Σάββατο 30 Αυγούστου 2014

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ ΣΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

Εισαγωγή

Το πρόβλημα της ύπαρξης «Θεολογίας της Κ.Δ.» ως ανεξάρτητου και αυτοτελούς γνωστικού αντικειμένου μέσα στα πλαίσια του θεολογικού επιστητού, αλλά και του συνόλου των ανθρωπιστικών επιστημών, ως προς τη θεραπεία της θεολογικής επιστήμης σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι κατά βάση πρόβλημα επιστημολογικών προϋποθέσεων. Δεν έχει κανείς παρά να παρατηρήσει την ένταξη της επιστήμης της Κ.Δ. στο σύνολό της στη γενικότερη διάρθρωση των θεολογικών σπουδών, ιδιαίτερα στα πλαίσια της πανεπιστημιακής κοινότητας, όπου μόνο τα τελευταία χρόνια άρχισε δειλά -δειλά να κάνει αισθητή την παρουσία του. Στην εξέλιξη αυτή συνέβαλε και το γεγονός ότι ο κλασικός μοντέρνος τρόπος θεραπείας της επιστήμης της Κ.Δ. - και όχι μόνο εξ αιτίας εκφυλιστικών φαινομένων, όπως το διαβόητο Jesus Seminar της SBL - την οδήγησε τα τελευταία χρόνια σε ένα σοβαρό πρόβλημα της αξιοπιστίας, τόσο μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας όσο και μέσα στη θεολογική academia, αλλά και σ’ αυτήν ακόμη την κοινωνία. Είναι παγκόσμια πλέον η αντίδραση, πέρα από ομολογιακές τοποθετήσεις και εκκλησιολογικές προϋποθέσεις, ότι οι βιβλικοί ερευνητές έχουν μετατραπεί σε ένα κλειστό club ειδικών, που ελάχιστα σέβονται το αντικείμενο το οποίο υπηρετούν και πολύ σπανιότερα αφουγκράζονται τις ευαισθησίες και τα προβλήματα της πιστεύουσας (αλλά και της ευρύτερης) κοινότητας.
 Αντίθετα, ως προς την Ορθόδοξη θεολογία το πρόβλημα ύπαρξης «Θεολογίας της Κ.Δ.» εντοπίζεται στην παγιωμένη αντίληψη περί αποκλειστικότητας της Δογματικής Θεολογίας, η οποία από την ίδρυση και οργάνωση των σύγχρονων θεολογικών σχολών και την εν γένει παροχή της Ορθόδοξης θεολογικής εκπαίδευσης έχει μονοπωλήσει την έκφραση, διατύπωση και καταγραφή της «θεολογίας» της Εκκλησίας. Γι’ αυτό, άλλωστε, και η συμβολή της Βιβλικής επιστήμης ποτέ ­ μα ποτέ - δεν επηρέασε την νεώτερη Ορθόδοξη εκκλησιαστική πραγματικότητα, η οποία πάντοτε την αντιμετώπιζε με καχυποψία, αν όχι και με απέχθεια και αντιπάθεια.

''Γιάφκες'' μοντέρνων και συντηρητικών στην Εκκλησία!

ierarxes plati
Εφημερίδα "ΤΟ ΠΑΡΟΝ"

Η θεωρία των δύο άκρων στο εσωτερικό της Εκκλησίας - Στα δύο χωρισμένοι οι κληρικοί, αντιπαρατίθενται κάτω από την μύτη του Αρχιεπισκόπου και των Μητροπολιτών - Συναθροίζονται τακτικά και προβάλλουν θέσεις που προκαλούν σύγχυση στους πιστούς
Νεωτεριστές "μεταπατερικοί" εναντίον των υπερσυντηρητικών. Στην πολιτική, το ερώτημα για το αν ισχύει η θεωρία των δύο άκρων, δεν έχει απαντηθεί με ακρίβεια.
Στην Εκκλησία, ωστόσο, η αντιπαράθεση δύο αντίθετων πόλων υφίσταται και, μάλιστα, έχει εξελιχθεί τα τελευταία χρόνια σε μείζον πρόβλημα.  
Ιερείς, πολλές φορές κάτω από τη μύτη του Αρχιεπισκόπου και της ιεραρχίας, ερμηνεύουν τις ευχές κατά το δοκούν ή προβάλλουν πιο "σύγχρονες" απόψεις.
Μεταφράζουν στη δημοτική γλώσσα το Ευαγγέλιο. Κατακεραυνώνουν με την αρθρογραφία τους όσους έχουν αντίθετη γνώμη από αυτούς.
Αποκαλούν τους αντίθετους "συντηρητικούς", γιατί επιμένουν στην παράδοση της Εκκλησίας. Είναι οι υπέρμαχοι μίας διαφορετικής, πιο μοντέρνας θεολογίας που θέλει την Εκκλησία περισσότερο σύγχρονη.
Ζητούν να "ξεκολλήσει" όχι από την ουσία της πίστης, αλλά από τον τρόπο που επικοινωνεί η Εκκλησία, ο κλήρος με τον λαό.
Οι συντηρητικοί τους αποκαλούν "νεορθόδοξους" ή "νεοπατερικούς" και, υποτιμητικά, "νεοκουλτουριάρηδες". Οι νεορθόδοξοι θέλουν την Εκκλησία πιο απλή και διαφωνούν με τις "υπερεξουσίες" των αρχιερέων.
"Για τους νεορθόδοξους αυτός που έχει το προβάδισμα στην Εκκλησία είναι ο κληρικός και όχι ο δεσπότης" σημειώνει μητροπολίτης που έχει ασχοληθεί συστηματικά τα τελευταία χρόνια με την αντιπαράθεση νεορθόδοξων και υπερσυντηρητικών. 
Οι θέσεις των Νεορθόδοξων
Οι νεορθόδοξοι ιερείς θέλουν την Εκκλησία λιγότερο "αποστειρωμένη". Διαπρύσιοι κήρυκες της λεγόμενης "μεταπατερικής" θεολογίας που ζητούν μεταξύ των άλλων, λένε ιερείς που παρακολουθούν από κοντά την αντιπαράθεση, την κατάργηση των κατηχητικών σχολείων.
Θεωρούν επιβεβλημένη τη μείωση της ισχύος των Μητροπολιτών και οι πιο προοδευτικοί από αυτούς θέλουν την μετάφραση ευχών και του Ευαγγελίου στη δημοτική γλώσσα. Διαφωνούν με τα πομπώδη άμφια που φορούν οι Μητροπολίτες στις πανηγυρικές λειτουργίες.
Έχουν πιο φιλελεύθερες απόψεις σχετικά με ζητήματα βιοηθικής (τάσσονται υπέρ της παρένθετης μητέρας, της καύσης νεκρών κ.ά.) και δεν είναι σφόδρα αντίθετοι με τον πολιτικό γάμο ούτε με την ψυχανάλυση.
Αντίθετα, οι υπερσυντηρητικοί διαφωνούν με τις μεταμοσχεύσεις, με τον διάλογο του Οικουμενικού Πατριάρχη και άλλων Ορθόδοξων Προκαθημένων με τον Πάπα και την Εκκλησία των Καθολικών ακόμη και για θέματα μη θεολογικού χαρακτήρα (φιλανθρωπίες, κοινωνικές δράσεις κ.ά.) και συχνά κατακεραυνώνουν την Πολιτεία για πρωτοβουλίες που κρύβουν από πίσω τους τον αριθμό "666". 
Η αντιπαράθεση των δύο άκρων της Εκκλησίας απασχολεί τους ιεράρχες στις κατ' ιδίαν συζητήσεις τους, όμως το θέμα δεν έχει τεθεί στο σύνολό του στις συνεδριάσεις της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας. Μόνο αποσπασματικά παίρνουν αποφάσεις είτε η Διαρκής Σύνοδος είτε η Ιεραρχία άλλοτε ικανοποιώντας τη μία πλευρά και, άλλοτε, την άλλη. 
Όμως ο κλήρος όσο περνούν τα χρόνια χωρίζεται στα δύο και η αντιπαράθεση διαρκώς οξύνεται. Είναι χαρακτηριστικό πως σε αίθουσα του Χαλανδρίου μία φορά το μήνα οι Νεορθόδοξοι συγκεντρώνονται (εν αγνοία ή εν γνώσει του Αρχιεπισκόπου, αλήθεια;) και καταθέτουν τις απόψεις τους.
"Υποστηρίζουν πως αυτοί αποτελούν το μέλλον της Εκκλησίας και προσπαθούν να διαδώσουν τις δικές τους απόψεις σε ειλημμένα ζητήματα" σημειώνει Μητροπολίτης της Β. Ελλάδας που τάσσεται σφόδρα κατά των πρακτικών που ακολουθούν.
Οι μεν και οι δε 
Τις θέσεις των Νεορθοδόξων, άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, φέρονται να υποστηρίζουν με ιδιαίτερη θέρμη οι ιερείς: Βασίλειος Θερμός από τη Μητρόπολη Θηβών, Ευάγγελος Γκανάς, Δ. Μπαθρέλλος, Αντώνιος Πινακούλας, Νικόλαος Δουλγέρης και Κωνσταντίνος Καραισαρίδης από την Αττική και ο τέως πρωτοσύγκελλος της Μητρόπολης Πρεβέζης Θεοδόσιος Μαρτζούχος.
Τις ίδιες θέσεις υποστηρίζουν θεολόγοι που που έχουν την αφετηρία τους σε Μητρόπολη της κεντρικής Ελλάδας και ο θεολόγος - διευθυντής του Ραδιοφωνικού Σταθμού της Εκκλησίας Αλέξανδρος Κατσιάρας.
Στους υπερσυντηρητικούς ή απλά παραδοσιακούς όπως οι ίδιοι αποκαλούν τους εαυτούς τους (οι Νεορθόδοξοι τους αποκαλούν υποτιμητικά "ταλιμπάν") φέρονται να ανήκουν οι ιερείς Σαράντης Σαράντος, Θ. Ζήσης, Ι. Φωτόπουλος, Γ. Μεταλληνός και Ι. Χατζηθανάσης.
Τα θυλάκια ή καλύτερα οι … γιάφκες των μεταπατερικών, εκσυγχρονιστών, συντηρητικών και ταλιμπάν παρεπιδημούν σε πολλές ενορίες της Αττικής και σε άλλες τόσες μεγάλες μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος. Η αντιπαράθεση έχει περιοριστεί τα τελευταία χρόνια σε επίπεδο απλών κληρικών και όχι ιεραρχών.
Όμως, πολλοί στον χώρο της Εκκλησίας εκτιμούν πως σύντομα πρέπει να καταπιαστεί με το πρόβλημα η ιεραρχία, η οποία προς το παρόν σφυρίζει αδιάφορα.
Να τραβήξει, υποστηρίζουν, αυτή την κόκκινη γραμμή κάτω ή πάνω από την οποία δεν θα μπορεί να περνά κανένας κληρικός.
Με λίγα λόγια να χαράξουν το πλαίσιο που θα κινούνται στο εξής οι κληρικοί αφού οι αντιπαραθέσεις αυτές προκαλούν ήδη τριβές ανάμεσα σε ομάδες κληρικών, απαξιωτικές προσεγγίσεις των μεν από τους δε και δυναμιτίζουν το κλίμα και την ενότητα στο εσωτερικό της Εκκλησίας. 
Δυσφορία στην Ι. Σύνοδο
Στην Πρέβεζα ο πρώην πρωτοσύγκελλος έχει τραβήξει το δικό του δρόμο μακριά από τις επίσημες θέσεις της Εκκλησίας.
Με άρθρο του, όχι στο προσωπικό του ιστολόγιο αλλά στη σελίδα της ενορίας του κατακεραυνώνει με αυστηρότατο ύφος αρθρογράφο της ιστοσελίδας της Μητρόπολής του (!), επειδή οι μεν τάσσονται υπέρ και οι δε κατά των μεταφράσεων του Ευαγγελίου στη δημοτική γλώσσα. 
Με λίγα λόγια ο συγκεκριμένος ιερέας τάσσεται ανοικτά κατά του Μητροπολίτη του και των επίσημων θέσεων της Ιεράς Συνόδου που διαφωνούν με τη μετάφραση του Ευαγγελίου!
Στην Ιερά Σύνοδο η αντιπαράθεση του υπέρμαχου της δημοτικής και η ανοχή του Μητροπολίτη του σε τέτοια φαινόμενα σχολιάστηκε δυσμενώς.
Τόσο για τον ιερεά που αναπτύσσει τη δική του θεολογία όσο και για τον μητροπολίτη που ανέχεται τις πρακτικές του ιερέα χωρίς να τον επαναφέρει στην τάξη.

Η Εκκλησία δεν είναι ούτε ''συντηρητική'' ούτε ''προοδευτική''. Είναι αυθεντική.


Η πρώτη απάντηση έχει να κάνει με την αγωνία πολλών το παρελθόν να διατηρηθεί ακέραιο στη ζωή μας. Έτσι γεννιέται ένας συντηρητισμός, ο οποίος ομνύει στο αδιαπραγμάτευτο του τρόπου του παρελθόντος. Δεν είναι μόνο η παραμονή στους λόγους του παρελθόντος. Είναι και η απαίτηση να τηρούνται κατά γράμμα. Και αυτή η διακήρυξη της τήρησης καθιστά τους ανθρώπους που ακολουθούν αυτή την οδό αυθεντικούς. Ακόμη κι αν δεν λαμβάνουν υπ’ όψιν τους στοιχεία της ίδιας τους της ζωής στο παρόν που έρχονται, εκ των πραγμάτων, σε αντίθεση με το παρελθόν. Διότι ο κόσμος εξελίσσεται, η πορεία της χριστιανικής ζωής δεν συναντά τις κοινωνικές βάσεις που είχε ο χριστιανισμός όταν διαμορφώθηκε, ενώ ακόμη και τα λαογραφικά – κοινωνικά στοιχεία της ζωής των ανθρώπων (τροφή, ενδυμασία, γιορτές, ανθρώπινες σχέσεις, τρόπος πρόσληψης όχι μόνο της θρησκευτικότητας αλλά και όλων των δεδομένων της ζωής) έχουν υποστεί μεγάλες αλλαγές λόγω της πορείας της ιστορίας προς τα εμπρός. Οι άνθρωποι όμως που μένουν στο γράμμα δεν θέλουν καμία αλλαγή στον τρόπο προσέγγισης του Ευαγγελίου, αλλά και του κόσμου και της ζωής.
Την ίδια στιγμή υπάρχει μια άλλη κατηγορία ανθρώπων, οι οποίοι
ομνύουν στην προσαρμογή χάριν της προόδου και της αλλαγής της κοινωνίας. Ζητούν καινοτομίες. Ζητούν την εύρεση τρόπων, λεκτικών σχημάτων, ακόμη και παρασιώπησης των διδασκαλιών της Εκκλησίας, μόνο και μόνο για να μην υπάρχει ενόχληση στο σύγχρονο τρόπο ζωής και υποκατάσταση του παρελθόντος από την ανάγκη του παρόντος. Κι αυτό χωρίς να λαμβάνουν υπ’ όψιν ότι όταν δεν υπάρχουν σταθερές και όλα αρχίσουν να μεταβάλλονται, δεν είναι εύκολο το ρεύμα το οποίο γεννιέται εκ των πραγμάτων να σαρώσει τα πάντα, ενώ την ίδια στιγμή, οι αντιδράσεις από την μερίδα των συντηρητικών ανθρώπων θα είναι μεγάλες, γατί οι όποιες προσαρμογές δεν μπορούν να γίνουν χωρίς προετοιμασία, χωρίς διάλογο και χωρίς αγάπη όχι μόνο για το καινοτόμο και την αγωνία ο οίνος της αλήθειας να μην μπει σε παλαιούς ασκούς, αλλά και ότι υπάρχει πάντοτε και η άλλη πλευρά, η οποία ανήκει και αυτή σε εκείνους «υπέρ ων Χριστός απέθανεν».
Απέναντι σ’ αυτές τις δύο θεωρήσεις ο απόστολος Παύλος διακηρύσσει ξεκάθαρα: « προσέχειν τοις ακουσθείσιν, μη ποτε παραρρυώμεν» (Εβρ. 2,1). Να μένουμε πιο πιστοί στις αλήθειες που ακούσαμε, για να μην ξεστρατίσουμε ποτέ. Ο Παύλειος λόγος δεν αναφέρεται σε φόρμες, σε σχήματα τελετουργικά, σε τρόπους οργάνωσης ή ακόμη και σε τρόπους έκφρασης. Αναφέρεται στις αλήθειες τις οποίες έχουμε ακούσει και μάλιστα από τον ίδιο το Χριστό και οι οποίες επιβεβαιώνονται ως αυθεντικές από όσους Τον άκουσαν να μιλεί. Αυτές οι αλήθειες έχουν να κάνουν με τη σωτηρία μας. Και γι’ αυτό ο απόστολος αναφωνεί: « πώς ημείς εκφευξώμεθα, τηλικαύτης αμελήσαντες σωτηρίας;».
Κανένα σχήμα ανθρώπινο, τελετουργικό, επικοινωνιακό, διαλεκτικό δεν έχει σημασία μπροστά στη σωτηρία. Και η Εκκλησία δεν είναι ούτε συντηρητική ούτε προοδευτική. Είναι αυθεντική, διότι στόχος της είναι η σωτηρία των ανθρώπων από το κακό και το θάνατο. Κι αυτή δεν μπορεί να έρθει χωρίς την πίστη στο Χριστό ως τον Σωτήρα του κόσμου, χωρίς την κατάφαση στα όρια που είναι τα δόγματα αυτής της πίστης, χωρίς την τήρηση των εντολών Του και την ίδια στιγμή χωρίς την συνάντηση μαζί Του και με τον πλησίον στη ζωή του σώματος του Χριστού που είναι η Εκκλησία, όχι μόνο στο ναό, αλλά και σε όλη τη ζωή μας. Γιατί η σωτηρία δεν έχει να κάνει μόνο με τον χρόνο που βρισκόμαστε στην Εκκλησία ή τον χρόνο της προσευχής μας. Αντανακλάται σε όλη μας την πορεία, αφού κατά πάντα καλούμαστε να είμαστε άνθρωποι που την βιώνουμε και την φανερώνουμε σε όλα μας τα έργα.
Επομένως, για την Εκκλησία το δίλημμα « συντήρηση ή πρόοδος» δεν είναι αληθινό. Ούτε γόνιμο. Εκφράζει φιλοσοφούσες διάνοιες, όχι όμως αγίους. Η Εκκλησία κρατά ακέραιο τον λόγο του Χριστού και της παράδοσής της. Αφήνει όμως τα υπόλοιπα στην αγάπη. Ακόμη και οι ανθρώπινες ανάγκες θεώνται στην προοπτική της αγάπης. Έχουν να κάνουν με το τι χρειάζονται οι άνθρωποι σε κάθε κοινότητα, σε κάθε κοινωνία, αλλά και προσωπικά. Η αγάπη δείχνει τον δρόμο και τον τρόπο. Και την ίδια στιγμή, η Εκκλησία λαμβάνει υπ’ όψιν της όχι μόνο τους πολλούς, αλλά και τους λίγους, όχι μόνο αυτούς που μπορούν να σηκώσουν το σταυρό της όποιας αλλαγής, αλλά και εκείνους που και δεν μπορούν και δεν θέλουν.
Ο Απόστολος Παύλος, αλλά και όλοι οι άγιοι της πίστης μας υπενθυμίζουν το μεγάλο ερώτημα:Θέλουμε να σωθούμε;
Η καταφατική απάντηση σ’ αυτό φέρνει ενώπιόν μας τον λόγο και τον τρόπο των Αγγέλων ως πορεία μας, όπως αναφέρει και πάλι ο απόστολος των Εθνών. Αγάπη προς τον Θεό, υπακοή στο θέλημά Του, δοξολογία για την παρουσία Του και την ίδια στιγμή επιθυμία για μετοχή και μετοχή σ’ Εκείνον είναι η αποστολή τους.
Αυτή είναι και η πρόσκληση του Θεού προς την δική μας ελευθερία. Μόνο που η πρόσκληση περνά δια της ζωής της Εκκλησίας. Αυτές οι απλές, μα πάντα μοναδικές και ξεχωριστές αλήθειες είναι τα μεγάλα ζητούμενα στη ζωή μας. Σ’ αυτές ας παραμένουμε σταθεροί, υπερνικώντας διλήμματα που μαρτυρούν αδυναμία η αγάπη να λειτουργήσει ως σύνθεση.


πρωτοπρεσβύτερος Θεμιστοκλής Μουρτζανός


Κωνσταντίνος Χολέβας,Ο όσιος Νικάνωρ και οι διαστρεβλωτές τη ιστορίας

Συγγραφέας: kantonopou στις 28th Ιουλίου 2009
nikanor.jpgΣτις 7 Αυγούστου η Ορθόδοξη Εκκλησία μας και ιδιαιτέρως η Δυτική Μακεδονία εορτάζει την μνήμη του Οσίου Νικάνορος του Θεσσαλονικέως.Γεννήθηκε στην πόλη του Αγίου Δημητρίου το 1491 και βαπτίσθηκε Νικόλαος. Έλαβε αρίστη μόρφωση και εργάσθηκε ως κληρικός κοντά στον Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης. Νωρίς όμως απεφάσισε να ακολουθήσει τον μοναχισμό και μοίρασε στους φτωχούς την μεγάλη πατρική περιουσία του.
Ο Νικόλαος, που έλαβε το αρχαίο μακεδονικό και συγχρόνως χριστιανικό όνομα Νικάνωρ, δίδαξε σε πόλεις και χωριά της Δυτικής Μακεδονίας και βοήθησε πολλούς Ρωμηούς να μην εξισλαμισθούν. Ασκήτευσε επί αρκετά έτη σε μία σπηλιά στο όρος Καλλίστρατον δίπλα στον ποταμό Αλιάκμονα και απέναντι από το σημερινό χωριό Χρώμιο Κοζάνης. Ίδρυσε την περίφημη Μονή της Ζάβορδας, η οποία συνδέθηκε με το όνομά του και η οποία πανηγυρίζει την ημέρα της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος.
Ο Όσιος εκοιμήθη το 1549 αφού έγινε ονομαστός για τα θαύματά του σε όλη την τουρκοκρατούμενη Μακεδονία. Η θαυματουργός κάρα του σώζεται και προσκυνείται σήμερα στη Μονή του.
Σήμερα η Μονή Οσίου Νικάνορος Ζάβορδας υπάγεται στην Ιερά Μητρόπολη Γρεβενών και αποτελεί προσκύνημα πανελλήνιο. Διατηρεί σπουδαία βιβλιοθήκη με ιστορικά κειμήλια. Ο Όσιος Νικάνωρ θεωρείται προστάτης όλης της Δυτικής Μακεδονίας και βρίσκουμε Ναούς του στην Κοζάνη, στην Καστοριά κ.α. Κατά τον Μακεδονικό Αγώνα οι μοναχοί βοηθούσαν τους Έλληνες αγωνιστές να εισέρχονται στη Μακεδονία και τους περνούσαν με το σχοινί πάνω από τα φουσκωμένα νερά του Αλιάκμονα. Εκεί οι Μακεδονομάχοι εύρισκαν καταφύγιο και τροφή σε δύσκολες στιγμές. Με την βοήθεια της Μονής πέρασαν τον Αλιάκμονα την 11η Οκτωβρίου 1912 τα τμήματα της 5ης Μεραρχίας για να λάβουν μέρος στον ένδοξο Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο. Λόγω της εθνικής και θρησκευτικής της δράσεως η Μονή έγινε στόχος εκδικητικών διαθέσεων από διάφορες πλευρές κυρίως δε από τους εξισλαμισμένους Βαλαάδες της περιοχής Βεντζίων. Το 1995 τα περισσότερα κτίσματα της Μονής κατέρρευσαν λόγω του σεισμού, αλλά ανοικοδομήθηκαν ταχέως με προσωπική εργασία και φροντίδα του Σεβ. Μητροπολίτου Γρεβενών κ. Σεργίου. Η επίσκεψη στη Μονή του Οσίου Νικάνορος αποτελεί μία ευκαιρία αναβαπτίσεως στην Ιστορία και στην Ελληνορθόδοξη παράδοση της Μακεδονίας. Παράλληλα ο επισκέπτης θα θαυμάσει το εντυπωσιακό τοπίο καθώς η Μονή είναι κτισμένη σαν φρούριο σε ύψωμα, το οποίο κατά τα τρία τέταρτα περιβάλλεται από τον ρου του Αλιάκμονα.
Ο βίος του Οσίου και η ιστορία της Μονής μας μεταδίδουν πολλά και χρήσιμα διδάγματα, τα οποία δυστυχώς δεν θα τα διδαχθεί ποτέ το σημερινό ελληνόπουλο στο σχολείο. Με την τάση αφελληνισμού και διαστρεβλώσεως των ιστορικών γεγονότων τα παιδιά μας θα μαθαίνουν μία παγκοσμιοποιημένη ιστορία χωρίς ήρωες, μάρτυρες, θυσίες και πρότυπα.Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του απαράδεκτου βιβλίου Ιστορίας της Στ΄ Δημοτικού, το οποίο κατά την άποψή μου δεν είναι ούτε διορθώσιμο ούτε διδάξιμο. Πρέπει να αποσυρθεί, αν θέλουμε να καλλιεργήσουμε το αίσθημα του υγιούς πατριωτισμού, την δημοκρατική ευθύνη και την ελληνορθόδοξη αυτογνωσία ώστε να μη καταντήσουν τα παιδιά μας ένας άπατρις χυλός χωρίς αξίες και ιδανικά.
Αν κάποιος θαρραλέος και φιλότιμος δάσκαλος έλεγε στους μαθητές του λίγα λόγια για τον Όσιο Νικάνορα και το μοναστήρι του οι νέοι μας και οι νέες μας θα μάθαιναν ότι πολλοί κληρικοί και μοναχοί επί Τουρκοκρατίας κράτησαν όρθια την εθνική συνείδηση αποτρέποντας τους εξισλαμισμούς. Όποιος χανόταν για την Ορθοδοξία εκείνη την εποχή χανόταν και για τον Ελληνισμό. Τούρκευε, γινόταν φανατικός ανθέλλην. Παράδειγμα οι Τσάμηδες της Θεσπρωτίας που μας απασχολούν ακόμη και σήμερα μέσω της αλβανικής προπαγάνδας. Ήταν Χριστιανοί που εξισλαμίσθηκαν τον 17ο αιώνα, άλλοι εκουσίως , άλλοι βιαίως. Η αλλαγή του θρησκεύματος τους οδήγησε γρήγορα και σε αλλαγή της εθνικής συνειδήσεως. Ενώ αντιθέτως πολλοί Καππαδόκες και Πόντιοι που αναγκάσθηκαν να μιλούν τουρκικά κράτησαν την ελληνικότητά τους μέσω της Ορθοδοξίας. Στα μαύρα χρόνια της δουλείας η Ορθοδοξία ήταν η δύναμη που διετήρησε τον Ελληνισμό, γράφει ο αείμνηστος Βρετανός Βυζαντινολόγος Στήβεν Ράνσιμαν. Αυτό βίωναν καθημερινά με το έργο τους Ορθόδοξοι μοναχοί όπως ο Όσιος Νικάνωρ, ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο Νεκτάριος Τέρπος και άλλοι γνωστοί ή άγνωστοι. Και μοναστήρια σαν αυτό της Ζάβορδας βοήθησαν όλους τους εθνικούς αγώνες για την Ελευθερία και την απομάκρυνση διαφόρων κατακτητών. Σε ποιο σχολικό βιβλίο θα βρουν άραγε τα ελληνόπουλα την προσφορά της Μονής Ζάβορδας στην παιδεία και στους αγώνες του Έθνους;
Ας προσευχηθούμε στον Όσιο Νικάνορα να χαρίζει υγεία στον καθένα μας και πνευματική προκοπή στον λαό μας.
Κωνσταντίνος Χολέβας , Πολιτικός Επιστήμων

. Το ερώτημα της ελευθερίας

Συγγραφέας: kantonopou
1. Το ερώτημα της ελευθερίας
«Θα σε τιμωρήσει ο Θεός που έκανες αυτό το πράγμα!» Ακούμε συχνά να λέει κάποιος. Λες και ο Θεός δεν κάνει άλλη δουλειά, παρά κρατάει σε ντεφτέρι τις πράξεις μας για να αποδώσει εκδίκηση. Γιατί αυτοί που τα λένε αυτά, δεν έχουν καταλάβει, ότι ανάλογες φράσεις στη Χριστιανική γραμματεία, λέγονται ανθρωποπαθώς, και κρύβουν από πίσω τους μεγάλη συζήτηση. Αλλά το σημαντικότερο, δεν έχουν καταλάβει οι άνθρωποι αυτοί, τι είναι η αμαρτία!
Πώς είναι δυνατόν, ο Θεός που μας έφτιαξε ελεύθερους, να μας περιμένει «στη γωνία» για να μας τιμωρήσει για τις επιλογές μας; Δεν είμαστε ελεύθεροι; Γιατί τότε θα πρέπει να νιώθει ο άπιστος ενοχή, για την έστω και αρνητική άσκηση της ελευθερίας του αυτής, την οποία ο Θεός του έδωσε;
Αυτό είναι ένα βασικό ερώτημα, το οποίο θα πρέπει να βάλει σε σκέψεις όλους όσους θέλουν να βλέπουν τον Θεό ως Εισαγγελέα. Και δεν προσέχουν τα λόγια του Κυρίου Ιησού, που ξεκαθάρισε, ότι ούτε ο Ίδιος, αλλά ούτε ο Θεός Πατέρας θα κρίνουν τον κόσμο, αλλά κριτής θα είναι ο λόγος Του (Ιωάννης 8/η: 15. Ιωάννης 12/ιβ: 47,48. Ιωάννης 5/ε: 22).
Πώς θα μπορούσαμε να είμαστε ελεύθεροι, αν πάνω από τα κεφάλια μας κρέμεται διαρκώς ο πέλεκυς της τιμωρίας για κάθε παρέκκλιση από το θέλημα του Θεού; Ελευθερία είναι αυτό ή δικτατορία; Ή μήπως, αυτό που ονομάζουμε «τιμωρία», είναι οι συνέπειες της ΔΙΚΗΣ ΜΑΣ αντίθεης πορείας, στην οποία ο Θεός απλώς δεν επεμβαίνει, και έτσι δεν σώζει με το ζόρι αυτόν που θέλει τον Θεό έξω από τη ζωή του;

«Περί ων ουκ έστι νυν λέγειν κατά μέρος» Συγγραφέας: kantonopou



Το εκκλησιαστικό έτος κλείνει στις 31 Αυγούστου κάθε χρόνο με την εορτή της καταθέσεως της Τιμίας ζώνης της Υπεραγίας Θεοτόκου στο ναό των Χαλκοπρατείων στην Κωνσταντινούπολη. Είναι γνωστή στην Εκκλησία η παράδοση που αναφέρει ότι η Υπεραγία Θεοτόκος, καθώς το σώμα της μεθίστατο στον ουρανό έδωσε στον Απόστολο Θωμά την ζώνη της και εκείνος τη άφησε στις δύο   φτωχές Εβραίες που   είχαν υπηρετήσει την Παναγία και που είχαν λάβει από τη Μητέρα του Θεού ως ευλογία τις εσθήτες της. Η μία εσθήτα  υφαρπάσθη από δύο αξιωματούχους του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Λέοντος Α’ και κατετέθη στο ναό των Βλαχερνών. Η ζώνη της Υπεραγίας Θεοτόκου  κατά άλλους μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη στα χρόνια του αυτοκράτορα Αρκαδίου (395-408) και κατά άλλους στην βασιλεία του Ιουστινιανού (περί το 530). Κατατέθηκε στο ναό των Χαλκοπρατείων. Τέλεσε πολλά θαύματα και τμήμα της δωρήθηκε από τον Σέρβο πρίγκηπα Λάζαρο το 1389 στην Μονή Βατοπεδίου του Αγίου Όρους, ενώ ένα άλλο μικρό τμήμα της βρίσκεται στην Μονή της Κάτω Ξενιάς στον Αλμυρό Μαγνησίας. Η ζώνη αυτή που έσφιξε τα άχραντα σπλάχνα που βάσταξαν τον Δημιουργό του κόσμου προτρέπει όλους τους πιστούς να μιμηθούν την αγνότητα της Υπεραγίας Θεοτόκου, για να γίνονται άξιοι να φέρουν στην καρδιά τους το Χριστό, όπως Εκείνη.

«ΕΓΩ ΕΙΜΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΚΑΙ Η ΖΩΗ»

«ΕΓΩ ΕΙΜΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΚΑΙ Η ΖΩΗ» 

«Την κοινήν ανάστασιν προ του σου πάθους πιστούμενος, εκ νεκρών ήγειρας τον Λάζαρον Χριστέ ο Θεός΄ όθεν και ημείς ως οι παίδες, τα νίκης σύμβολα φέροντες σοι το νικητή του θανάτου βοώμεν΄ Ωσαννά εν τοις υψίστοις, ευλογημένος ο ερχόμενος, εν ονόματι Κυρίου».


ΤΙ ΑΠΕΓΙΝΕ Ο ΛΑΖΑΡΟΣ ΜΕΤΑ ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ ΕΓΕΡΣΕΩΣ ΤΟΥ ;;;

Όπως ήταν φυσικό, το θαύμα της εγέρσεως του Λαζάρου εξέγειρε τους Ιουδαίους και «εβουλεύσαντο οι αρχιερείς, ίνα και τον Λάζαρον αποκτείνωσιν» (Ιω. ιβ΄ 9-11), καθότι ήταν το ζωντανό τεκμήριο του θαύματος. Ετσι ο Άγιος διωκόμενος από τους Ιουδαίους καταφεύγει στη νήσο Κύπρο, όπου τον συναντούν οι απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας και τον χειροτονούν πρώτον επίσκοπο Κιτίου.
Το αρχαίο Κίτιο, η πόλη του φιλοσόφου Ζήνωνος είχε τη μεγάλη τιμή να ευαγγελισθεί το λόγο της Αληθείας όχι από έναν απλό εργάτη του Ευαγγελίου αλλά από ένα προσωπικό φίλο του Κυρίου. Σύμφωνα με τον Άγιο Επιφάνιο επίσκοπο Κωνσταντίας της Κύπρου (367-403), ο δίκαιος Λάζαρος έζησε άλλα τριάντα χρόνια μετά την έγερσή του. «Εν παραδόσεσιν εύρομεν ότι τριάκοντα ετών ήταν τότε ο Λάζαρος ότε εγήγερται, μετά δε το αναστήναι αυτόν άλλα τριάκοντα έζησε, και ούτω πρός Κύριον εξεδήμησε κοιμηθείς».
Οι παραδόσεις τον θέλουν σκυθρωπό και αγέλαστο κατά την παρούσα ζωή, και αυτό οφειλόταν στα όσα είχε δει κατά την τετραήμερη παραμονή του στον Άδη. Οι ίδιες παραδόσεις αναφέρουν ότι δε γέλασε ποτέ στη ζωή του παρά μία φορά, όταν είδε κάποιον να κλέβει ένα πήλινο αγγείο και σχολίασε αποφθεγματικά: «το ένα χώμα κλέβει το άλλο».
Άλλη παράδοση συνδέει τον Άγιο με την Αλυκή της Λάρνακος (σημερινή ονομασία του Κιτίου). Στη θέση της Αλυκής υπήρχε τον καιρό του Αγίου ένα μεγάλο αμπέλι. Διερχόμενος μια μέρα από εκεί ο Άγιος, δίψασε και ζήτησε λίγο σταφύλι από τη γυναίκα-ιδιοκτήτη του αμπελιού. Εκείνη αρνήθηκε και για να την τιμωρήσει, μετέτρεψε θαυματουργικά το τεράστιο αμπέλι σε αλυκή. Η παράδοση αυτή επιβεβαιώνεται από τους εργάτες που συλλέγουν το αλάτι. Ισχυρίζονται ότι σκάβοντας βρίσκουν ρίζες και κορμούς αμπελιού. Λέγεται μάλιστα, πως στο μέσο της αλυκής βρίσκεται πηγάδι με γλυκό νερό, γνωστό ως "πηγάδι της «ρκάς» δηλ. της γριάς. Ο Συναξαριστης της Κωνσταντινουπόλεως, σχετικά με αυτή την παράδοση, αναφέρει ότι τη λίμνη διεκδικούσαν δύο αδέλφια, οι οποίοι ήρθαν σε έντονη ρήξη για την κατοχή της. Ο Άγιος "διά προσευχής εξήρανε και εις άλατος φύσιν αυτήν επήξατο".
Στα "Πάτρια" του Αγίου Όρους γίνεται άμεση σύνδεση της Κύπρου και του Αγίου Λαζάρου με τη Θεοτόκο και τον Άθωνα. Η μητέρα του Κυρίου, συνοδευομένη από τόν Ευαγγελιστή Ιωάννη, ήλθε στο Κίτιο, συνάντησε τον Άγιο Λάζαρο, στον οποίο μάλιστα δώρησε ωμοφόριο και επιμάνικα, ενώ στη συνέχεια επισκέφθηκε τόν Άθω.
Σύμφωνα πάντα με τον Συναξαριστή της Κωνσταντινουπόλεως, ο Άγιος ετάφη σε μαρμάρινη λάρνακα η οποία έφερε την επιγραφή: "Λάζαρος ο τετραήμερος και φίλος του Χριστού". Η λάρνακα τοποθετήθηκε αργότερα σε έναν μικρό ναό.
Πέραν από την πληροφορία του αγίου Επιφανίου, σχετικά μέ τά τριάντα χρόνια της δεύτερης ζωής του Αγίου, η παλαιότερη, κατά τους ερευνητές, μαρτυρία για την παράδοση της παρουσίας του αγίου Λαζάρου στην Κύπρο αποδίδεται στον Άγιο Ιωάννη Ευβοίας, πρεσβύτερο και μοναχό του Πατριαρχείου Αντιοχείας (περι τό 744). Ο Άγιος σε ομιλία του "Εις τον τετραήμερον Λάζαρον" αναφέρει: «΄Εμοι γάρ είρηκεν γέρων τις περι του μακαρίου Λαζάρου πληροφορηθείς από γραφης τών αυτου υπομνημάτων, ότι εν Κύπρω τη νήσω επίσκοπος γενάμενος και τόν του μαρτυρίου στέφανον υπέρ Χριστου ανεδήσατο τόν δρόμον τελέσας και την πίστην τηρήσας και συν τώ Χριστώ αιωνίως αγάλλεται».
Όπως γίνεται φανερό, γύρω στα 744 στον χώρο της Αντιοχείας είναι γνωστή και διαδεδομένη η παράδοση για τον Άγιο Λάζαρο. Η πληροφορία για μαρτυρικό θάνατο του Αγίου είναι μοναδική και δεν συναντάται σε άλλους εκκλησιαστικούς συγγραφείς.
Η τριακονταετής παραμονή του αγίου Λαζάρου στον επισκοπικό θρόνο του Κιτίου είναι γνωστή και στον Άγιο Θεόδωρο το Στουδίτη (759-826), ο οποιος αναφέρει εις τας Κατηχήσεις του: «Λαζάρου του μακαριωτάτου εορτάζωμεν τα μνημόσυνα, μαλλον δέ τά εγέρσια, Λαζάρου εκείνου τά τριάκοντα έτη ζήσαντος, ώς ο λόγος, και επισκοπήσαντος μετά την ανάζησιν».
Η ανακομιδη και μετάθεση του ιερού λειψάνου του αγίου Λαζάρου από το Κίτιο στην Κωνσταντινούπολη, η οποία τιμάται από την Εκκλησία τη 17ην Οκτωβρίου, έγινε κατά το έτος 899/900 μετά από εντολή του αυτοκράτορος Λέοντος Στ΄ του Σοφού.
Η μετάθεση του λειψάνου περιγράφεται λεπτομερώς σε δύο πανηγυρικούς λόγους που εκφώνησε μπροστά στο ιερό λείψανο παρουσία του αυτοκράτορος ο μαθητής του Μεγάλου Φωτίου, μητροπολίτης Καισαρείας Αρέθας (850-μετά το 932). Στον πρώτο Λόγο, ο λόγιος κληρικός εκθειάζει το γεγονός της αφίξεως του λειψάνου στην Κωνσταντινούπολη, ενώ στο δεύτερο περιγράφει διεξοδικά την πομπή που σχηματίσθηκε, με τη συμμετοχή του αυτοκράτορα, για τη μεταφορά του λειψάνου από τη Χρυσούπολη στην Αγία Σοφία. Ο Λέων Στ΄, ως αντάλλαγμα της μεταφοράς του λειψάνου στην Κωνσταντινούπολη, απέστειλε χρήματα και τεχνίτες στην Κύπρο, όπου έκτισαν το μεγαλοπρεπή ναό του Αγίου, ο οποίος διατηρείται ως σήμερα στη Λάρνακα. Εκτός τούτου οικοδόμησε μονή στην Κωνσταντινούπολη επ' ονόματι του δικαίου Λαζάρου, όπου εναπόθεσε το ιερό λείψανο. Στην ίδια μονή μεταφέρθηκε αργότερα από την ΄Εφεσο και το λείψανο της αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής. Κατά τη βυζαντινή εποχή διατηρήθηκε το έθος να εκκλησιάζεται στη μονή κατά το Σάββατο του Λαζάρου, ο ίδιος ο αυτοκράτορας.
Το ιερό λείψανο του Αγίου πρέπει να μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη μαζί με την παλαιά λάρνακα. Τούτο συμπεραίνεται από το ότι η μαρμάρινη λάρνακα, που εναπόκειται σήμερα κάτω από την αγία Τράπεζα του ομωνύμου ναού στη Λάρνακα, φέρει επιγραφή, σε μεγαλογράμματη γραφή, «ΦΙΛΙΟΥ» (ονομαστική: Φίλιος), ενώ η παλαιά "Λάζαρος ο τετραήμερος και φίλος του Χριστού". Στη σημερινή λάρνακα ανευρέθηκε στις 23 Νοεμβρίου 1972 τμήμα του ιερού λειψάνου του δικαίου Λαζάρου μέσα σέ ξύλινη θήκη.
Το γεγονός αυτό υποδεικνύει ότι οι Κιτιείς δεν πρέπει να είχαν παραδώσει ολόκληρο το λείψανο στον αυτοκράτορα αλλά το μεγαλύτερο μέρος του. Εξάλλου και ο Αρέθας στους Λόγους του δέν αναφέρεται σε άφθαρτο σκήνωμα αλλά σε «οστά » και «κόνιν». Εκτός αυτού ρωσική πηγή στη βιβλιοθήκη της Οξφόρδης αναφέρει ότι ένας Ρώσος μοναχός από το Μοναστήρι του Πσκώβ, που επισκέφθηκε κατά το 16ο αιώνα την πόλη της Λάρνακας, προσκύνησε τα οστά του αγίου Λαζάρου και πήρε μαζί του μικρό τεμάχιο από αυτά. Το τεμάχιο διαφυλάσσεται ως σήμερα στο παρεκκλήσιο του αγίου Λαζάρου, στη μονή Πσκώβ. Η δυνατότητα την οποία είχε ο Ρώσος μοναχός να προσκυνήσει τον Άγιο οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η λάρνακα με τα εναπομείναντα λείψανα ήταν θεατή στους προσκυνητές τουλάχιστον ως το 16ο αιώνα. Αργότερα σε χρόνο που δεν προσδιορίζεται, οι Κιτιείς τα έκρυψαν κάτω από την αγία Τράπεζα όπου παρέμεινε μέχρι την ανεύρεσή της κατά το έτος 1972.

Απόσπασμα ομιλίας του Aρχιμανδρίτη Λαζάρου του Βατοπεδινού
www.ayioslazaros.org/istoria.htm
http://kirykos.livejournal.com/528689.html

Ὁ Πειραιῶς κ. Σεραφεὶμ ἐξ αιτίας τῆς Ἀποτείχισης παρερμηνεύει τὸν ΙΕ΄ Κανόνα τῆς ΑΒ Συνόδου OIKOYMENISMOS


Ὁ Πειραιῶς κ. Σεραφεὶμ ἐξ αιτίας τῆς Ἀποτείχισης παρερμηνεύει τὸν ΙΕ΄ Κανόνα τῆς ΑΒ Συνόδου
του Ομολογητού Θεολόγου κ. Παν. ΣΗΜΑΤΗ

Πάλι τάραξε τὰ νερὰ ὁ Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ σὲ συνέντευξη ποὺ ἔδωσε στὸ Amen. Εἶπε πολλὲς ἀλήθειες, ἔκανε ρήξεις, ἀλλὰ ἔκανε οὐσιαστικὰ πίσω καὶ ἀλλοίωσε τὸ νόημα καὶ τὸν χαρακτῆρα ποὺ εἶχε ἡ «Ὁμολογία Πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ». Ἴσως γιατὶ αὐτὴ τὸν ἔφερνε ἀντιμέτωπο μὲ τὸν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο, τὸν ὁποῖο ἀνωνύμως πλὴν σαφῶς ἡ «Ὁμολογία» ἐζωγράφιζε ὡς ἡγέτη τῶν οἰκουμενιστῶν, ὅπως καὶ ὁ ἴδιος ὁ Πατριάρχης ἀντελήφθη, καὶ γι’ αὐτὸ ἀπαίτησε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τὴν τιμωρία τῶν συγγραψάντων τὴν «Ὁμολογία». Ὁ Πειραιῶς, ἀντίθετα, στὴν χθεσινὴ συνέντευξή του, ὡσὰν νὰ μὴ κατάλαβε ἐκεῖνο ποὺ καλῶς ἀντελήφθη ὁ κ. Βαρθολομαῖος, ἔπλεξε τὸ ἐγκώμιο τοῦ Πατριάρχη (ἀλλὰ καὶ τοῦ Αὐστραλίας Στυλιανοῦ), μὲ τὸ ἐπιχείρημα ὅτι ὁ Πατριάρχης εἶναι «πράγματι σταυρωμένος… μέσα στὸ βαθὺ καὶ σκληρὸ Κεμαλικὸ Τουρκικὸ καθεστώς»! Καὶ βέβαια, ἂν ἔτσι νομίζει, θὰ μποροῦσε νὰ ὁμιλεῖ γιὰ «σταυρωμένο» Πατριάρχη. Δὲν θὰ ἔπρεπε, ὅμως, νὰ ἀποφύγει νὰ μιλήσει ὁ κ. Σεραφεὶμ περὶ τῆς οἰκουμενιστικῆς δραστηριότητος τοῦ Πατριάρχη —ἀφοῦ γύρω ἀπὸ τὰ θέματα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ περιεστρέφετο ἡ συζήτηση.

Σε τον αναβαλλόμενον - Kabarnos Μ. Παρασκευή Επιτάφιος

Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΙΣ του πρωτοπρεσβ. π. Βασίλειου Βολουδάκη

Από την πρώτη στιγμή που εντάθηκαν οι συζητήσεις για τις μεταμοσχεύσεις, πριν από μια εικοσαετία, ήμουν, από βαθειά μέσα μου, αρνητικός σ’ αυτές.
Προτού καν προβληματισθώ, συνδυάζοντας λογικά, θεολογικά και ιατρικά επιχειρήματα, η ιδέα των μεταμοσχεύσεων δεν μπορούσε να αναπαύση ούτε το νου ούτε την καρδιά μου. Αυτός ήταν ο λόγος που δεν θέλησα μέχρι σήμερα να εκθέσω τους προβληματισμούς μου. Ήθελα να βεβαιωθώ ότι η τοποθέτησή μου δεν στηρίζεται σε μια ψυχολογική μου παρόρμηση ούτε ότι τροφοδοτείται από την αρνητική μου προδιάθεση.
Αρκέσθηκα μόνο να προλογίσω το 1995 το αξιόλογο βιβλίο του γιατρού κ. Κυπριανού Χριστοδουλίδη «Μεταμοσχεύσεις: Λύση ή πρόβλημα;», που εκδώσαμε στις Εκδόσεις “ΥΠΑΚΟΗ” (δυστυχώς δεν έχει γίνει, όσο θα έπρεπε, γνωστό), και εκεί ετόνισα, μεταξύ των άλλων, ότι το θέμα είναι πρωτίστως θεολογικό, αφού η κατασκευή του ανθρωπίνου σώματος έγινε από τον Θεό και όχι από τους ιατρούς. Παρέθεσα δε και στο πτερύγιο του εξωφύλλου σχετικά λόγια αγίων για να δείξω ότι το θέμα δεν πρέπει να αντιμετωπισθή με επιπολαιότητα ούτε με ρομαντισμούς αφού είναι θέμα υπάρξεως και όχι μόνο θέμα σαρκός. Έκτοτε εσιώπησα.

«Αναστασιν Χριστού Θεασάμενοι» Αγ. Συμεών ο Νέος Θεολόγος Η Ανάσταση είναι δική μας


Ανάσταση λοιπόν του Χριστού είναι η δική μας ανάσταση, των κάτω κειμένων. Γιατί πως θα αναστηθεί αυτός που ποτέ δεν έπεσε σε αμαρτία, καθώς είναι γραμμένο, ούτε αλλοιώθηκε στο ελάχιστο η δόξα του; Ή πώς θα δοξασθεί εκείνος που είναι υπερδεδοξασμένος και εξουσιάζει τα σύμπαντα;
Η Ανάσταση και η δόξα του Χριστού, καθώς είπαμε, είναι η δική μας δόξα. Αφ? ότου δηλαδή εκείνος οικειοποιήθηκε την ανθρώπινη φύση, όσα ενεργεί σ? εμάς, τα επιγράφει στον εαυτό του. Η ανάσταση λοιπόν της ψυχής είναι η ένωσή της με την ζωή. Όπως ακριβώς το νεκρό σώμα δεν μπορεί να ζει, αν δεν δεχθεί μέσα του την ζωντανή ψυχή και δεν σμίξει άμικτα μ? αυτήν, έτσι και η ψυχή δεν μπορεί να ζήσει μόνη της, αν δεν ενωθεί αρρήτως κι ασυγχύτως με τον Θεό, που είναι η όντως αιώνια ζωή. Είναι δηλαδή νεκρή, πριν από την εν γνώσει και οράσει και αισθήσει ένωσή της με τον Χριστό, κι ας είναι νοερή κι αθάνατη από την φύση της. Γιατί ούτε γνώση χωρίς όραση υπάρχει, ούτε όραση χωρίς αίσθηση.
Να, τι θέλω να πω. Έχουμε την όραση, και μέσα στην όραση την γνώση και την αίσθηση. Αυτά τα λέω για τα πνευματικά ζητήματα, γιατί στα σωματικά και χωρίς όραση υπάρχει αίσθηση: Ο τυφλός π.χ. αισθάνεται, όταν κτυπήσει το πόδι του στην πέτρα, ενώ ο νεκρός όχι. Αλλά στα πνευματικά θέματα, αν ο νους δεν έλθει σε θεωρία των υπέρ έννοιαν, δεν αισθάνεται την μυστική ενέργεια της χάριτος. Εκείνος λοιπόν που ισχυρίζεται ότι την αισθάνεται, προτού θεωρήσει τα υπέρ νουν και λόγον και έννοιαν, μοιάζει με τον τυφλό, που καταλαβαίνει μεν τα καλά ή τα κακά που παθαίνει, μα δεν αντιλαμβάνεται ούτε κι αυτά ακόμη που είναι μπροστά του και μπορεί να του προξενήσουν την ζωή και τον θάνατο. Γιατί τα επερχόμενα σ? αυτόν κακά ή καλά δεν τα αισθάνεται καθόλου, επειδή στερείται της οπτικής δυνάμεως και αισθήσεως, γι? αυτό, όταν σηκώνει το ραβδί για να αμυνθεί, κάποτε κτυπά τον φίλο του αντί για τον εχθρό του, που στέκεται μπροστά στα μάτια του και τον περιγελά.

Από το βιβλίο
«Αναστασιν Χριστού Θεασάμενοι»
Αγ. Συμεών ο Νέος Θεολόγος

ΟΛΙΓΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΡΕΤΙΚΗ-ΠΑΠΙΚΗ "ΕΙΚΟΝΑ" ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ


ΕΙκονομαχία σημαίνει τό κίνημα των αιρετικών πού κορυφώθηκε τόν 7ον καί 8ον αιώνα, μέ τό όποιον έβλασφημείτο ό Χριστός καί έπολεμείτο ή είκών αύτου καί όλες οι είκόνες: της Κυρίας Θεοτόκου των Αγίων Αγγέλων καί όλων των Αγίων.
Ή εικονομαχία ήτο ουσιαστικά Χριστολογική αίρεσις καί κατ έπέκτασιν καί Τριαδολογική. Οί είκονομάχοι δέν κατενόουν ούτε τήν Π.Δ.,ούτε καί τήν Καινή, διό έβλασφήμουν τόν τυπικώς όραθέντα καί προφητευθέντα κατά τήν Π.Δ. Θεόν Λόγον, αλλά καί ένανθρωπήσαντα αρνούμενοι τήν εικόνα Του, ήρνούντο τήν πραγματικήν ένανθρώπησίν Του, καταλύοντες τό δόγμα της έν τώ Χριστώ Υποστατικής ενώσεως της Θείας καί Ανθρωπινης Φύσεως

Ή Ζ' Οίκουμ. Σύνοδος διά της Γ Πράξεως ορίζει: «...τάς αγίας καί
σεπτάς εικόνας προσκυνούντες περιπτυσσόμεθα, τουτέστι του δι' ημάς ένανθρωπήσαντος Θεού Λόγου, Κυρίου δε ημών καί Σωτήρος Ιησού Χρίστου, καί μορφήν δούλου λαβόντος. Ού ή είκών καί τό έκτύπωμα ου της θεότητος της αδιάσπαστος ένωθείσης τη άχράντω αύτού σαρκί φέρει τόν χαρακτήρα• αόρατος γάρ καί απερίγραπτος ή θεία φύσις, καί ασχημάτιστος. Θεόν γάρ ουδείς έώρακε πώποτε αυτός ό Μονογενής έξηγήσατο- αλλά της άνθρωπότητος αυτού χρωματουργούντες τήν εικόνα προσκυνούμεν... Προσκυνούμεν Χριστού τήν εικόνα, τουτέστι του όραθέντος τοις άνθρώποις προσώπου ού κεχωρισμένου της αοράτου αυτού Θεότητος άπαγε- άλλ' ηνωμένου ταύτη έξ άκρας συλλήψεως» (Πρακτικά Σελίς766) 266 ώς καί ΡG 94, 1169, 1172, 1236, 1237, 1240, 1289, 1293 καίΡG98, 157 καί ΡG 99, 468 καί όλους τους Αγίους Πατέρας καί όλόκληρον τήν Άγ• Γραφή).
Καί εις τήν Ζ' Πραξιν της, όπου καί ό Όρος της, ή Άγια Ζ' Οικουμενική Σύνοδος, θεσμοθετείται: «Όρίζομεν σύν άκριβεία πάση καί έμμελεία παραπλησιως τώ τύπω τού Τιμίου καί ζωοποιού Σταυρού άνατίθεσθαι τάς σεπτάς καί αγίας εικόνας... του Κυρίου καί Θεού καί Σωτήρος Ιησού Χριστού εικόνος, καί της αχράντου δεσποίνης ημών Θεοτόκου, τιμίων τε αγγέλων καί πάντων των αγίων καί οσίων ανδρών» (Πρακτικά σελ. 874/374 καί σχετικά σελ. 814-815, 880-881 κλπ.).
Επίσης εις τό ίδιον όρον προηγουμένως τονίζεται ότι είκονίζομεν τόν Χρίστόν «προς πίστωσιν της αληθινής καί ού κατά φαντασίαν τού Θεού Λόγου ενανθρωπήσεως» (Αυτόθι).
Δέν «ίστορούμεν» δε καί δέν «ζωγραφούμεν» τόν Πατέρα του Κυρίου Ίησοΰ Χρίστου, «επειδή ούκ οίδαμεν, τίς εστίν, καί Θεού φύσιν αδύνατον ίστορήσαι καί ζωγραφήσαι καί ει έθεασάμεθα καί εγνωρίσαμεν, καθώς καί τόν υίόν αύτού, κάκείνον αν είχομεν ιστορήσαι και ζωγραφήσαι» (Πρακτικά σελ. 713/211)

«Αόρατος καί απερίγραπτος ή θεία φύσις καί ασχημάτιστος, Θεόν γάρ ουδείς έώρακε πώποτε, αυτός ό μονογενής έξηγήσατο, της άνθρωπότητος αύτού χρωματουργούντες την εικόνα προσκυνούμε...
Προσκυνούμεν Χριστού την εικόνα, τουτέστι τού όραθέντος
τοις άνθρώποις προσώπου, ού κεχωρισμένου της αοράτου αυτού Θεότητος»
(Πρακτ. Ζ' Οίκουμ. Συνόδου Τόμος Γ σελ. 766/266)

O Αγιος Ιωάννης ό Δαμασκηνός, τά δογματικά συγγράμματα του όποίου κατά πολύ έλαβε ύπ' όψιν της ή Αγία Ζ' Οίκουμ.Σύνοδος λέγει:

«Προς δε τούτοις του αοράτου καί ασωμάτου, καί απερίγραπτου καί ασχημάτιστου Θεου τίς δύναται ποιήσασθαι μίμημα; Παραφροσύνης τοινυν άκρας καί ασεβείας τό σχηματίζειν τό θείον» (Ρ.G. 94, 1169 C-1172Α).

«Ει δέ Θεότητος της αϋλου καί ασωμάτου, καί αοράτου καί
ασχημάτιστου, καί αχωρίστου, εικόνα τις τολμήσει ποιήσαι, ώς ψευδή άποβαλλόμεθα» (Αύτόθι σελ. 1293).

«Θεού μεν γάρ του ασωμάτου, καί αοράτου καί αύλου, καί μήτε σχήμα, μήτε περιγραφήν, μήτε κατάληψιν έχοντος, αδύνατον ποιείν εικόνα. Πώς γάρ τό μή όραθέν είκονισθήσεται;» (αύτόθι 1289 ΒC καί 288Α).

«Αδύνατον είκονίζεσθαι Θεόν, τόν άποσον, καί άπερίγραπτον, και άόρατον» (Αυτόθι σελ. 1237C).

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙς ΠΡΟΦΗΤΙΚΕΣ ΟΡΑΣΕΙΣ

«Τοις τάς μέν προφητικάς οράσεις, καν μη βούλοιντο, παραδεχομένοις• τάς δ' όφθείσας αύτοίς εικονογραφίας (ώ θαύμα) καί πρό σαρκώσεως του λόγου μη καταδεχομένοις, άλλ' ή αυτήν τήν άληπτόν τε καί άθέατον ουσίαν όφθήναι τοις τεθεαμένοις κενολογούσιν ή εικόνας μέν ταύτα της αληθείας καί τύπους καί σχήματα εμφανισθήναι τοις έωρακόσι συντιθεμένοις, είκονογραφείν δέ ενανθρωπήσαντα τόν λόγον καί τά υπέρ ημών αυτού πάθη ούκ άνεχομένοις, ανάθεμα. (Πρακτικά Ζ' Οίκουμ. Συνόδου σελ. 907/407).

Μετάφραση:
—Είς εκείνους οί όποίοι, ακόμη καί παρά τήν θέλησίν τους
(ή έξ ανάγκης ή διότι δέν μπορούν νά κάνουν διαφορετικά) παραδέχονται μέν τάς (έν τή π.Δ. περιγραφόμενος).Προφητικάς οράσεις.
Δέν αποδέχονται δέ τάς είκονογραφίας ( περιγραφάς τύπους, σύμβολα)αύτάς πού άπεκαλύφθησαν είς αυτούς (τους Προφήτας), ώ του θαύματος, καί πρό τής ενανθρωπήσεως του Θεου Λόγου.

Άλλα ή κενολογούν (φλυαρούν, άνοηταίνουν, βλασφημούν) ότι εις τους άξιωθέντας νά ίδουν αύτάς τάς Οράσεις, ( εικόνας, τύπους, σύμβολα, ομοιώματα), απεκαλύφθη ή ακατάληπτος (καί απερίγραπτος) και αθέατος θεία ουσία (ή όποια ούτε όραται, ούτε συλλαμβάνεται, ούτε περιγράφεται, ούτε εικονίζεται).
"Η συμφωνούν μεν (συνομολογούν όρθοδόξως, παραδέχονται) ότι εις τούς άξιωθέντας νά δουν αύτάς τά οράσεις ενεφανίσθησαν εικόνες, τύποι καί σύμβολα της αληθείας (του αληθινού Θεού Λόγου,του μέλλοντος έσεσθαι).
Δέν ανέχονται δέ (δέν αποδέχονται όμως) έπ' ούδενί να είκονογραφήται ό Χριστός, όπως έγινε ορατός διά της ενανθρωπήσεως καί υπέστη (ως άνθρωπος) τά πάθη διά τήν ίδικήν μας σωτηρία, Ανάθεμα.

Σαφώς ο όρος της Ζ' Οικουμενικής Συνάδου καταδικάζει τούς
είκονομάχους, οι όποιοι δέν έδέχοντο «είκονογραφειν Ένανθρωπήσαντα τόν Λόγον καί τά υπέρ ημών αυτού πάθη». Όλοι εκείνοι οί αιρετικοί Εικονομάχοι τούς οποίους μνημονεύει ανωτέρω ή Αγία Ζ' Οικουμενική Σύνοδος, (είτε παρεδέχοντο τάς οράσεις, είτε δεν έδέχοντο τάς περιγραφόμενες εΙκόνες του μέλλοντος, νά σαρκωθή, είτε έλεγαν ότι εθεάθη ή θεία ουσία κλπ.), αναθεματίζονται διότι όλοι ήρνούντο τήν εικόνα του ένανθρωπήσαντος Χριστού.

Ή Ζ' Οικουμενική διά του όρου αυτου είναι σαφής ότι αι όφθείσαι ύπό των Προφητών οράσεις ήσαν θεοφάνεια του Θεού Λόγου πρό τής Σαρκώσεως.

«Των τάς προφητικάς οράσεις ώς αυτό τό θείον αύτάς εσχημάτιζε
καί διετύπου, είδότων καί αποδεχόμενων, καί πιστευόντων απερ ό των προφητών χορός έωρακότες διηγήσαντο καί τήν διά τών αποστόλων και εις πατέρας διήκουσαν έγγραφόν τε καί άγραφον παράδοσιν κρατυνόντων, καί διά τούτο είκονιζόντων τά Αγια, καί τιμώντων, Αιωνία ή μνήμη(γ΄). (Αυτόθι σελ. 905-05).
Μετάφραση

«Είς εκείνους οί όποίοι γνωρίζουν (κατανοούν εις βάθος) καί αποδέχονται (μετά πίστεως) τάς προφητικός οράσεις όπως ό ίδιος ό Θεός τάς έσχημάτιζε καί τάς διετύπωνε (- απεκάλυπτε™ με σχήματακαί τύπους, ώμοιούτο). Καί πιστεύουν όλα όσα ό χορός τών Προφητών, άφού ήξιώθησαν νά ίδουν, κατόπιν διηγήθησαν (περιέγραψαν) Καί κρατούν γερά (• φυλάσσουν πιστά) τήν άδιάκοπον έγγραφόν και άγραφον παράδοσιν τών Αγίων Αποστόλων, ή οποία έσυνεχίσθη μέσω τών Αγίων Πατέρων, καί διά τούτο (πιστοί εις τήν Παράδοσιν) εικονίζουν τά Αγια ( τήν Θείαν Οίκονομίαν: Γέννησιν, θαύματα, Σταύρωσιν, Άνάστασιν, Άνάληψιν, του ένανθρωπήσαντος Χρίστου, αλλά καί τήν Κυρίαν Θεοτόκον,τούς Αγγέλους καί τούς Αγίους) καί Τίμητικώς Προσκυνούν (τάς εικόνας των), Αιωνία ή μνήμη τρίς».

Ή Ζ' Οικουμενική Σύνοδος είς μέν τόν προηγηθέντα όρον, α-
ναθεματίζει αυτούς πού δέν έδέχοντο τήν είκόνισιν του ένανθρωπήσαντος Χριστου, είτε έδέχοντο, είτε άπέρριπτον τάς οράσεις, και στόν δεύτερον αυτό όρο μακαρίζει όλους τούς δεχόμενους τάς Προφητικές οράσεις, όπως περιγράφονται εις τήν Π.Δ. και κρατούν τήν Άποστολικήν καί Πατερικήν Παράδοσιν καί είκονίζουν τά άγια.

Ποία λοιπόν είναι ή διά των Αγίων Αποστόλων καί Αγίων Πατέρων
«διήκουσα έγγραφος τε καί άγραφος Παράδοσις» τήν οποίαν
«κρατύνουν» οι ορθόδοξοι «καί είκονίζουν τά Αγια» καί επομένως μακαρίζονται μέ τό «αιωνία ή μνήμη»;
Σαφώς τά «Αγια» τά όποια είκονίζουν κατά τήν Άποστολικήν καί Πατερικήν Παράδοσιν,είναι ολόκληρη ή θεία Οίκονομία, τήν οποίαν έπλήρωσεν άπό της Ενανθρωπήσεως μέχρι του Σταυρού, της Αναστάσεως καί της Αναλήψεως Αυτός ό Χριστός. Ασφαλώς εικονίζονται καί αί οράσεις,ώς περιγράφονται, όμως, των συμβόλων καί των τύπων, ή Εκκλησία, ορίζει, νά προτιμάται ή φανερωθείσα χάρις (κανών πβ' της ΣΤ' Οικουμενικής Συνόδου).

Πριν παρερμηνεύσουν καί διαστρέψουν τους όρους της Ζ' Οι-
κουμενικής Συνόδου, προκειμένου νά αναθεματίσουν, διατί δεν έδιάβασαν τους όρους της Συνόδου, καί αν ή άγραμματοσύνη των δεν τους επέτρεπε νά κατανοήσουν αυτούς, διατί δέν εύρον έναν πού νά γνωρίζη στοιχειωδώς ελληνικά, αλλά καί νά κατανοή τους Πατέρας, διά νά τους διαφώτιση;


Η Έβδομη Οικουμενική Σύνοδος παρεμποδίζει τις απεικονίσεις της Αγίας Τριάδος
Σε κάθε περίπτωση, οι Σύνοδοι της Εκκλησίας έχουν στα μάτια των ορθοδόξων όλο το απαιτούμενο κύρος σε θεολογικά ζητήματα. Η Έβδομη Οικουμενική Σύνοδος στερέωσε και προφύλαξε τις εικόνες όχι μονάχα αναθεματίζοντας την εικονομαχία, αλλά επίσης και καταδικάζοντας την ιδέα της σχηματοποίησης της αόρατης και άυλης Τριάδος: “Η φύσις της Αγίας Τριάδος ως ανείδεος και αόρατος, ουκ εικονίζεται... Αόρατος και απερίγραπτος η θεία φύσις και ασχημάτιστος...” (Πράξεις Εβδόμης Οικ. Συνόδου) Και αλλού, τα πρακτικά της Συνόδου αναφέρουν: “Οι Χριστιανοί διδάχτηκαν να εικονίζουν το Χριστό κατά την ορατή Του φύση, και όχι κατά την αόρατη. Γιατί αυτή είναι απερίγραπτη και γνωρίζουμε από το Ευαγγέλιο ότι ποτέ κανείς άνθρωπος δεν είδε το Θεό”.
Αφού απαγόρευσε τις εικόνες της Αγίας Τριάδος, η Έβδομη Οικουμενική Σύνοδος καθόρισε και ποιές εικόνες μπορούν να ζωγραφίζονται και να προσκυνούνται:
“Τούτων ούτως εχόντων, την βασιλικής ώσπερ ερχόμενοι τρίβον, επακολουθούντες τη θεηγόρω διδασκαλίΆα των αγίων Πατέρων ημών και τη παραδόσει της Καθολικής Εκκλησίας... ορίζομεν σύν ακριβείΆα πάση και εμμελείΆα, παραπλησίως τω τύπω του τιμίου και ζωοποιού σταυρού ανατίθεσθαι τάς σεπτάς και αγίας εικόνας, τάς εκ χρωμάτων και ψηφίδος και ετέρας ύλης επιτηδείως εχούσης, εν ταίς αγίαις του Θεού εκκλησίαις, εν ιεροίς σκεύεσι και εσθήσι, τοίχοις τε και σανίσιν, οίκοις τε και οδοίς^ της τε του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού εικόνος, και της αχράντου Δεσποίνης ημών της αγίας Θεοτόκου, τιμίων τε αγγέλων, και πάντων αγίων και οσίων ανδρών”. (Όρος πίστεως Εβδόμης Οικ. Συνόδου).
Όπως είναι γνωστό, εικόνες των αγγέλων κατασκευάστηκαν μετά από ειδική εντολή του Θεού στό Μωϋσή. Αλλά θά μπορούσε κανείς δικαιολογημένα να αναρωτηθεί: γιατί αυτά τα άυλα και ασώματα και αόρατα όντα μπορούν να ζωγραφίζονται σε εικόνες αφού δεν έχουν ορατή μορφή; Οι πατέρες της Εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου έγραψαν: “Διότι φανερώθηκαν με ανθρώπινη μορφή σ’ αυτούς που λογαριάστηκαν άξιοι”. Εκτός απ’ αυτό, πρέπει να καταλάβουμε, ότι όροι όπως άυλος, ασώματος, πνεύμα κλπ. αληθεύουν απόλυτα μόνο γιά το Θεό. Όταν αναφερόμαστε σε δημιουργήματα αυτοί οι όροι είναι σχετικοί και όχι απόλυτοι, αφού όλα τα δημιουργήματα, ορατά και αόρατα, είναι φτιαγμένα από κάτι. Μόνον ο Θεός είναι πραγματικό πνεύμα, απόλυτα άυλος και πραγματικά ασώματος. Οι άγγελοι είναι ασώματοι μόνο με τη σχετική έννοια, σε σύγκριση δηλαδή με μας τους ανθρώπους και με την υπόλοιπη δημιουργία. Στην Έκδοση της Ορθοδόξου Πίστεως (Βιβλίο Δ΄, Κεφ. γ΄), ο Άγ. Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέει: “Οι άγγελοι είναι παχείς και υλικοί” σε σύγκριση με το Θεό, “γιατί στην πραγματικότητα μόνο η Θεότης είναι άυλη και ασώματη”. (20)

Η Πανορθόδοξος Σύνοδος του 1666 - 7 (Μόσχα) καταδίκασε τις εικόνες της Αγίας Τριάδος και όρισε στό εξής να μη ζωγραφίζονται
Από το δέκατο και ενδέκατο κιόλας αιώνα, τόσο στη Δύση όσο και στην Ανατολή, μερικά σχέδια και μινιατούρες σε χειρόγραφα άρχισαν να παριστάνουν το Θεό Πατέρα και την Αγία Τριάδα.
Στην Ανατολή, γιά παράδειγμα, εικόνες του Θεού Πατρός εμφανίζονται σε ελληνικά ευαγγελιστάρια: Κώδικας 587, φύλλο 3b, 34b (1059). Κώδικας 740, φύλλο 3ν, ενδέκατος αιώνας, Μοναστήρι Διονυσίου, Άγιον Όρος. Ομιλίες του Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος, στη βιβλιοθήκη του Βατικανού (MS. gr. 394, φύλλο 7). Στό χειρόγραφο αυτό φαίνεται ο Θεός Πατήρ καθισμένος, με το Χριστό καθισμένο στην αγκαλιά του και το Άγιο Πνεύμα σαν Περιστέρι στην αγκαλιά του Χριστού. Υπάρχουν κάποιες διαφωνίες εδώ όσον αφορά το περιστέρι. Μερικοί ειδικοί λένε, οτι αυτό που φαίνεται σαν περιστέρι δεν είναι παρά ένα σημάδι καταστροφής σ’ εκείνο το σημείο της εικόνας. Οι ιστορικοί της τέχνης λένε ότι πρώτο το Βυζάντιο επηρέασε τους Δυτικούς ώστε να ζωγραφίσουν εικόνες του Πατρός και της Αγίας Τριάδος. Ορισμένοι αντικρούουν λέγοντας ότι τα “βυζαντινά” πρότυπα της Δύσης δεν ήταν παρά δυτικής προέλευσης “βυζαντινοποιημένες” εικόνες από τη Γαλλία και την Ιταλία. Πάντως οι εικόνες που αναφέρθηκαν στα παραπάνω χειρόγραφα, είναι πραγματικά Βυζαντινής προέλευσης. Οπωσδήποτε όμως, η συνηθισμένη απεικόνιση της Αγίας Τριάδος που χρησιμοποιείται σήμερα προέρχεται από τη Δύση.
Στη Δύση επίσης, σε πολλά χειρόγραφα συναντούμε παρόμοιες μινιατούρες. Οι μινιατούρες οδήγησαν σε μεγαλύτερες παραστάσεις με το Θεό Πατέρα, γιά παράδειγμα η “Δημιουργία” του Μικελλαντζελο στην Καπέλλα Σιξτίνα. Επίσης με την Αγία Τριάδα, όπως “Η στέψη της Παρθένου” του Καρράκι (δέκατος έκτος αιώνας) κ.ά.
Γύρω στον δέκατο έκτο αιώνα, η απεικόνιση της Αγίας Τριάδος (ο γέρος Πατήρ, ο Ιησούς Χριστός και το περιστέρι) διείσδυσε στην ορθόδοξη Ανατολή.
Το 1666, η Πανορθόδοξος Σύνοδος που έγινε στη Μόσχα καταδίκασε και απαγόρευσε ειδικά τις εικόνες της Αγίας Τριάδος, τις απεικονίσεις του Θεού Πατρός με κάθε μορφή, όπως επίσης και εικονίσεις του περιστεριού σε εικόνες άλλες από αυτές των Θεοφανείων. Στη Σύνοδο αυτή παραβρέθηκαν περισσότεροι Πατριάρχες απ’ ότι στην Τρίτη, στην Τέταρτη, στην Έκτη και στην Έβδομη Οικουμενική Σύνοδο. Οι κυριότερες αποφάσεις είναι οι εξής:
Περί ζωγράφων και εικόνων
Απόφασις ΝΑ΄

Κωλύομεν τάς αχαμνάς και αμαθείς ζωγραφίας ανεπιστημόνων και ματαιοφρόνων ανδρών, και θέλομεν ότι από του νύν κάποιοι οπού εσυνήθισαν αφ’ εαυτών να ζωγραφίζουν αγίας εικόνας, χωρίς καμμίαν μαρτυρίαν και αληθινήν παράδοσιν, π.χ. τον Κύριον Σαβαώθ εις πολυποίκιλα και διάφορα είδη, και ποιάς άλλας συνθέσεις παραξένους, και άλλα τοιαύτα ατοπήματα απρεπή, εμποδίζομεν. Ορίζομεν δε από του νύν την εικόνα του Κυρίου Σαβαώθ πλέον μη ζωγραφίζεσθαι ούτε εικονίζεσθαι, διότι τον Κύριον Σαβαώθ (ήγουν τον Πατέρα) ουδείς είδε ποτέ φανέντα εν σαρκί, αλλά τον Χριστόν μόνον χρωματίζομεν, καθώς εφάνη μετά σαρκός επί γής, και ουχί κατά την Θεότητα, ως ότι εστί και απερίγραπτος ομού και ασχημάτιστος η Θεότης αύτη^ ομοίως και την Παναγίαν Θεοτόκον και τους λοιπούς αγίους και φίλους του Θεού ζωγραφίζεσθαι κατά την σάρκα και το είδος της σαρκός αυτών θέλομεν, κατά τον όρον της αγίας Εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου.
Απόφασις ΝΒ΄
Τον Κύριον Σαβαώθ ήτοι τον Πατέρα, πολιόν και τον μονογενή του Υιόν εις την γαστέρα αυτού, και περιστεράν αναμέσον αυτών ζωγραφίζειν, λίαν απρεπές και ανάρμοστον υπάρχει. Διότι ποίος είδε τον Πατέρα και την Θεότητα; Ο Πατήρ γάρ ουκ έχει σάρκα, και ο Υιός ουχί με σάρκα εγεννήθη εκ Πατρός πρό αιώνων εάν και ο Δαβίδ λέγει: εκ γαστρός πρό Εωσφόρου εγέννησά σε: όμως εκείνη η γέννησις ουχί σαρκικώς έχει νοείσθαι, αλλά ρητώς και ακαταλήπτως. Φησί γάρ αυτός η αυτοαλήθεια ο Χριστός, εις το θείον και ιερόν Ευαγγέλιον: “ουδείς είδε τον Πατέρα ειμή ο Υιός” και ο προφήτης Ησαϊας λέγει εν κεφαλαίω μη΄ “τίνι ομοιώσατε τον Κύριον και τίνι ομοιώματι ομοιώσατε αυτόν; μη εικόνα εποίησε τέκτων, ή χρυσοχόος χωνεύσας χρυσίον περιεχρύσωσεν αυτόν, ομοίωμα κατεσκεύασεν αυτόν;” Και ο θείος Απόστολος Παύλος εις τάς πράξεις λέγει: “γένος ούν υπάρχοντες του Θεού, ουκ οφείλομεν νομίζειν χρυσώ ή αργύρω ή λίθω, χαράγματι τέχνης και ενθυμήσεως ανθρώπου το θείον είναι όμοιον”. Και ο θεολογικώτατος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, εν βιβλίω δ’ περί εικόνων: “Πρός δε τούτοις, φησί, του αοράτου και απεριγράπτου και ασχηματίστου Θεού τις δύναται ποιήσαι μίμημα; Παραφροσύνης τοίνυν άκρας και ασεβείας το σχηματίζειν το Θείον”. Και ο Άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος ομοιως τούτο κωλύει και απείργει. Διά τούτο εκείνην την προαιώνιον γέννησιν του μονογενούς Υιού εκ του Πατρός μόνον με τον νούν πρέπει να την γροικώμεν^ αλλά ζωγραφίζειν εις εικόνας και τοίχους παντάπασι δεν πρέπει και αδύνατον εστι

Ο ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ Ο ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ ΠΕΡΙ ΔΙΑΚΟΠΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ




Ο ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ Ο ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ ΠΕΡΙ ΔΙΑΚΟΠΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ
Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης ἀπευθυνόμενος πρός τόν Ἡγούμενον Θεόφιλον, ὁ ὁποῖος, προφάσει διατηρήσεως τῆς Μονῆς καί διασώσεως τῶν Μοναχῶν δέν ἔκοπτεν τήν μετά τῶν αἱρετικῶν (Εἰκονομάχων) τῆς ἐποχῆς του κοινωνίαν, γράφει: «Ὦ τῆς πωρώσεως! ὦ τῆς θεομαχίας! Χριστός ἤρνητο ... ἐπίσκοποι περιορίζοντο καί ἡγούμενοι ταυτοπαθοῦντες... μοναχοί καί μονάζουσαι, λαϊκοί καί λαϊζουσαι..., οἱ μέν τυπτόμενοι, οἱ δέ φρουρούμενοι΄ ἄλλοι λιμοκτονούμενοι, ἕτεροι ξεόμενοι, ἄλλοι θαλαττευόμενοι ... ἕτεροι θανατούμενοι... καί σύ, ὦ τρισάθλιε, ἐαλωκώς τῆ ψυχοφθόρω κοινωνίᾳ, καί μένων εἰς τό ὀλετήριον, ἐπ΄ ἅν οὕτως, ἀλλ’ οὐ μοναστήριον, λέγεις εὖ ἔχειν... Ποῖον δέ καί διεσώσω ναόν, τόν ναόν τοῦ Θεοῦ, μιάνας σεαυτόν; Τίνας δέ καί ἀδελφούς ἐφυλάξω, διεφθορότας τῆ ὀλεθρίᾳ σου κοινωνία, κἄν ἐν βρώμασι; σκάνδαλον τοῦ κόσμου, ὑπόδειγμα ἀρνήσεως, προτροπή ἀπωλείας, σάρξ ἀλλ’ οὐ πνεῦμα, σκοτήρ, ἀλλ’ οὐ φωστήρ. Ταῦτα αὐτή ἡ ἀλήθεια βοᾶ πρός τούς οὕτως ἀσεβοῦντας΄ οὕς εἰ μή μετανοήσουσιν ἐπιλέγειν οὕτως ἄθεα, οὐ χριστιανούς ἡγητέον» (P.G. 99, 1337 C).

ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΕΣ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΕΙΣ Γεωργίου Ε. Γαβριήλ ΠΡΟΛΟΓΟΣ




Διατί παραβαίνετε την εντολήν του Θεού διά την παράδοσιν υμών... και ηκυρώσατε την εντολήν του Θεού διά την παράδοσιν υμών. Υποκριταί! καλώς προεφήτευσε περί υμών Ησαϊας λέγων^ εγγίζει μοι ο λαός ούτος τω στόματι αυτών και τοις χείλεσι με τιμά, η δε καρδία αυτών πόρρω απέχει απ’ εμού^ μάτην δε σέβονταί με, διδάσκοντες διδασκαλίας εντάλματα ανθρώπων... Τότε προσελθόντες οι μαθηταί αυτού είπον αυτώ^ οίδας ότι οι Φαρισαίοι εσκανδαλίσθησαν ακούσαντες τον λόγον; ο δε αποκριθείς είπε^ πάσα φυτεία ήν ουκ εφύτευσεν ο πατήρ μου ο ουράνιος εκριζωθήσεται. Άφετε αυτούς οδηγοί εισι τυφλοί τυφλών^ τυφλός δε τυφλόν εάν οδηγή, αμφότεροι εις βόθυνον πεσούνται. (Ματθ. ΙΕ΄).

Λίγοι είναι ίσως αυτοί που θά καταλάβουν τη μεγάλη θεολογική και πνευματική σημασία του θέματος που πραγματεύεται ο συγγραφέας αυτού του μικρού βιβλίου: Ότι η εικονική αναπαράσταση του Θεού Πατρός και της Θεότητας γενικότερα είναι αδύνατη και ότι εικόνες σαν και της λεγομένης “Αγίας Τριάδος” είναι κακόδοξες και αντιβαίνουν στη διδασκαλία της Εκκλησίας. Διότι κατά τους πατέρες “αδύνατον εικονίζεσθαι Θεόν” και “παραφροσύνης και ασεβείας ανάμεστον το σχηματίζειν το Θείον”. Αν και φαινομενικά πολύ ειδικά θεολογικό το θέμα, άπτεται όμως στοιχειωδών ζητημάτων της ορθόδοξης πίστης, που η σωστή τους κατανόηση και εμπέδωση αποτελεί πρωταρχικό καθήκον κάθε ορθοδόξου. Είναι μάλιστα αλήθεια, ότι το θέμα αυτό απετέλεσε σημείο αντιλεγόμενο ανάμεσα σε πολλούς πιστούς και προκάλεσε έντονες συζητήσεις και διαμάχες.
Είναι δυστύχημα ότι πολλοί απλοί Χριστιανοί, αλλά και μοναχοί, ακόμη και οι ονομαζόμενοι “γνήσιοι ορθόδοξοι”, έχουν τέτοια έλληψη στοιχειώδους θεολογικής κατάρτισης, που η προσκόλλησή τους σε ιδέες και παραδόσεις ανθρώπινες φτάνει τα όρια της γνωσιμαχίας και της ριζικής διαστρέβλωσης της ορθόδοξης διδασκαλίας. Με τον τρόπο αυτό συντελούν έστω και παρά τη θέλησή τους στη νόθευση της αλήθειας της πίστης και στην κατασυκοφάντησή της ενώπιον των ανθρώπων.
Μια τέτοια κατάσταση δημιουργήθηκε πρίν μερικά χρόνια στην Ελλάδα, αλλά και αλλού, όταν αμφισβητήθηκε έντονα η διδασκαλία της Εκκλησίας ότι “Θεόν ανθρώποις ειδείν αδύνατον” και ότι “η φύσις της αγίας Τριάδος ως αόρατος και ανείδεος, ουκ εικονίζεται”. Το θέμα πήρε ιδιαίτερη έκταση στους κόλπους των λεγομένων “γνησίων ορθοδόξων”, οι οποίοι έφτασαν στό σημείο με συνοδικές πράξεις και εγκυκλίους να αντιστρατευτούν στη θεολογικότατη διδασκαλία των πατέρων της Εκκλησίας και στις αποφάσεις των Συνόδων. Διακήρυξαν γραπτά και προφορικά την αίρεση του περιγραπτού της Θεότητας:

ΑΓΙΟΥ ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ Λόγος ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ

...Η θέαση της αναστάσεως
Στην ανάσταση του Χριστού πιστεύουν μεν οι περισσότεροι άνθρωποι, ελάχιστοι όμως τη βλέπουν κιόλας καθαρά. Και όσοι βέβαια δεν τη δούν, δεν μπορούν και να προσκυνήσουν τον Χριστό Ιησού ως άγιο και Κύριο. Διότι λέει: «Οὐδείς δύναται εἰπεῖν Κύριον Ἰησοῦν, εἰ μή ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ» και αλλού «Πνεῦμα ὁ Θεός, καί τούς προσκυνοῦντας αὐτόν ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν». Ούτε λέει η ιερότατη ευχή του κάθε μέρα αυτήν την περίοδο φέρουμε στο στόμα μας: Ανάστασιν Χριστού πιστεύσαντες· αλλά τι λέει; «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι, προσκυνήσωμεν ἅγιον Κύριον Ἰησοῦν, τόν μόνον ἀναμάρτητον».
Πώς λοιπόν το Πνεύμα το Άγιον μας προτρέπει να λέμε τώρα «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι» - σαν να την είδαμε, ενώ στην πραγματικότητα δεν την έχουμε δει – ενώ ο Χριστός μια και μόνη φορά αναστήθηκε πριν από χίλια χρόνια, και μάλιστα ούτε τότε τον είδε κανείς να ανίσταται;
Μήπως η ιερά ευχή θέλει να λέμε ψέματα; Κάθε άλλο! Μας παρακινεί
να λέμε την αλήθεια, ότι δηλαδή μέσα στον καθένα από εμάς τους πιστούς πραγματοποιείται η ανάσταση του Χριστού· κι αυτό όχι μια φορά, αλλά – θα έλεγα - κάθε ώρα ο ίδιος ο Δεσπότης Χριστός ανίσταται μέσα μας λαμπροφόρος, ακτινοβολώντας το εκτυφλωτικό φως της αφθαρσίας και της θεότητος. Διότι η φωτοφόρος παρουσία του Πνεύματος μας φανερώνει σαν αυγή την ανάσταση του Δεσπότου, ή καλύτερα μας αξιώνει να βλέπουμε τον ίδιο τον αναστημένο Χριστό. Γι’αυτό και λέμε: «Θεός Κύριος καί ἐπέφανεν ἡμῖν». Και υποδηλώνοντας τη Δευτέρα του παρουσία προσθέτουμε και τα εξής: «Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου».
 Σ’ όσους λοιπόν φανερωθεί ο αναστημένος Χριστός, αυτοί με πνευματικό
 οπωσδήποτε τρόπο τον βλέπουν, με τα μάτια της ψυχής.
Γιατί όταν έλθει μέσα μας διά της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, μας ανασταίνει
εκ των νεκρών και μας ζωογονεί και μας αξιώνει να τον βλέπουμε μέσα μας
ολοζώντανο αυτόν που είναι αθάνατος και άφθαρτος· κι όχι μόνον αυτό, αλλά
και μας δίνει τη χάρη να αντιλαμβανόμαστε κεξάθαρα ότι μας καθιστά μετόχους της αναστάσεως και της δόξης του, καθώς η θεία Γραφή το μαρτυρεί στο σύνολό της.


ΑΒΒΑΣ ΑΜΜΩΝΑΣ ΠΕΡΙ ΗΣΥΧΙΑΣ


ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ
ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΦΟΡΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ
ΑΒΒΑ ΑΜΜΩΝΑ

ΠΕΡΙ ΗΣΥΧΙΑΣ
Γνωρίζετε βέβαια αγαπητοί μου αδελφοί, ότι από τότε πού έγινε η παράβασις των πρωτοπλάστων, δεν μπορεί η ψυχή να γνωρίση, όπως πρέπει, τον Θεό, εάν δεν περιοριστή μακρυά από τους ανθρώπους και από κάθε περισπασμό. Διότι τότε θα δοκιμάση τον πόλεμο των εχθρών της. Και αφού νικήση σε κάθε προσβολή των αντιπάλων, τότε το πνεύμα του Θεού θα κατοικήση μέσα της και όλος ο κόπος της θα μεταβληθή σε χαρά και αγαλλίασι. Βέβαια στον καιρό του πολέμου θα υπομείνη θλίψεις, στενοχώριες και άλλα πολυποίκιλα βάσανα. Αλλά ας μη φοβηθή. Δεν θά νικηθή, εφ’ όσον αγωνίζεται στην ησυχία.
Αυτός ήταν ο λόγος πού οι άγιοι πατέρες ζούσαν απομονωμένοι στην έρημο, όπως ο Ηλίας ο θεσβίτης, ο Ιωάννης ο βαπτιστής και όλοι οι υπόλοιποι πατέρες.
Μη νομίσετε ότι οι άγιοι κατόρθωσαν να εξαγιασθούν ζώντας μεταξύ των ανθρώπων. Επέτυχαν να κατοικήση μέσα τους η θεϊκή δύναμις, αφού προηγουμένως ασκήθηκαν πολύ στην ησυχία. Και τότε, στολισμένους με τις αρετές, τους έστελνε ο Θεός ανάμεσα στους ανθρώπους για να τους οικοδομήσουν και να τους θεραπεύσουν.
Σαν ιατροί πού ήσαν, μπορούσαν να θεραπεύσουν τις ασθένειες των ανθρώπων. Για την ανάγκη αυτή ο Θεός τους αποσπούσε από την ησυχία και τους έστελνε στον κόσμο. Τότε όμως τους έστελνε, αφού θεράπευαν όλα τα δικά τους πάθη. Είναι αδύνατο να στείλη ο Θεός για την πνευματική ωφέλεια των ανθρώπων μια ψυχή πού είναι ακόμη ασθενής.
Όσοι λοιπόν πηγαίνουν στον κόσμο πριν ολοκληρωθούν, πηγαίνουν με το θέλημα το δικό τους και όχι με το θέλημα του Θεού. Ο Θεός μάλιστα λέει γι' αυτούς: «Εγώ μεν ουκ απέστελον αυτούς, αυτοί δέ αφ' εαυτών έτρεχον» (πρβλ. Ιερεμ. κα' 23).
Γι' αυτό δεν μπορούν ούτε τον εαυτό τους να προφυλάξουν ούτε άλλη ψυχή να οικοδομήσουν.
Όσοι όμως στέλνονται από τον Θεό, δεν θέλουν βέβαια να χωρισθούν από την ησυχία, αφού γνωρίζουν ότι μ' αυτήν απέκτησαν τις θεϊκές δυνάμεις. Αναλαμβάνουν όμως την οικοδομή των ανθρώπων, για να μη παρακούσουν στον Δημιουργό.
Σας φανέρωσα τους καρπούς της ησυχίας, τους οποίους αποδέχεται ο Θεός. Τώρα λοιπόν πού μάθατε την βοήθεια και την άξια της, προσπαθήστε να την οικειοποιηθήτε.
Οι περισσότεροι μοναχοί δεν την απέκτησαν.
Έζησαν μέσα στον κόσμο και γι' αυτό δεν μπόρεσαν να νικήσουν τις τις επιθυμίες τους. Δεν θέλησαν να κοπιάσουν και ν' αποφύγουν την κοσμική σύγχυσι, αλλά παρέμειναν μεταξύ των ανθρώπων δημιουργώντας περισπασμούς. Για τον λόγο αυτό δεν δοκίμασαν την γλυκύτητα του Θεού ούτε αξιώθηκαν να κατοικήση μέσα τους η θεϊκή δύναμις και να τους χαρίση την μακαριά απόλαυσι. Δεν κατοικεί μέσα τους η θεϊκή δύναμις, γιατί καταγίνονται με κοσμικές υποθέσεις και απασχολούνται με τα πάθη της ψυχής, με τους κοσμικούς επαίνους και τις επιθυμίες του παλαιού ανθρώπου.
Ο Θεός μας γνώρισε τα μέλλοντα από τώρα.
Παίρνετε δύναμι λοιπόν στους αγώνες σας. Διότι όσοι αποφεύγουν την ησυχία, δεν μπορούν να κυριαρχήσουν στις επιθυμίες τους ούτε να νικήσουν σε πνευματικές μάχες. Δεν έχουν μέσα τους την θεϊκή δύναμι, διότι αυτή δεν κατοικεί σε ψυχές υποδουλωμένες στα πάθη. Εσείς όμως αγωνισθήτε να νικήσετε τα πάθη και η χάρις του Θεού θα έλθη μόνη της μέσα σας.
Υγιαίνετε εν Αγίω Πνεύματι


ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟ Τοῦ ἀββᾶ Ἰσαὰκ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟ

Τοῦ ἀββᾶ Ἰσαὰκ

Σ᾿ αὐτὰ ποὺ ἔχασες τὴν ἀρετή, σ᾿ αὐτὰ νὰ τὴν ἀποκτήσεις καὶ πάλι. Χρωστᾷς χρυσάφι στὸ Θεό; Δὲν δέχεται νὰ τοῦ δώσεις μαργαριτάρι. Ἔχασες, γιὰ παράδειγμα, τὴν ἁγνεία σου; Ὁ Θεὸς δὲν δέχεται ἀπὸ σένα ἐλεημοσύνη, ὅσο ἐπιμένεις στὴν πορνεία. Σοῦ ζητάει τὸν ἐξαγνισμὸ τοῦ σώματος, ἐπειδὴ αὐτὴ τὴν ἐντολὴ ἀθέτησες, νικημένος ἀπὸ τὸ φθόνο τοῦ διαβόλου. Τί κι ἂν πολεμᾷς τὸν ὕπνο ἀγρυπνώντας; Τί κι ἂν καταγίνεσαι μὲ τὴ νηστεία; Καθόλου δὲν θὰ σὲ ὠφελήσουν αὐτὰ ἐνάντια σ᾿ ἐκεῖνο τὸ πάθος. Γιατὶ κάθε ἀρρώστια, εἴτε ψυχικὴ εἴτε σωματική, μὲ τὰ δικά της καὶ κατάλληλα φάρμακα θεραπεύεται.


Ὅποιος πέφτει στὴν ἁμαρτία γιὰ δεύτερη φορά, μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς κατοπινῆς μετάνοιας, αὐτὸς πορεύεται μὲ πανουργία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Τὸν ἄνθρωπο αὐτὸν τὸν βρίσκει ἀπροσδόκητα ὁ θάνατος. Κι ἔτσι δὲν φτάνει στὸν καιρὸ πού, σύμφωνα μὲ τὴν ἐλπίδα του, θὰ μετανο
                                   

ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟ


    


Του αγίου Μαξίμου
Πρόσεχε τον εαυτό σου από τη μητέρα των κακών, τη φιλαυτία, πού είναι ή παράλογη αγάπη του σώματος. Άπ' αυτή γεννιούνται, μοιάζοντας εύλογοι, οι πρώτοι και εμπαθείς και γενικότατοι λογισμοί, δηλαδή της γαστριμαργίας, της φιλαργυρίας και της κενοδοξίας, πού σχηματίζονται παίρνοντας αφορμή από την αναπόφευκτη τάχα ανάγκη του σώματος κι άπ' αυτούς πάλι γεννιέται όλος ο κατάλογος των κακών. Είναι ανάγκη λοιπόν να προσέχουμε και να την πολεμούμε με μεγάλη νίψη. Και όταν αφανιστεί ή φιλαυτία, αφανίζονται μαζί της όλα όσα γεννιούνται άπ' αυτή.

Το πάθος της φιλαυτίας στον μεν μοναχό υποβάλλει να λυπάται το σώμα του και να του χορηγεί τροφή πέρα άπ' όσο πρέπει συγκαταβατικά δήθεν, για να μπορεί να κυβερνηθεί , κι έτσι σιγά-σιγά παρασύρεται και πέφτει στο βάραθρο της φιληδονίας· στον κοσμικό, από το άλλο μέρος, υποβάλλει να φροντίζει πώς να ικανοποιεί τις επιθυμίες του. Τη φιλαυτία αντιμάχονται ή αγάπη και ή εγκράτεια. Εκείνος πού έχει τη φιλαυτία, είναι φανερό ότι έχει όλα τα πάθη. Κανένας δεν μίσησε τη σάρκα του, λέει ο απόστολος (Εφ. 5:29), αλλά τη σκληραγωγεί και τη χρησιμοποιεί ως δούλη (Α' Κορ. 9:27), μην παρέχοντας της τίποτε άλλο παρά τροφές και ενδύματα (Α' Τιμ. 6:8), κι άπ' αυτά όσα της χρειάζονται για να ζει. Μ' αυτόν τον τρόπο την αγαπάει κανείς απαθώς και την τρέφει σαν υπηρέτρια των θείων και την περιποιείται δίνοντας της μόνο όσα θεραπεύουν τις ανάγκες της. Όποιον αγαπάει κανείς, αυτόν βέβαια και περιποιείται πρόθυμα. Αν λοιπόν κανείς αγαπάει το Θεό, οπωσδήποτε κάνει πρόθυμα και εκείνα που του αρέσουν. Αν αγαπάει τη σάρκα, κάνει εκείνα πού την ευχαριστούν. Στο Θεό αρέσουν ή αγάπη, ή σωφροσύνη, ή θεωρία και ή προσευχή. Στη σάρκα (αρέσουν) ή γαστριμαργία, ή ακολασία και 'όσα αυξάνουν αυτά τα (δύο) πάθη. Γι' αυτό «οι εν σαρκί όντες Θεώ αρέσαι ου δύνανται» (Ρωμ. 8:8), «οι δε του Χρίστου την σάρκα εσταύρωσαν συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίαις» (Γαλ. 5:24).Αν ο νους στραφεί προς το Θεό, έχει το σώμα δούλο του και δεν του παρέχει τίποτα παραπάνω άπ' ότι χρειάζεται για να ζήσει. "Αν όμως στραφεί προς τη σάρκα, υποδουλώνεται στα πάθη και φροντίζει πώς να ικανοποιεί πάντα τις (κακές) επιθυμίες του.

                                

Τοῦ ἁγίου Διαδόχου



Ὁ δρόμος τῆς ἀρετῆς, σ᾿ ἐκείνους ποὺ ἀρχίζουν ν᾿ ἀγαποῦν τὴν εὐσέβεια, φαίνεται πολὺ σκληρὸς καὶ σκοτεινός, ὄχι γιατὶ εἶναι πράγματι τέτοιος, ἀλλὰ γιατὶ ἡ φύση τοῦ ἀνθρώπου, ἀπὸ τὴ γέννησή του κιόλας, ἔρχεται σὲ ἐπαφὴ μὲ τὴν ἄνεση τῶν ἡδονῶν. Σ᾿ ἐκείνους ὅμως ποὺ μπόρεσαν νὰ φτάσουν ὡς τὴ μέση τοῦ δρόμου, φαίνεται εὐχάριστη καὶ πολὺ ξεκούραστη, γιατὶ, μὲ τὴ συνέργια τοῦ ἀγαθοῦ, ἔχει ὑποταχθεῖ ἡ κακία στὴ συνήθεια τῆς ἀρετῆς καὶ χάνεται μαζὶ μὲ τὴν ἀνάμνηση τῶν παράλογων ἡδονῶν. Γι᾿ αὐτὸ ἡ ψυχὴ βαδίζει στὸ ἑξῆς μὲ εὐχαρίστηση τὸ δρόμο τῶν ἀρετῶν. Νὰ γιατὶ ὁ Κύριος, προτρέποντάς μας στὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας, λέει: «Τί στενὴ καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν βασιλείαν, καὶ ὀλίγοι δι᾿ αὐτῆς εἰσπορεύονται» (πρβλ. Ματθ. 7:14). Σ᾿ ἐκείνους ὅμως ποὺ μὲ θερμὴ διάθεση ἀποφασίζουν τὴν τήρηση τῶν ἁγίων ἐντολῶν Του, λέει: «Ὁ ζυγός μου χρηστὸς καὶ τὸ φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστι» (Ματθ. 11:30).

Πρέπει λοιπὸν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνα νὰ βιάζουμε τὴ θέλησή μας στὴν ἐργασία τῶν ἁγίων ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ὥστε ὁ ἀγαθὸς Κύριος, βλέποντας τὸ σκοπὸ καὶ τὸν κόπο μας καὶ ὅτι ἔχουμε τὴν προαίρεση νὰ ὑπηρετήσουμε ὁλοπρόθυμα τὶς ἔνδοξες βουλές Του, νὰ μᾶς στείλει ἕτοιμο τὸ ἅγιο θέλημά Του. Γιατὶ ἀπὸ τὸν Κύριο ἑτοιμάζεται ἡ θέλησή μας (Παροιμ. 8:35), ὥστε μὲ πολλὴ χαρὰ νὰ ἐργαζόμαστε ἀκατάπαυστα τὸ ἀγαθό. Τότε πράγματι θὰ αἰσθανθοῦμε, ὅτι «ὁ Θεός ἐστιν ὁ ἐνεργὼν ἐν ἡμῖν καὶ τὸ θέλειν καὶ τὸ ἐνεργεῖν ὑπὲρ τῆς εὐδοκίας» (Φιλιπ. 2:13).


Από τον Ευεργετινό



Οι Άγιοι Πατέρες προεφήτευσαν δια την τελευταίαν γενεάν και είπον μεταξύ των, με απορίαν:

- Ημείς τι εκάμαμεν;

Ένας δε εξ αυτών, ο οποίος ήτο σπουδαίος, ο Αββάς Ισχυρίων, απήντησεν:

- Ημείς εξεπληρώσαμεν τάς έντολάς του Θεού.

Οι Πατέρες τον ηρώτησαν:

- Άρα γε αυτοί, που θα έλθουν μετά από ημάς, τι θα κάνουν;

- Μόλις θα εκτελέσουν το ήμισυ από το έργον μας, απήντησεν ό Γέρων.

Ηρώτησαν πάλιν οι Πατέρες:

- Και εκείνοι, πού θα έλθουν μετά από αυτούς, τι θα κάνουν;

- Οι Μοναχοί της γενεάς εκείνης δεν θα έχουν κανένα έργον αρετής και ευσεβείας·
πρόκειται δε να έλθη εις αυτούς πειρασμός, ώστε εκείνοι που θα ευρεθούν άξιοι, κατά την εποχήν εκείνην, θα είναι πολύ καλύτεροι και από ημάς και από τους Πατέρες μας.