Δευτέρα 12 Μαΐου 2014

Ιωάννης Θεολόγος - ο Υιός της Βροντής - Α

ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ – Ο ΥΙΟΣ ΤΗΣ ΒΡΟΝΤΗΣ – ΑΦΓΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΒΙΟΓΑΦΙΑ – ΣΩΤΟΥ ΧΟΝΔΡΟΠΟΥΛΟΥ
ΣΗΜΕΡΑ όπου καί έπιχειροϋμε νά σκιαγραφήσουμε μιά τρισμέγιστη προσωπικότητα της 'Ιστορίας - ταπεινή σάν ένα σπυρί σιτάρι - ζοΰμε σέ έποχή «φαρμακείας καί δηλητηριάσεως». Ό μϋθος τοϋ βασιλιά όπου ζήτησε άπό τόν μάγο νά τόν γεμίσει κτήματα, χρυσαφικά, τρόφιμα, ροϋχα, κοντολογής τοϋ πουλιού τό γάλα, δίχως νά σκεφθεΐ ότι γιά ένα άνώτερο δημιούργημα αύτά όλα άποτελοΰν έλάχιστο ποσοστό εύτυχίας (άφοϋ άκόμη καί τό ζώο μπουχτίζει), έφαρμόζεται στίς ημέρες μας, μέ τήν οδυνηρή συνέπεια ένός άνίατου άγχους. Μιάς μανίας αύ-τοκαταστροφής άνευ προηγουμένου. Ένός αιτήματος ύποδουλώσεως σέ δικτάτορες δολοφόνους, ανήθικους, άδίστακτους θεοποιημένους τυράννους.
Πώς καί γιατί μέσα σέ είκοσι αιώνες παραμερίστηκε, πώς λησμονήθηκε ή τραγική Θυσία της ένανθρω-πήσεως τοϋ προαιώνιου Λόγου καί τής άναρτήσεώς του στό έξαγοραστικό ξύλο; Είναι λοιπόν ή άθεΐα τρέλλα; Κατάντησε ό κόσμος άπέραντο τρελλοκομείο; Ναί, έτσι κατάντησε, άφοΰ ό Δημιουργός τού σύμπαντος έδώ καί δυό χιλιάδες χρόνια έδωσε άποστομωτική άπάντηση στό πνεϋμα τοϋ κακοϋ, ταυτόχρονα καί στους σοφούς τοΰ κόσμου. Όπως άναφέρει ό σοφός σύγχρονός μας Ρώσος Φλωρόφσκυ τό κακό ένώ τρέφεται, στηρίζοντας τήν ύπαρξή του, άπό τό χώμα της γλάστρας τοΰ δημιουργού Θεού, τού μόνου δημιουργού, ύφαρπάζει τό δημιούργημά του, τό λουλούδι του, καί τό ρίχνει σε τρομερή πτώση καί αύτοκαταστροφή. Σέ άνέκφραστη γελοιοποίηση. Τό φανερό ώστόσο πιά τούτο μυστικό έπεκτείνεται. Έχει τήν έξαίρεσή του. Ό ταπεινός όλων τών έποχών όπου ξέρει νά θάβει τό θέλημά του κάτω άπό τό θέλημα τού Θεού, ό «έγκαταλελειμμένος» στήν άκρη τών στεναγμών, κατέχει δίπλα του τήν παντοδυναμία. Γεμίζει τήν καρδιά τού Δυνατού μέ τέτοια συμπό-νοια ώστε τόν άναγκάζει νά τού προσφέρει άρρητα καί ύπερφυσικά. Νά έκτελεί κάθε είδους αίτημά του - έκτός βέβαια τών ψυχοφθόρων. Γιά όποιον ξέρει νά θάβει τό θέλημά του κάτω άπό τό θέλημα τοΰ Θεού δέν ύπάρχει άπογοήτευση. Ποτέ. Μπορεί λόγου χάρη ένα βασανισμένο σήμερα παιδάκι νά ψελλίσει τού άπειρου Θεού: «άνοιξέ μου αύτό τόν βράχο» καί εύθύς άμέσως νά τού έκτελεσθεϊ ή έπιθυμία. Όπως καί μιά βασανισμένη γεροντική ψυχή ή όποια υπομένει «έν όσιότητι», μπορεί μέ αίτημα γονάτων νά γιατρέψει τόν καρκίνο.
... Βασανισμένη έπειτα άπό μιά φοβερή δοκιμασία έξοντώσεως στή Ρώμη, γερασμένη στά μετέπειτα χρόνια ψυχή, «ζώσα έν στεναγμοϊς, έν υπομονή, πραότητι, ά-νοχη καί έν έξορία», ήταν ή προσωπικότητα: Εύαγγελιστής ’Ιωάννης.
Οί σημερινοί όλοι έμείς, τά άνθρωπάκια της τεχνοκρατίας, όπου σάν τό πολύχρωμο παγώνι στραφήκαμε στόν έγωκεντρικό ναρκισσισμό καί γεμίσαμε καί τό παραμικρό μας κύτταρο μέ τό ύπερδραστικό φαρμάκι της ύπερηφάνειας, είναι άδύνατο νά συναντηθούμε μέ τήν λαμπερή αύτή Μορφή της 'Ιστορίας. Σφιχταγκαλιάσαμε τό έφήμερο καί «κατέστημεν τυφλοί». Παρ’ όλα αύτά ή έλάχιστη εύσέβεια πού μάς άπομένει, μάς άναγκάζει νά στεκόμαστε καταμπροστά στήν όλόγλυκια μορφή του, μέ συντριβή καί δέος.


* * *
Τό Ιερό Εύαγγέλιο (Θεόπνευστη, άτράνταχτη Γραφή) μάς σκιαγραφεί σέ μερικά σημεία γιά τόν μικρότερο γιό τού Ζεβεδαίου, τόν έπιστήθιο φίλο τού «Υιού τού Θεού τού ζώντος». («Λαβών ούς προέκρινας τών Ιερών μαθητών, άνήλθες εις όρος καί μετεμορφώθης, έμπροσθεν αύτών, πρό τού τιμίου σταυρού σου καί τού πάθους»). Ένας «εκ τών
προκριθέντων» ήταν μαζί μέ τόν Ιάκωβο καί ό νεαρός τότε τήν ήλικία Ιωάννης. Πιστός άλλοτε, τοΰ Βαπτιστή. Καί συγκεκριμένα σάν φλογερός άνεμος, τίς πρώτες λαχτάρες τής νιότης, τίς έσπρωξε στήν έναγώνια πνευματική έκκρεμότητα. 05 νομοδιδάσκαλοι καί οί Φαρισαίοι «χτυπούσαν τύμπανα στήν μούχλα». "Αλλα έλεγαν, άλλα σκέπτονταν, άλλα σκάρωναν. Τίς πρώτες λοιπόν λαχτάρες έκεΐ, στό πνευματικό σταυροδρόμι. «Τό άείποτε άσπαΐρον». Ή καρδιά του μόλις άκουσε τήν λαλιά τού Προδρόμου πού διαλα-λούσε γιά μετάνοια, δηλαδή γιά άμεση άλλαγή νοοτροπίας καί ζωής, άνασκίρτησε. Προαισθάνθηκε φώς ρο-δαυγής. Καί μέ τήν όρμή τού νέου γιά ιδανικά, τού πήρε τό κατόπιν, τόν άκολούθησε. Έγινε μαθητής του. Όμως ό γιός τού Ζαχαρία, διαλεγμένος άπό καταβολής κόσμου στό κεφάλαιο τοΰ λυτρωμοΰ γιά Πρόδρομος, μιλοΰσε λίγο άργότερα γιά Κάποιον όπου άδυνατοΰσε νά σκύψει νά Λύσει «τούς ιμάντες ιών υποδημάτων του». Ύπόδειχνε στούς φίλους του νά προσέξουν Εκείνον. Κάποιον άλλο.
Τήν ζωή, τήν καθημερινότητα, τις σκέψεις, τις πράξεις, τίς έπιθυμίες, τό ιστορικό κάθε ψυχής άπό τήν υπεύθυνη ένηλικίωση ώσαμε τήν στερνή πνοή, ποιός τάχα συνάνθρωπος είναι σέ θέση νά γνωρίζει; Κανείς. Μονάχα ό Καρδιογνώστης. Οί βιογραφίες, όπως κι αύτή εδώ, στηρίζονται σέ γεγονότα καί «πανθομολο-γούμενες» πληροφορίες. Γιά όσες μορφές άφιερώθη-καν στό θέλημα τού Θεού. ’Αλλά καί σέ άδιαφιλονίκη-τα ύπερφυσικά σημεία. Όλες οί περίτεχνες άφηγήσεις, άποτελοΰν κομψοτεχνήματα ύφους, πληροφοριών, φαντασίας.
* * *
... Τό άτομο, ή μονάδα όπου μαγνητίζεται άπό τήν δόξα τού κόσμου καί άπό τήν έδώ χειροπιαστή λάμψη του, καί άναζητεΐ νά τά βολέψει όπως - όπως καί νά ολοκληρώσει τίς κατακτήσεις του, είναι άδύνατο νά κατανοήσει τήν θέληση καί τήν έντολή τού Θεού, τόν προορισμό του, τήν όντως εύτυχία του. Ή τραγωδία του ξεκινάει άπό τήν άπιστία. Κάπου - κάπου σωφρο-νεϊται, λαχταράει τά ύψηλά. Ρίχνει ματιές στήν άγία Γραφή καί παρατηρεί τά θαυμάσια τής Δημιουργίας. «Πρός στιγμήν» εκπλήσσεται, μαγνητίζεται, πέφτει σέ μελαγχολία. Συλλογιέται. 'Ύστερα όμως τόν ξανατρα-βάει τό χώμα. Έρχονται τά πετεινό τοΰ ούρανοΰ μέ τά φολιδωτά φτερά τής λογικής καί τού άρπάζουν, καταβροχθίζοντας τόν σπόρο. Πρέπει ό ταλαίπωρος νά περιμένει νά ξανάρθει έποχή (ή εύκαιρία ) σποράς. Καί πάλι άν τά καταφέρει νά ρίξει, νά άπαρνηθεΐ τόν έαυτό του. Τόν πιό φθονερό δηλαδή τής έπιτυχίας του καταστροφέα.
Έάν Λόγου χάρη ό Κύριος δεν ήταν «ό συνάναρχος Λόγος Πατρί καί Πνεύματι, ό τά σύμπαντα έν τη δρακί περιέχων», τό γεγονός της ένανθρωπήσεως θά χανόταν στά πλοκάμια τοϋ παμφάγου χρόνου. Θά τό έξαφάνιζαν τό ψέμα, τά έγκλήματα, θά τό καταχώνιαζε στήν άνελέητη άβυσσό της ή Ιστορία. Τό πλήρωμα όμως τοΰ χρόνου διαλέχτηκε σε έποχή όπου ή τεχνοκρατία μέ τά καταπληκτικά της έπιτεύγματα βαθειά κοιμότανε. «'Ύπνο βαθύ». Ή ναυσιπλοΐα; Στήν κατάσταση των ιστίων καί στήν διάθεση των άνέμων. Τά ταξίδια; Μικρές οδύσσειες. Κίνδυνοι καί ληστές σχεδόν σέ κάθε σταυροδρόμι. Σέ στεριές καί θάλασσες. Μήτε έφημερίδες, μήτε ραδιόφωνο, μήτε τηλεόραση, μήτε κάν ταχυδρομεία. Τό πλήρωμα τοϋ χρόνου όμως άκριβώς γι’ αύτό διαλέχτηκε σέ τέτοια έποχή. Γιά ν’ άποδεικνύεται τό μεγαλείο τής θεότητας. Πώς άπλώθηκε στόν σκληροτράχηλο κόσμο τό Φώς άπό τούς ταπεινούς καί καταφρονεμένους; Άπό τούς άσήμαντους, τούς κουρασμένους οδοιπόρους; Ό μαραγκός τής Ναζαρέτ, ή Κυρία Θεοτόκος, άγνωστη τότε σχεδόν σέ όλους, τά παιδιά τής Γαλιλαίας, οί Ρωμαίοι, ό Πιλάτος, οί σταυρωτές, ό προδότης, ό φρικτός Γολγοθάς καί ή ’Ανάσταση, προπαντός αυτή, έχουν πιά τόν δρομοδείχτη τους ’Αστέρα στόν προνομιούχο άνάμεσα στούς πλανήτες, πλανήτη Γή. Ή καταπληκτική σήμερα τεχνοκρατία ένώ κραυγάζει καί καυχιέται, δίχως μισή άκτϊνα φωτός Ευαγγελίου, άπό στιγμή σέ στιγμή κινδυνεύει νά έξαφανίσει τόν πλανήτη. Νά τόν άνατινάξει πλήθος άποκαΐδια στόν άστερισμό τοΰ Γαλαξία. Τά σημερινά μας τραγικά τέκνα, όπου έμπλεξαν μέ τίς συμπληγάδες ιοϋ εύδαιμονισμοΰ, της φυγοτεκνίας, της Λατρείας της ύλης, δπου τούς κληροδοτήσαμε, κάθε αύγή καί κάθε δειλινό μάς φωνάζουν: «Δέν βλέπετε λοιπόν τά τραγικά έρωτήματα όπου μάς άπασχολοϋν; Κωφάλαλοι είσθε; Δέν άνπλαμβάνεσθε ότι άπό μισό λάθος, η άπό κάποιον μεθυσμένο υπεύθυνο, κινδυνεύουμε νά χάσουμε τά ώραΐα πού ζοΰμε καί νά κονιορτοποιηθούμε, νά άνατιναχθούμε στό σύμπαν;» Μέ στήριγμα τό Ευαγγέλιο, «άν υπάρχουν άκόμη άγιοι, πού ύποτάσσουν τό θέλημα τους στό θέλημα τού Θεού», τούς άπαντοΰμε, «δίχως τήν θέληση τού Δημιουργού τίποτα δέν θά έξαφανισθεϊ». ’Από ψευδαίσθηση νομίζουμε ότι σάν άπαρτο κάστρο κατέχουμε τόν πλανήτη. Άλλος τόν έφτιαξε, άλλος είναι ό «τάς κλείδας κρατών».
Αύτός λίγο πρίν άπό τήν οδυνηρή σταύρωσή Του στό ξύλο, στήν περίφημή του προσευχή πρός τόν Πατέρα, στήν προσευχή όπου σάν πιστός άκόλουθος καί σάν αύτόπτης καί αύτήκοος μάς διέσωσε ό ιερός Μαθητής μέ τόν οποίο θά τολμήσουμε ν’ άσχοληθοΰμε πιό κάτω, είπε: «Πατέρα, ήλθε ή ώρα. Δόξασε τόν Υιόν σου, γιά νά σέ δοξάσει καί ό Υιός σου, σύμφωνα μέ τήν εξουσία όπου τού έδωκες πάνω σέ όλους τούς άνθρώπους, ώστε νά δώσει ζωή αιώνιο στόν καθένα άπό έκείνους πού τού έδωκες. Αύτή είναι ή αιώνια ζωή: τό νά γνωρίζουν Σέ, τόν μόνο άληθινό Θεό καί τόν ’Ιησού Χριστό, τόν όποιο έστειλες. Έγώ σέ έδόξασα πάνω στό χώμα της γης, έτελείωσα τό έργο όπου μοΰ άνέθεσες καί νά, τώρα δόξασέ με Σύ, Πατέρα, κοντά σου. Μέ τήν δόξα όπου είχα στούς κόλπους σου. Πρίν νά υπάρξει ό κόσμος. ’Ιδού έτελείωσα τόέργο». Δηλαδή ιό έξετέλεσε ώσαμε ιήν παραμικρή Λεπτομέρεια. Έργο τεράστιας σημασίας. ’Αποφασιστικό καί τελεσίδικο γι’ αμέτρητα τρισεκατομμύρια, τρισεκατομμυρίων ψυχές! ’Από κει καί πέρα, δέν τοΰ ήταν άπαραίτητη ή χρήσιμη ή άνάπτυξη τής τεχνοκρατίας γιά τήν διάδοσή του. Μήτε τά διαφημιστικά παρακλάδια των κρατουντών. Τό άπέδειξαν άδιάψευστα τά γεγονότα, ό χρόνος, ή Ιστορία. Ό Θεός είναι παντοδύναμος. "Ο,τι μέ άγάπη άποφασίζει, τό έκτελεΐ άκόμη καί μέ τά άψυχα, τά άόρατα, άκόμη καί μέ τίς πέτρες.
... Καί λίγο πιό κάτω, λίγο προτού τερματίσει τήν καταπληκτική στήν 'Ιστορία εκείνη προσευχή, στρέφει τήν προσοχή του στά παιδιά της Γαλιλαίος. Στούς πιστούς όλων τών έποχών. «Πατέρα άγιε, φύλαξέ τους μέ τήν δύναμη τού ονόματος σου. Γιά νά σταθούν ένω-μένοι όπως είμαστε έμεϊς. 'Όσο ήμουν κοντά τους στόν κόσμο, τούς έφύλαγα μέ τήν δύναμη τοΰ ονόματος σου. Εκείνους όπου μοΰ έμπιστεύθηκες, τούς έφύλαξα. Καί κανένας τους δέν χάθηκε, παρά ό υιός τού χαμού, γιά νά έκπληρωθεΐ ή προφητεία τής Γραφής. Όμως τώρα άπό στιγμή σέ στιγμή έρχομαι κοντά σου καί όσα λέγω, τά λέγω ένώ είμαι άκόμη στόν κόσμο. Γιά νά πάρουν καί νά διατηρήσουν μέσα τους τήν χαρά τέλεια. Τούς μεταβίβασα τόν λόγο σου καί ό κόσμος τούς έμίσησε. Γιατί δέν είναι άπό τόν κόσμο. Καθώς κι εγώ δέν είμαι άπό τόν κόσμο. Δέν σέ παρακαλώ νά τούς πάρεις, νά τούς άποτραβήξεις, νά τούς μεταφέρεις στούς ούρανούς. Άλλά νά τούς φυλάξεις άπό τόν Πονηρό όπου κυριαρχεί στόν κόσμο. (Γιά νά τόν άναποδογυρίζει στό ψέμα). Άγίασέ τους μέ τήν κρυσταλλένια σου άλήθεια. Κάθε λόγος δικός σου τοξεύει άλήθεια».
Βλέπουμε ότι ό «πάντων άγιων άγιώιαιος Λόγος», μέ ταπεινό φρόνημα άκρατης ύπακοής, ζητεί τήν παντοδυναμία τοϋ Πατέρα γιά μερικά όστράκινα σκεύη. Πα-ρακαλεΐ νά διατηρήσει τούς έλάχιστους άνάμεσα στήν άνθρωποθάλασσα διαλεκτούς, τό πρώτο δηλαδή «μικρό ποίμνιο», τά πρώτα καταφρονεμένα άπό τόν κόσμο μέλη τής μέλλουσας νά Ιδρυθεί μέ τό αίμα τοϋ Γολγοθά, Εκκλησίας. Άπό τί νά τούς διατηρήσει; Άπό τόν πονηρό, τόν άρχοντα τοϋ έρέβους. Άπό τόν δρομοδείχτη τής προσωρινότητας μέ δόλωμα τήν λεωφόρο. Άπό τήν έγωπάθεια, τήν μάταιη τέρψη, τήν ψευδαίσθηση τοϋ τώρα, τήν έπανάσταση τής σάρκας, τήν ένοχη έπι-θυμία, τήν διάκριση. Άπό τήν άπελπισία καί τό χάσιμο της ύπομονής. Άπό κάθε ψυχοφθόρο παραστράτημα όπου σφιχτοδένει τήν καρδιά μέ τό χώμα. Καί τήν «καθιστά» ταλαίπωρο καί τραγικό δημιούργημα. Ξεστρατι-σμένο άπό τό γιδόστρατο τής σωτηρίας. Δυστυχισμένο.
* * *
Γιά νά έπανέλθουμε στήν συγκλονιστική άλήθεια όπου ύστερα άπό δύο χιλιάδες χρόνια διαλαλεΐ σήμερα ό σύγχρονός μας Ρώσος Φλωρόφσκυ, ένώ τό Ευαγγέλιο έχει τήν πρώτη άπό όλα τά βιβλία τής οικουμένης κυκλοφορία, ένώ σύμφωνα μέ τήν προφητεία τοϋ 'Ιδρυτή τής Εκκλησίας «κατέστη» πλέον στούς κόσμους «σημεΐον γνωστόν καί άντιλεγόμενον», ένώ υπάρχουν έξωτερικές ιεραποστολές καί οί μαϋροι στήν Αφρική βαπτίζονται «άγεληδόν» έπιστρέφοντας στό Φώς, ένώ στά σταυροδρόμια τών διεθνών διαβάσεων υψώνονται καλλιμάρμαροι χριστιανικοί ναοί, μέ λαμπροστόλιστους μέσα ιερείς, Επισκόπους, Αρχιεπισκόπους, Πατριάρχες, καρδινάλιους καί Ποντίφηκες, δισεκατομμύρια ψυχές γεννιούνται γιά νά καυχηθοΰν, νά ψευτογΛεντή-σουν, νά διακριθοϋν, νά μεθύσουν, νά σπιλώσουν τήν κατοικία της ψυχής, νά έγκληματίσουν, νά γελοιοποιηθούν καί νά χαθούνε. Νά τούς καταπιεί δηλαδή σάν άπορρίμματα ό άπορροφητήρας της φθοράς καί τής άκολασίας. «Ή έτεροσυντήρητη δύναμη τού κακού, τό δηλητηριώδες μανιτάρι» τονίζει ό Ρώσος, «υφαρπάζει άπό τά χέρια τού Δημιουργού τό άγαπημένο του δημιούργημα, τό άναποδογυρίζει, τό άπομυζά σάν τήν άράχνη, τό αύτοκαταστρέφει μέ φοβερή μανία. Τό έξα-πατά, τό παρασύρει, τό πολτοποιεί καί τελικά τό πετά «όζον πτώμα» στόν Καιάδα τού άφανισμοΰ. Γεγονός πού γίνεται παρά τήν θεϊκή θέληση καί έπιθυμία». Παντού υλισμός, παντού ύψηγορία, μεγαλομανία, πάλη τών τάξεων, αύτοερωτισμός, προβολή τού έγώ, στροφή πρός τήν άγέλη, συγκρούσεις, πάθη, καταστροφή. Άν προσθέσουμε καί φαινόμενα τών τελευταίων εξελίξεων, τόν χαμό δηλαδή τής γυναίκας, τόν έξευτελισμό τής κόρης, τήν γυναικοποίηση του άνδρός, τά ναρκωτικά, τόν άναι-δέστατο καί προκλητικό άθεϊσμό καί πολλά άλλα σύγχρονα φαινόμενα, μάς καταλαμβάνει μελαγχολία. ’Ανομολόγητη θλίψη.
Γιάτι τάχα ό «έχων εξουσίαν έπί πάντων τών άν-θρώπων», γιατί άνέχεται νά γίνεται τέτοια ομαδική, ξέφρενη αύτοκαταστροφή; Γιατί δέν έπεμβαίνει νά τήν άνακόψει; Ό Ρώσος μέ περίσκεψη μάς άπαντά: «'Απλούστατα, γιατί σέβεται τήν έλευθερία καί τήν άνεξαρ-τησία τού ύπερτέλειου τούτου ψυχοσωματικού δημιουργήματος. Δέν θέλει νά τό σπρώξει, παρά τήν θέλησή του, δέν θέλει νά τό άναγκάσει νά προχωρήσει στήν εύτυχία του. Τοϋ τήν δείχνει άδιάκοπα μέ χίλιους τρόπους. Καί μέ ιόν άπέραντο χρόνο, καί μέ ιά γεγονότα καί μέ ΐήν στιγμή. Όμως οί άνθρωποι άγάπησαν καί άγαποΰν τό σκότος. Προσκολλήθηκαν μέ καλπάζουσα τρυφηλότητα στά πονηρά έργα τους, μέ κανένα τρόπο δεν ματαγυρίζουν στην στενή πύλη, στήν τεθλιμμένη όδό πού όδηγεΐ στήν σωτηρία». Τί τραγωδία! «Επιμένουν στήν προσωρινότητα, στήν άσέλγεια καί τό σήμερα. Φάγωμεν, πίωμεν, αΰριον γάρ άποθνήσκομεν. Τούς ύπερμεθάει τό ψεύδος. Ό ένας ξεγελάει τόν άλλο καί αύτοηδονίζονται μέ τήν χλεύη, τήν άπάτη, τόν φα-τριασμό, τήν δολοπλοκία, τό μίσος».
Υπάρχουν άραγε στόν αιώνα μας παιδιά τής Γαλιλαίος; Ώ άν δέν υπήρχαν... Μήτε μισή στιγμή ό πανόμορφος τούτος πλανήτης, τό κομψοτέχνημα τής Δημιουργίας, θά στεκόταν στόν περίγυρό του. Δίχως πολλές διατυπώσεις καί πρό τής ώρας του, θά γινόταν ό,τι τρέμουν σήμερα τά σκεπτόμενα παιδιά μας. Θά άνατι-ναζόταν στόν άέρα. Μονολιθικές άναθυμιάσεις άηδίας στήν μεγαλειώδη άρμονία «ορατών τε καί άοράτων» δέν γίνονται ανεκτές. Υπάρχουν, ναι υπάρχουν, σέ όλο τόν κόσμο τής φθοράς. Πόσοι καί ποιοί; Κανείς δέν ξέρει. Σκορπισμένοι σέ σταυροδρόμια, ώκεανούς καί λαγκαδιές. Ταπεινοί καί καταφρονεμένοι, θαρραλέοι κι ετοιμοπαράδοτοι γιά διωγμό, θλίψη, μαρτύριο. Προσεύχονται, θλίβονται, έλπίζουν. Καί περιμένουν. ’Άνδρες, γυναίκες, έφηβοι, παιδιά. Τό μικρό ποίμνιο ποτέ δέν θά έκλείψει. «Πύλαι άδου, ού κατισχύσουσιν» στήν ιερή αίματόβρεκτη μέ θεϊκό αίμα Κιβωτό.
ΝΑ υπέροχο παλληκάρι της Γαλιλαίος, μέ ιίς λιγότερες ίσως άιέλειες ήταν καί ό Ιωάννης. Δέν ήταν υπεράνθρωπος, μήτε θεός. Ήταν κι αύτός χωματένιος. Νεαρός τότε, άκουμποϋσε τήν άνασαιμιά του στήν έλπίδα, έντρυφοΰσε στόν Μωσαϊκό νόμο μέ τά μή καί τό μαστίγιο, στήν Παλαιά Διαθήκη, στίς παρηγορητικές προφητείες. Καί άκακος σάν άρνί, βοηθοϋσε τόν γέρο Ζεβεδαΐο, τόν πατέρα του, μαζί μέ τόν άδελφό του τόν ’Ιάκωβο στόν μόχθο τής βιοπάλης. Στήν ψαρική. Κοντολογής σ’ επάγγελμα όπου στηρίζεται στήν ύπομονή, στόν όλονύ-κτιο άγώνα, στήν ολιγάρκεια. Μητέρα του ήταν ή Σαλώμη μιά άπό τις θυγατέρες τοϋ δίκαιου Ιωσήφ. Όταν ό άνθρωπος δουλεύει ταπεινά, όταν άποφεύγει τήν αύ-τοπροβολή, τήν επίδειξη, τήν άτομική του θέληση καί άκουμπά τήν σκέψη του στήν θεία δικαιοσύνη, δίχως νά τό καταλαβαίνει, εισπράττει. Παίρνει. Τί άραγε; ’Αξιώματα, θέσεις, θαυμαστές, άργύρια, περιουσία, καλοπερνάει σάν πρίγκηπας; Όχι. Άπό άνεμο σέ άνεμο, άπό βραδιά σέ βραδιά «άοράτως», κατακτά χιλιάδες φορές άνώτερα βραβεία. Παίρνει πνευματικούς θησαυρούς. Χαρίσματα όπου μήτε κλέβονται, μήτε άφαιροΰν-ται. Ποιός τούς προσφέρει, ποιός τούς άκουμπά στόείναι του, στήν καρδιά του; Ό φυτευτής Παράκλητος. Τό Πνεϋμα τής άλήθειας.
Ό ’Ιωάννης άπό τά είκοσι δύο του χρόνια, δίχως νά τό διαισθάνεται είχε κιόλας πάρει άγάπη. Ή άγάπη δέν μυρίζει ποτέ χώμα, δέν γνωρίζει άρρώστεια ή ά-σχήμια. Είναι πάντα πρόθυμη νά έξυπηρετεΐ. Προδια-κατέχει τό μυστικό τής άγνότητας τό όποιο μαγνητίζει καί έμπνέει έμπιστοσύνη. Άπόκοντα καί άλυσιδωτά είχε πάρει τήν άθωότητα. Τό άκηλίδωτο τής σκέψεως. Τό πεντακάθαρο τής ολοκληρωμένης παρθενίας. Όπως έμεις οΐ άμαρτωλοί άδυνατούμε νά καταλάβουμε τό χάρισμα τής νοερής προσευχής, όπου μερικοί όσιοι άξιώ-θηκαν νά τήν λένε άκόμη καί στόν ύπνο, έτσι δέν κατορθώνουμε νά καταλάβουμε τό «εν συνεχεία» άκηλίδωτο τής σκέψεως. Έδώ καί χίλια χρόνια άν κανείς κουβέντιαζε στίς άγορές καί στίς πλατείες, γιά έρτζιανά κύματα, ραδιόφωνα κουτάκια ή τηλεόραση, θά τόν έδεναν πισθάγκωνα καί θά τόν έσερναν στό τρελλοκομεΐο. Εφόσον λοιπόν ό χωματένιος άνθρωπάκος άνακαλύ-πτει συνέχεια μυστηριώδεις ένέργειες τής ύλης, ποιός μπορεΤ νά άμφισβητήσει τήν δύναμη τών χαρισμάτων τού Δημιουργού;
Μέ τό χάρισμα τούτο φυτεμένο «άοράτως» σάν άει-θαλές εύοσμο άνθος άπό τόν Παράκλητο στήν καρδιά, μόλις άντήχησε άπό τήν έρημο ή φωνή τού Προδρόμου, ό νεαρός ιδαλγός, είκοσι δύο περίπου χρονών, βρέθηκε καταγεμάτος ένθουσιασμό στίς όχθες τού ’Ιορδάνη. Ή φλόγα τής νιότης όπου τόν έκαιγε καί ή θλίψη γιά τήν κατάπτωση τής έποχής του, στήν πύρινη ματιά τού μεγαλύτερου Προφήτη τής οικουμένης, άνα-κάλυψαν διέξοδο. Σταυροδρόμι καί ψηλοκορφή γιά να γνωρίσει νέους ορίζοντες. Ό ισχνός έρημίτης μέ τά λιοκαμένα καλαμένια πόδια καί τό τρίχινο ροϋχο, περι-φρονητής της κοιλιάς καί της λαιμαργίας, συντραβοϋσε, μαγνήτιζε τήν άνεμοδαρμένη έλπίδα. Επόμενο νά μήν ξεκολλάει άπό τό μαχαίρι έκεϊνο τοϋ πνεύματος. Επόμενο ό Προφήτης νά διαισθανθεί τό χαρισματοϋχο παλληκάρι τής Βηθσαϊδά. Επόμενο νά τού υποδείξει λίγο άργότερα τόν «όπίσω του ’Ερχόμενο όσης» σάν ισχυρότερος μέλλει νά βαπτίζει τούς «μετανοοΰντας εν Πνεύματι δυνάμεως, έν Πνεύματι άγίω». Δέν είμαι ικανός νά σκύψω νά τού λύσω τά κορδόνια άπό τά σανδάλια. .. διαβεβαίωνε.
Έτσι καλλιεργημένο καί μακρυά άπό τίς πονηριές, τούς βουβοπαλμούς καί τά μικροσυμφέροντα τού κόσμου, τόν παραλαμβάνει ό «πάντων άγίων, άγιώτατος Δόγος. (Έγώ Πατέρα, έδωκα αύτοΐς τόν λόγον σου καί ό κόσμος έμίσησεν αυτούς, ότι ούκ είσίν έκ του κόσμου). Τόν παραλαμβάνει, κουβεντιάζουν, σεργια-νούν, περπατούν στίς άκρογιαλιές. Στίς ταντελλωτές ά-βάλες τής Γαλιλαίας. Τού χορηγεί μέ άπλοχεριά δικαιοσύνης όπως καί στούς έντεκα νά βγάζει δαιμόνια, νά θεραπεύει άρρώστειες, λίγο πρωτύτερα άπό τόν φρικτό Γολγοθά, τόν προκρίνει νά παραβρεθεί στήν Μεταμόρφωση, στό ύπέρλαμπρο έκεϊνο Θαβώρειο Φως. Ώ, τό θαβώρειο Φώς! Πόσο άνασυντάσσει, πόσο μαγνητίζει τίς καθαρές - άπλοϊκές καρδιές, όπου λυώνουν γιά ραντισμούς λατρείας στόν ύπερευεργέτη ’Εσταυρωμένο!
Όσο περνούν οί ημέρες ό ’Ιωάννης δίχως νά παύσει νάναι πήλινο σκεύος, χωματένιος δίχως ν’ άπο-τινάξει έντελώς κάθε ’ίχνος σκόνης άπό τίς άδυναμίες τής καθημερινότητας, σέ στιγμές «θεϊκής τραγωδίας»,
θά συμφωνήσει μέ τήν Σαλώμη τήν μητέρα του καί τόν άδελφό του Ιάκωβο, νά έπωφεληθοϋν τής ευκαιρίας, γιά νά κερδίσουν τήν παραπλήσια θέση στήν μεσσιανική κυριαρχία. Τήν θέση τοϋ άχώριστου συμπαραστάτη. Σέ Βασιλεία φανταστική, μέ ύλική ύπερδύναμη καί άτε-λεύτητη διάρκεια. Κράμα άφοσίωσης, ευσέβειας μέ υπόβαθρο διακριτικής προβολής. Άλλά μόλις άκούσει τήν συγκλονιστική άπόκριση «δέν ξέρετε τί άκριβώς μοϋ ζητάτε», θά σκύψει υπάκουος τόν αυχένα. Όσο γιά τό ποτήρι τό καταγεμάτο βάσανα, ήταν άποφασισμένος. Καί δίχως άνυπομονησία, δίχως εγωιστική πλέον βλέψη ή παραπονετική διάθεση, θά τά καταφέρει νά φθά-σει «παραπλήσιος τώ Διδασκάλω», στόν μυστικό δείπνο. Στήν άπαρχή τού μυστηρίου τών μυστηρίων. ’Απροσδόκητα θά τά καταφέρει νά γείρει, ν’ άκουμπήσει στό ιερό έκεϊνο στήθος, στήν καρδιά τού Ενός τής όμοου-σίου καί ζωοποιού καί άδιαιρέτου Τριάδος. Γιά νά τού μεταδοθούν «έν σπέρματι» τά «κεκρυμμένα ρήματα» τής άνω καθέδρας. Γιά νά γίνει δέκτης μεταφοράς τους άργότερα, καί στήν Μητέρα τών χριστιανών. Σέ στιγμές πού θά «σιγοψελλισθεΤ» άπό τά άχραντα χείλη ή πληροφορία έκείνης τής «έκ τών ένδον» προδοσίας, αυθόρμητα ή παρθένα συνείδηση άναταράζεται άπό έκπληξη. «Ταύτα είπών ό ’Ιησούς έταράχθη τώ πνεύματι καί έμαρτύρησε καί είπε: ’Αμήν - άμήν λέγω Ύμΐν ότι εις έξ ύμών παραδώσει με. Έβλεπον ούν εις άλλήλους οί μαθηταί, άπορούμενοι περί τίνος λέγει. Ήν δέ άνα-κείμενος εις έκ τών μαθητών αύτού έν τώ κόλπω τού ’Ιησού, όν ήγάπα ό ’Ιησούς. Νεύει ούν τούτψ Σίμων Πέτρος πυθέσθαι τίς άν εϊη περί ου λέγει. Έπιπεσών δέ έκεΐνος επί τώ στήθος τού ’Ιησού λέγει αύτώ: Κύριε, τίς έστίν;»
Ωρες άργότερα, μέ ιό κϋρος φαίνεται κάποιας μαθητείας του στήν μεγάλη σχολή τών νομοδιδασκάλων σάν γνώριμος στόν ’Αρχιερέα, θά τόν άκολουθήσει μέ ταραγμένη διαίσθηση. Δεμένο, σερνάμενο νύκτα στήν αύλή τών πρώτων έξευτελισμών, τών πρώτων ταλαιπωριών καί βασάνων. Στήν ’ίδια αύλή πού θά τρυπώσει κι ό Πέτρος. Γιά νά τόν άπαρνηθεί πανικόβλητος άπό άνεύθυνες έρωτήσεις. Γιά νά καταλάβει τήν άδυναμία του. Καί νά κλάψει.
’Αμίλητος, σκυφτός, καταγεμάτος σιωπηλή περίσκεψη, οδύνη, θά συναριθμηθεΐ μέ τούς δυό ή τρεις όπου άκολούθησαν μέ τόν άγέρα τής φρίκης τήν πορεία τών θεοκτόνων στόν Γολγοθά. Σιμά στήν Παρθένο θά «θεάται» τήν άχαριστία τού δημιουργήματος στόν Δημιουργό. Τό έγκλημα τής 'Ιστορίας. Άπό στιγμή σέ στιγμή ή καρδιά του θά πολτοποιείται στήν άπορία. Θά γίνεται συντρίμμια.
Ναί, έγινε σκότος. Παντού. Έγινε σεισμός καί κατατρόμαξε ό εκατόνταρχος. Κιτρίνισαν οΐ στρατιώτες, διαδόθηκε ότι σκίστηκε καί τό παραπέτασμα τού ναού στά δύο. Άλλά δέν φαινόταν άκαριαία, δυναμική, σίγουρη λύση. Οί Φαρισαίοι ολόγυρα έκάγχαζαν, καμιά κατατρόπωση τού ολέθρου. Άραγε σέ τέτοια δευτερόλεπτα, άναθυμόταν τάχα τήν Μεταμόρφωση, τήν συγκλονιστική προσευχή τής τελευταίας νύχτας; Αδύνατο τότε σέ τέτοιες ώρες ό άνθρωπος νά σταθεί άκλόνητος. Τό πνεύμα του χανόταν, κουκουλωνόταν στόν σπαραγμό, στήν άπαισιοδοξία. Αφού ό ’ίδιος ό ’Εσταυρωμένος, ό μόλις χθές «κάλλει ώραίος», καταματωμένος καί «έν άτιμώσει», γυμνός, έκτεθειμένος στά βλέμματα κάθε φιλοπερίεργου, παραπονέθηκε συγκλονιστικά στόν Πατέρα. Γιά έγκατάλειψη... Τί άσύλληπτη σέ ύψος καί βάθος άλήθεια, χρονική ώρα! Γιά ιούς εμπόρους, ιούς άργυραμοιβούς, τόν δίβουλο όχλο, δέν συνέβαινε τίποτα τό σημαντικό. Κάθε δά λίγο καί λιγάκι, δέν άκού-γονταν άτιμωτικές έκτελέσεις; Οί τρανοί, άπολάμβαναν τήν τρεχούμενη σιγουριά. Κι όμως γιά τήν οικουμένη καί γιά τό μυστήριο τής σιωπής, ένα ιερό σφάγιο, τής πνευματικής παντοδυναμίας ό Λόγος, άποτελείωνε τήν ύπερτραγική, προαιώνια άπόφαση. Ώ, ’Ιωάννη!
’Αντίκρυ στήν άσήμαντη γιά τόν κόσμο έκείνη Μητέρα, είκοσι έπτά περίπου χρονών, παρακολουθούσε. Τόν πόνο καί τό δάκρυ.
Άν τού έλεγαν ότι κινδύνευε νά τόν έκτελέσουν, ότι σέ λίγο θά πέθαινε δέν τού καιγότανε καρφί. Καλύτερα. Νά μήν ζοΰσε, νά μήν ματάβλεπε τέτοια γεγονότα. Έλεγε βέβαια ό Ραββί, γιά τόν θάνατό του. ’Αλλά πάλι έτσι...έτσι τραγικά, τόσο δυστυχισμένα. Πώς θά τελείωναν;
Όταν ξάφνου, άπό τούς στερνούς λυτρωτικούς πόνους άντήχησε: «Γύναι ϊδε ό υιός σου.,.ϊδε ή μήτηρ σου». Τό τέλος ήταν πιά κοντά. Έφθασε. Ό θάνατος βέβαιος γιά τήν έξουσία του, ιδού, άνάγειρε πλάι τήν ποιό συγκλονιστική Μορφή τού διχασμού τής 'Ιστορίας «Τετέλεσται». Ή ολιγάριθμη συνοδεία τών γυναικών καί τού εαυτού του, τί μπορούσε άλλο νά κάνει; Δέν έμενε, γιά νά μήν πέσουν χάμου, ν’ άποτραβηχθοΰν ό καθένας στό σπιτικό του. «Καί άπ’ έκείνης τής ώρας έλαβεν ό μαθητής αύτήν εις τά ’ίδια». "Απλωνε τό χέρι προστατευτικά καί ξανά μέ άργό βήμα οδήγησε τήν Μητέρα τού σπαραγμού στό σπιτικό του. Πόσο άσύνθε-τη πού είναι ή άπλότητα! Δεύτερος γιός καί παρθένος...
’Αντάξιος νά παρασταθεί στήν Παρθένο. Καί δίχως νά τό αισθάνεται, άπό τό θεϊκό στήθος γινόταν δέκτης, ταμεϊον θησαυροϋ γιά νά τής μεταβιβάσει τά μυστήρια της ήρωϊκής Εκκλησίας. Γιά νά γίνει αύτή πιά μεσίτρια, προστάτρια τών χριστιανών. «Ελπίς άπηλπισμένων, ρόδον τό άμάραντον».

Παρασκευή 9 Μαΐου 2014

Το αληθινό πρόσωπο των Οικουμενιστών




ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕ  ΤΟΥΣ  ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ, ΑΛΛΑ
Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ «ΦΡΟΝΤΙΖΕΙ»
για ΕΙΣΟΔΟ της ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΙΑΣ
και στην ΟΡΘ. ΕΚΚΛΗΣΙΑ

Ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος δὲν ἔχει χρόνο
γιὰ Ὀρθόδοξες λεπτομέρειες!
Ἀσχολεῖται μὲ τὴν προαγωγὴ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ,
συμπροσευχές, διαχριστιανικοὺς διαλόγους,
ἐπίδοση Κορανίων, συμμετοχὴ
σέ... τεκὲ γιὰ τὸ Ραμαζάνι καὶ ἐπιβολὴ τῶν κυριαρχικῶν «δικαιωμάτων» τοῦ Φαναρίου
ἐπὶ πασῶν τῶν «ὀρθοδόξων» Ἐκκλησιῶν!
Τώρα «ἀποδέχεται» ἄνετα καὶ τὴν ἐπίσημη
εἰσαγωγὴ τῆς ὁμοφυλοφιλίας στὸν χῶρο
τῆς «ὀρθόδοξης» Ἐκκλησίας τῆς Φιλανδίας
(καὶ τοῦ «καράτε»)!

Μ’ αὐτὴ τὴν Ἐκκλησία ἔχουν πλήρη ἐκκλ.
κ ο ι ν ω ν ί α   οἱ «ὀρθόδοξοι» Ἐπίσκοποι
καὶ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος


Φιλανδικ ρθόδοξη κκλησία,
Οἰκουμενισμός και ἡ ὁμοφυλοφιλία
 



Πατριάρχης Βαρθολομαος νδιαφέρεται μόνο γι τ κυριαρχικά του δικαιώματα κα χι γι τν π τν ντικανονικ ορτολογικ λλαγ στν κκλησία τς Φιλανδίας κα τς πρόσφατες θικς λλοιώσεις τν εαγγελικν ντολν.

 «...καί μελετήσαντες συνοδικῶς τήν νέαν ταύτην προκλητικήν ἐνέργειαν τῆς καθ᾿ Ὑμᾶς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας,  θεωροῦμεν ταύτην τε καί τάς προηγηθείσας ἀναλόγους ὡς τοῦτ᾿ αὐτό περιφρόνησιν τῆς καθεστηκυίας ἐκκλησιαστικῆς καί κανονικῆς τάξεως, ἀλλά καί ἀπάρνησιν τύποις καί οὐσίᾳ τοῦ παραχωρηθέντος τῇ Ἐκκλησίᾳ Τσεχίας καί Σλοβακίας κανονικοῦ αὐτοκεφάλου παρά τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου...» (Ἀπὸ ἔγγραφο τοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου ποὺ ζητάει ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Τσεχίας καί Σλοβακίας Χριστοφόρο νὰ «δηλώσει εγγράφως ειλικρινή μεταμέλειαν»!
Εἰς http://aktines.blogspot.com/2012/03/blog-post_9242.html)




     
Ἀφορμὴ γιὰ ὅσα προηγήθηκαν, εἶναι τὸ παρακάτω κείμενο ποὺ μᾶς ἐστάλη:




Η συνέντευξη πήρε δημοσιότητα και απασχόλησε και την μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδα Helsingin Sanomat, έκδοση 13/11/2008


Η Φινλαδική Ορθόδοξη Εκκλησία όχι μόνο έχει αλλοτριωθεί πλήρως και σε ανεξέλεγκτο βαθμό από το πνεύμα του Οικουμενισμού αλλά έχει περιέλθει πλήρως υπό την ...διακυβέρνηση μιας Εκκλησιαστικής μαφίας ομοφυλοφίλων η οποία πλέον ανοικτά και ξεδιάντροπα προπαγανδίζει όχι μόνο την αποδοχή της ομοφυλοφιλίας (και όχι απλά του ομοφυλόφιλου ως πρόσωπο) ως φυσιολογικής κατάστασης αλλά και την εκκλησιαστική αποδοχή της.

Χαρακτηριστικό είναι οτι ο αδρά αμοιβόμενος πρόεδρος του Οικουμενιστικού Κέντρου της Φινλανδίας είναι o "Ορθόδοξος" ιερέας Heikki Huttunen [φωτο] ο οποίος είναι και συνιδρυτής της Ομοφυλοφιλικής Οικουμενιστικής Χριστιανικής Ένωσης Yhteys (http://www.yhteys.org/) (στην οποία συμμετέχουν και μερικοί ορθόδοξοι ιερωμένοι και λαϊκοί που έχουν απασχολήσει και το εκκλησίασμα με τον βίο τους) με σκοπό την πλήρη αποδοχή του ομοφυλοφιλικού "γάμου" και της ομοφυλοφιλίας από τις Χριστιανικές Εκκλησίες και την κοινωνία, συμμετέχει και διοργανώνει δε παρελάσεις ομοφυλοφίλων gay pride [από πότε η οποιαδήποτε σεξουαλικότητα ή το φύλο του καθενός έγινε και αντικείμενο υπερηφάνειας και από πότε η υπερηφάνεια κατέστη και Χριστιανική αρετή;] και άλλα φαιδρά.

Προσφάτως μάλιστα χοροστάτησε και σε Λουθηρανική Θεία Λειτουργία για ομοφυλόφιλους! Το ξέρατε πως υπάρχουν και Θείες Λειτουργίες ανάλογα με την ιδιότητα των συμμετεχόντων, π.χ. Φαντάζομαι πως θα μπορουσε να γίνει και λειτουργία ειδικά για ξανθειές, λειτουργία για ψηλούς μελαχροινούς με τετράγωνους ώμους και θεληματικό σαγόνι, λειτουργία για οδηγούς τρόλλεϋ κλπ. Εκτός αν στην Λουθηρανική εκκλησία έχουν εμπνευστεί ειδικές ακολουθίες στα... Καλιαρντά και οι δικές μας οι αθεόφοβες με τα λαμέ ζήλεψαν.

Σημείο των καιρών; Αναμφίβολα! Όπως και απόλυτη εκκοσμίκευση και αλοίωση του Ορθόδοξου πνεύματος και δογματικής, που καμμία σχέση δεν έχουν με την αποδοχή του προσώπου του άλλου όσο και αμαρτωλός και εαν είναι, αλλά βλέπουν τον κόσμο σύμφωνα με την προτεσταντική, δυϊστική, δυτική κοσμοθεωρία όπου οι άνθρωποι είτε είναι αποκλειστικά καλοί (και για να αποδεχθούμε τους ίδιους πρέπει να απενοχοποιήσουμε και τις αδυναμίες τους) είτε αποκλειστικά κακοί (και τους απορρίπτουμε με βάση μίαν ιδιοτητά τους και μόνο).

Κάποιοι λοιπόν -κατ' όνομα μόνον Ορθόδοξοι- αντιλαμβάνονται την σημερινή Εκκλησία κάπως σαν μπροσούρα των μαρτύρων του Ιεχωβά: Με ένα ηλίθιο χαμόγελο μονίμως κολημένο στο πρόσωπο, που αποδέχεται πλέον τα πάντα στο όνομα μιας κακώς εννοούμενης New Age αγάπης και μιας New Age πνευματικότητας, ενώ κάποιοι άλλοι στον αντίποδα, κυκλοφορούν μονίμως με τον δείκτη προτεταμένο σαν από αγκύλωση, που προδίδει και την πνευματική αγκύλωσή τους.

Ενώ η πραγματική αγάπη σου υποδεικνύει να αποδέχεσαι τον άλλο όχι ως δήθεν "αναμάρτητο" αποχαρακτηρίζοντας μάλιστα και την αμαρτία του ως τέτοια, αλλά ως αμαρτωλό, βλέποντας μάλιστα στο πρόσωπό του όχι αυτό πού τώρα είναι (και που υπό κάποιες συνθήκες θα μπορούσες να ήσουν και εσύ), αλλό αυτό που θα μπορούσε να ήταν ή αυτό που θα μπορούσε να γίνει αν έρθει πρώτα σε αυτογνωσία.

Το σχίσμα πάντως είναι προ των πυλών. Όπως και το Τέλος του Κόσμου, τουλάχιστον όπως τον ξέραμε για χιλετίες τώρα.

OMOΦΥΛΟΦΙΛΙΑΣ «ΕΛΕΓΧΟΣ» κατὰ τὸν ἱερὸν Χρυσόστομον

OMOΦΥΛΟΦΙΛΙΑΣ  «ΕΛΕΓΧΟΣ»
κατὰ τὸν ἱερὸν Χρυσόστομον
ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΥΤΗΣ
ΕΠΙ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ
ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ
              
τοῦ Kων/νου  Γεωργίτση 
       Ὅλα ἐκεῖνα τά πάθη, πού ἡ ἀδιάφορη πρός τό καλό ἀνθρωπίνη προαίρεσις, ἐπιτρέπει νά εἰσάγονται στήν ἀνθρωπίνη φύση, καί τά ὁποῖα, κατά τήν Ὀρθόδοξη θεολογική ὁρολογία, χαρακτηρίζονται ἀσύγγνωστα, (δηλαδή ἄνευ συγγνώμης, ἐκτός ἐάν ἐκδηλωθῆ μετάνοια γι’ αὐτά) καί τά ὁποῖα συνοψίζονται στούς ὅρους ἀκολασία, ἀνηθικότης, ἀσέλγεια, ἀποτελοῦν παράγοντες ἀτιμώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, καί εἶναι βδέλυγμα ἔναντι τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.
          Ὅμως ἀτιμωτικώτερo τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως –ἡ ὁποία ἐπλάσθη κατ’ εἰκόνα Θεοῦ μέ δυνατότητα νά ἐπιτύχει, ἀγωνιζομένη καί τό «καθ’ ὁμοίωσιν» – καί βδελυρώτερο ἔναντι τοῦ Θεοῦ, ἐξ ὅλων τῶν παθῶν εἰς τά ὁποῖα διολισθαίνει καί τά ὁποῖα αὐτοβούλως μετέρχεται καλλιεργώντας αὐτά, ὁ «ἐκ νεότητος αὐτοῦ ἐπί τό πονηρόν κείμενος» ἄνθρωπος, εἶναι τό ἀνομολόγητον πάθος τῆς ὁμοφυλοφιλίας. Καί αὐτό συμβαίνει, διότι οἱ μετερχόμενοι τοῦτο τό –ἐπακόλουθο παραφροσύνης– πάθος, προσβάλλουν –ἐν ἐπιγνώσει– μέ ἀπίστευτα βίαιη σφοδρότητα τήν ἀνθρώπινη φύση.
Ἡ δέ τοιαύτης μορφῆς προσβολή τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, συνιστᾶ τήν –ἐν παραφροσύνῃ– ἀποκορύφωση διεστραμένης ἀνθρωπίνης συμπεριφορᾶς, διότι∙ ἀφ’ ἑνός μέν ὑπερβάλλει ὅλων τῶν ἁμαρτημάτων τά ὁποῖα διαπράττει ὁ ἄνθρωπος, χρησιμοποιῶν ὡς ὄργανον τό σῶμα του, ἀφ’ ἑτέρου δέ, ἀποτελεῖ τόν κύριον καί κατ’ ἐξοχήν παράγοντα ὑπερβάσεως, –ἐκ μέρους τοῦ διολισθήσαντος εἰς τό ἀτιμωτικώτατον διά τήν ἀνθρωπίνη φύσιν πάθος τῆς ὁμοφυλοφιλίας– ἀκόμη καί τῆς καταστάσεως ἐκείνης ἡ ὁποία χαρακτηρίζεται μέ τόν ὅρον, ἀποκτήνωσις(!!!).
          Ἀσφαλεστάτη κατοχύρωση τῶν ὡς ἄνω καί σαφεστάτη ἐπιβεβαίωσή των, συνιστᾶ, ὄχι βεβαίως ἡ ἔρευνα

Πέμπτη 8 Μαΐου 2014

ΔΙ’ ΕΥΧΩΝ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΗΜΩΝ Ο ΚΑΙΡΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ Ο ΚΑΙΡΟΣ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ


Εἶναι καιρὸς νὰ ξεσκονίσουμε καὶ νὰ καθαρίσουμε λίγο, μὲ τὴν βοήθεια τῶν ὑστέρων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, μὲ τοὺς ὁποίους δὲν καταπιάνονται οἱ αἱρετικοὶ τῆς σήμερον, τὶς κενολογίες ποὺ ἀκοῦμε περὶ Ἁγίας Τριάδος, ἀπὸ τοὺς Ρώσους θεολόγους καὶ τοὺς ρωσόφιλους Ζηζιούλα καὶ Γιανναρᾶ.
 
Ὁ Μπουλγκάκοφ, ὁ ὁποῖος εἶναι ἴσως ὁ πιὸ ἀγαθὸς καὶ ἀνόητος θεολόγος τῶν Ρώσων τῆς διασπορᾶς ποὺ μᾶς ἀλλάξαν τὴν πιστή, ἐπιμένει νὰ ὁρίσει τὴν Ἑνότητα τῆς Ἁγίας Τριάδος, διότι δὲν ἐπετεύχθει ἀπὸ τοὺς Πατέρες καθὼς δὲν καθόρισαν τὴν ἐσωτερικὴ συσχέτιση τῶν Ἁγίων Προσώπων, τῶν Τρι-Ἐγώ. Τὴν προβληματικὴ αὐτὴ υἱοθέτησε τυφλὰ καὶ ὁ Ζηζιούλας καὶ διὰ τῆς  ἀναλογίας καὶ ὁ Γιανναρᾶς. Καὶ ὅλοι τοὺς ἔχουν ἐπιδοθεῖ μὲ ζῆλο νὰ εἰσάγουν στὴν θεολογία τὴν συνείδηση, στὴν θέση τοῦ Εἶναι, ὅπως εἶχε διαμορφωθεῖ ἀπὸ τὸν Σχολαστικισμό, ἀλλὰ ὄχι ἀπὸ τοὺς Ὀρθοδόξους Πατέρες, ὅπως ἔχει ἤδη ἐπιτευχθεῖ ἡ ἐπιχείρηση αὐτὴ καὶ στοὺς προτεστάντες καὶ στοὺς καθολικούς.
Γιὰ νὰ τὸ κατορθώσουν, νὰ ὁρίσουν δηλαδὴ σχέσεις μεταξὺ τριῶν ΕΓΩ, στὴν Ἁγία Τριάδα, κατήργησαν τὴν οὐσία τοῦ Θεοῦ, διότι τὴν ἑρμήνευσαν καὶ αὐτοὶ Σχολαστικά, ὄχι ὅπως εἶχε ὁρισθεῖ ἀπὸ τοὺς Ἀρχαίους. Καὶ παλεύουν λυσσαλέα νὰ στριμώξουν τὸ δόγμα στὰ γυμνὰ Θεῖα πρόσωπα. Ἐπινοοῦν Μοναρχίες, Ἱεραρχίες, ἀριθμήσεις, εἰκονισμοὺς καὶ στὴν αἰώνιο καὶ στὴν οἰκονομικὴ Τριάδα, κηρύττουν τὴν Σωτηρία ὅλων ἅπαξ διὰ παντὸς καὶ ἀγωνίζονται γιὰ τὴν Σωτηρία τοῦ κόσμου. Ἐπινοοῦν τέρατα καὶ σημεῖα. ΤΟ ΠΡΩΤΕΙΟ (σ.σ. Οἱ ὑπογραμμίσεις δικές μας).
 
Ἂς ἀκούσουμε λίγο τοὺς Πατέρες, στὰ θέματα αὐτά!
Ὅσον ἀφορᾶ τὴν Μοναρχία τοῦ Πατρός ποὺ διαφημίζουν διάφοροι Καζανόβες τοῦ Πατριαρχείου, ὁ Γρηγόριος Παλαμᾶς, στὸ περὶ ἑνώσεως καὶ διακρίσεως, γράφει: «Οὐ γὰρ εἰς ἓν αἴτιον καὶ μίαν ἀρχὴν ἀναίτιον, ἀναφέρουσι τὰ πάντα. Ἡ οὐσία εἶναι αἰτία τῶν ἐνεργειῶν. Οὐδεμία ἐνέργεια εἶναι αὐθυπόστατος. Ὑπέρκειται αὐτῶν κατὰ τὸ αἴτιον. Ὡς ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ πρὸ τῶν αἰώνων ἐννοοῦμε τὴν ζωή, τὴν ἀθανασία, τὴν ἁπλότητα, τὴν ἀπειρία, ὅλα τ φύσει περ τν Θεόν. Τὸ ἀγαθὸν καὶ τὸ ὑπερούσιον, τὸ ἄναρχον καὶ τὸ ἄπειρον κ.τ.λ. εἶναι περὶ τὸν Θεὸν ἐξ’ ἀϊδίου.
Ἡ θεοποιὸς δωρεὰ τοῦ πνεύματος, τῆς ὁποίας ὑπέρκειται ὁ Θεὸς κατ’ οὐσίαν, ὀνομάζεται ἀγένητος Θέωσις ἀλλὰ καὶ Θεότης.
Μάξιμος Ὁμολογητής: κεφ. Θεολογικὰ 2.86: Η ΘΕΟΠΟΙΟΣ ΔΩΡΕΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ: Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ἡ Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ εἶναι κάτι ὑπὲρ τοὺς αἰῶνας, εἶναι δὲ ἡ κληρονομία τῶν σωζομένων! Θὰ κληρονομήσουν τὴν φύσιν καὶ οὐσίαν τοῦ Θεοῦ; Ὄχι βέβαια, ἀλλὰ τὴν θεοποιὸν Χάριν καὶ τὴν Θείαν Βασιλείαν, ἡ ὁποία ἂν καὶ δὲν εἶναι Φύσις (ἐφόσον ἡ φύσις ἀμέθεκτος), εἶναι ὅμως φυσικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ἀκολουθοῦσα φυσικῶς τὸν Θεὸν καὶ παρατηρουμένη περὶ αὐτὸν ἀχωρίστως. Εἰς ἡμᾶς τὸ πνεῦμα εἶναι ὡς δῶρον Θεοῦ, ἀλλὰ δῶρον ζωῆς, δῶρον ἐλευθερίας, δῶρον δυνάμεως. «Διὰ τοῦτο καὶ εἶναι ὁμότιμον μὲ τὸν δώσαντα».
Καταργώντας τὴν οὐσία λοιπὸν καταργεῖται ἡ Βασιλεία, ἡ μετάνοια. Ἡ Σωτηρία ἡ ἴδια καθίσταται Ματαία. Εἰκονική. Μόνη ζωὴ ἡ ἀναλογία. Γινόμαστε ποιητικὲς μεταφορές, διότι ἡ ἀναλογία εἶναι πάνω ἀπ’ ὅλα λογοτεχνικὸ εἶδος. Ἡ πίστις μας ματαία, διότι ἡ θέωσις εἶναι ἡ μυστικὴ ἀνάσταση. Καὶ ὅμως αὐτοὺς τοὺς ματαιόδοξους τοὺς ἀνεχόμαστε καρτερικὰ νὰ σβύνουν ἀπὸ τὴν Μνήμη τῆς Ἐκκλησίας τὴν δυνατότητα τῆς Σωτηρίας μας! ΠΕΡΙΕΡΓΩΣ!
«Οὗ μικρὸν» ἐν τοῖς περὶ Θεοῦ τὸ παραμικρὸν (Παλάμας, περὶ ἑνώσεως καὶ διακρίσεως.
«Τὸ εἶναι αἴτιον» τυγχάνει ἀκοινώνητον, ἰδίωμα τῆς πατρικῆς ὑποστάσεως ἡ οὐσία θεωρεῖται τὸ περιεχόμενον τῆς ὑποστάσεως. Τὰ ὑποστατικὰ (σχέσεις) δὲν ἱδρύουν τὴν ὑπόστασιν οὔτε ταυτίζονται μετ’ αὐτῆς ἀλλὰ τὴν χαρακτηρίζουν. Εἶναι σημεῖα τῆς ἀρρήτου διαφορὰς τῶν προσώπων. Ἡ σχέσις εἶναι σχέσις διαφορὰς καὶ ὄχι σχέσις ἀντιθέσεως.
λέξις «ΠΑΤΗΡ» χρησιμοποιεῖται γιὰ νὰ πισημάνει τν πρωταρχικν κα προαιώνιον «παρθενίαν» το Θείου Εναι. Ὁ «ΠΑΤΗΡ» εἶναι «παρθένος πατὴρ» ὁ ἐν παρθενία πρὸ πάντων τῶν αἰώνων γεννῶν τὸν παρθένον Υἱὸν καὶ ἐκπορεύων τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Εἶναι ἡ θεόγονος Θεότης.
Ὁ Υἱὸς εἶναι ἡ παρθενία τοῦ Πατρός, ὁ ἐκ τοῦ Παρθένου Πατρὸς πρὸ αἰώνων γεννημένος, προοριζόμενος νὰ γεννηθεῖ ἐπ’ ἐσχάτων ἐκ παρθένου Μαρίας.
Ἡ Γέννησίς Του εἶναι γέννησις ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ Πατρὸς κατὰ τὴν πατερικὴν ὑπόστασιν, διὰ τῆς ὁποίας λαμβάνει τὴν θεότητα τοῦ Πατρὸς ἀλλ’ οὐχὶ καὶ τὰ τῆς πατρικῆς ὑποστάσεως.
Οἱ Ἀληθεῖς προσκυνῆται προσκυνοῦν τὸν Πατέρα «ἐν πνεύματι καὶ Ἀληθείᾳ»  δηλ. «ἐν Υἱῷ καὶ Πνεύματι».
Ὁ Πατὴρ δὲν εἶναι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ ἔχει τὴν οὐσίαν. Ὁ Υἱὸς καὶ τὸ πνεῦμα δὲν εἶναι ἡ οὐσία τοῦ Πατρός, ἀλλὰ λαμβάνουν καὶ ἔχουν προαιωνίως τὴν αὐτὴν Πατρικὴ οὐσίαν.
Ὁ προαιώνιος τρόπος ὑπάρξεως τοῦ Υἱοῦ καὶ τὸ ἴδιον Αὐτοῦ εἶναι ἡ ἐκ τοῦ Πατρὸς γέννησις. Ἡ γέννησις ὅπως ἡ ἀγεννησία δὲν εἶναι φύσις, ἀλλὰ περὶ τὴν φύσιν. Ἡ γεννηθεῖσα ὑπόστασις εἶναι διαφορετικὴ τῆς φύσεως. γέννησις εναι τς τοῦ Πατρς φύσεως ργον κα οχ ργον τς θελήσεως. Ἡ γέννησις ἕπεται τῇ φύσει ἀλλὰ τῇ φύσει τῇ οὔσῃ τοῦ ἀγεννήτου Πατρός. Ἡ φύσις δὲν θεωρεῖται ὡς κέντρον τι ἐν τῶν ὁποίῳ διακρίνονται ἐκ τῶν ὑστέρων αἱ ὑποστάσεις.
Τὸ κτίσμα δὲν εἶναι συναΐδιον τοῦ κτίζειν δηλ. τῆς δημιουργικῆς δυνάμεως καὶ θελήσεως τοῦ Θεοῦ [Ὁ Γιανναρᾶς λοιπὸν ὁ ὁποῖος διδάσκει ὅτι ὁ Πατὴρ ἐλευθέρως μὲ ἀγάπη καὶ διὰ τῆς θελήσεώς του γεννᾶ τὸν Υἱό, ὑποβιβάζει τὸν Κύριο σὲ κτίσμα, ἐπιστρέφοντας καὶ αὐτὸς μὲ τὴν σειρὰ του στὴν πρώτη περίοδο τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ στὴν περίοδο τῶν μεγάλων αἱρέσεων, σὰν αἱρετικὸς] ΜΙΑ ΤΡΙΣΥΠΟΣΤΑΤΟΣ ΦΥΣΙΣ.
Καὶ τέλος Ἅγιος Μάξιμος, Κεφάλαια περὶ Θεολογίας, Ἑκατοντάς, Α,7.
Καμιὰ ἀρχή, καμιὰ μεσότητα, κανένα τέλος δὲν ἀρνεῖται τὴν κατηγορία τῆς σχέσεως. Ὁ Θεὸς ὅμως ποὺ εἶναι ἀπειρες φορὲς ἄπειρα ἀνώτερος ἀπὸ κάθε σχέση, δὲν εἶναι φυσικὰ οὔτε ἀρχή, οὔτε μεσότης, οὔτε τέλος. Οὔτε εἶναι τίποτε ἀπ’ ὅλα αὐτά ποὺ μποροῦν νὰ δεχθοῦν στὴν σχέση τους τὴν κατηγορία τοῦ πρὸς τί.
Ἂς ὁλοκληρώσουμε ξανὰ μὲ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο, πρὸς Ἀκίνδυνον 2.7,16...
Ἄνευ τοῦ ἰδίου τῶν ὑποστάσεων δὲν δύναται νὰ ὑπάρχη Τριὰς ἄνευ δὲ τοῦ ἑνιαίου τοῦ Θεοῦ δὲν δύναται νὰ ὑπάρχει μοναρχία, δηλ, μία καὶ ἡ αὐτὴ θεότης. Δὲν ὑπάρχει μόνον διαφορὰ οὐσίας καὶ ὑποστάσεως, ὑπάρχει καὶ διαφορὰ ὑποστάσεως καὶ ὑποστατικῶν.
Ἡ Λέξη «ΥΠΟΣΤΑΣΙΣ» ΣΥΜΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ ΟΛΟ ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΘΕΟΤΗΤΟΣ.
Τὰ ὑποστατικὰ ἰδιώματα δὲν εἶναι ἡ ὑπόστασις, ἀλλὰ τὰ χαρακτηριστικὰ ὑποστάσεως τὰ ὑποστατικὰ λοιπὸν δὲν ὀνομάζονται ὑποστάσεις καὶ αὐθυπόστατα, ἀλλὰ «νυπόστατα» ὡς περὶ τὴν ὑπόστασιν ὄντα! (Περὶ θεοποιοῦ μεθέξεως.
Τὰ γνωριστικὰ ἰδιώματα τῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος δὲν ἔχουν τὴν φύσιν ὡς ἀρχήν, ἀλλὰ τὴν ὑπόστασιν.
Τὰ φυσικὰ ἰδιώματα εἶναι αἱ ἐνέργειαι τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ! Ὅπως τὰ ὑποστατικὰ χαρακτηρίζουν τὰς ὑποστάσεις, οὕτω καὶ τὰ φυσικὰ δὲν εἶναι φύσις ἀλλὰ τὰ χαρακτηριστικὰ φύσεως. Τὰ φυσικὰ εἶναι κοινὰ τῶν ὑποστάσεων. Τὰ ὑποστατικὰ εἶναι αἱ ἀκοινώνηται ἰδιότητες τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὁ Πατὴρ ἔχει ὑποστατικῶς τὸ γεννᾶν καὶ τὸ ἐκπορεύειν. Τὸ Δημουργεῖν ὅμως καὶ ἁγιάζειν, ὄχι ὑποστατικῶς ἀλλὰ φυσικῶς μετὰ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Πνεύματος.
Ἡ «ἀγενησία» τοῦ Πατρὸς δὲν εἶναι Φύσις, ἀλλὰ ἐκ τῶν περὶ αὐτὴν ὑποστατικῶς θεωρουμένων. Οἱ ἀρχαῖοι αἱρετικοὶ (Ἄρειος, Εὐνόμιος) ταύτισαν τὴν ἀγεννησία πρὸς τὴν φύσιν. [Οἱ νέοι αἱρετικοὶ (Γιανναρᾶς-Ζηζιούλας) ταυτίζουν τὴν ἀγεννησία μὲ τὴν ὑπόσταση].
Κάθε ὑπόστασις ἔχει περισσότερα τοῦ Ἑνὸς ὑποστατικά.
Ἡ Ἀγεννησία συμπεριλαμβάνει τὸ ἄναρχο (ἄχρονο καὶ ἀναίτιο). Ἀγέννητο καὶ ἀναίτιο ταυτίζονται. Ἀλλὰ καὶ τὸ ἀναίτιον τῷ αἰτίῳ ταὐτόν ἐστι ἐπὶ Θεοῦ. Τὰ ὑποστατικὰ εἶναι ἀκοινώνητα.
Ἡ Δημιουργία εἶναι κοινὸ ἔργο καὶ τῶν Τριῶν ὑποστάσεων καὶ διακρίνεται σαφῶς ἡ μοναρχία τοῦ Πατρός, ἢἡ ἀφορῶσα εἰς τὴν προαιώνιον ὑπαρξιν τῶν θείων ὑποστάσεων, ἀπὸ τὴν «κοινὴ Μοναρχία» εἰς τὴν κτίσιν.
Ἡ ἐνέργεια εἶναι ἕνωσις τῶν Τριῶν ὑποστάσεων ὅπως καὶ ἡ οὐσία. Ὅταν ἡ ἐνέργεια διακρίνεται ὡς πρὸς τὴν φύσιν, τότε ἑνοῦται ὡς πρὸς τὰς ὑποστάσεις. Ὅταν δὲ ἡ θεότης διακρίνεται κατὰ τὰς ὑποστάσεις, ἑνοῦται κατὰ τὴν Φύσιν καὶ τὴν Φυσικὴν ἐνέργειαν.
Ἕκαστη ὑπόστασις ἑνώνει ἐν ἑαυτῇ τὸ ἄπειρον πλῆθος τῶν Θείων ἐνεργειῶν καὶ ταυτόχρονα εἶναι ἑκάστη εἷς καὶ ὁ αὐτὸς Θεὸς μετὰ τῶν ὑποστάσεων τῶν ἑτέρων, κατὰ τὴν οὐσίαν καὶ τὴν κοινὴν Φυσικὴν ἐνέργειαν.
ΤΑ ΘΕΙΑ ΕΝΩΝΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΝΟΝΤΑΙ
ΟΛΑΙ ΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΕΝΑΙ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΙ ΜΕ ΤΑΣ ΕΝΩΣΕΙΣ. 
ΕΝ ΑΝΑΡΧΟΝ ΚΑΙ ΑΤΕΛΥΤΗΤΟΝ ΥΠΑΡΧΕΙ. Η ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ! 
Για σους νδιαφέρονται γιὰ τν Σωτηρία τους! Κα φοβονται τν πλάνη!
Ἀμέθυστος

Πείτε μας, τί πιστεύετε π. Θεόδωρε Ζήση, π. Γεώργιε, π. Σαράντη;






Πιστεύετε  αὐτὰ ποὺ ἄλλοτε λέγατε καὶ ὑπογράφατε καὶ διδάσκατε π. Θεόδωρε Ζήση, π. Γεώργιε Μεταλληνέ, π. Σαράντη Σαράντη, π. Διονύσιε Τάτση;
Ἂν ναί, γιατί δὲν τὰ ἐφαρμόζετε καὶ ἀφήνετε τὴν μολυσματικὴ νόσο τοῦ Οἰκουμενισμοῦ νὰ ἐπεκτείνεται καὶ νὰ ἐπιδεινώνεται; Γιατί –ἀντίθετα– «διώκετε», ἀποκλείετε καὶ διαβάλλετε μὲ τὸν τρόπο σας, ὅσους τὰ ἐφαρμόζουν;
Ἂν δὲν τὰ πιστεύετε, βρεῖτε τὸ θάρρος νὰ διαψεύσετε τὴν «Ὁμολογία Πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ» καὶ ὅσες ἄλλες δημοσιεύσεις κάνατε, ἀφοῦ μὲ τὶς πράξεις σας τὶς ἀναιρεῖτε!
Καὶ σεῖς π. Ἰωήλ Κωνστάνταρε  –ποὺ ξεκινήσατε τὴν ἀντιπαράθεση καὶ ποὺ σᾶς ἐκφράζουν οἱ ἀνωτέρω–  γιὰ δεῖτε τὰ παρακάτω κείμενα, καὶ πεῖτε μας: γιατί δὲν ζητᾶτε τὸ λόγο γιὰ ἀσυνέπεια ἀπὸ τοὺς ὡς ἀνωτέρω φημισμένους δασκάλους σας, ἀλλὰ ἀπευθύνεται τὰ φαρμακερὰ καὶ συκοφαντικά βέλη σας μόνο σὲ μᾶς τοὺς λίγους, μικροὺς καὶ ἀσήμαντους ποὺ ἐφαρμόζουμε ἐκεῖνα ποὺ μᾶς δίδασκαν;
 Παραθέτουμε, λοιπόν, δυό-τρία κείμενά τους γιὰ νὰ τὰ ἀναγνωρίσουν οἱ πρῶτοι (τὰ κείμενα αὐτὰ εἶναι πνευματικά τους «παιδιά») καὶ νὰ τὰ θυμηθεῖτε ἢ νὰ τὰ μάθετε κι ἐσεῖς π. Ἰωήλ:
Στν «Διακήρυξη κληρικν κα μοναχν», τν ποία προσυπογράφετε, πατέρες, μαζὶ μὲ δεκάδες ἄλλους Ἱερεῖς καὶ Μοναχούς, διαβάζουμε:
«Τ θέμα τς κοινωνίας μ τος αρετικούς, ς κα τς ν συνέχει κοινωνίας μ τος κοινωνοντες (δηλ. τοὺς Οἰκουμενιστές), ο ποοι μ τν πράξη τος ατ ποβαίνουν κοινώνητοι, εναι τ μεζον κα πεγον θέμα στν σημεριν κκλησιαστικ ζωή. Τ κκλησιαστικ σμα νοσε πικίνδυνα· πεύθυνοι γι τν νόσο εμαστε λοι, χι μόνον ο κοινωνοντες μ τος τεροδόξους, λλ κα σοι κοινωνομε μ τος κοινωνοντες· κτροπ κα παράβαση μοιάζει μ τ συγκοινωνοντα δοχεα…» («Μαρτυρία ποστασία; Σκέψεις κα κτιμήσεις μετ τ Ραβέννα», "Ὀρθόδοξος Τύπος", φ. 1466, 12.7.2002).
Στ Πορίσματα το Συνεδρίου γι τν ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ: «Γένεσις–Προσδοκίαι–Διαψεύσεις» κα στν § 8 διαβάζουμε:
«Ν διατρανωθε πρς τς κκλησιαστικς γεσίες τι σ περίπτωση πο ξακολουθήσουν ν συμμετέχουν κα ν νισχύουν τν παναίρεση το Οκουμενισμο, διαχριστιανικο κα διαθρησκειακοῦ, πιβεβλημένος (σ.σ. τί σημαίνει "ἐπιβεβλημένος": δυνητικός, λοιπόν, ἢ ὑποχρεωτικός;) σωτήριος, κανονικς κα γιοπατερικς δρόμος τν πιστν, κληρικν κα λαϊκν, εναι κοινωνησία διακοπ δηλαδ το μνημοσύνου τν πισκόπων (σ.σ. καὶ ἀποτείχιση), ο ποοι καθίστανται συνυπεύθυνοι κα συγκοινωνο τς αρέσεως κα τς πλάνης. Δν πρόκειται περ σχίσματος (σ.σ. πάτερ Ἰωήλ), λλ περ θεαρέστου μολογίας, πως τ πραξαν παλαιο Πατέρες, λλ κα στς μέρες μας μολογητα πίσκοποι, μεταξ τν ποίων γεραρς κα σεβαστς μητροπολίτης πρώην Φλωρίνης Αγουστῖνος, κα τ γιον ρος…» (σ.σ. εἶναι σαφεῖς οἱ ἑκατοντάδες Σύνεδροι ποὺ ὑπέγραψαν τὰ Πορίσματα, π. Ἰωήλ;).
Αὐτὰ λοιπόν, ποὺ τότε διακηρύσσατε, Πατέρες, ποῖος σᾶς βάσκανε καὶ τὰ ξεχάσατε; Μήπως –ὡς ἐκ τούτου– ταιριάζουν τώρα σὲ Σς, τὰ παρακάτω δικά σας λόγια,  λόγια ποὺ πευθύνατε τότε σες στος Οκουμενιστές; (Καὶ δὲν εἶναι τὰ μοναδικά, ἂν θέλετε θὰ σᾶς θυμήσουμε κι ἄλλα). Τὰ παραθέτουμε:
«ς μς ξεκαθαρίσουν λοιπν μερικο κκλησιαστικο γέτες τι χουν προσχωρήσει σ' ατν τν «προοδευτικ» ποψη, γι ν καθορίσουμε κα μες τν στάση μας πέναντί τους, τν ποία οτως λλως εμαστε ποχρεωμένοι ν καθορίσουμε (σ.σ. ἀλλά, δυστυχῶς,  δὲν τὸ κάνατε), διότι διαφορετικά, ΚΟΙΝΩΝΟΥΜΕ κα μες «τος ργοις ατν τος πονηρος» (Β' ω. 11). μες πιθυμομε (σ.σ. τί ἅγια ἐπιθυμία εἴχατε τότε!) ν χουμε κοινωνία χι πρς τος κοινωνήτους, λλ πρς τος γίους κα πιστος λων τν ποχν, ν πιστεύουμε πως πίστευαν λοι ο πρ μν γιοι Πατέρες, στος ποίους πειθόμεθα κα πακούουμε» (π. Θεοδώρου Θ. Ζήση, Διαθρησκειακς Συναντήσεις, ρνησις το Εαγγελίου κα προσβολ τν γίων Μαρτύρων».
Κα π. Διονύσιος Τάτσης, γνωστς γωνιστς ρθρογράφος  το «ρθόδοξου Τύπου, (22/9/06), γράφει:
«Ὁ ρθόδοξος λαός μας πρέπει ν κάνει να κόμη βμα. πως ντιδρ στς παπικς αρέσεις  κα πορρίπτει  τν πάπα τσι πρέπει νά κάνει κα στος παπόφιλους ρθοδόξους”»  (σ.σ. δηλαδή, τοὺς Οἰκουμενιστές).