας, τέλος 361 ἤ ἄρχές 362, ὑπογράψανε ἕνα κείμενο -ὁμολογία πίστης- πού δέν ἦταν καθαρά ὀρθόδοξο.
Αὐτό δηλαδή δέν  ἔλεγε ὅτι ὁ Υἱός εἶναι ὁμοούσιος πρός τόν Πατέρα.
Ἔλεγε μόνο ὅτι ὁ Υἱός εἶναι ὅμοιος πρός τόν Πατέρα κατά τήν οὐσία.  Τή διατύπωση αὐτή τήν ἑρμήνευαν κακόδοξα. Ἄλλο τό νά ἔχει οὐσία ὅμοια (= ὁμοιούσιος ὁ Υἱός) καί ἄλλο νά ἔχει τήν ἴδια ἀκριβῶς οὐσία (=ὁμοούσιος ὁ Υἱός).
Ὁ γερο- Γρηγόριος ὑπέγραψε χωρίς νά καταλάβει τή λεπτή μά οὐσιώδη αὐτή διαφορά, νομίζοντας μάλιστα ὅτι ἔτσι βοηθάει στήν εἰρήνευση τῆς Ἐκκλησίας.
Ἦρθε ὅμως τό ἀντίθετο. Δημιουργήθηκε στή Ναζιανζό ἀναταραχή, μικρό σχίσμα.  Διαδηλώσεις, διαμαρτυρίες, ἀπειλές γιά νέα Ἐκκλησία. Εὐτυχῶς, ὅταν τά πράγματα φτάσανε σ’ ἐπικίνδυνο σημεῖο, ἔδρασε ὁ Γρηγόριος.
Ἔτρεξε, μίλησε κι ἐξήγησε πρός ὅλες τίς κατευθύνσεις.  Τόνισε ὅτι ὁ γερο-ἐπίσκοπος ἤτανε καί εἶναι ἀπόλυτα ὀρθόδοξος. Ἁπλῶς, παρασύρθηκε ἀπό ἀφέλεια καί ὑπέγραψε. Ὑπογράμμισε πρός ὅλες τίς κατευθύνσεις ποία εἶναι ἡ ὀρθόδοξη πίστη.
Ἄλλωστε, γιά τούν ναζιανζηνούς, εἶχε ἐξηγήσει ὁ Γρηγόριος ποιά εἶναι ἡ ὀρθή πίστη στό Λόγο του Β΄ (Περί Ἱερωσύνης).  Δέν τούς εἶπε μόνο γιά τήν ἴδια τήν οὐσία Υἱοῦ καί Πατέρα.  Τούς ἀνέλυσε ἀκόμη, γιατί ὁ Πατέρας, ὁ Υἱός καί τό ἅγιο Πνεῦμα εἶναι τρεῖς ὑποστάσεις ξεχωριστές, πού ὅμως ἀποτελοῦν μία θεότητα.  Τό σημεῖο αὐτό τῆς θεολογίας εἶναι πολυσήμαντο.
Γιά πρώτη φορά στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας γίνεται τόσο σαφής λόγος γιά τρεῖς ὑποστάσεις, πού ἔχουν μία θεότητα. Εἶναι ἡ πρώτη ἀπό τίς μεγάλες θεολογικές ἀστραπές τοῦ Γρηγορίου, πού μιλοῦσε γιά τήν ἁγία Τριάδα μέ τό φωτισμό τοῦ ἁγίου Πνεύματος.  Λίγο ἀργότερα ὁ Βασίλειος θ’ ἀναπτύξει περισσότερο τήν ἱερή αὐτή ἀλήθεια, πού θά γίνει βάση τῆς ὅλης θεολογίας μας.
Τό σχίσμα ἀποσοβήθηκε. Οἱ πιστοί εἰρήνεψαν. Ὁ Γρηγόριος ἐνώπιων ὅλων ἐκφώνησε θαυμάσιο λόγο καί γιορτάσανε ἀναστάσιμη χαρά τή συμφιλίωση.

 Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)
 σελ.76-77
Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ἔκδοση Δ΄
Ἀποστολική διακονία

Παρόν καί στά προβλήματα τῆς Καισάρειας. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Παρόν καί στά προβλήματα τῆς Καισάρειας. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος


 Παρόν καί στά προβλήματα τῆς Καισάρειας
Ὁ πληγωμένος Ἀετός. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Στό μεταξύ καί ὁ Βασίλειος γίνεται ἱερέας.  Τό καλοκαίρι ἤ τό φθινόπωρο τοῦ 362. Τόν κάλεσε καί τόν χειροτόνησε ὁ νέος μητροπολίτης Καισαρείας, ὁ Εὐσέβιος. Ὁ Βασίλειος ἄρχισε ἀμέσως μιά ἐκπληκτική ἐκκλησιαστική δράση. Τό ἔργο του καρποφόρησε γρήγορα.
Ὅλοι ἐκπλαγήκανε κι ὅλοι τόν θαυμάζανε. Γι’ αὐτό καί ὅλοι προσέχανε τό Βασίλειο. Αὐτό δέν τό ἄντεξε ὁ Εὐσέβιος καί τοῦ ἔδειξε δυσμένεια. Ὁ λαός, ὅταν κατάλαβε, στάθηκε στό πλευρό τοῦ Βασιλείου.
Τόν προσκαλοῦσε νά γίνει αὐτός ἀρχηγός κι ἔπειτα ἐπίσκοπος. Νά κάνει δική του Ἐκκλησία. Κίνδυνος, λοιπόν, νά διαιρεθεῖ ἡ Ἐκκησία. Ὁ Βασίλειος ἦταν σαστισμένος καί στενοχωρημένος. Τή δύσκολη τούτη ὥρα ἔφτασε ὁ Γρηγόριος.
 Εἶδε, μέτρησε, κατάλαβε τόν κίνδυνο, ἀποφάσισε:
-Βασίλειε, ἀμέσως.  Τώρα καί πρίν ξημερώσει, θά φύγουμε μαζύ ἀπό τό πίσω μικρό πορτάκι γιά τόν Ἴρη ποταμό. Τό ἀσκητήριο σέ περιμένει.... Γιά ὄνομα τοῦ Θεοῦ... Δέν πρέπει ἐμεῖς νά γίνουμε αἰτία νά διαιρεθεῖ ἡ Ἐκκλησία. Γιά τίποτα! Ἔχει δέν ἔχεις δίκαιο... Καί βέβαια ἔχεις.... Θά φύγουμε ὅμως ἀμέσως κι ἔχει ὁ Θεός... Ἀπ’ ἔξω εἶναι μαζεμένοι κι ἕτοιμοι γιά σχίσμα.  Πρέπει νά προλάβουμε.
Ὁ Βασίλειος τόν ἄκουσε καί φύγανε ἀπό τήν Καισάρεια.  Νύχτα.  Νά μήν τούς ἰδοῦν οἱ θερμοί θαυμαστές τοῦ Βασιλείου.
Στέκονταν μπροστά στό σπίτι κι ἦταν ἕτοιμοι νά βγοῦν στούς δρόμους γιά συλλαλητήριο.  Σκοπεύανε νά προβάλλουν μέ τή βία τό Βασίλειο καί νά διώξουν κακήν κακῶς τόν Εὐσέβιο.
Ὁ Θεός ὅμως χρειαζότανε τό Βασίλειο γιά δράση καί διακονία. Τά πολιτικοεκκλησιαστικά γεγονότα σέ λίγο πήρανε ἀπότομη καί δυσάρεστη τροπή.  Στίς 26 Ἰουλίου τοῦ 363, ὁ Ἰουλιανός, πού θά ξεθεμελίωνε τό χριστανισμό, πέθανε. Ἕνα τραῦμα ἀπό δόρυ περσικό τόν ὁδήγησε στό θάνατο. Σύντομα τόν διαδέχτηκε στό θρόνο ἕνας γερο-στρατηγός.
Ὁ Ἰοβιανός. Καλόκαρδος, καλοφαγάς. Συμπαθοῦσε τούς ὀρθοδόξους καί ἀμέσως τούς βοήθησε.  Πέθανε ὅμως πολύ γρήγορα, στίς 17 Φεβρουαρίου τοῦ 364. Ἀμέσως τόν διαδέχτηκε στό θρόνο τῆς ἀνατολικῆς αὐτοκρατορίας ὁ Οὐάλης. Ἰσχυρός ἄνδρας μέ ἀρειανικό φρόνημα. Οἱ ὀρθόδοξοι ἔπαθαν ἀπ’ αὐτόν χειρότερα ἀπ’ ὅσα ἔπαθαν ἀπό τόν Ἰουλιανό.
Ὁ Οὐάλης καταδίωκε, καταπίεζε κι ἐξόριζε τούς ὀρθοδόξους, πού δέν ὑποκύπτανε στήν ἀρειανική κακοδοξία. Ἔτσι κατάφερε νά ὑποτάξει στήν Ἀνατολή σχεδόν ὅλες τοπικές ἐκκλησίες. Ἔμεναν μερικοί στήν Ἀλεξάνδρεια, μέ τό Μέγα Ἀθανάσιο, καί στήν Καππαδοκία. Ἔβαλε πρῶτα στόχο τήν Καππαδοκία. Ἐκεῖ, τόν πληροφόρησαν ὅτι ἐργάζονταν δυό νέοι σπουδαῖοι θεολόγοι, ὁ Γρηγόριος καί ὁ Βασίλειος.
Ὁ Γρηγόριος, μάλιστα, τότε μόλις τελείωσε δυό ἀντιρρητικές του πραγματεῖες κατά τοῦ Ἰουλιανοῦ (οἱ Λόγοι Δ΄ καί Ε΄). Μαστίγωνε τόν αὐτοκράτορα καί τόν παρουσίαζε στερημένο ἐπιχειρημάτων, προσόντων καί ἱκανοτήτων. Ὁ Λόγος του ὀργανώθηκε μέ ὅλους τούς ρητορικούς κανόνες. Ἔχει πολλές ὑπερβολές καί σκοπός του ἦταν νά δείξει ἀπολογητικά στούς χριστιανούς ὅτι ὅποιος ἐναντιώνεται στήν Ἐκκλησία εἶναι ἀντίχριστος πού δέν ἔχει ἐλπίδα ἐπιτυχίας.
Καθώς εἴπαμε ὅμως, ἀπό τίς ἀρχές τοῦ 364, ἐμφανίστηκε νέα λαίλαπα. Τώρα, ὄχι γιά ὅλους τούς χριστιανούς. Γιά τούς ἀληθινούς μόνο, γιά τούς ὀρθοδόξους. Ὁ Οὐάλης καί οἱ ἀρειανόφρονες αὐλικοί του στραφήκανε πρός τήν Καππαδοκία.  Μέ καλοπληρωμένους ὀπαδούς ἀναστατώσανε τήν πρωτεύουσα. Τήν Καισάρεια, πού δέν εἶχε σπουδαῖο κήρυκα τοῦ θείου λόγου. Τότε συνειδητοποίησε ὁ Εὐσέβιος τό μεγάλο κενό πού ἄφησε ὁ Βασίλειος. Οἱ πιστοί χρειάζονταν λόγο δυνατό γιά νά στηριχτοῦν στήν ὀρθόδοξη πίστη καί νά ἐνθαρρυνθοῦν στήν ἀντίσταση κατά τῶν κακοδόξων ἀρειανῶν. Ὁ Εὐσέβιος ὅμως, πού ἦταν στά διοικητικά ἔμπειρος καί παρέμενε ὀρθόδοξος, στά θεολογικά εἶχε ἀθεράπευτη ἀδυναμία.
Καί ἡ κατάσταση γύρω του χειροτέρευε ἀπό μέρα σέ μέρα.  Γινόταν ἀπελπιστική γιά τούς ὀρθοδόξους. Τότε σκέφτηκε τό Γρηγόριο, πού συχνά ἐρχότανε στήν Καισάρεια. Τοῦ ’γραψε καί τοῦ παράγγειλε νά σπεύσει στήν Καισάρεια, ν’ ἀναλάβει τή διδασκαλία, τόν ἀγώνα κατά τοῦ ἀρειανισμοῦ. Ὁ Γρηγόριος ἀπάντησε γρήγορα. Εὐχαρίστησε, ἀλλ’ ἀρνήθηκε. Σχεδόν ἐπιτίμησε τόν Εὐσέβιο, πού εἶχε προσβάλει ἄλλοτε τό Βασίλειο.  Στήν συνεχή ἐπιμονή τοῦ Εὐσεβίου, ἀπάντησε πάλι, ὑποδεικνύοντας γιά τή θέση καί τό ἔργο αὐτό τό Βασίλειο. Μόνο αὐτός θά μποροῦσε νά φέρει σέ πέρας τό δύσκολο αὐτό ἔργο. Ταξίδεψε μάλιστα καί στήν Καισάρεια. Μίλησε προσωπικά μέ τόν Εὐσέβιο καί τοῦ ἐξήγησε:
-Ἄν θέλεις μάλιστα, θά πάω μόνος μου στό Βασίλειο.  Βρίσκεται σ’ ἕνα μικρό ἀσκητήριο, δίπλα στόν Ἴρη ποταμό. Ζεῖ ἀσκητεύοντας, διαβάζοντας, γράφοντας καί συμβουλεύοντας ὅσους τόν ἐπισκέπτονται.
Ὁ Εὐσέβιος, λίγο ἀπό ἀνάγκη, λίγο ἀπό σύνεση καί μεταμέλεια, συμφώνησε. Τότε ὁ Γρηγόριος ἔγραψε γράμμα στό Βασίλειο, τοῦ εἶπε τά καθέκαστα. Καί σέ λίγες μέρες ἔφυγε κι ὁ ἴδιος γιά τό ἀσκητήριο. Ἐκεῖ ἔπεισε τό Βασίλειο. Τόν πῆρε καί γυρίσανε μαζύ στή Καισάρεια. Τόν ὁδήγησε στόν Εὐσέβιο.  Δόθηκαν ἐξηγήσεις. Τά παλιά λησμονήθηκαν.  Ζητήθηκε συγχώρηση... ἀσπασμοί,... Καινούργια ἐποχή γιά τήν Καισάρεια, τήν Καππαδοκία, τήν Ἐκκλησία ὁλόκληρη. Πρός τό τέλος τοῦ 364 ὁ Βασίλειος ἀνέλαβε ἀμέσως δράση στήν Καισάρεια. Ὁ Γρηγόριος εὐχαριστημένος, ἀλαφρωμένος, γύρισε στή Ναζιανζό. Στό μικρό ποίμνιο καί τούς γέρους γονεῖς του.

Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)
 σελ.77-80
Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ἔκδοση Δ΄
Ἀποστολική διακονία
13 Νοεμβρίου 2013

Γράφει, ἀλλά περιμένει τή μεγάλη του ὥρα. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Γράφει, ἀλλά περιμένει τή μεγάλη του ὥρα. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος


Γράφει, ἀλλά περιμένει τή μεγάλη του ὥρα
Ὁ πληγωμένος Ἀετός. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Ἀπό τό 364 μέχρι τό 370, πού ὁ Βασίλειος ἔγινε μητροπολίτης Καισαρείας, ὁ Γρηγόριος ἀνέπτυξε δράση ἐξαιρετική. Πέρασε ἡμέρες δύσκολες καί εὐχάριστες μαζύ. Ἀπογοητεύσεις καί πνευματικές ἱκανοποιήσεις. Ἐργαζόταν κι ἔγραφε γιά τούς λίγους ναζιανζηνούς. 
Πάντα ὅμως εἶχε στό νοῦ του ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία. Τά κείμενά του γράφονταν γιά τήν οἰκουμένη ὁλόκληρη. Καί γιά τήν ἱστορία ὁλόκληρη. Δέν εἶχε τήν ἔπαρση πού δίνει στό συγγραφέα ἡ μεγαλωσύνη τοῦ κειμένου του. Ἤθελε ὅμως καί περίμενε τά κείμενά του νά διαβαστοῦν ἀπό εὐρύτερο κοινό. 
Καί αὐτό ἔγινε στό μεγαλύτερο δυνατό βαθμό. Οἱ Λόγοι του εἶναι ποσοτικά λιγότεροι ἀπό τά κείμενα ὁποιουδήποτε ἄλλου σπουδαίου πατέρα καί διδασκάλου τῆς Ἐκκλησίας. Καί ὅμως οἱ Λόγοι αὐτοί διαβάστηκαν περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο θεολογικό κείμενο. Καί ὄχι μόνο αὐτό. 
Κανένας μεταγενέστερος θεολόγος δέν διανοεῖται ν’ ἀσχοληθεῖ σοβαρά μέ τριαδολογία ἤ χριστολογία, χωρίς νά μελετήσει προσεκτικά τά κείμενα τοῦ Γρηγορίου καί νά τά υἱοθετήσει.
Παράλληλα ταξίδεψε πολύ σέ μικρές καί μεγάλες πόλεις, γιά νά ἐνισχύσει τούς ὀρθοδόξους. Κρατοῦσε ἀλληλογραφία μέ πολλά ἐκκλησιαστικά πρόσωπα καί μέ ἀνώτερους κρατικούς ὑπαλλήλους.
Οἱ τελευταῖοι μποροῦσε νά ἦταν κι ἐθνικοί, ὅπως ὁ Κανδιδιανός.
Ἀπό αὐτούς ζητοῦσε νά βοηθήσουν ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας ἤ τήν ἴδια τήν Ἐκκλησία.
Προπαντός ταξίδευε συχνά στήν Καισάρεια. Ἐκεῖ παραστεκότανε στό Βασίλειο, πού εἶχε βάλει σ’ ἐνέργεια πολύπλευρο ἔργο. Καί ὁ Βασίλειος αἰσθανόταν ἰδιαίτερη ἀνακούφιση μόλις τόν ἔβλεπε. 
Περνοῦσαν ἡμέρες καί νύχτες πνευματικῆς εὐφροσύνης. Αὐστηροί ἀσκητές καί οἱ δύο, τρώγανε συνήθως μόνο χόρτα. Κοιμόντουσαν ἐλάχιστα καί τήν ὑπόλοιπη νύχτα προσεύχονταν καί συζητοῦσαν τά θεολογικά προβλήματα, πού ὅλο καί φούντωναν. Ὁ Βασίλειος μιλοῦσε περισσότερο.
Ἄλλωστε εἶχε ἤδη δώσει τό μεγάλο του θεολογικό στίγμα. Εἶχε γράψει τό 364, στό ἀσκητήριο, τό περίφημο ἔργο του «Κατά Εὐνομίου».  Σ’ αὐτό στηρίχτηκε ἡ θεολογία τῶν Καππαδοκῶν καί τῆς Ἐκκλησίας ὁλόκληρης.
Ὁ Βασίλειος, πιό ἀποφαστιστικός, ἐκφραζότανε κι ἐνεργοῦσε πρῶτος. Λές καί ἤξερε ὅτι θά πέθαινε καί πρῶτος, ἔντεκα χρόνια πρίν ἀπό τό Γρηγόριο, στίς τελευταῖες ἡμέρες τοῦ 378.
Σέ ἡλικία 49 περίπου ἐτῶν. Ὁ Γρηγόριος εἶχε μέσα του μιά ἀνασταλτικότητα. Ἤξερε νά περιμένει, ὅταν ἐπρόκειτο νά δράσει. Δέ βιαζότανε καθόλου νά κάνει θεολογία. Ἡ μεγάλη του ὥρα θά ἐρχότανε ἀργότερα. Ξέσπαγε ὅμως μέ ποιήματα. Σ’ αὐτά φανέρωνε ὅλα τά σκιρτήματα τῆς εὐγενικῆς καί πολύβαθης ψυχῆς του. Τό ἴδιο ἀλλά σέ μικρότερο βαθμο, ἔκανε καί μέ τίς ἐπιστολές του.

Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)
 σελ.80-81
Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ἔκδοση Δ΄
Ἀποστολική διακονία

Πεθαίνουν τ’ ἀδέρφια του. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Πεθαίνουν τ’ ἀδέρφια του. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος


Πεθαίνουν τ’ ἀδέρφια του
Ὁ πληγωμένος Ἀετός. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Ἡ χρονιά τοῦ 368 πότισε μέ πολλή δοκιμασία τόν Γρηγόριο. Ἕνεκα τοῦ Καισαρίου. Ὁ ἀγαπημένος του ἀδερφός εἶχε ἀπό τό 364 γυρίσει στήν Κωνσταντινούπολη.  Τιμές, δόξες, χρήματα κι ἀξιώματα του προσφέρθηκαν ἄφθονα.
Μέσα τους καί τό ἀγκάθι. Ὅλ’ αὐτά γίνανε μέ αὐτοκράτορα τόν Οὐάλη, ἕναν φοβερό διώκτη τῶν ὀρθοδόξων.  Τέλος πάντων, τά πράγματα πορεύονταν.
Τό 368, ἄγνωστο πῶς, ὁ Καισάριος εἶχε τήν εὐθύνη τοῦ δημοσίου ταμείου στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας.  Τότε, καταστρεπτικός σεισμός ἀφάνισε τήν πόλη καί δέ θαφτήκανε λίγοι στά ἐρείπιά της. Σ’ αὐτούς πού σώθηκαν καί ὁ Καισάριος.
Μέρος τῶν ἀγαθῶν του χάθηκε.  Ἔμεινε ὅμως ἀκόμη στή κατοχή του τεράστια περιουσία. Ὑποστατικά, δοῦλοι, ἔπιπλα, χρήματα, κτήματα.... Κι ἐνῶ γλίτωσε ἀπό τό σεισμό, ἀρρώστησε βαριά.  Στή διάρκεια τῆς ἀρρώστιας μοίρασε ἀρκετά χρήματα καί ἀκίνητα σέ φτωχούς καί δούλους του.  Παράγγειλε στό Γρηγόριο πῶς τέλειωσες ὁριστικά τίς κοσμικές ἀσχολήσεις του. Θά τ’ ἄφηνε ὅλα. Θά γύριζε στή Ναζιανζό κι ἐπιτέλους θ’ ἀφιερωνότανε στή διακονία τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ Θεός ὄμως εἶχε ἀλλῶς ἀποφασίσει.
Ὁ Καισάριος πέθανε. Οἱ γονεῖς καί ὁ Γρηγόριος τόν θρήνησαν. Τόν ἔθαψαν στόν τάφο, πού εἶχε ἀνοιχτεῖ γιά τούς γονεῖς.
Ὁ Γρηγόριος τοῦ ’γραψε στίχους πολλούς.  Τοῦ ἐκφώνησε κι ἐπιτάφιο λόγο, γεμάτο ἀγάπη, θλίψη ἀλλά καί ὑπερηφάνεια γιά τόν μικρότερο καί πολυδοξασμένο ἀδερφό. Ἔτσι ὁ Καισάριος ἀπό τ’ ἀνάκτορα καί τήν ἐξουσία, στό χῶμα μέ φτωχικό σάβανο πού κι αὐτό θά λιώσει!
Ἡ θλίψη καί ἡ δοκιμασία ὅμως τοῦ Γρηγορίου δέν τέλειωσαν ἐδῶ.  Πήρανε τόν ἀνήφορο, διότι τώρα ἔπρεπε νά φροντίσει καί τά πολλά περιουσιακά στοιχεῖα τοῦ Καισάριου, πού πέθανε ἀνύπαντρος.  Δοῦλοι, γείτονες καί ἅρπαγες, πέσανε σέ χτήματα, ζῶα, ἔπιπλα καί ἀκριβό ρουχισμό. Ὁ Γρηγόριος ἔβλεπε καί δέν πίστευε στά μάτια του.
Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί πρωτύτερα τόν σέβονταν καί τόν τιμοῦσαν. Τώρα τόν κοιτάζανε μέ ἄγριο μάτι.  Τόν ποδοπατούσανε νά περάσουν  Νά κλέψουν ν’ ἀπαιτήσουν, νά καταστρέψουν.  Μία σύγκρουση χωρίς προηγούμενο.  Καί ἦταν ὑποχρεωμένος νά ἐπιβάλει τάξη καί δίκαιο ὁ πιό ἀκτάλληλος γιά τέτοια ἄνθρωπος, ὁ Γρηγόριος.
Πῆγε στή Νίκαια.  Κι ἀντί νά συμμαζέψει τήν κατάσταση, μάζεψε πικρία, προσβολές κι ἀπογοητεύσεις.  Σέ τέτοιες στιγμές ἐπιθύμησε βαθύτερα τό μεγαλεῖο τοῦ ἀναχωρητῆ.  Καταριότανε τίς κοσμικές φροντίδες.  Ζητοῦσε εὐκαιρία νά μείνει μόνος μέ τό Θεό.  Νά εἶναι πάντα μέ τό Θεό ἡ ψυχή του.  Νόμιζε ὅτι δέ θά ξαναβρεῖ ποτέ τή γαλήνη... Ἤλπιζε ὅμως ὅτι ὅταν οἱ γέροι γονεῖς κλείσουν τά μάτια, ἐκεῖνος θά φύγει νά μονάσει. Ἀλλά...
Τέλοσπάντων, ἔκανε ὅ,τι ἔκανε στή Νίκαια καί γύρισε στή Ναζιανζό, νά παρηγορηθεῖ στό ἀγαπημένο οἰκεῖο περιβάλλον του. Ἀλλά δέν πέρασαν ἕνα ἤ δύο χρόνια κι ἐφασε νέος θάνατος. Ἡ ἀδελφή του Γοργονία.
Τή θρήνησε, τήν ἔκλαψε.  Τῆς ἀφιέρωσε πολλούς στίχους κι ἕνα ἐπιτάφιο Λόγο. Ἡ Γοργονία λίγο μεγαλύτερή του στά χρόνια, ζοῦσε μέ παιδιά κι ἐγγόνια στή Λυκαονία, μᾶλλον στό Ἰκόνιο, παντρεμένη μέ τόν Ἀλυπιανό. Ἤτανε πλούσια, εὐγενική καί βοηθοῦσε τούς πτωχούς καί τούς ναούς.  Νήστευε, προσευχότανε πολύ, εἶχε δάκρυα μετανοίας.  Μέ λίγα λόγια ἤτανε πρότυπο χριστιανικῆς γυναίκας, πού πέθανε προσφέροντας ψαλμικούς στίχους.

Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)
 σελ.82-83
Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ἔκδοση Δ΄
Ἀποστολική διακονία
18 Νοεμβρίου 2013