Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2016

Ισότητα των δύο φύλων - Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου



Ισότητα των δύο φύλων
Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου

«Ένας είναι ο Δημιουργός του ανδρός και της γυναικός και από μια σάρκα είναι και οι δύο. Προέρχονται από μία εικόνα, και υπάρχει δι’ αυτούς ένας νόμος, ένας θάνατος και μία ανάστασις.

Επίσης έχομε γίνει από άνδρα και από γυναίκα.
Κοινό είναι το χρέος το οποίο οφείλουν τα τέκνα προς τους γονείς.

Πως λοιπόν απαιτείς μεν να είναι σώφρων η γυνή, συ δε δεν ανταποδίδεις εκείνο το οποίον ζητείς; Πως ζητείς εκείνο το οποίον δεν προσφέρεις; Πως βγάζεις διαφορετικούς νόμους δια σώμα όμοιο και ισάξιο;

Εάν δε εξετάζεις και τα χειρότερα, άκουσε: Διέπραξε αμαρτία η γυναίκα;
Το ίδιο έκαμε και ο Αδάμ. Τους εξηπάτησε και τους δύο ο όφις.
Δεν επαρουσιάσθη το ένα πιο ασθενές και το άλλο πιο ισχυρό.

Θέλεις να εξετάσωμεν μήπως και τα καλύτερα;
Ο Χριστός με το πάθος του τους σώζει και τους δύο.

Έγινε άνθρωπος δια τον άνδρα; Το ίδιο έγινε και δια την γυναίκα. Απέθανε προς χάριν του ανδρός; Σώζεται όμως και η γυναίκα με τον θάνατό του. Λέγεται ότι προέρχεται από το σπέρμα Δαβίδ. Νομίζεις ενδεχομένως ότι με αυτό τιμάται ο άνδρας; Γεννάται όμως από την Παρθένον και αυτό είναι υπέρ των γυναικών. «Θα γίνουν», μεν λοιπόν, λέγει, «οι δύο, μία σάρκα» (Γένεση β' 24). Και αυτή η μία σάρκα ας έχει την ίδια τιμή». (Λόγος ΛΖ, αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, ΕΠΕ 5, σελ. 437- 439)

Το αλφαβητάρι της αρετής




alt
ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ
Ά ρχιζε πάντα απ' το Θεό και πάντα τελείωνε μαζί του

Β ίου το κέρδος είν' αυτό: τη μέρα σου καλά να τελειώνεις

Γ νώριζε όλα τα καλά έργα των δικαίων

Δ εινόν το να πεινάει κανείς, μα φοβερότερος ο πλούτος ο παράνομος

Ε υεργετείς; Μάθε λοιπόν πως το Θεό μιμείσαι.

Ζ ήτα απ' το Θεό να σου είναι σπλαχνικός, σαν όμως εύσπλαχνος είσαι και εσύ

Η σάρκα η ανθρώπινη να συγκρατείται πρέπει και να δαμάζεται γερά

Θ υμό χαλίνωνε, μη πέσεις έξω από τη λογική

Ί σια ψηλά το βλέμμα σου, στη γλώσσα να χεις μέτρο

Κ λειδί στ' αυτιά να βρίσκεται, το γέλιο σου να ναι σεμνό

Λ υχνάρι να πορεύεται η λογική μπροστά από κάθε σου έργο

Μ η σου γλυστράει κάτω απ' ότι φαίνεται, εκείνο που υπάρχει

Ν α ερευνάς τα πάντα με το νου, όμως να πράττεις όσα επιτρέπονται

Ξ ένος πως είσαι, μάθε το καλά. Γι' αυτό τίμα τους ξένους

Ό ταν στη γαλήνη ταξιδεύεις, τότε να θυμάσαι τη φουρτούνα

Π άντα να δέχεσαι ευχάριστα, όσα από το Θεό προέρχονται

Ρ αβδί να σε χτυπά του δίκαιου καλύτερα, παρά ο κακός να σε τιμά

Σ τις θύρες των σοφών να πηγαινοέρχεσαι, μακρυά απ' τις θύρες των πλουσίων

Τ ο μικρό, μικρό δεν είναι όταν σε κάτι μέγα οδηγεί

Ύ βριν χαλίνωνε, μακρυά απ' την έπαρση μέγας σοφός να γίνεις

Φ υλάξου συ απ' το πέσιμο, σαν όμως άλλος πέσει, μη γελάς

Χ άρισμα το να σε φθονούν, αίσχος και μέγα, να φθονείς εσύ

Ψ υχή που στο Θεό προσφέρεται, είναι η καλύτερη θυσία

Ω, ποιος θα τα φυλάξει όλα αυτά; Αυτός και θα σωθεί!

O πληγωμένος αετός(Γρηγόριος ο Θεολόγος) -Καθηγητή Πανεπιστημίου, Στυλιανού Παπαδόπουλου

Ο πληγωμένος αετός large


Είναι ένα βιβλίου που αξίζει να διαβαστεί.

Τον πετροβόλησαν,  τον έβριζαν οι Αρειανοί αιρετικοί
τον Μέγιστο  Θεολόγο  Γρηγόριο, όταν έφτασε στην Κωσταντινούπολη
με την απόφαση να τους καταδείξει τις πλάνες τους, σε άλλη περίπτωση
τον έδειραν κιόλας.

Μεγάλος, τεράστιος αγώνας. 

Περιγράφει την άφιξη του ιερού Καππαδόκη, στην Κωσταντινούπολη
ως εξής ο καθηγητής Στυλιανός Παπαδόπουλος, στο εν λόγω βιβλίο:
..................................................................................
..................................................................................

(Η Κωνσταντινούπολη) ....


"Μέσα της ...έτρεφε ανθρώπους αιρετικούς 
που μισούσαν το Γρηγόριο και την Ορθοδοξία του

Κι αυτός πήγαινε εκεί
να αναστήσει την Ορθοδοξία που ήτανε διωγμένη, εξορισμένη.

Μια πόλη( η Κωνσταντινούπολη) με 250 έως 300 χιλιάδες κατοίκους, 
είχε ελάχιστους Ορθόδοξους.

Οι αιρετικοί με τις πλάτες των αυτοκρατόρων,

("έτσι, δεν γίνεται σε κάθε αιώνα; "οι πλάτες των αυτοκρατόρων", 
εξοντώνουν την Ορθοδοξία -δεν αντέχω να μη σχολιάσω- η τρελή- σε αυτό το σημείο")

 κυριαρχήσανε και καταδίωξαν τους Ορθοδόξους.


Τους πήρανε όλους τους ναούς και τους είχανε προγραμμένους

Υπήρχαν ακόμη στην πόλη και εθνικοί, ειδωλολάτρες. 
Λίγοι όμως κι αυτοί. Ίσως δύο στους δέκα κατοίκους.

Η συντριπτική πλειοψηφία των χριστιανών
συνειδητά, ή από φόβο, ή από άγνοια, ήτανε αρειανοί.

Πιστεύανε πως ο Υιός του Θεού είναι  κτίσμα, 
ότι δεν έχει την ίδια φύση με τον Πατέρα.

Μ' αυτούς θα είχε να κάνει στην πρωτεύουσα
 μόλις θα άρχιζε το έργο του ο Γρηγόριος."

(Από το βιβλίο "Ο πληγωμένος αετός, Γρηγόριος ο Θεολόγος, εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας, σελ.140 της Στ΄έκδοσης)

........................................................................................
........................................................................................
Όταν θα βρω χρόνο, περιστεράκι μου, 
θα σου αντιγράψω και κάτι ακόμα.

Μέχρι τότε σε ασπάζομαι εν Κυρίω.

Άγιε Γρηγόριε, Θεολόγε, πρέσβευε υπέρ ημών 
των πάνυ τυφλών...

Ευανθία η Σαλογραία 

Το χέρι του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου.


Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος (25 Ιανουαρίου)


Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. Φορητή εικόνα του 14ου αιώνα από την Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου, όπου φυλάσσεται και η αγία κάρα του.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος καταγόταν από την Ναζιανζό της Μικράς Ασίας. Η μητέρα του Νόννα ήταν ευσεβής Χριστιανή, ενώ ο πατέρας του ήταν αρχικά οπαδός του συστήματος των Υψισταρίων, ενός κράματος από ιουδαϊκά και εθνικά θρησκευτικά στοιχεία, και στο οποίο η λατρεία του υψίστου Θεού συνδυαζόταν με την λατρεία του πυρός. Η σύζυγός του με την προσευχή και την καθημερινή παρακίνησή της κατόρθωσε την επιστροφή του στην Χριστιανική πίστη. Βαπτίσθηκε από Επισκόπους της περιοχής και έλαβε το όνομα Γρηγόριος. Λίγο αργότερα χειροτονήθηκε Επίσκοπος Ναζιανζού. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος παρομοιάζει τους γονείς του με τον Αβραάμ και την Σάρραν, επειδή απέκτησαν τρία παιδιά σε προχωρημένη ηλικία, ήτοι την Γοργονία, τον Γρηγόριο και τον Καισάριο.
Ο άγιος Γρηγόριος χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος από τον πατέρα του και Επίσκοπος από τον φίλο του Βασίλειο. Υπήρξε μεγάλος Θεολόγος. Στην υμνογραφία εξυμνείται κυρίως ως “τών θεολόγων ο νούς ο ακρότατος”. Η Εκκλησία τον ετίμησε απονέμοντάς του τον τίτλο του Θεολόγου, τον οποίο επεφύλαξε σε τρεις μόνον αγίους. Οι άλλοι δύο είναι ο Ευαγγελιστής Ιωάννης και ο όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος.
Ο άγιος Γρηγόριος κλήθηκε να αναλάβη την ηγεσία της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως σε μια εποχή δύσκολη, κατά την οποία είχαν επικρατήσει οι αιρετικοί Αρειανοί για σαράντα χρόνια και η αυτοκρατορική αυλή ευνοούσε την αίρεση. Εκεί, παρά τις μεγάλες δυσκολίες, έλαμψε το θεολογικό του χάρισμα, αλλά και το μεγαλείο της ψυχής του. Εξεφώνησε τις περίφημες περί θεολογίας ομιλίες του και ο μικρός Ναός στον οποίο ομιλούσε και λειτουργούσε ονομάσθηκε Αναστασία, επειδή ανέστησε τον θείο λόγο. Τελικά, ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος του παρέδωσε τον καθεδρικό Ναό και η Β’ Οικουμενική Σύνοδος τον ανέδειξε Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως. Οι εχθροί του όμως έθεσαν θέμα αντικανονικότητος της εγκαταστάσεώς του στον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως, επειδή τάχα κατείχε άλλην έδρα. Η καταγγελία όμως αυτή δεν ευσταθούσε, διότι στην πόλη Σάσιμα δεν εγκαταστάθηκε ποτέ. Όμως για να μη δημιουργηθή σχίσμα στην Εκκλησία, ανεχώρησε από την Κωνσταντινούπολη, αφού πρώτα εξεφώνησε από την προεδρικήν έδρα της Συνόδου έναν συγκινητικό λόγο, με τον οποίο απεκάλυπτε όλο το μεγαλείο της πνευματικής του δυνάμεως. Είπε ότι εάν ήταν αυτός αίτιος της διαιρέσεως, ας ερρίπτετο στην θάλασσα όπως ο Ιωνάς, για να παύση η τρικυμία. Και απεχώρησε για να πάη να βρη “τήν φίλη του ησυχία”.
Ο βίος και τα συγγράμματά του μας δίνουν την αφορμή να τονίσουμε πολλά και σημαντικά, αλλά η στενότης του χώρου μας επιτρέπει να αναφέρουμε, εντελώς τηλεγραφικά, τα ακόλουθα:
Πρώτον. Ο άγιος Γρηγόριος ήταν όνομα και πράγμα Θεολόγος, επειδή είχε προσωπική γνώση και εμπειρία του Θεού. Οι ομιλίες του, και κυρίως οι εορταστικοί του λόγοι στις μεγάλες Δεσποτικές Εορτές, έχουν θεολογικό περιεχόμενο, επειδή το Ορθόδοξο κήρυγμα είναι κατήχηση και ταυτόχρονα μύηση στο μυστήριο της θεολογίας. Η Ορθόδοξη θεολογία είναι τρόπος ζωής και βοηθά τον άνθρωπο να καθαρθή από τα πάθη, για να μπορέση να αποκτήση προσωπική κοινωνία με τον Θεό, ο οποίος δεν είναι απλώς ανώτερη δύναμη ή αφηρημένη ιδέα, αλλά Πρόσωπο. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, όπως όλοι οι άγιοι Πατέρες, έτρεφε και τρέφει τον λαό του Θεού με τα νάματα της Ορθοδόξου Θεολογίας, η οποία προσφέρει λύσεις στα μεγάλα υπαρξιακά του προβλήματα.
Το Ορθόδοξο κήρυγμα σήμερα, έχει επηρεασθή, δυστυχώς, από ξένα πρότυπα και από την εκκοσμίκευση. Βέβαια, υπάρχουν και οι εξαιρέσεις, αλλά ως επί το πλείστον ακούει κανείς κηρύγματα κοινωνικά, ηθικίστικα, άχρωμα, και άγευστα της Ορθοδόξου θεολογίας, που αφήνουν τον άνθρωπο ασυγκίνητο και αθεράπευτο. Οι άγιοι Πατέρες, ως ποιμένες, καταπιάνονταν ασφαλώς και με τα διάφορα κοινωνικά θέματα και προβλήματα, αλλά το έκαναν ως Θεολόγοι. Δηλαδή μελετούταν τα θέματα και πρότειναν λύσεις μέσα από την προοπτική της Ορθοδόξου θεολογίας.
Δεύτερον. Ευρισκόμαστε στον πρώτο μήνα του χρόνου και όπως είναι γνωστό, συνηθίζουμε να ευχόμαστε ο ένας στον άλλο “χρόνια πολλά”. Και αυτό το κάνουμε, επειδή αγαπούμε την ζωή και επιθυμούμε να ζήσουμε όσο γίνεται περισσότερο. Κανείς δεν επιθυμεί τον θάνατο, επειδή δεν έχει δημιουργηθή για να πεθάνη, αλλά για να ζη αιώνια. Ο θάνατος είναι κάτι το ξένο και παρείσακτο στην ζωή μας. Είναι αποτέλεσμα της αμαρτίας, της κακής χρήσεως της ελευθερίας μας, της ανυπακοής μας στο θέλημα του Θεού. Η ανθρώπινη ζωή έχει ύψιστο σκοπό και ως εκ τούτου μεγάλη σπουδαιότητα και αξία. Αξίζει να μελετήσουμε την αξία και τον σκοπό της ζωής του ανθρώπου μέσα από την θεολογία του αγίου Γρηγορίου. Θα μας πη ο Άγιος ότι ο άνθρωπος “είναι ζώον ενταύθα οικονομούμενον και αλλαχού μεθιστάμενον και πέρας του μυστηρίου τη προς τον Θεόν νεύση θεούμενον”. Δηλαδή, ότι ο άνθρωπος δεν είναι πλασμένος για το ενταύθα, αλλά για την αιωνιότητα. Στην παρούσα ζωή οικονομείται, ήτοι ζή, αναπνέει, τρώει, πίνει, εργάζεται, γίνεται μοναχός, παντρεύται, αλλά ο σκοπός της ζωής του είναι άλλος. Είναι η θέωση, ήτοι η κοινωνία με τον άγιο Τριαδικό Θεό, που επιτυγχάνεται με την σωστή χρήση της ελευθερίας του και την υπακοή του στο θέλημα του Θεού. Η αληθινή μας πατρίδα δεν είναι ενταύθα, αλλά αλλαχού. Είναι η βασιλεία του αγίου Τριαδικού Θεού. Ζούμε ενταύθα, αλλά πρέπει να μεθιστάμεθα αλλαχού, ήτοι να πολιτευόμεθα στον ουρανό.
Αξίζει να εντρυφήσουμε στην Ορθόδοξη θεολογία, η οποία προσφέρει λύσεις στα καθημερινά μας προβλήματα, αλλά και βοηθά στην υπέρβαση του ενταύθα, δηλαδή του θανάτου και την απόλαυση της ζωής, όχι απλώς για πολλά χρόνια, αλλά αιώνια.
Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα

ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ: ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΛΟΓΟΥ Α' ΕΙΣ ΤΟ ΠΑΣΧΑ


Γενώμεθα ὡς Χριστός, ἐπεὶ καὶ Χριστὸς ὡς ἡμεῖς· γενώμεθα θεοὶ δι' αὐτὸν, ἐπειδὴ κἀκεῖνος δι' ἡμᾶς ἄνθρωπος. Προσέλαβε τὸ χεῖρον, ἵνα δῷ τὸ βέλτιον· ἐπτώχευσεν, ἵν' ἡμεῖς τῇ ἐκείνου πτωχείᾳ πλουτήσωμεν· δούλου μορφὴν ἔλαβεν, ἵνα τὴν ἐλευθερίαν ἡμεῖς ἀπολάβωμεν· κατῆλθεν, ἵν' ὑψωθῶμεν· ἐπειράσθη, ἵνα νικήσωμεν· ἠτιμάσθη, ἵνα δοξάσῃ· ἀπέθανεν, ἵνα σώσῃ· ἀνῆλθεν, ἵν' ἑλκύσῃ πρὸς ἑαυτὸν κάτω κειμένους ἐν τῷ τῆς ἁμαρτίας πτώματι. Πάντα διδότω τις, πάντα καρποφορείτω τῷ δόντι ἑαυτὸν λυτρὸν ὑπὲρ ἡμῶν καὶ ἀντάλλαγμα· δώσει δὲ οὐδὲν τοιοῦτον οἷον ἑαυτὸν τοῦ μυστηρίου συνιέντα, καὶ δι' ἐκεῖνον πάντα ὅσα ἐκεῖνος δι' ἡμᾶς γενόμενον.
Μεταγραφή:
Να γίνουμε όπως ο Χριστός, επειδή και ο Χριστός (έγινε) όπως εμείς. Να γίνουμε θεοί για Αυτόν, επειδή κι Εκείνος (έγινε) για εμάς άνθρωπος. Προσέλαβε το χειρότερο για να δώσει το καλύτερο. Επτώχευσε για να πλουτήσουμε εμείς από την φτώχια Εκείνου. Δούλου μορφή έλαβε για να λάβωμε εμείς την ελευθερία. Κατέβηκε για να υψωθούμε. Δοκίμασε πειρασμό για να νικήσουμε. Ατιμάσθηκε για να δοξασθούμε. Πέθανε για να σώσει. Ανέβηκε για να ελκύσει προς τον Εαυτόν Του αυτούς που κείτονταν κάτω στην πτώση της αμαρτίας. Τα πάντα να δώσει κάποιος, τα πάντα να καρποφορήσει σε Αυτόν που έδωσε τον Εαυτόν Του λύτρο υπέρ πολλών κι αντάλλαγμα.

ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ: ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ ΤΡΙΤΟΥ ΠΕΡΙ ΥΙΟΥ


Ἐγεννήθη μέν, ἀλλὰ καὶ ἐγεγέννητο· ἐκ γυναικὸς μέν, ἀλλὰ καὶ παρθένου. τοῦτο ἀνθρώπινον, ἐκεῖνο θεῖον. ἀπάτωρ ἐντεῦθεν, ἀλλὰ καὶ ἀμήτωρ ἐκεῖθεν. ὅλον τοῦτο θεότητος. ἐκυοφορήθη μέν, ἀλλ' ἐγνώσθη προφήτῃ καὶ αὐτῷ κυοφορουμένῳ, καὶ προσκιρτῶντι τοῦ λόγου, δι' ὃν ἐγένετο. ἐσπαργανώθη μέν, ἀλλ' ἀποσπαργανοῦται τὰ τῆς ταφῆς ἀνιστάμενος. ἐν φάτνῃ μὲν ἀνελκίθη, ἀλλ' ὑπ' ἀγγέλων ἐδοξάσθη, καὶ ὑπ' ἀστέρος ἐμηνύθη, καὶ ὑπὸ μάγων προσεκυνήθη. πῶς σὺ προσπταίεις τῷ βλεπομένῳ, μὴ σκοπῶν τὸ νοούμενον; ἐφυγαδεύθη μὲν εἰς Αἴγυπτον, ἀλλὰ φυγαδεύει τὰ Αἰγυπτίων. οὐκ εἶχεν εἶδος οὐδὲ κάλλος (Ησ, νγ', 2) παρὰ Ἰουδαίοις, ἀλλὰ τῷ ∆αβὶδ ὡραῖος ἦν κάλλει παρὰ τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων (Ψ, μδ', 2), ἀλλ' ἐπὶ τοῦ ὄρους ἀστράπτει, καὶ ἡλίου φωτοειδέστερος γίνεται, τὸ μέλλον μυσταγωγῶν. Ἐβαπτίσθη μὲν ὡς ἄνθρωπος, ἀλλ' ἁμαρτίας ἔλυσεν ὡς θεός· οὐ καθαρσίων αὐτὸς δεόμενος, ἀλλ' ἵνα ἁγιάσῃ τὰ ὕδατα. ἐπειράσθη ὡς ἄνθρωπος, ἀλλ' ἐνίκησεν ὡς θεός· ἀλλὰ Θαρρεῖν διακελεύεται, ὡς κόσμον νενικηκώς. ἐπείνησεν, ἀλλ' ἔθρεψε χιλιάδας, ἀλλ' ἄρτος ἐστὶ ζωτικὸς καὶ οὐράνιος. ἐδίψησεν, ἀλλ' ἐβόησεν· Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με, καὶ πινέτω· ἀλλὰ καὶ πηγάζειν ὑπέσχετο τοὺς πιστεύοντας. ἐκοπίασεν, ἀλλὰ τῶν κοπιώντων καὶ πεφορτισμένων ἐστὶν ἀνάπαυσις. ἐβαρήθη μὲν ὕπνῳ, ἀλλ' ἐπὶ πελάγους κουφίζεται, ἀλλ' ἐπιτιμᾷ πνεύμασιν, ἀλλὰ Πέτρον κουφίζει βαπτιζόμενον. δίδωσι τέλος, ἀλλ' ἐξ ἰχθύος, ἀλλὰ βασιλεύει τῶν ἀπαιτούντων. Σαμαρείτης ἀκούει καὶ δαιμονῶν, πλὴν σώζει τὸν ἀπὸ Ἰερουσαλὴμ καταβαίνοντα καὶ λῃσταῖς περιπεσόντα, πλὴν ὑπὸ δαιμόνων ἑπιγινώσκεται, καὶ ἀπελαύνει δαίμονας, καὶ λεγεῶνα πνευμάτων βυθίζει, καὶ ὡς ἀστραπὴν ὁρᾷ πίπτοντα τὸν ἀρχηγὸν τῶν δαιμόνων. λιθάζεται, ἀλλ' οὐχ ἁλίσκεται. προσεύχεται, ἀλλ' ἐπακούει. δακρύει, ἀλλὰ παύει δάκρυον. ἐρωτᾷ ποῦ τέθειται Λάζαρος, ἄνθρωπος γὰρ ἦν· ἀλλ' ἐγείρει Λάζαρον, θεὸς γὰρ ἦν. πωλεῖται, καὶ λίαν εὐώνως, τριάκοντα γὰρ ἀργυρίων, ἀλλ' ἐξαγοράζει κόσμον, καὶ μεγάλης τιμῆς, τοῦ ἰδίου γὰρ αἵματος. ὡς πρόβατον ἐπὶ σφαγὴν ἄγεται (Ησ, νγ', 7), ἀλλὰ ποιμαίνει τὸν Ἰσραήλ, νῦν δὲ καὶ πᾶσαν τὴν οἰκουμένην. ὡς ἀμνὸς ἄφωνος (Ησ, νγ', 7), ἀλλὰ λόγος ἐστί, φωνῇ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ καταγγελλόμενος. μεμαλάκισται, καὶ τετραυμάτισται, ἀλλὰ θεραπεύει πᾶσαν νόσον, καὶ πᾶσαν μαλακίαν. ἐπὶ τὸ ξύλον ἀνάγεται, προσπήγνυται, ἀλλὰ τῷ ξύλῳ τῆς ζωῆς ἀποκαθίστησιν, ἀλλὰ σώζει καὶ λῃστὴν συσταυρούμενον, ἀλλὰ σκοτίζει πᾶν τὸ ὁρώμενον. ὄξος ποτίζεται, χολὴν βρωματίζεται· τίς; ὁ τὸ ὕδωρ εἰς οἶνον μεταβαλών, ὁ τῆς πικρᾶς γεύσεως καταλυτής, ὁ γλυκασμὸς καὶ ὅλος ἐπιθυμία. παραδίδωσι τὴν ψυχήν, ἀλλ' ἐξουσίαν ἔχει πάλιν λαβεῖν αὐτήν, ἀλλὰ καταπέτασμα ῥήγνυται, τὰ γὰρ ἄνω παραδείκνυται, ἀλλὰ πέτραι σχίζονται, ἀλλὰ νεκροὶ ἐγείρονται. ἀποθνήσκει, ζωο ποιεῖ δέ, καὶ καταλύει τῷ θανάτῳ τὸν θάνατον. θάπτεται, ἀλλ' ἀνίσταται. εἰς ᾅδου κάτεισιν, ἀλλ' ἀνάγει ψυχάς, ἀλλ' εἰς οὐρανοὺς ἄνεισιν, ἀλλ' ἥξει κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς, καὶ τοὺς τοιούτους βασανίσαι λόγους. εἰ ταῦτα ἐμποιεῖ σοι τῆς πλάνης τὴν ἀφορμήν, ἐκεῖνά σου λύει τὴν πλάνην.

Μεταγραφή:
Γεννήθηκε μεν (σαν άνθρωπος), αλλά και έχει γεννηθεί (από τον Θεό Πατέρα). Από γυναίκα μεν, αλλά και Παρθένο. Τούτο ανθρώπινο, εκείνο θείο. Απάτωρ εδώ (στην κατά σάρκα γέννηση), αλλά και αμήτωρ εκεί (στην άχρονη γέννηση από τον Θεό Πατέρα). Όλο αυτό θεότητος (γνώρισμα). Κυοφορήθηκε μεν, αλλά αναγνωρίσθηκε από Προφήτη (τον Πρόδρομο) που κι αυτός ήταν κυοφορούμενος και χοροπηδούσε για τον λόγο για τον οποίο έγινε. Σπαργανώθηκε μεν (σαν βρέφος), αλλά βγάζει τα εντάφια σπάργανα όταν αναστήθηκε. Στην φάτνη μεν ανακλίθηκε, αλλά δοξάστηκε από Αγγέλους και από Αστέρι κηρύχθηκε και από Μάγους προσκυνήθηκε. Πως λοιπόν προσκρούεις στα ορατά (ανθρώπινα) και δεν βλέπεις τα νοητά; Φυγαδεύτηκε μεν στην Αίγυπτο, αλλά φυγαδεύει τα (είδωλα) των Αιγυπτίων. Δεν είχε εμφάνιση ούτε κάλλος (κατά το πάθος) από τους Ιουδαίους, αλλά κατά τον Δαβίδ ήταν ο πιο ωραίος από τους ανθρώπους, αλλά πάνω στο όρος (Θαβώρ) αστράφτει, και ηλίου φωτεινότερος γίνεται, τα μυστήρια του μέλλοντος αιώνος διδάσκοντας. Βαπτίστηκε μεν σαν άνθρωπος, αλλά αμαρτίες έλυσε σαν Θεός. Όχι επειδή είχε ανάγκη από καθαρισμό, αλλά για να αγιάσει τα ύδατα. Επειράσθη σαν άνθρωπος, αλλά νίκησε σαν Θεός, αλλά να έχετε θάρρος προστάζει, επειδή νίκησε τον κόσμο. Πείνασε, αλλά έθρεψε χιλιάδες, αλλά άρτος είναι ζωοποιός και ουράνιος. Δίψασε, αλλά είπε: «Όποιος διψά, να έρθει προς εμένα και να πιει», αλλά και υποσχέθηκε ότι οι πιστεύοντες θα πηγάσουν. Κουράστηκε, αλλά των κουρασμένων και των φορτωμένων είναι η ανάπαυση. Βάρυνε από τον ύπνο, αλλά επί του πελάγους (περπατώντας) είναι ελαφρύς, αλλά προστάζει τους ανέμους, αλλά τον Πέτρο που βυθίζεται ελαφρώνει (σηκώνει). Πληρώνει φόρο, αλλά από το ψάρι (πήρε το νόμισμα), αλλά βασιλεύει πάνω σε αυτούς που απαιτούν (τον φόρο). Σαμαρείτης ακούει (να λένε ότι είναι) και δαιμονισμένος, αλλά σώζει (σαν καλός Σαμαρείτης) αυτόν που ερχόταν από την Ιερουσαλήμ κι έπεσε σε ληστές, αλλά από τους δαίμονες αναγνωρίζεται, και εκβάλλει δαίμονες, και λεγεώνα δαιμόνων βυθίζει, και σαν αστραπή βλέπει τον αρχηγό των δαιμόνων να πέφτει. Λιθοβολείται, αλλά δεν βλάπτεται. Προσεύχεται, αλλά εισακούει (ικεσίες και προσευχές). Δακρύζει, αλλά τα δάκρυα σταματά. Ρωτά που θάφτηκε ο Λάζαρος, επειδή ήταν άνθρωπος, αλλά ανασταίνει τον Λάζαρο, επειδή ήταν Θεός. Πωλείται, και πολύ φτηνά, δηλαδή για τριάκοντα αργύρια, αλλά εξαγοράζει τον κόσμο, και με μεγάλο τίμημα, δηλαδή το ίδιο του το αίμα. Σαν πρόβατο στην σφαγή οδηγείται, αλλά ποιμαίνει τον Ισραήλ, τώρα όμως και όλη την οικουμένη. Σαν αμνός άφωνος, αλλά είναι (ο Θεός) Λόγος, και κηρύσσεται από την φωνή του (Προδρόμου) που ομιλεί την έρημο. Έπαθε και τραυματίστηκε, αλλά θεραπεύει κάθε ασθένεια και κάθε αδυναμία. Στο ξύλο (του Σταυρού) ανέβηκε και καρφώθηκε, αλλά το ξύλο της ζωής αποκαθιστά, αλλά σώζει τον συσταυρωμένο ληστή, αλλά ρίχνει σκοτάδι σε όλα όσα φαίνονται (όταν σκοτίστηκε ο ήλιος). Ξύδι ποτίζεται, χολή ταΐζεται. Ποιος; Αυτός που μετέβαλε το νερό σε κρασί, αυτός που κατέλυσε την πικρή γεύση (του νερού στην έρημο), (αυτός που είναι) ο γλυκύτητα και ολόκληρος επιθυμητός. Παραδίδει την ψυχή του, αλλά έχει εξουσία πάλι να την πάρει, αλλά το καταπέτασμα (του ναού) σκίζεται, επειδή τα άνω αποδεικνύονται, αλλά πέτρες σκίζονται, αλλά νεκροί ανασταίνονται. Πεθαίνει, αλλά ζωοποιεί, και καταλύει με τον θάνατό (του) τον θάνατο. Θάβεται, αλλά ανασταίνεται. Στον άδη κατεβαίνει, αλλά ανεβάζει ψυχές, αλλά στους ουρανούς ανέρχεται, αλλά θα έρθει να κρίνει ζωντανούς και νεκρούς, και να ελέγξει αυτούς τους λόγους (πλάνης και σκανδαλισμού στο πρόσωπό του). Αν αυτά σου προκαλούν αφορμή πλάνης, εκείνα σου διαλύουν την πλάνη.

Δύο λόγοι του αγίου Γρηγορίου του θαυματουργού εις τον Ευαγγελισμόν της υπεραγίας θεοτόκου Παρθένου της Μαρίας.


Λόγος πρῶτος
Σήμερον ἀγγελικῇ παρατάξει ὑμνῳδίαι φαιδρύνονται, καὶ τὸ φέγγος τῆς τοῦ Χριστοῦ παρουσίας τοῖς πιστοῖς καταλάμπεται.
Σήμερον τὸ ἱλαρὸν ἡμῖν ἔαρ, Χριστὸς ὁ τῆς δικαιοσύνης ἥλιος φαιδρῷ τῷ φωτὶ ἡμᾶς περιέλαμψε, καὶ τὰς τῶν πιστῶν ἐννοίας ἐφώτισε.
Σήμερον ὁ Ἀδὰμ ἀνακεκαίνισται, καὶ χορεύει μετ' ἀγγέλων εἰς οὐρανὸν ἀνιπτάμενος.
Σήμερον σύμπασα τῆς οἰκουμένης γαῖα χαρὰν περιεβάλετο, ἐπειδὴ τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐπιφοίτησις εἰς ἀνθρώπους γέγονε.
Σήμερον ἡ θεία χάρις, τῶν ἀοράτων ἡ ἐλπὶς διαλάμπει τὰ ὑπὲρ ἔννοιαν θαύματα, τὸ ἀπ' αἰῶνος ἀποκεκρυμμένον μυστήριον ἐμφανῶς ἡμῖν κατοπτεύουσα.
Σήμερον ἀρετῆς ἀεννάου στέμματα πλέκονται.
Σήμερον τὰς ἱερὰς τῶν φιληκόων καὶ φιλεορτῶν κεφαλὰς καταστέψαι βουλόμενος ὁ Θεὸς, τοὺς ἐραστὰς τῆς ἀκλινοῦς πίστεως, ὡς κλητοὺς καὶ κληρονόμους κέκληκεν·
καὶ ἡ ἄνω βασιλεία σπουδάζει καλοῦσα τοὺς οὐρανόφρονας, συνάψαι τῇ θείᾳ λειτουργίᾳ τῶν ἀσωμάτων χορῶν.
Σήμερον τὸ τοῦ ∆αβὶδ πεπλήρωται λόγιον, τὸ λέγον·
Εὐφραινέσθωσαν οἱ οὐρανοὶ, καὶ ἀγαλλιάσθω ἡ γῆ.
Χαρήσονται τὰ πεδία, καὶ πάντα τὰ ξύλα τοῦ δρυμοῦ ἀπὸ προσώπου τοῦ Κυρίου, ὅτι ἔρχεται.
Καὶ ὁ μὲν ∆αβὶδ ξύλα ἔλεγεν, ὁ δὲ τοῦ Κυρίου πρόδρομος, δένδρα ποιοῦντα καρποὺς ἀξίους τῆς μετανοίας, μᾶλλον δὲ τῆς τοῦ Κυρίου παρουσίας ἐκάλεσεν.
Ὁ δὲ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς τὴν χαρὰν τὴν ἀένναον πᾶσι τοῖς εἰς αὐτὸν πιστεύουσιν ἐπηγγείλατο.
Φησὶ γάρ·
Ὄψομαι ὑμᾶς, καὶ χαρήσεσθε·
καὶ τὴν χαρὰν ὑμῶν οὐδεὶς αἴρει ἀφ' ὑμῶν.
Σήμερον τὸ περιβόητον, καὶ ἄφραστον μυστήριον τῶν τὴν ἐλπίδα εἰς Χριστὸν ἐκουσίως ἐπεσφραγισμένων Χριστιανῶν ἐμφανῶς ἡμῖν καταγγέλλεται.
Σήμερον Γαβριὴλ, ὁ τῷ Θεῷ παριστάμενος, πρὸς τὴν Παρθένον ἁγνὴν παραγίνεται, τὸ,
Χαῖρε κεχαριτωμένη, αὐτῇ εὐαγγελιζόμενος.
Ἡ δὲ διελογίζετο, ποταπὸς εἴη ὁ ἀσπασμὸς οὗτος·
ὁ δὲ ἄγγελος εὐθέως ὑπήγαγεν λέγων·
Ὁ Κύριος μετὰ σοῦ, μὴ φοβοῦ, Μαριάμ·
εὗρες γὰρ χάριν παρὰ τῷ Θεῷ·
διὸ συλλήψῃ ἐν γαστρὶ, καὶ τέξῃ υἱόν·
καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν.
Οὗτος ἔσται μέγας, καὶ Υἱὸς Ὑψίστου κληθήσεται.
Καὶ δώσει αὐτῷ Κύριος ὁ Θεὸς τὸν θρόνον ∆αβὶδ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, καὶ βασιλεύσει ἐπὶ τὸν οἶκον Ἰακὼβ εἰς τοὺς αἰῶνας, καὶ τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος.
Εἶπεν δὲ Μαριὰμ πρὸς τὸν ἄγγελον·
Πῶς ἔσται μοι τοῦτο, ἐπεὶ ἄνδρα οὐ γινώσκω;
ἆρα μένω ἔτι παρθένος;
ἆρα μὴ τῆς παρθενίας ἡ ἀξία προδίδοται;
Ταῦτα διαποροῦσαν τὴν ἁγίαν Παρθένον, συντόμως ὁ ἄγγελος προφέρει τοῦ λόγου τὸ κεφάλαιον, λέγων·
Πνεῦμα ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σὲ, καὶ δύναμις Ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι.
∆ιὸ καὶ τὸ γεννώμενον ἐκ σοῦ ἅγιον, κληθήσεται Υἱὸς Θεοῦ.
Ὃ γάρ ἐστι, τοῦτο καὶ πάντως κληθήσεται.
Πρεπόντως ἄρα τὴν ἁγίαν Μαριὰμ ἐκ πασῶν γενεῶν μόνην ἡ χάρις ἐκλέλεκται.
Σοφὴ γὰρ ὄντως κατὰ πάντα ἐτύγχανεν·
οὐκ ὁμοία αὐτῇ ἐκ πασῶν γενεῶν τις γέγονεν πώποτε.
Οὐχ ὡς ἡ πρώην παρθένος Εὔα μόνη ἐν παραδείσῳ χορεύουσα, χαύνῃ τῇ διανοίᾳ, ἀπεριέργως παρὰ τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως τὸν λόγον ἐδέξατο,
καὶ οὕτως ἐφθάρη τὸ τῆς διανοίας φρόνημα·
καὶ δι' αὐτῆς ὁ δόλιος τὸν ἰὸν ἐκχέας, καὶ τὸν θάνατον συγκεράσας, εἰς πάντα τὸν κόσμον εἰσήγαγεν·
καὶ διὰ τοῦτο πᾶς ὁ μόχθος τῶν ἁγίων ἐγένετο·
ἀλλ' ἐν μόνῃ τῇ ἁγίᾳ Παρθένῳ, τὸ ἐκείνης πταῖσμα ἀνασέσωσται.
Καὶ οὐ πρότερον ἡ ἁγία τὸ δῶρον ἐκαρτέρησεν ὑποδέξασθαι, πρὶν ἂν μάθῃ τίς ὁ πέμπων, καὶ τί τὸ δῶρον, καὶ τίς ὁ φέρων.
Ταῦτα καθ' ἑαυτὴν διηπόρει ἡ ἁγία λέγουσα, φησὶ, πρὸς τὸν ἄγγελον·
Πόθεν ἡμῖν οὕτως τὴν εὐλογίαν ἐξεκόμισας;
Ἐκ ποίων ἡμῖν θησαυρῶν ὁ μαργαρίτης τοῦ λόγου ἀπέσταλται;
Πόθεν ἡμῖν ἡ δωρεὰ τὴν ὑπόθεσιν κέκτηται.
Ἐξ οὐρανοῦ παραγέγονας, ἀλλ' ἐπὶ γῆς βαδίζεις·
ἀνθρώπου χαρακτῆρα ἐπιδεικνύεις, καὶ λαμπάδα φωτὸς ἀπαστράπτεις.
Ταῦτα ἐν ἑαυτῇ ἡ ἁγία διενοεῖτο, τοιούτοις δὲ λόγοις ὁ ἀρχάγγελος τὴν διάκρισιν αὐτῆς ἔλυσεν, εἰπὼν πρὸς αὐτήν·
Πνεῦμα ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σὲ, καὶ δύναμις Ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι.
∆ιὸ καὶ τὸ γεννώμενον ἐκ σοῦ ἅγιον, κληθήσεται Υἱὸς Θεοῦ.
Καὶ μὴ φοβοῦ, Μαριάμ·
οὐ γὰρ φόβῳ καταπλῆξαί σε παραγέγονα,
ἀλλ' ἀποδιῶξαι τοῦ φόβου τὴν ὑπόθεσιν.
Μὴ φόβου, Μαριάμ·
εὗρες γὰρ χάριν παρὰ τῷ Θεῷ.
Τὴν χάριν κατὰ φύσιν μὴ ἀνάκρινε.
Νόμοις γὰρ φύσεως, ἡ χάρις ὑποβαίνειν οὐκ ἀνέχεται.
Ἔγνως, ὦ Μαριὰμ, τὰ τοὺς πατριάρχας καὶ προφήτας λανθάνοντα.
Μεμάθηκας, ὦ Παρθένε, ἃ μέχρι τοῦ νῦν κεκρυμμένα καὶ τοῖς ἀγγέλοις ἐτύγχανον.
Ἀκήκοας, ὦ παναγία, ὧν οὐδέπω ὁ χορὸς τῶν θεοφόρων ἠξίωται.
Μωϋσῆς καὶ ∆αβὶδ, καὶ Ἡσαΐας, καὶ ∆ανιὴλ, καὶ πάντες οἱ προφῆται περὶ αὐτοῦ προεκήρυξαν·
ἀλλὰ τὸ πῶς, οὐκ ἐπίσταντο.
Σὺ δὲ μόνη, ὦ παναγία Παρθένε, τὰ τούτοις ἅπασιν ἀγνοηθέντα μυστήρια, νῦν ὑποδέχῃ, καὶ μανθάνεις τὸ πόθεν.
Ὅπου γὰρ Πνεῦμα ἅγιον, πάντα ἑτοίμως κατήρτισται.
Ὅπου θεία χάρις, πάντα τῷ Θεῷ δυνατά.
Ἅγιον Πνεῦμα ἐπὶ σὲ ἐπελεύσεται,
καὶ δύναμις Ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι·
διὸ καὶ τὸ γεννώμενον ἐκ σοῦ ἅγιον, κληθήσεται Υἱὸς Θεοῦ.
Εἰ δὲ Υἱὸς Θεοῦ, καὶ Θεὸς, σύμμορφος τῷ Πατρὶ, καὶ συναΐδιος, ἐν ᾧ πᾶσαν κέκτηται ὁ Πατὴρ τὴν φανέρωσιν·
ὁ χαρακτὴρ ἐν τῷ προσώπῳ, καὶ διὰ τοῦ ἀπαυγάσματος ἡ δόξα καταλάμπεται.
Καὶ ὥσπερ ἐκ τῆς ἀεννάου πηγῆς οἱ ποταμοὶ προέρχονται·
οὕτως καὶ ἐκ ταύτης τῆς ἀεννάου καὶ ἀειζώου πηγῆς, προέρχεται τὸ φῶς τοῦ κόσμου, τὸ ἀένναον καὶ ἀληθινὸν, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν.
Περὶ ταύτης γὰρ οἱ προφῆται κεκράγασιν·
Τοῦ ποταμοῦ τὰ ὁρμήματα εὐφραίνουσι τὴν πόλιν τοῦ Θεοῦ·
οὐ μίαν δὲ πόλιν, ἀλλὰ πάσας·
ὥσπερ γὰρ μίαν πόλιν, εὐφραίνει τὴν οἰκουμένην ἅπασαν.
Πρεπόντως τοίνυν ὁ ἄγγελος τῇ ἁγίᾳ Μαρίᾳ Παρθένῳ πρώτῃ πάντων, τό·
Χαῖρε, κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ, προεσήμανεν·
ἐπειδὴ μετ' αὐτῆς ὅλος ὁ θησαυρὸς τῆς χάριτος ἐναπέκειτο.
Ἐκ πασῶν γὰρ γενεῶν αὕτη μόνη παρθένος ἁγία σώματι καὶ πνεύματι γέγονεν·
καὶ μόνη φέρει τὸν τὰ πάντα τῷ ῥήματι φέροντα.
Καὶ οὐ μόνον θαυμάζειν ἔστιν τὸ τῆς ἁγίας τὸ ἐν σώματι κάλλος·
ἀλλὰ καὶ τῆς ψυχῆς τὸν ἐνάρετον τρόπον.
∆ιὸ καὶ τό·
Χαῖρε, κεχαριτωμένη, αὐτῇ πρώτῃ ὁ ἀρχάγγελος προσεφώνησεν·
Ὁ Κύριος μετὰ σοῦ, καὶ οὐ γήϊνος νυμφίος·
ἀλλ' αὐτὸς ὁ τοῦ ἁγιασμοῦ Κύριος, ὁ τῆς ἁγνείας πατὴρ, ὁ τῆς ἀφθαρσίας κτίστης, καὶ τῆς ἐλευθερίας δοτὴρ, ὁ τῆς σωτηρίας κηδεμὼν, καὶ τῆς ἀληθοῦς εἰρήνης ταμίας χορηγὸς, ὁ ἐκ τῆς Παρθένου γῆς πλάσας τὸν ἄνθρωπον, καὶ ἐκ τῆς ἐκείνου πλευρᾶς τὴν Εὔαν προσλαβόμενος ·
οὗτος ὁ Κύριος μετὰ σοῦ, καὶ πάλιν ἐκ σοῦ.
∆εῦρο τοίνυν, ἀγαπητοὶ, καὶ ἡμεῖς τῷ ἀγγελικῷ αἴνῳ συνεπόμενοι, τὴν κατὰ δύναμιν ὀφειλὴν εὐγνωμόνως ἀποτίσωμεν, λέγοντες·
Χαῖρε, κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ·
Σὸν γὰρ τὸ χαίρειν ἀληθῶς·
ἐπειδὴ μετὰ σοῦ ἡ θεία χάρις, ὡς οἶδεν, ἐσκήνωσεν·
μετὰ τῆς δούλης, ὁ Βασιλεὺς τῆς δόξης·
μετὰ τῆς ὡραίας, ὁ ὡραῖος κάλλει παρὰ τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων·
μετὰ τῆς ἀμιάντου, ὁ ἁγιάζων τὰ σύμπαντα.
Μετὰ σοῦ ὁ Θεὸς, καὶ τέλειος ἄνθρωπος, ἐν ᾧ κατοικεῖ πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος.
Χαῖρε, κεχαριτωμένη, ἡ πηγὴ τοῦ φωτὸς, τοῦ φωτίζοντος πάντας τοὺς εἰς αὐτὸν πιστεύοντας.
Χαῖρε, κεχαριτωμένη, τοῦ νοητοῦ ἡλίου ἡ ἀνατολὴ, καὶ τὸ τῆς ζωῆς ἀμίαντον ἄνθος.
Χαῖρε, κεχαριτωμένη, ὁ λειμὼν τῆς εὐωδίας.
Χαῖρε, κεχαριτωμένη, ἡ ἄμπελος ἡ ἀειθαλὴς, ἡ εὐφραίνουσα τὰς ψυχὰς τῶν σὲ δοξαζόντων.
Χαῖρε, κεχαριτωμένη, ἡ ἀγεώργητος καλλίκαρπος ἄρουρα.
Κατὰ φύσιν μὲν, διὰ τὸ καθ' ἡμᾶς, καὶ διὰ τὸν χρόνον τῆς κυήσεως·
παρὰ φύσιν δὲ, μᾶλλον δὲ ὑπὲρ φύσιν, διὰ τὸν ἄνωθεν ἐνδημήσαντα Θεὸν Λόγον, καὶ ἐν τῇ ἁγίᾳ σου γαστρὶ τὸν Ἀδὰμ ἀναπλάσαντα, καὶ τὸ μὲν γόνιμον, τῇ ἁγίᾳ Παρθένῳ παρέσχεν τὸ ἅγιον Πνεῦμα·
ἡ δὲ ἀλήθεια τοῦ σώματος προσελήφθη ἐκ τοῦ σώματος αὐτῆς.
Καὶ ὥσπερ ὁ μαργαρίτης ἐκ τῶν δύο φύσεων, ἐξ ἀστραπῆς καὶ ὕδατος, ἐκ τῶν ἀδήλων σημείων τῆς θαλάσσης προέρχεται·
οὕτως καὶ ὁ ∆εσπότης ἡμῶν Ἰησοῦς ὁ Χριστὸς,
ἀσυγχύτως καὶ ἀτρέπτως,
ἐκ τῆς καθαρᾶς καὶ ἁγνῆς, καὶ ἀμιάντου, καὶ ἁγίας Παρθένου Μαρίας προέρχεται,
ἐν θεότητι τέλειος, καὶ ἐν ἀνθρωπότητι τέλειος,
κατὰ πάντα ὅμοιος τῷ Πατρὶ,
καὶ ὁμοούσιος ἡμῖν κατὰ πάντα, χωρὶς ἁμαρτίας.
Πλεῖστοι τῶν ἁγίων Πατέρων, καὶ πατριαρχῶν,
καὶ προφητῶν, ἐπεθύμησαν ἰδεῖν, καὶ αὐτόπται γενέσθαι.
καὶ οὐ γεγόνασιν.
Καὶ οἱ μὲν αὐτῶν, διὰ ὁράσεις αὐτὸν τυπικῶς ἐν αἰνίγμασιν ἐθεάσαντο·
οἱ δὲ ἐν στόλῳ νεφέλης θείας φωνῆς ἐν ἀκροάσει γεγόνασιν, καὶ ἁγίων ἀγγέλων συνέτυχον ὀπτασίαις·
πρὸς Μαριὰμ δὲ Παρθένον μόνην τὴν ἁγίαν,
Γαβριὴλ ὁ ἀρχάγγελος φωτιστικῶς παρεγένετο, τὸ,
Χαῖρε, κεχαριτωμένη, αὐτῇ εὐαγγελιζόμενος·
καὶ οὕτως τὸν Λόγον ἐδέξατο,
καὶ ἐν τῷ καιρῷ τῆς σωματικῆς συμπληρώσεως,
τὸν πολύτιμον μαργαρίτην προήνεγκεν.
∆εῦτε τοίνυν καὶ ὑμεῖς, ὦ ἀγαπητοὶ,
τὰ ἐκ τῆς τοῦ ∆αβὶδ θεοπνεύστου κιθάρας,
ἠμῖν δεδειγμένα μελῳδήσωμεν, λέγοντες·
Ἀνάστηθι, Κύριε, εἰς τὴν ἀνάπαυσίν σου·
σὺ, καὶ ἡ κιβωτὸς τοῦ ἁγιάσματός σου.
Κιβωτὸς γὰρ ἀληθῶς, ἡ ἁγία Παρθένος,
ἔσωθεν καὶ ἔξωθεν κεχρυσωμένη,
ἡ ὅλον τὸν θησαυρὸν δεξαμένη τοῦ ἁγιάσματος.
Ἀνάστηθι, Κύριε, εἰς τὴν ἀνάπαυσίν σου.
Ἀνάστηθι, Κύριε, ἐκ τῶν κόλπων τοῦ Πατρὸς,
ἵνα ἐξαναστήσῃς τὸ πεπτωκὸς γένος τοῦ πρωτοπλάστου.
Ταῦτα πρεσβεύων ὁ ∆αβὶδ πρὸς τὴν ἐξ αὐτοῦ μέλλουσαν βλαστάνειν ῥάβδον τὸ καλλίκαρπον ἐκεῖνο ἄνθος, προφητεύων ἔλεγεν·
Ἄκουσον, θύγατερ, καὶ ἴδε, καὶ κλῖνον τὸ οὖς σου, καὶ ἐπιλάθου τοῦ λαοῦ σου, καὶ τοῦ οἴκου τοῦ Πατρός σου·
καὶ ἐπιθυμήσει ὁ βασιλεὺς τοῦ κάλλους σου·
ὅτι αὐτός ἐστιν Κύριος ὁ Θεός σου,
καὶ προσκυνήσουσιν αὐτῷ.
Ἄκουσον, θύγατερ, τὰ περὶ σοῦ προφητευόμενα·
ἵνα καὶ τοῖς γνώσεως ὀφθαλμοῖς θεωρήσῃς τὰ πράγματα.
Ἄκουσον ἐμοῦ σοι προμηνύοντος, καὶ τοῦ ἀρχαγγέλου σοι τὰ ἐντελῆ σοι μυστήρια διαῤῥήδην ἀναγγέλλοντος.
∆εῦτε τοίνυν, ἀγαπητοὶ, καὶ ἡμεῖς ἐπὶ τὴν τῶν προλαβόντων μνήμην ἀναδραμόντες, τὴν ἐξ Ἰεσσαὶ ῥάβδον ὑπερφυῶς οὕτως βλαστήσασαν δοξάσωμεν, ἀνυμνήσωμεν, μακαρίσωμεν, εὐφημίσωμεν.
Οὐ γὰρ μόνῳ τῷ Ἰωσὴφ, ἀλλὰ καὶ τῇ θεοτόκῳ Μαρίᾳ προμαρτυρῶν ὁ Λουκᾶς, ἐν τοῖς θείοις Εὐαγγελίοις, ἱστορεῖ πρὸς αὐτὴν τὴν τοῦ ∆αβὶδ οἰκειότητα·
Ἀνέβη γὰρ ὁ Ἰωσήφ, φησὶν, ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας εἰς πόλιν τῆς Ἰουδαίας, ἥτις καλεῖται Βηθλεὲμ, ἀπογράψασθαι σὺν Μαριὰμ τῇ μεμνηστευμένῃ αὐτῷ γυναικὶ, οὔσῃ ἐγκύῳ, διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς ἐξ οἴκου καὶ πατριᾶς ∆αβίδ.
Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ εἶναι αὐτοὺς ἐκεῖ, ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τοῦ τεκεῖν αὐτὴν, καὶ ἔτεκεν τὸν υἱὸν αὑτῆς τὸν πρωτότοκον πάσης τῆς κτίσεως·
καὶ ἐσπαργάνωσεν αὐτὸν, καὶ ἀνέκλινεν αὐτὸν ἐν τῇ φάτνῃ, διότι οὐκ ἦν αὐτοῖς τόπος ἐν τῷ καταλύματι.
Ἐσπαργάνωσεν τὸν ἀναβαλλόμενον φῶς ὡς ἱμάτιον.
Ἐσπαργάνωσεν τὸν πᾶσαν κτίσιν δημιουργήσαντα.
Ἀνέκλινεν ἐν φάτνῃ, τὸν ὑπὲρ χερουβὶμ καθήμενον,
καὶ ὑπὸ μυριάδων ἀγγέλων ἀνυμνούμενον.
Ἐν τῇ τῶν ἀλόγων φάτνῃ ἀνεπαύσατο ὁ τοῦ Θεοῦ Λόγος, ἵνα τοῖς ὄντως ἀλόγοις ἀνθρωπίνοις, κατὰ προαίρεσιν, λογικῆς με ταδώσῃ αἰσθήσεως.
Ἐν τῇ τραπέζῃ τῶν κτηνῶν προετέθη ὁ οὐράνιος ἄρτος, ἵνα τοῖς κτηνώδεσιν τοῖς ἀνθρωπίνοις μυστικῆς βρώσεως χορηγήσῃ μετάληψιν.
Καὶ οὐδὲ τόπος ἦν αὐτοῖς ἐν τῷ καταλύματι.
Τόπον οὐκ εἶχεν, ὁ οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν τῷ λόγῳ κατασκευάσας·
ἐπειδὴ, πλούσιος ὢν, δι' ἡμᾶς ἐπτώχευσεν, ταπείνωσιν ἄκραν ἑλόμενος, διὰ τὴν σωτηρίαν τῆς ἡμετέρας φύσεως, τῆς ἐμφύτου αὐτοῦ πρὸς ἡμᾶς ἀγαθότητος.
Ὁ ἀποῤῥήτων μυστηρίω τῆς οἰκονομίας πληρώσας πᾶσαν δικαιοσύνην ἐν οὐρανῷ ἐν κόλπῳ τοῦ Πατρὸς, καὶ ἐν σπηλαίῳ ἐν ἀγκάλαις μητρὸς, ἀνεπαύσατο ἐν τῇ φάτνῃ.
Ἀγγελικαὶ χορεῖαι περιεκύκλωσαν αὐτὸν, ἐν οὐρανῷ δοξολογίαν, καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνην καταμη νύοντες.
Ἐν οὐρανῷ ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρὸς ἐκαθέζετο·
καὶ ἐν τῇ φάτνῃ ὡς ἐπὶ τῶν χερουβὶμ ἀνεπαύσατο.
Θρόνος ἀληθῶς καὶ οὗτος χερουβικός·
θρόνος βασιλικός·
Ἅγιος ἁγίων, ἔνδοξος μόνος ἐπὶ τῆς γῆς,
τῶν ἁγίων ἁγιώτερος·
ἐν ᾧ ἀνεπαύσατο Χριστὸς ὁ Θεὸς ἠμῶν.
ᾯ ἡ δόξα, τιμὴ, καὶ τὸ κράτος, σὺν τῷ Πατρὶ ἀχράντῳ, καὶ τῷ παναγίῳ καὶ ζωοποιῷ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Λόγος δεύτερος
Ἑορτὰς μὲν ἁπάσας καὶ ὑμνῳδίας, δέον ἡμᾶς θυσιῶν δίκην προσφέρειν τῷ Θεῷ·
πρώτην δὲ πάντων, τὸν Εὐαγγελισμὸν τῆς ἁγίας Θεοτόκου, τὸ, Χαῖρε, κεχαριτωμένη, τὸν παρὰ τοῦ ἀγγέλου πρὸς αὐτὴν γεγονότα·
ἐπειδὴ καὶ πρώτη πάσης σοφίας καὶ σωτηρίου διδασκαλίας ἐπὶ τῆς νέας διαθήκης, τὸ Χαῖρε κεχαριτωμένη, παρὰ τοῦ Πατρὸς τῶν φώτων ἡμῖν ἀπεστάλη.
Κεχαριτωμένη δὲ εἰπὼν, πᾶσαν τὴν φύσιν τῶν ἀνθρώπων συμπεριέλαβεν.
Χαῖρε, κεχαριτωμένη, ἐπὶ τῇ ἁγίᾳ συλλήψει καὶ ἐπὶ τῇ ἐνδόξῳ κυήσει Εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαρὰν μεγάλην,
ἥτις ἔσται παντὶ τῷ λαῷ.
Πάλιν ἐπὶ τὸ σωτήριον πάθος ὁ Κύριος ἐρχόμενος, ἔλεγεν·
Ὄψομαι ὑμᾶς, καὶ χαρίσεσθε, καὶ τὴν χαρὰν ὑμῶν οὐδεὶς αἱρεῖ ἀφ' ὑμῶν.
Καὶ μετὰ τὸ ἀναστῆναι, πάλιν διὰ τῶν ἁγίων γυναικῶν, πρῶτον τὸ χαῖρε ἡμῖν εὐαγγελίζεται.
Πάλιν παραπλήσια τούτοις ὁ Ἀπόστολος κέκραγεν·
Πάντοτε, λέγων, χαίρετε·
ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε·
ἐν παντὶ εὐχαριστεῖτε.
Ὁρᾶτε τοίνυν, ὦ ἀγαπητοὶ,
πῶς τὴν ὑπὲρ ἔννοιαν καὶ ἀένναον χαρὰν,
ἀδιαιρέτως πανταχοῦ ἡμῖν ὁ Κύριος ἐδωρήσατο.
Ἐπειδὴ γὰρ ἡ ἁγία Μαρία ἐν σαρκὶ οὖσα,
τὴν ἄφθαρτον πολιτείαν ἐκέκτητο, ἀρεταῖς τε παντοίαις πολιτευσαμένη, καὶ βιώσασα κρεῖττον ἢ κατὰ ἄνθρωπον·
διὰ τοῦτο, ὁ ἐκ Θεοῦ Πατρὸς Λόγος σάρκα ἀναλαβεῖν,
καὶ τέλειον ἀνθρώπινον ἐξ αὐτῆς κατηξίωσεν·
ἴνα δι' ἧς σαρκὸς ἡ ἁμαρτία εἰς τὸν κόσμον εἰσῆλθεν,
καὶ διὰ τῆς ἁμαρτίας ὁ θάνατος, διὰ τῆς αὐτῆς σαρκὸς κατακριθῇ ἡ ἁμαρτία ἐν τῇ σαρκὶ,
καὶ νικηθῇ ὁ τῆς ἁμαρτίας πειραστὴς,
ἐν τῇ ταφῇ τοῦ ἁγίου σώματος·
καὶ ἀρχὴ ἀναστάσεως ἅμα ἀποδεχθῇ,
καὶ ζωὴ αἰώνιος ἐν κόσμῳ πολιτευθῇ,
καὶ Θεοῦ Πατρὸς ἀνθρώποις γένηται κοινωνία.
Καὶ τί εἴπωμεν, ἢ τί παραλείπωμεν;
ἢ τίς ἐξηγήσεται τοῦ μυστηρίου τὸ ἀκατάληπτον;
Ἀλλὰ νῦν ἐπὶ τὸ προκείμενον ἐπανέλθωμεν.
Πρὸς Παρθένον ἁγνὴν Γαβριὴλ ἀπέσταλται·
ὁ ἀσώματος πρὸς τὴν ἐν σώματι μετελθοῦσαν τὴν πολιτείαν τὴν ἄφθαρτον, ἐν ἁγνείᾳ, καὶ ἐν αὐτὴν, πρῶτον τὸ,
Χαῖρε, ἀρεταῖς βιώσασαν.
Καὶ ἐλθὼν πρὸς κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ, αὐτῇ εὐαγγελίζεται οὕτως·
Χαῖρε, κεχαριτωμένη.
Σὺ γὰρ τὰ τῆς ὄντως χαρᾶς πράττεις ἄξια·
ἐπειδὴ σὺ τὸν ἄσπιλον χιτῶνα ἐνδέδυσαι,
καὶ τὴν ζώνην τῆς σωφροσύνης περίκεισαι.
Χαῖρε, κεχαριτωμένη,
δοχεῖον τῆς ἐπουρανίου εὐφροσύνης τυγχάνουσα.
Χαῖρε, κεχαριτωμένη·
διὰ σοῦ γὰρ ἡ χαρὰ πάσῃ τῇ κτίσει βραβεύεται, καὶ τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων ἀπολαμβάνει τὸ ἀρχαῖον ἀξίωμα.
Χαῖρε, κεχαριτωμένη·
ὅτι ἐν ταῖς ἀγκάλαις σου ὁ κτίστης τῶν ἁπάντων μέλλει βαστάσεσθαι.
Ἡ δὲ ἐπὶ τῷ λόγῳ τούτῳ διεταράχθη·
ἀήθης γὰρ πρὸς πάσας τὰς διαλέξεις τῶν ἀνθρώπων ἐτύγχανεν·
καὶ τὴν ἡσυχίαν, ὡς μητέρα σωφροσύνης καὶ ἁγνείας, ἠσπάζετο, καθαρὸν ὑπάρχουσα, καὶ ἀκέραιον, καὶ ἀμόλυντον ἄγαλμα, αὕτη τὴν ἀγγελικὴν ὄψιν οὐκ ἐδειλίασεν, ὡς οἱ πλείονες τῶν προφητῶν·
ἐπειδὴ καὶ παρθενία ἀληθὴς πρὸς ἀγγέλους συγγένεια τυγχάνει, καὶ ἰσομοιρία.
Ἐπιμελῶς γὰρ ἡ ἁγία Παρθένος τὴν λαμπάδα τῆς παρθενίας φυλάττουσα, καὶ πολλὴν τοῦ μὴ σβεσθῆναι, ἢ σπιλωθῆναι, πρόνοιαν εἶχε.
Καὶ καθάπερ ἄν τις λαμπρὰν στολὴν περιβεβλημένος, πολὺν ποιεῖται λόγον, μή τις μολυσμὸς, ἢ ῥύπος πόθεν προσγένηται·
οὕτως ἡ ἁγία Μαρία ἐν ἑαυτῇ διενοεῖτο, καὶ ἔλεγεν·
Μή τινα ἆρα κατασκευὴν ἢ θωπείαν ἡ θεραπεία κέκτηται;
Μὴ τὸ χαῖρε τοῦτο λύπης αἴτιον μοι γενήσεται, καθὼς πάλαι τῇ προμήτορι Εὔᾳ ἡ ὀφεοδαίμονος συνέργητος παραδοχὴ τῆς χρηστολόγου ὑποσχέσεως τῆς θεώσεως;
Μὴ πάλιν εἰς ἄγγελον φωτὸς μετασχηματισθεὶς ὁ ἀρχέκακος δαίμων, καὶ τῷ ἐμῷ μνήστορι φθονῶν τῆς ἄγαν σωφροσύνης, καὶ τούτῳ προβαλὼν δι' ὁμιλίας τάχα χρηστῆς, καὶ μὴ ἰσχύσας ὡς στεῤῥὸν νοῦν, τὸν ἄνδρα ἀπατῆσαι, ἐμοὶ προσῆλθεν ὡς ἁπαλωτέρᾳ κεκοσμημένῃ τῇ διανοίᾳ, καὶ τὸ χαῖρε ἐπιφωνεῖ τὸ ἐς ὕστερον ἄχαρι;
Μὴ ἄρα ὁ μακαρισμὸς καὶ ἀσπασμὸς ἐν εἰρωνείᾳ· γέγονε;
Μή τις ἰὸς ἐν τῷ μέλιτι κέκρυπται;
Μὴ λόγος μὲν εὐαγγελιζομένου, σκοπὸς δὲ συλοῦντος;
Ἣν γὰρ οὐκ οἶδεν αὐτὸς, πόθεν ἀσπάσεται;
Ταῦτα ἐν ἑαυτῇ διηπόρει, καὶ ἔλεγεν.
Τότε πάλιν ὁ ἀρχάγγελος προσφωνεῖ αὐτῇ χαρὰν τοῖς πᾶσι πιστὴν, καὶ ἀδιαίρετον, προμηνύων καὶ λέγων αὐτῇ·
Μὴ φοβοῦ, Μαριὰμ, εὗρες γὰρ χάριν παρὰ τῷ Θεῷ.
Ἔχεις σύντομον τὴν τῶν ῥηθέντων ἀπόδειξιν.
Οὐ μόνον γάρ σοι, τὸ μηθὲν φοβεῖσθαι,
ἀλλὰ καὶ τῆς ἀφοβίας τὸν τρόπον αἰνίττομαι.
∆ι' ἐμοῦ γὰρ πᾶσαι αἱ οὐράνιαι δυνάμεις,
σὲ τὴν ἁγίαν Παρθένον ἀσπάζονται·
αὐτὸς δὲ μᾶλλον ὁ κυριεύων πασῶν τῶν οὐρανίων δυνάμεων, ἀπὸ πάσης τῆς κτίσεως, σὲ τὴν ἁγίαν καὶ παγκόσμιον ἐκλέλεκται·
καὶ διὰ τῆς ἁγίας καὶ ἁγνῆς, καὶ καθαρᾶς, καὶ ἀμιάντου σου γαστρὸς, ὁ φωτιστικὸς μαργαρίτης προέρχεται εἰς σωτηρίαν πάσης τῆς οἰκουμένης·
ἐπειδὴ πάσης ἀνθρωπίνης φύσεως, καὶ σὺ ἡ ἁγία, ἐνδοξοτέρα, καὶ καθαρωτέρα, καὶ ὁσιωτέρα γεγέννησαι·
λαμπροτέραν μὲν ὑπὲρ χιόνα ἔχουσα τὴν διάνοιαν,
παντὸς δὲ χρυσίου δοκιμωτέρου κεκαθαρμένον τὸ σῶμα·
γαστέρα δὲ, οἵαν ὁ Ἰεζεκιὴλ ἐθεάσατο, καὶ ποίαν δὲ ἱστόρησεν, τοιάδε λέγων·
Ὁμοίωμα ζώων ὑπὲρ κεφαλῆς, ὡσεὶ στερέωμα, καὶ ὡς ὅρασις κρυστάλλου φοβεροῦ, καὶ ὁμοίωμα θρόνου ἐπ' αὐτῶν, ὡς ὅρασις λίθου σαπφείρου·
καὶ ἐπάνω τοῦ θρόνου, ὡς ὁμοίωμα ἀνθρώπου, καὶ ὡς ὅρασις ἠλέκτρου·
καὶ ἔσωθεν αὐτοῦ, ὡς ὅρασις πυρὸς, κύκλῳ.
Σαφῶς δὲ τὸν ἐκ τῆς ἁγίας Παρθένου τεχθέντα ὁ προφήτης τυπικῶς ἐθεάσατο·
ὃν σὺ, ἁγία Παρθένε, φέρειν οὐκ ἴσχυες, εἰ μὴ πάσης δόξης, καὶ ἀρετῆς κατὰ τὸν χρόνον ἐκεῖνον ἐξήστραπτες.
Ποίοις οὖν ἐγκωμίων ῥήμασι τὴν παρθενικὴν διαγράψωμεν ἀξίαν;
Ποίοις ἐπαίνων νεύμασι καὶ κηρύγμασι τὸν ἄσπιλον ἀνυμνήσωμεν χαρακτῆρα;
Ποίαις πνευματικαῖς ὑμνῳδίαις καὶ λέξεσι δοξάσωμεν τὴν ὑπερένδοξον ἐν ἀγγέλοις;
Αὕτη ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ Θεοῦ πεφυτευμένη, ὡς κατάκαρπος ἐλαία, ἐν ᾗ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον ἐπεσκίασε·
δι' ἧς υἱοὺς καὶ κληρονόμους ἡμᾶς κέκληκεν τῆς τοῦ Χριστοῦ βασιλείας.
Αὕτη, ὁ ἀειθαλὴς τῆς ἀφθαρσίας παράδεισος·
ἐν ᾗ τὸ ζωοποιὸν ξύλον φυτευθὲν, τοῖς πᾶσιν χορηγεῖ ἀθανασίας καρπούς.
Αὕτη, παρθένων τὸ καύχημα, μητέρων τὸ ἀγαλλίαμα.
Αὕτη, πιστευόντων στήριγμα, καὶ εὐσεβῶν κατόρθωμα.
Αὕτη, φωτὸς ἔνδυμα, καὶ ἀρετῆς ἐφέστιον.
Αὕτη, πηγὴ ἀένναος, ἐν ᾗ τὸ ζωὸν ὕδωρ ἔβλυσε τὴν ἔνσαρκον τοῦ Κυρίου παρουσίαν.
Αὕτη, δικαιοσύνης ἐχύρωμα, καὶ ὅσοι ταύτης γεγόνασιν ἐρασταὶ, καὶ τῆς παρθενικῆς ἐρῶσι γνησιότητος καὶ καθαρότητος, τῆς ἀγγελικῆς ἀπολαύσονται χάριτος.
Ὅσοι τοῦ οἴνου τῆς μέθης, καὶ τῶν σικέρων ἀπέχονται τῆς ἡδυπαθείας, ἐκ τοῦ γεννήματος εὐφρανθήσονται τῆς ζωηφόρου φυτείας.
Ὅσοι τὴν λαμπάδα ἄσβεστον διετήρησαν τῆς παρθενίας, τὸν ἀμαράντινον στέφανον ἀναδήσονται τῆς ἀφθαρσίας.
Ὅσοι τὸν τῆς σωφροσύνης ἄσπιλον περιεποιήσαντο χιτῶνα, εἰς τὸν μυστικὸν τῆς δικαιοσύνης παραληφθήσονται νυμφῶνα.
Ὅσοι τοῦ ἀγγελικοῦ βαθμοῦ πλησιαίτεροι γεγόνασι, γνησιαίτερον τοῦ δεσποτι οῦ κατατρυφήσουσι μακαρισμοῦ.
Ὅσοι τὸ φωτιστικὸν ἔλαιον τῆς διανοίας, καὶ τὸ καθαρὸν τοῦ συνειδότος θυμίαμα κέκτηνται, τῆς εὐωδίας τῆς πνευματικῆς, καὶ τῆς υἱοθεσίας κληρονομήσουσι τὴν ἐπαγγελίαν.
Ὅσοι ἀξίως τὸν Εὐαγγελισμὸν ἑορτάζουσι τῆς θεοτόκου Παρθένου Μαρίας, γνησιαίτερον τῆς ἀγγελίας, τοῦ, Χαῖρε, κεχαριτωμένη, κομίζονται μισθαποδοσίαν.
∆εῖ οὖν ἡμᾶς τὴν ἑορτὴν ταύτην ἑορτάζειν, ἐπειδὴ χαρᾶς καὶ εὐφροσύνης πᾶσαν τὴν οἰκουμένην ἐπλήρωσεν.
Ἑορτάζωμεν δὲ ἡμεῖς ἐν ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις, καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς.
Ἑόρταζεν ποτὲ καὶ Ἰσραὴλ, ἀλλ' ἐν ἀζύμοις, καὶ πικρίσι·
περὶ ὧν ὁ προφήτης λέγει·
Μεταστρέψω τὰς ἑορτὰς αὐτῶν εἰς λύπας, καὶ εἰς πένθος, καὶ τὴν χαρμονὴν αὐτῶν εἰς κατήφειαν.
Τὰς δὲ ἡμετέρας λύπας ὁ Κύριος ἡμῶν, διὰ τῶν καρπῶν τῆς μετανοίας, εἰς χαρὰν μεταστρέψαι διεβεβαιώσατο.
Εἶχεν μὲν καὶ ἡ πρώτη διαθήκη δικαιώματα λατρείας,
ὡς ἐπὶ τοῦ προπάτορος Ἀβραὰμ, ἀλλ' ἐν πόνοις σαρκίνης ἀλγηδόνος διὰ περιτομῆς, μέχρι χρόνων συμπληρώσεως.
Νόμος ἐκείνοις διὰ Μωϋσέως εἰς παιδείαν ἐδόθη·
ἡμῖν δὲ ἡ χάρις, καὶ ἡ ἀλήθεια διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ δεδώρηται.
Πάντων ἡμῖν τῶν ἀγαθῶν ἀρχὴ γέγονεν ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς κεχαριτωμένης Μαρίας, ἡ πολυύμνητος τοῦ Σωτῆρος οἰκονομία, ἡ ἔνθεος αὐτοῦ καὶ ὑπερκόσμιος διδασκαλία.
Ἐντεῦθεν ἡμῖν ἀνατέλλουσιν τοῦ νοεροῦ φωτὸς αἱ ἀκτῖνες.
Ἐντεῦθεν ἀναβρύουσιν ἡμῖν αἱ πηγαὶ τῆς σοφίας, καὶ τῆς ἀθανασίας, διειδῆ καὶ καθαρὰ ἐκχέουσαι τῆς εὐσεβείας τὰ νάματα.
Ἐντεῦθεν ἡμῖν ἀπαστράπτουσιν οἱ θησαυροὶ τῆς θεογνωσίας.
Ζωὴ γὰρ αὕτη ἐστὶν αἰώνιος, ἵνα γινώσκωμεν τὸν ἀληθινὸν Θεὸν, καὶ ὃν ἀπέστειλεν Ἰησοῦν Χριστόν.
Καὶ πάλιν·
Ἐρευνᾶτε τὰς Γραφὰς, ὅτι ἐν αὐταῖς εὑρήσετε ζωὴν αἰώνιον.
∆ιὰ τοῦτο γὰρ, τοῖς ἐρευνῶσι τὰ θεῖα λόγια ἀνακαλύπτεται ὁ θησαυρὸς τῆς τοῦ Θεοῦ γνώσεως.
Θησαυρὸν ἡμῖν ἥπλωσε σήμερον τῆς θεοπνεύστου Γραφῆς ὁ Παράκλητος.
Θησαυρὸς δὲ ἡμῖν ἔστω σοφίας, ἡ προφητικὴ γλῶσσα,
καὶ ἡ ἀποστολικὴ διδασκαλία·
οὐ γὰρ ἔστι χωρὶς νόμου καὶ προφητῶν, ἢ εὐαγγελιστῶν,
καὶ ἀποστόλων, ἔχειν τὴν ἀκριβῆ τῆς σωτηρίας ἐλπίδα.
∆ιὰ γὰρ τῆς τῶν ἁγίων προφητῶν καὶ ἀποστόλων γλώττης ὁ Κύριος ἡμῶν φθέγγεται, καὶ ταῖς τῶν ἁγίων φωναῖς ὁ Θεὸς ἐγκαλλωπίζεται, οὐ τῆς λέξεως χρῄζων, ἀλλὰ τῇ διαθέσει χαίρων, οὐδὲν ἐξ ἀνθρώπων καρπούμενος, ἀλλὰ τῇ εὐγνώμονι ψυχῇ τῶν δικαίων ἐπαναπαυόμενος.
Οὐ γὰρ ἐξ ὧν ἡμεῖς φθεγγόμεθα, Χριστὸς μεγαλύνεται,
ἀλλ' ἐξ ὧν εὐεργετούμεθα, τὴν εὐεργεσίαν εὐγνωμόνως κηρύττομεν·
οὐχ ἵνα τῆς ἀξίας ἐφικνώμεθα,
ἀλλ' ἵνα τὴν κατὰ δύναμιν ὀφειλὴν ἀποτίσωμεν.
Ὅταν δὲ ἀναγινώσκεται τὸ Εὐαγγέλιον, ἢ ἀποστολικὸν,
μὴ προσχῇς τῇ βίβλῳ, ἢ τῷ ἀναγινώσκοντι·
ἀλλὰ τῷ ἀπ' οὐρανοῦ φθεγγομένῳ Θεῷ.
Βίβλος μὲν γὰρ, τὸ ὁρώμενον·
Χριστὸς δὲ, τὸ θεολογούμενον·
εὐαγγελίζεται τοίνυν ἡμῖν τὴν πολυύμνητον τοῦ Σωτῆρος οἰκονομίαν·
ὅτι Θεὸς ὢν, διὰ φιλανθρωπίαν ἄνθρωπος γέγονεν·
οὐ τὴν προαιώνιον ἀξίαν ἀποθέμενος,
ἀλλὰ τὴν σωτηρίαν οἰκονομίαν ἐνδυσάμενος·
εὐαγγελίζεται ἡμῖν τὴν πολυύμνητον τοῦ Σωτῆρος οἰκονομίαν, ὅτι τοῖς κάμνουσιν ἰατρὸς ἐπεδήμησεν,
οὐ φαρμάκοις θεραπεύων,
ἀλλὰ νεύματι φιλανθρωπίας ἰώμενος.
Εὐαγγελίζεται ἡμῖν τὴν πολυύμνητον τοῦ Σωτῆρος οἰκονομίαν·
ὅτι τοῖς πεπλανημένοις ἡ ὁδὸς τῆς σωτηρίας ἀνεδείχθη,
τοῖς ἀπεγνωσμένοις ἡ σωτήριος χάρις, διαφόρως πάντας εὐεργετοῦσα, τοὺς πεπλανημένους ἀναζητοῦσα, τοὺς ἐσκοτισμένους φωτίζουσα, τοὺς τεθανατωμένους ζωοποιοῦσα, τοὺς δούλους ἐλευθεροῦσα, τοὺς αἰχμαλώτους ἐξαγοράζουσα, καὶ τοῖς πᾶσιν ἡμῖν τὰ πάντα γέγονεν,
ἡ ὁδὸς σωτηρίας·
οὐ διὰ τὴν ἡμετέραν εὐγνωμοσύνην, ἀλλὰ διὰ τὴν αὐτῷ τῷ εὐεργέτῃ πρέπουσαν ἀγαθότητα.
Πάντα γὰρ ἐποίησεν ὁ Σωτὴρ, οὐχ ἵνα ἑαυτῷ ἀρετὴν πραγματεύσηται, ἀλλ' ἵνα ἡμῖν περιποιήσηται ζωὴν τὴν αἰώνιον.
Ἐν εἰκόνι γὰρ Θεοῦ διαπλάσας τὸν ἄνθρωπον,
ἐν παραδείσῳ τρυφῆς προσέταξεν διάγειν·
οὗτος δὲ φθόνῳ διαβόλου ἀπατηθεὶς, καὶ τῆς θείας ἐντολῆς παραβάτης γενόμενος, ὑπόδικος γέγονε θανάτου.
Ὅθεν καὶ οἱ ἐξ αὐτοῦ τικτόμενοι, κατὰ διαδοχὴν τῷ πατρικῷ χρέει ὑπέκειντο, τῆς καταδίκης τὸ λογοθέσιον ἀπῃτημένοι.
Ἐβασίλευσε γὰρ ὁ θάνατος ἀπὸ Ἀδὰμ μέχρι Μωϋσέως.
Ὁ δὲ φιλάνθρωπος Κύριος, ἰδὼν τὸ πλάσμα τὸ ἴδιον ὑπὸ τοῦ θανάτου κρατούμενον, οὐκ εἰς τέλος ἀπεστράφη, ὃν κατ' εἰκόνα ἐποίησεν·
ἀλλὰ καθ' ἑκάστην γενεὰν ἐπισκεπτόμενος, οὐ διέλειπεν·
καὶ πρώην μὲν ἐν τοῖς Πατράσιν ὀπτανόμενος, καὶ ἐν νόμῳ κηρυττόμενος, καὶ ἐν προφήταις ὁμοιούμενος, τὴν σωτήριον οἰκονομίαν προεμήνυεν.
Ὅτε δὲ ἦλθεν τὸ πλήρωμα τῶν καιρῶν τῆς ἐνδόξου παρουσίας αὐτοῦ, τὸν ἀρχάγγελον Γαβριὴλ πρὸς τὴν Παρθένον Μαριὰμ εὐαγγελιζόμενον προαπέσταλκεν.
Ὁ δὲ, ἀπὸ τῶν ἀφράστων ἄνω δυνάμεων πρὸς τὴν ἁγίαν Παρθένον παραγενόμενος, πρῶτον, τὸ, Χαῖρε, κεχαριτωμένη, αὐτῇ προσεφώνησεν·
τῆς δὲ φωνῆς, τοῦ Χαῖρε, κεχαριτωμένη, πρὸς αὐτὴν γενομένης διὰ τῆς ἀκοῆς εἰσῆλθεν τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον εἰς τὸν ἀμίαντον ναὸν τῆς Παρθένου·
καὶ ἡγιάσθη ἡ ἔννοια σὺν τοῖς μέλεσι·
καὶ ἔστη ἡ φύσις ἄντικρυς, καὶ ἡ συνουσία πόῤῥωθεν, μετὰ θάμβους θεωροῦσαι τὸν ∆εσπότην τῆς φύσεως παρὰ φύσιν, μᾶλλον δὲ ὑπὲρ φύσιν πρᾶγμα θαυματουργοῦντα ἐν τῷ σώματι·
καὶ δι' ὧν ὅπλων ὁ διάβολος ἠγωνίζετο, διὰ τῶν ἐναντίων ὁ Χριστὸς ἡμᾶς ἔσωσεν, ἀναλαβὼν τὸ ὁμοιοπαθὲς ἡμῖν σῶμα, ἵνα τῷ λείποντι μείζονα χάριν δωρήσηται.
Καὶ ὅπου ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις. Πρεπόντως δὲ ἡ χάρις πρὸς τὴν ἁγίαν Παρθένον ἀπέσταλται.
Οὕτως γὰρ καὶ περιέχει τῆς εὐαγγελικῆς ἱστορίας τὸ λόγιον·
Τῷ μηνὶ δὲ τῷ ἕκτῳ, ἀπεστάλη ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ πρὸς παρθένον μεμνηστευμένην ἀνδρὶ, ᾧ ὄνομα Ἰωσὴφ, ἐξ οἴκου καὶ πατριᾶς ∆αβίδ·
καὶ τὸ ὄνομα τῆς παρθένου, Μαριὰμ, καὶ τὰ λοιπά.
Πρῶτος δὲ μὴν οὗτος πρὸς τὴν ἁγίαν Παρθένον·
καθώς φησιν ἐν τῇ νομικῇ βίβλῳ·
Ὃ μὴν οὗτος ὑμῖν, ἀρχὴ μηνῶν, πρῶτός ἐστιν ὑμῖν, ἐν τοῖς μησὶ τοῦ ἐνιαυτοῦ.
Πάσχα ἅγιον ἑορτάσατε τῷ Κυρίῳ εἰς πάσας τὰς γενεὰς ὑμῶν.
Ἕκτος δὲ μὴν πρὸς Ζαχαρίαν.
Εἰκότως δὲ ἡ ἁγία Παρθένος ἐκ γένους ∆αβὶδ ἐτύγχανεν, καὶ τὴν Βηθλεὲμ πατρίδα ἐκέκτητο, καὶ τῷ Ἰωσὴφ κατὰ νόμους συγγενείας δικαίως ἐμεμνήστευτο.
Καὶ φύλαξ ἦν ὁ μνήστωρ, καὶ ὁ ἀφθαρσίας ἀκηράτου σύνοικος.
Καὶ τῇ ἁγίᾳ Παρθένῳ λίαν πρέπον ὄνομα.
Μαρία γὰρ ἐκέκλητο·
ὅπερ δὴ φωτισμὸς ἑρμηνεύεται.
Τί γὰρ τοῦ φωτὸς τῆς παρθενίας λαμπρότερον;
Ὅθεν καὶ τὰς ἀρετὰς παρθένους ὀνομάζουσιν,
οἱ τὰς οὐσίας αὐτῶν ἀγαθῶς στοχαζόμενοι.
Εἰ δὲ τοσοῦτον ἀγαθὸν, παρθένον ἔχειν καρδίαν,
ἡλίκον ἡ σὰρξ μετὰ τῆς ψυχῆς τὴν παρθενίαν ἀσκήσασα;
Οὕτως καὶ ἡ ἁγία Μαρία ἐν σαρκὶ οὖσα, τὴν ἄφθαρτον πολιτείαν ἐκέκτητο, καὶ τὰ παρὰ τοῦ ἀρχαγγέλου λεχθέντα, πίστει ἐδέχετο.
Καὶ τότε μετὰ σπουδῆς πρὸς τὴν Ἐλισάβετ τὴν συγγενίδα αὐτῆς, εἰς τὴν ὀρεινὴν ἐπορεύετο.
Καὶ εἰσελθοῦσα εἰς τὸν οἶκον τοῦ Ζαχαρία,
ἠσπάσατο τὴν Ἐλισάβετ, μιμησαμένη τὸν ἄγγελον.
Ὡς δὲ ἤκουσεν τὸν ἀσπασμὸν τῆς Μαρίας ἡ Ἐλισάβετ, ἐσκίρτησε τὸ βρέφος ἐν ἀγαλλιάσει ἐν τῇ κοιλίᾳ αὐτῆς,
καὶ ἐπλήσθη Πνεύματος ἁγίου ἡ Ἐλισάβετ.
Οὐκοῦν ἡ φωνὴ τῆς Μαρίας ἐνήργησε, καὶ Πνεύματος ἁγίου τὴν Ἐλισάβετ ἐνέπλησε·
καὶ καθάπερ ἐξ ἀεννάου πηγῆς διὰ τῆς γλώττης ποταμὸν χαρισμάτων, διὰ τῆς προφητείας τῇ συγγενίδι ἐξέπεμψεν·
καὶ τοῖς ποσὶ τοῦ βρέφους τῇ γαστρὶ δεδεμένοις, ἅλλεσθαι καὶ σκιρτᾷν παρεσκεύασεν.
Ὅπερ ἦν χορείας θαύματος σύμβολον.
Ἔνθα γὰρ ἡ κεχαριτωμένη παραγεγένηται,
χαρᾶς τὰ πάντα πεπλήρωται.
Ἀνεφώνησε δὲ φωνῇ μεγάλῃ ἡ Ἐλισάβετ, καὶ εἶπεν Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶ,
καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου·
καὶ πόθεν μοι τοῦτο,
ἵνα ἔλθῃ ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρὸς μέ;
Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξί.
Σὺ γὰρ αὐταῖς ἀρχὴ τῆς ἀναπλάσεως γέγονας.
Σὺ παῤῥησίαν ἡμῖν τῆς εἰς παράδεισον εἰσόδου δέδωκας,
καὶ τὴν ἀρχαίαν ὀδύνην ἐδίωξας.
Οὐκέτι γὰρ μετὰ σὲ, τὸ γένος τῶν γυναικῶν ὀνειδίζεται.
Οὐκέτι οἱ κληρονόμοι τῆς Εὔας φοβοῦνται τὴν ἀρχαίαν κατάραν, οὐδὲ τοῦ τοκετοῦ τὴν ὠδῖνα.
Ἐπειδὴ Χριστὸς ὁ τοῦ γένους ἡμῶν Λυτρωτὴς, ὁ Σωτὴρ ὅλης τῆς φύσεως, ὁ πνευματικὸς Ἀδὰμ, ὁ τοῦ χοϊκοῦ τὴν πληγὴν ἰασάμενος ἐκ τῆς ἁγίας γαστρός σου προέρχεται.
Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶ,
καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου.
Ὁ γὰρ πάντων τῶν ἀγαθῶν φυτουργὸς,
σὸς καρπὸς ἀναδέδεικται.
Λαμπρὰ μὲν ὁρῶμεν καὶ τῆς στείρας τὰ ῥήματα·
λαμπρότερα δὲ πάλιν ἡ ἁγία ἐφθέγξατο Παρθένος,
καὶ ᾠδὴν τῷ Θεῷ εὐχαριστίας, καὶ εὐωδίας,
καὶ θεολογίας γέμουσαν τῷ Θεῷ ἀνατίθησιν·
μετὰ τῶν ἀρχαίων τὰ νέα καταγγέλλουσα·
μετὰ τῶν ἀπ' αἰῶνος τὰ ἐπὶ συντελείᾳ τῶν αἰώνων κηρύττουσα, καὶ ἐν βραχεῖ τῷ λόγῳ ἀνακεφαλαιωσαμένη τοῦ Χριστοῦ τὰ μυστήρια.
Εἶπεν δὲ Μαριάμ·
Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον.
Καὶ ἠγαλλίασεν τὸ πνεῦμά μου ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ σωτῆρί μου, καὶ τὰ ἑξῆς.
Ἀντελάβετο Ἰσραὴλ παιδὸς αὐτοῦ, μνησθῆναι ἐλέους αὐτοῦ, καὶ ἧς ἔθετο διαθήκης τῷ Ἀβραὰμ, καὶ τῷ σπέρματι αὐτοῦ, ἕως αἰῶνος.
Θεωρεῖς πῶς ἡ ἁγία Παρθένος, καὶ τὴν πατριαρχικὴν ὑπερέβαλεν τελειότητα, καὶ βεβαιοῖ τὴν πρὸς Ἀβραὰμ τοῦ Θεοῦ διαθήκην, λέγοντος·
Αὕτη ἡ διαθήκη, ἣν διαθήσομαι ἀναμέσον ἐμοῦ καὶ σοῦ.
∆ιὸ ἐλθὼν κυροῖ τὴν πρὸς Ἀβραὰμ διαθήκην, μυστικῶς τὸ σημεῖον τῆς περιτομῆς ἀναδεξάμενος, καὶ πλήρωμα νόμου καὶ προφητῶν γενόμενος.
Ταύτης οὖν τῆς προφητείας τὴν ᾠδὴν ἡ ἁγία Θεοτόκος τῷ Θεῷ ἀνέπεμπεν, λέγουσα·
Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον.
Καὶ ἠγαλλίασεν τὸ πνεῦμά μου, ἐπὶ τῷ Θεῷ σωτῆρί μου.
Ὅτι ἐποίησέν μοι μεγαλεῖα ὁ δυνατὸς, καὶ ἅγιον τὸ ὄνομα αὐτοῦ Θεοτόκον γὰρ ποιήσας με, πάλιν παρθένον διεφύλαξεν·
καὶ διὰ τῆς ἐμῆς γαστρὸς, πασῶν γενεῶν εἰς ἁγιασμὸν ἀκακεφαλαιοῦται τὸ πλήρωμα.
Πᾶσαν γὰρ ἡλικίαν ηὐλόγησεν, ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν, νεανίσκων καὶ παίδων, καὶ γερόντων.
Ἐποίησεν κράτος ἐν βραχίονι αὐτοῦ, ὑπὲρ ἡμῶν, κατὰ τοῦ θανάτου, καὶ κατὰ τοῦ διαβόλου, καὶ τῶν ἡμετέρων ἁμαρτιῶν διαῤῥήξας τὸ χειρόγραφον.
∆ιεσκόρπισεν ὑπερηφάνους διὰ ἐννοίας καρδίας αὐτῶν·
αὐτόν τε τὸν διάβολον διεσκόρπισεν, καὶ πάντας τοὺς ἐκείνῳ στρατεύοντας δαίμονας.
Ἐκεῖνος γὰρ τῇ καρδίᾳ κυρίως ἦν ὑπερήφανος, ἐπειδὴ λέγειν ἐτόλμησεν·
Ἐπάνω τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ θήσω τὸν θρόνον μου, καὶ ἔσομαι ὅμοιος τῷ Ὑψίστῳ.
Πῶς δὲ νῦν αὐτὸν διέσπασεν, διὰ τῶν ἑξῆς ὁ προφήτης ἐδήλωσεν, εἰπών·
Νῦν δὲ εἰς ᾅδην καταβήσῃ, καὶ πάντα τὰ στρατεύματά σου.
Πανταχοῦ γὰρ τοὺς βωμοὺς αὐτοῦ, καὶ τὰς τῶν ματαίων θεῶν λατρείας διεσκόρπισεν·
καὶ ἐξ ἐθνῶν λαὸν περιούσιον ἑαυτῷ κατεσκεύασεν.
Καθεῖλεν δυνάστας ἀπὸ θρόνων, καὶ ὕψωσεν ταπεινούς.
Τοιγαροῦν τὴν τῶν Ἰουδαίων ἐκβολὴν, καὶ τὴν τῶν ἐθνῶν εἰσαγωγὴν ἐν ἐπιτόμῳ ἐμήνυσεν.
Ἰουδαίων γὰρ πρεσβύται, καὶ γραμματεῖς ἐν νόμῳ, καὶ οἳ ταῖς λοιπαῖς πρεσβείαις πλουτοῦντες ἐτύγχανον, ὅτιπερ κακῶς τῷ πλούτῳ καὶ τῇ δυναστείᾳ παρανόμως ἐκέχρηντο, ἐντεῦθεν αὐτοὺς ἀπὸ παντὸς θρόνου καθεῖλεν, προφητείας τε καὶ ἱερωσύνης, νομοθεσίας τε καὶ διδασκαλίας, καὶ πατρῴου πλούτου, θυσιῶν τε καὶ πλήθους ἑορτῶν, καὶ τοῦ τῆς βασιλείας ἀξιώματος.
Τούτων ἀπάντων ἐκεῖνοι κενοὶ, καὶ φυγάδες, καὶ γυμνοὶ εἰς αἰχμαλωσίαν ἐξαπεστάλησαν·
ταπεινοὶ δὲ, ἀντ' αὐτῶν, οἱ ἐξ ἐθνῶν λαοὶ, δικαιοσύνην πεινῶντες, ὑψώθησαν·
ἐπειδὴ τὴν ἑαυτῶν ταπείνωσιν, καὶ τὸν συνέχοντα αὐτοὺς τῆς θεογνωσίας λιμὸν ἐπιδείξαντες, τοῦ θείου λόγου, δίκην ψιχίων, καθάπερ Χαναναία, ἐπρέσβευον·
καὶ διὰ τοῦτο, τοῦ πλούτου τῶν θείων μυστηρίων ἐπλήσθησαν·
ὅλον γὰρ τὸν κλῆρον τῶν θείων ἀγαθῶν ὁ ἐκ Παρθένου τεχθεὶς Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, εἰς τὰ ἔθνη μετατέθηκεν.
Ἀντελάβετο Ἰσραὴλ παιδὸς αὐτοῦ·
καὶ οὐ τοῦ τυχόντος Ἰσραήλ·
ἀλλὰ τοῦ παιδὸς αὐτοῦ, ὅστις τῷ ἔργῳ ἐξευγενίζει τοῦ Ἰσραὴλ τὴν εὐγένειαν.
Καὶ διὰ τοῦτο, παῖδα καὶ κληρονόμον αὐτὸν ἡ Θεοτόκος ἐκάλεσεν.
Κάμνοντα γὰρ εὐρὼν τῷ γράμματι, καὶ τῷ νόμῳ κοπιῶντα, τῇ χάριτι παρεκάλεσεν·
οὐκοῦν τὸν τοιοῦτον Ἰσραὴλ καλέσας, ἀντελάβετο, μνησθῆναι ἐλέους.
Καθὼς ἐλάλησεν πρὸς τοὺς πατέρας ἡμῶν, τῷ Ἀβραὰμ, καὶ σπέρματι αὐτοῦ, ἕως αἰῶνος.
Ἐν ταύταις δὲ ταῖς ὀλίγαις λέξεσιν, ὅλον τὸ τῆς οἰκονομίας ἀναλαμβάνει μυστήριον.
∆ιασῶσαι γὰρ τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, καὶ τὴν διαθήκην τὴν πρὸς τοὺς πατέρας πληρῶσαι βουλόμενος ὁ Χριστὸς, οὐρανοὺς ποτὲ μὲν ἔκλινεν, καὶ κατέβη.
Οὕτως δὲ ὡς χωροῦμεν ἡμεῖς ἐμφανίζεται, ἴνα ἰδεῖν αὐτὸν, καὶ ψηλαφῆσαι, καὶ ἀκοῦσαι λαλοῦντος ἰσχύσωμεν.
Καὶ διὰ τοῦτο ὁ Θεὸς Λόγος σάρκα καὶ τέλειον ἄνθρωπον ἐκ γυναικὸς ἁγίας Παρθένου ἀναλαβεῖν κατηξίωσεν, καὶ ἐγεννήθη ἄνθρωπος, ἵνα ἐκτίσῃ τὸ ἡμέτερον ὄφλημα, καὶ πληρώσῃ μέχρις ἑαυτοῦ, τῆς πρὸς Ἀβραὰμ διαθήκης, περιτομῆς τε καὶ τῶν ἐφεξῆς νομίμων τὰ ἐντάλματα.
Μετὰ δὲ τοὺς λόγους τούτους, ἡ ἁγία Παρθένος εἰς τὴν Ναζαρὲτ ἐπορεύετο·
ἐκεῖθεν δὲ πάλιν δόγμα Καίσαρος εἰς τὴν Βηθλεὲμ ἀνελθεῖν αὐτὴν παρεσκεύασεν·
αὕτη δὲ ὡς ἀπὸ τῆς βασιλικῆς πατριᾶς προϋπάρχουσα, εἰς τὴν βασιλικὴν τοῦ ∆αβὶδ πατριὰν μετὰ Ἰωσὴφ τοῦ μνηστῆρος ἐστέλλετο.
Καὶ τὸ τοῦ παντὸς ἐπέκεινα θαύματος ἠκολούθει μυστήριον.
Παρθένος τίκτουσα, καὶ χερσὶ βαστάζουσα τὸν ῥήματι πᾶσαν τὴν κτίσιν βαστάζοντα.
Καὶ οὐδὲ τόπος ἦν αὐτοῖς ἐν τῷ καταλύματι.
Τόπον οὐκ εἶχεν ὁ πᾶσαν τῆν γὴν τῷ ῥήματι θεμελιώσας.
Γάλακτι τρέφουσα τὸν πᾶσαν πνοὴν διατρέφοντα, καὶ ζωογονοῦντα.
Σπαργάνοις δεσμοῦσα τὸν λόγῳ πᾶσαν τὴν κτίσιν δεσμεύοντα.
Ἐν φάτνῃ ἀνέκλινεν τὸν ἐπὶ καθέδρας χερουβὶμ ἐποχούμενον.
Φῶς ἐξ οὐρανοῦ περιέλαμπε τὸν πᾶσαν τὴν κτίσιν φωτίσαντα.
Στρατιαὶ οὐράνιαι δοξολογοῦσαι παρίσταντο τῷ πρὸ αἰώνων ἐν οὐρανοῖς δοξαζομένῳ.
Ἀστὴρ δᾳδουχῶν κατεμήνυεν τοὺς ἐκ γῆς πόῤῥωθεν ἐλθόντας πρὸς τὸν ὄντως ἀνατολήν.
Ἐξ Ἀνατολῶν ἥκασι δωροφοροῦντες τῷ δι' ἡμᾶς πτωχεύσαντι·
ἡ δὲ ἁγία Θεοτόκος συνετήρει τὰ ῥήματα ταῦτα, συμβάλλουσα ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς, ὡς ὅλων τῶν μυστηρίων ὑπάρχουσα δοχεῖον.
Σοῦ μὲν, ὦ παναγία Παρθένε, ἀνώτερος πάσης εὐφημίας ὁ ἔπαινος, διὰ τὸν ἐκ σοῦ Θεὸν σάρκα φορέσαντα, καὶ γεννηθέντα ἄνθρωπον.
Σοὶ πᾶσα φύσις ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων, καὶ καταχθονίων σέβας προσφέρει τὸ πρόσφορον.
Σὺ γὰρ ἀληθῶς θρόνος χερουβικὸς ἀναδέδειξαι.
Σὺ ἐν τοῖς ἄκροις τῶν νοητῶν βασιλειῶν, φωτὸς ἀπαύγασμα ἀπαστράπτεις·
ἔνθα δοξάζεται Πατὴρ ὁ ἄναρχος, οὗ τὴν δύναμιν ἔσχες ἐπισκιάζουσαν·
προσκυνεῖται ὁ Υἱὸς, ὃν κατὰ σάρκα σὺ τέτοκας·
δοξολογεῖται Πνεῦμα τὸ ἅγιον, ὅπερ ἐν τῇ γαστρί σου, τὴν γέννησιν τοῦ μεγάλου Βασιλέως ἐνήργησεν.
∆ιὰ σοῦ, κεχαριτωμένη, Τριὰς ἁγία καὶ ὁμοούσιος ἐν τῷ κόσμῳ γνωρίζεται.
Μετὰ σοῦ, καὶ ἡμᾶς καταξίωσον μετασχεῖν τῆς τελείας σου χάριτος, ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν·
μεθ' οὗ, τῷ Πατρὶ δόξα, ἄμα τε τῷ ἁγίῳ Πνεύματι·
νῦν καὶ ἀεὶ, καὶ εἰς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΗΜΩΝ ΠΑΤΡΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ Λ Ο Γ Ο Σ Μ Γ ’ Λ Ο Γ Ο Ι Ε Π Ι Τ Α Φ Ι Ο Ι Ε Ι Σ Τ Ο Ν Μ Ε Γ Α Ν Β Α Σ Ι Λ Ε Ι Ο Ν




Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ο Ν   Κ Α Ι Σ Α Ρ Ε Ι Α Σ   Κ Α Π Π Α Δ Ο Κ Ι Α Σ

1. Ήτο επόμενον. Μου επρότεινε πάντοτε πολλά θέματα ομιλιών ο μέγας Βασίλειος θεωρώντας ως δόξαν του τους λόγους μου, όπως δεν εθεωρούσεν έως τώρα κανείς τους ιδικούς του. Τώρα μου προτείνει τον ίδιον τον εαυτόν του, πελώριο θέμα και αγώνισμα δι΄όσους έχουν επιδοθή εις την ρητορικήν. Εάν κάποιος διαπιστώνοντας την δύναμίν του εις τους λόγους θελήση να την δοκιμάση έπειτα εις ένα υπόδειγμα παίρνοντας ένα οποιοδήποτε θέμα, όπως οι ζωγράφοι τοποθετούν εμπρός των τα πρότυπά των, νομίζω ότι τούτο το θέμα μόνον θα εξαιρέση, επειδή είναι ανώτερον  από διαπραγμάτευσιν και θα λάβη το πρώτον από όλα τα άλλα. Τόσην δυσκολίαν έχει ο έπαινος του ανδρός όχι δι΄ημάς μόνον που από παλαιά εξηντλήσαμεν κάθε φιλοδοξίαν αλλά και δι΄αυτούς που ζωή των εστάθη ο λόγος, και ενδιαφέρθησαν δια τούτο μόνον, πώς να διακριθούν δηλ. εις τον τομέα αυτόν. Αυτή είναι η αντίληψίς μου δια τα πράγματα αυτά και είναι ορθή, όπως με πείθει ο λογισμός μου. Πού αλλού όμως θα εχρησιμοποιούσα την ρητορικήν μου αν όχι τώρα; Ή ποίαν μεγαλυτέραν χάριν θα έκαμνα εις τον εαυτόν μου ή εις τους εγκωμιαστάς της αρετής ή και εις αυτούς τους ρητορικούς λόγους, από το να θαυμάσω τον άνδρα τούτον; δι΄εμένα τούτο θα ήτο υποχρέωσις αρκετά ιερή (και ο λόγος είναι χρέος μεγαλύτερον από κάθε άλλο προς τους αγαθούς εις όλα τα άλλα και μάλιστα εις τον λόγον). Δι΄εκείνους μακάρι να γίνη ο λόγος ταυτόχρονα ευχαρίστησις και προτροπή εις την αρετήν.
Ό,τι επαινείται τούτο γνωρίζω σαφώς ότι και δυναμώνει και εις καμμίαν απολύτως περίπτωσιν δεν συμβαίνει διαφορετικά1.  Ενώ οι ίδιοι οι λόγοι ημπορούν να κερδίσουν από δύο απόψεις˙  να δείξουν την δύναμίν των εάν προσεγγίσουν την αξίαν˙  εάν υπολειφθούν σημαντικά (που ανάγκη πάσα θα το πάθουν όσοι τον εγκωμιάζουν) θα φανερώσουν έμπρακτα την ανεπάρκειάν των και την ανωτερότητα του εγκωμιαζομένου από την δύναμιν του λόγου.

Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος.Ο πληγωμένος αετός ...


Έναν από τους μεγαλύτερους Θεολόγους όλων των εποχών, εορτάζει η Εκκλησία μας. Και μαζί του όλη η Καβάλα, που στα χώματα της φιλοξενεί τα άγια Λείψανα του. 
Σήμερα, η Νέα Καρβάλη, υποδέχεται τους ευλαβείς Χριστιανούς που διασχίζουν χιλιόμετρα πεζοπορώντας, εκτελώντας προσωπικό τάμα για να προσκυνήσουν τον Μεγάλο Άγιο, που στήριξε τους πρόσφυγες Καππαδόκες στον δρόμο του ξεριζωμού από την πατρίδα τους. 
Εκεί, στον Ναό του, φυλάσσεται μέσα σε λάρνακα το Ιερό σκήνωμα Του, Ο μέγας της Θεολογίας αυλός , γεννήθηκε και μεγάλωσε μέσα σε Λευιτική οικογένεια στην Αριανζό της Καππαδοκίας, από τον Πρεσβύτερο Γρηγόριο- τον μετέπειτα επίσκοπο Ναζιανζού- και την Νόννα, την ευλαβή Αγία Μητέρα του και είναι ένα από τα τρία παιδιά τους, μαζί με τον Καισσάρειο και την Γοργονία.
Από τα εφηβικά ακόμη χρόνια, εντρύφησε στην ανθρώπινη σοφία, σπουδάζοντας Φιλοσοφία και Ρητορική, στα μεγάλα κέντρα της εποχής του, την Καισάρεια, την Αλεξάνδρεια αλλά και την Αθήνα, έχοντας συμμαθητή του, τον έτερο Μέγα, τον Βασίλειο, αλλά και τον νεαρό τότε Ιουλιανό, τον μετέπειτα Αυτοκράτορα, τον παραβάτη... Ωστόσο, ολοκληρώνοντας τις σπουδές του, εμπνεόμενος από την Ιερατική ζωή του πατέρα του, χειροτονήθηκε από τον ίδιο διάκονος και στην συνέχεια Πρεσβύτερος. Για ένα μικρό διάστημα, συνασκείται με τον παλαιό συμμαθητή του τον Μέγα Βασίλειο, έως ότου επιστρέφει στην γενέτειρα του, για να στηρίξει τον γέροντα πατέρα του και επίσκοπο της πόλεως στην υψηλή διακονία του. Χειροτονείται αρχικώς Επίσκοπος Σασίμων και οι αγώνες του για την προάσπιση της Πίστεως, έναντι των αιρετικών, ιδιαιτέρως των Αρειανιστών τον ανέδειξαν υπέρμαχο της πίστεως, καθιστώντας τον ταυτόχρονα στην συνείδηση του λαού του, ποιμένα και διδάσκαλο. 
Η Εκκλησία τον καλεί να αναλάβει τον χειμαζόμενο θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως ,στηρίζοντας τους εκεί Χριστιανούς που μαστίζονταν από την δηλητηριώδη αίρεση του Αρείου. Αναλαμβάνει τα υψηλά του καθήκοντα το 379 μ.Χ. και ο πόλεμος των μαινομένων εχθρών της Εκκλησίας τον οδηγούν σε παραίτηση. Απομονώνεται στην αγαπημένη του Ναζιανζό επιτελώντας τα ποιμαντικά , Αρχιερατικά του καθήκοντα, στον τόπο που γεννήθηκε και μεγάλωσε. Δεν έπαυσε να αγωνιά για την Εκκλησία! Δεν σταμάτησε να μάχεται με την ρομφαία του Θεολογικού λόγου του, εναντίων των αιρετικών μέχρι και το τέλος της ζωής του! Οι θάνατοι των αγαπημένων προσώπων της οικογενείας του, αλλά και του επιστηθίου φίλου του Μ. Βασιλείου, τον έχουν καταβάλει. Άρρωστος στο σώμα, αλλά ακμαίος στο πνεύμα και την σκέψη, κοιμήθηκε την 25ην Ιανουαρίου του 390 μ.Χ. έχοντας την συνείδηση του ήσυχη, αφήνοντας πίσω του, ένα τεράστιο Θεολογικό έργο, λαμβάνοντας τον τίτλο του Θεολόγου , μετά τον Ευαγγελιστή Ιωάννη. Κληροδότησε στις επόμενες γενεές ο βαθυστόχαστος νους, μεγάλο συγγραφικό έργο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα φιλοσοφημένα 408 ποιήματά του 18.000 περίπου στίχων. 
Είναι από τα μεγαλύτερα πνεύματα του Χριστιανισμού και από τους λαμπρότερους αθλητές της ορθόδοξης πίστης μας, ένας από τους τρεις στυλοβάτες της Ιεράς Επιστήμης! Με την βιωτή του απέδειξε, πως η Ιερά της Θεολογίας επιστήμη, αποτελεί βίωμα και όχι γνώση, εμπειρία και όχι διδαχή. Παραθέτουμε τέλος, ένα μικρό κείμενο επιγραφόμενο ως αλφαβητάρι της Αρετής, ενός μεγάλου υψιπέτου των Θεολογικών αιθέρων, του πληγωμένου αετού... 
Ά ρχιζε πάντα απ’ το Θεό και πάντα τελείωνε μαζί του
Β ίου το κέρδος είν’ αυτό: τη μέρα σου καλά να τελειώνεις
Γ νώριζε όλα τα καλά έργα των δικαίων
Δ εινόν το να πεινάει κανείς, μα φοβερότερος ο πλούτος ο παράνομος
Ε υεργετείς; Μάθε λοιπόν πως το Θεό μιμείσαι.
Ζ ήτα απ’ το Θεό να σου είναι σπλαχνικός, σαν όμως εύσπλαχνος είσαι και εσύ
Η σάρκα η ανθρώπινη να συγκρατείται πρέπει και να δαμάζεται γερά
Θ υμό χαλίνωνε, μη πέσεις έξω από τη λογική
Ί σια ψηλά το βλέμμα σου, στη γλώσσα να ‘χεις μέτρο
Κ λειδί στ’ αυτιά να βρίσκεται, το γέλιο σου να ‘ναι σεμνό
Λ υχνάρι να πορεύεται η λογική μπροστά από κάθε σου έργο
Μ η σου γλυστράει κάτω απ’ ότι φαίνεται, εκείνο που υπάρχει
Ν α ερευνάς τα πάντα με το νου, όμως να πράττεις όσα επιτρέπονται
Ξ ένος πως είσαι, μάθε το καλά. Γι’ αυτό τίμα τους ξένους
Ό ταν στη γαλήνη ταξιδεύεις, τότε να θυμάσαι τη φουρτούνα
Π άντα να δέχεσαι ευχάριστα, όσα από το Θεό προέρχονται
Ρ αβδί να σε χτυπά του δίκαιου καλύτερα, παρά ο κακός να σε τιμά
Σ τις θύρες των σοφών να πηγαινοέρχεσαι, μακρυά απ’ τις θύρες των πλουσίων
Τ ο μικρό, μικρό δεν είναι όταν σε κάτι μέγα οδηγεί
Ύ βριν χαλίνωνε, μακρυά απ’ την έπαρση μέγας σοφός να γίνεις
Φ υλάξου συ απ’ το πέσιμο, σαν όμως άλλος πέσει, μη γελάς
Χ άρισμα το να σε φθονούν, αίσχος και μέγα, να φθονείς εσύ
Ψ υχή που στο Θεό προσφέρεται, είναι η καλύτερη θυσία
Ω, ποιος θα τα φυλάξει όλα αυτά; Αυτός και θα σωθεί!
πηγή : vatopaidi
π. Θωμάς Ανδρέου
Το Ιερό Σκήνωμα του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου
φυλασσόμενο στον ομώνυμο Ναό στην Νέα Καρβάλη - Καβάλας 

Λόγοι Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου


Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος σὲ λόγο του «Εἰς τὸ ἅγιον Πάσχα» γράφει «Ἡμέρα ἀναστάσεως καὶ ἀρχὴ δεξιά. Ἂς λάμψωμεν ἀπὸ χαρὰ διὰ τὴν ἑορτήν, καὶ ἂς ἀγκαλιάσωμεν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον!
Ἂς εἴπωμεν, ἀδελφοί, ὄχι μόνον εἰς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἀπὸ ἀγάπην μᾶς ἔχουν εὐεργετήσει ἤ ἔχουν εὐεργετηθῆ ἀπὸ ἡμᾶς, ἀλλὰ καὶ εἰς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι μᾶς μισοῦν, ἂς συγχωρήσωμεν τὰ πάντα μὲ τὴν εὐκαιρίαν τῆς ἀναστάσεως, ἂς δώσωμεν συγχώρησιν ὁ ἕνας εἰς τὸν ἄλλον».1

Σὲ λόγο του «Εἰς τὸν Γρηγόριον Νύσσης» λέει γιὰ τὴν ὄμορφη ἀρετὴ τῆς φιλίας: «Μὲ τίποτε ἀπὸ ὅ,τι ὑπάρχει εἰς τὸν κόσμον δὲν ἠμπορεῖ κανεὶς νὰ συγκρίνη ἕνα πιστὸ φίλον, καὶ τὸ κάλλος του δὲν ἔχει ὅρια.
Ὁ πιστὸς φίλος εἶναι ἰσχυρὰ προστασία καὶ βασίλειον ὀχυρωμένον. Ὁ πιστὸς φίλος εἶναι ἔμψυχος θησαυρός. Ὁ πιστὸς φίλος εἶναι πολυτιμότερος ἀπὸ χρυσάφι καὶ πολλοὺς πολυτίμους λίθους. Ὁ πιστὸς φίλος εἶναι κῆπος περιφραγμένος καὶ πηγὴ σφραγισμένη, τὰ ὁποῖα ἀνοίγουν πότε- πότε, διὰ νὰ τὰ ἐπισκεφθῆ καὶ νὰ τὰ ἀπολαύση κανείς.
Ὁ πιστὸς φίλος εἶναι λιμάνι ἀναψυχῆς. Ἂν δὲ εἶναι καὶ πιὸ συνετός, πόσον καλύτερον εἶναι τοῦτο; Ἐὰν δὲ εἶναι καὶ πολὺ μορφωμένος καὶ διαθέτη παντοειδῆ μόρφωση, πόσον καλύτερον δὲν εἶναι αὐτό; Ἐὰν δὲ καὶ υἱὸς τοῦ φωτός ἤ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ ἤ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος προσεγγίζει τὸν Θεόν, πόσον καλύτερον».2

 Γιὰ τοὺς ποιμένες καὶ τοὺς πιστοὺς λέει σχετικά: « Ὅπως εἰς τὸ σῶμα ἄλλο μὲν μέρος ἄρχει καὶ ἔχει τὴν πρωτοκαθεδρίαν τρόπόν τινα, ἄλλο δὲ ἄρχεται καὶ ὁδηγεῖται, οὕτω καὶ εἰς τὰς ἐκκλησίας διέταξεν ὁ Θεὸς κατὰ τὸν νόμον τῆς ἰσότητος, ὁ ὁποῖος ἀποδίδει εἰς τὸν καθένα ὅτι ἀξίζει, ἡ χάριν τῆς προνοίας, διὰ τῆς ὁποίας συνήνωσε τὰ πάντα, οἱ μὲν νὰ ποιμαίνωνται καὶ νὰ διοικοῦνται καὶ νὰ κατευθύνωνται μὲ τοὺς λόγους καὶ τὰ ἔργα πρὸς ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον πρέπει νὰ πράξουν, οἱ ἄλλοι δὲ νὰ εἶναι ποιμένες καὶ διδάσκαλοι, διὰ νὰ διοικοῦν τὴν ἐκκλησία.
Εἶναι δὲ αὐτοί, ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀνώτεροι ἀπὸ τοὺς ἄλλους ὡς πρὸς τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν προσέγγισιν πρὸς τὸν Θεὸν τόσον, ὅσον εἶναι ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὸ σῶμα ἤ ὁ νοῦς ἀπὸ τὴν ψυχήν. Τοῦτο δὲ συμβαίνει διὰ νὰ ἀναδειχθοῦν καὶ τὰ δύο ἕν πλῆρες σῶμα, πραγματικὰ ἀντάξιον καὶ τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ τὴν κεφαλὴν ἡμῶν».3

Γιὰ τὴν κακία καὶ γιὰ τὸ ἀγαθὸ πολὺ παραστατικὰ ἀναφέρει: «Ἡ μὲν κακία εἶναι κάτι τὸ ὁποῖο ἐπιδιώκει κανεὶς εὔκολα καὶ εὑρίσκεται παντοῦ καὶ ὅτι τίποτε δὲν εἶναι τόσο εὔκολο ὅσο τὸ νὰ γίνουμε κακοί, ἔστω καὶ ἂν δὲν ὑπάρχη κανεὶς νὰ μᾶς ὁδηγήση πρὸς αὐτήν, ἐνῶ ἡ κατοχὴ τοῦ ἀγαθοῦ εἶναι κάτι σπάνιον καὶ πολὺ δύσκολον, ἔστω καὶ ἂν ὑπάρχη κάτι τὸ πολὺ μεγάλο, τὸ ὁποῖο, νὰ μᾶς σύρη καὶ νὰ μᾶς καλῆ πρὸς αὐτό».4

Σχετικὰ μὲ τὴν εὐσέβεια ἀναφέρει: «Εὐσέβεια δὲ δὲν εἶναι τὸ νὰ ὁμιλῆτε συχνὰ διὰ τὸν Θεό, ἀλλὰ τὸ νὰ εἶσθε διατεθειμένοι νὰ σωπαίνετε περισσότερον. Διότι ἡ γλώσσα, ὅταν δὲν κατευθύνεται ἀπὸ τὴν λογική, εἶναι ἐκείνη ἡ ὁποία προξενεῖ τὰ περισσότερα ὀλισθήματα εἰς τοὺς ἀνθρώπους. Καὶ νὰ πιστεύετε ὅτι ἡ ἀκοὴ εἶναι πάντοτε πιὸ ἀκίνδυνη ἀπὸ τὸν λόγον καὶ ὅτι εἶναι πιὸ εὐχάριστο νὰ μαθαίνη κανεὶς κάτι παρὰ νὰ διδάσκη διὰ τὸν Θεὸν ἀφήνοντες τὴν λεπτομερεστέρα ἐξέτασιν τῶν πραγμάτων αὐτῶν εἰς ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ὡς ἔργον των νὰ ὁμιλοῦν».5

Γιὰ τὴν εἰρήνη καὶ τὴν ὁμόνοια, ποὺ θὰ πρέπει νὰ κυβερνᾶ τοὺς ἀνθρώπους μᾶς λέει: « Ἡ θάλασσα καὶ ἡ ξηρά ἤρεμα εἰσχωροῦν ἡ μία εἰς τὴν ἄλλη καὶ δίδουν καὶ παίρνουν ἡ μία ἀπὸ τὴν ἄλλη κατὰ τρόπον καλὸν καὶ τρέφουν μὲ ἀγάπη τὸν ἄνθρωπο, εἰς τὸν ὁποῖον χορηγοῦν πλουσίως καὶ μὲ μεγάλην προθυμίαν ὅ,τι διαθέτουν;
Οἱ ποταμοὶ δὲ τρέχουν ἀνάμεσα ἀπὸ ὄρη καὶ πεδιάδας καὶ δὲν ξεπερνοῦν τὴν κοίτην των, διότι αὐτὸ δὲν εἶναι κάτι χρήσιμον, οὔτε ἐπιστρέφουν νὰ σκεπάσουν τὴν γῆν;… Ὅλα αὐτὰ ἔτσι ὅπως ἔχουν καὶ ὅπως κατευθύνονται καὶ κυβερνῶνται… τί ἄλλο θὰ ἠμποροῦσε κανεὶς νὰ νομίση ὅτι εἶναι ἐκτὸς ἀπὸ προτροπαὶ πρὸς τὴν φιλίαν καὶ τὴν ὁμόνοιαν καὶ ἀπὸ τὸ νὰ ὑπαγορεύουν εἰς τοὺς ἀνθρώπους μὲ τὸ παράδειγμά των τὴν ὁμόνοιαν».6

 Ὑποσημειώσεις: 

1. Λόγος Α΄ Ἔκδ. Ε.Π.Ε. τόμ. 1 σελ. 65.
2. Λόγος ΙΑ´ τόμ. 1 σελ. 285.
3. Λόγος Β΄ τόμ. 1 σελ. 77.
4. Λόγος Β´ τόμ. 1 σελ. 89
5. Λόγος Γ΄ τόμ. 1 σελ. 223.
6. Λόγος ΣΤ΄ τόμ. 1 σελ. 255.

Ὀρθόδοξος Τύπος ἀρ. φύλ. 1960  25 Ἰανουαρίου 2013

Ευαγόρας Μαχαιρά Οι πρωτοποριακοί λόγοι του αγ. Γρηγορίου Θεολόγου για τη γυναίκα

Ο σήμερα τιμώμενος άγ. Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός, στον οποίο η Εκκλησία απέδωσε τον ιδιαίτερο τίτλο “Θεολόγος”, υπήρξε εκτός των άλλων ένας φλογερός υπέρμαχος της κοινωνικής δικαιοσύνης, ειδικά στο ζήτημα της αδικίας που υφίστανται οι γυναίκες, αλλά και στο πρόβλημα της δουλείας. Για το δεύτερο, λ.χ., θεωρούσε πως η δουλεία είναι μία εξοργιστική παρά φύση κατάσταση, όπου οι άνθρωποι βάζουν πάνω από τον Θεό τη δική τους εξουσία, και ταιριάζει μόνο στα χωρίς λογική ζώα.
Στο ζήτημα ειδικά της κοινωνικής καταπίεσης των γυναικών, η διδασκαλία του είναι πολύπλευρη και εντυπωσιακή. Τουλάχιστον δεκαπέντε αιώνες (!) πριν από τα κηρύγματα του 19ου αιώνα για τα γυναικεία δικαιώματα, ο μεγάλος Καππαδόκης ιεράρχης κατήγγειλε ευθέως και ευθαρσώς τη συστηματική αδικία που προέβλεπαν οι κοινωνικοί νόμοι για το μισό του πληθυσμού. Με τους λόγους του, μάλιστα, ανατρέπει την κρατούσα άποψη, που θεωρεί την άδικη νομοθεσία σαν προϊόν της θείας βούλησης και επισημαίνει πως η Δικαιοσύνη του Θεού απαιτεί την ισότητα όλων των πλασμάτων Του.
Ας δούμε όμως τους πιο αντιπροσωπευτικούς από αυτούς τους λόγους του:
 gr8eolgyn2
Δεν δέχομαι αυτή τη νομοθεσία, δεν επαινώ την κοινωνική συνήθεια. Οι νομοθέτες ήταν άνδρες, γι’ αυτό η νομοθεσία είναι κατά των γυναικών. Γι’ αυτό και δώσανε τα παιδιά στην εξουσία του πατέρα, αφήνοντας χωρίς φροντίδα το ασθενέστερο.
Ο Θεός όμως δε φέρθηκε έτσι, αλλά έδωσε την εντολή: “τίμα τον πατέρα  σου και τη μητέρα σου, για να ζήσεις καλά”, που είναι η πρώτη εντολή στην παλαιά διαθήκη.
 Βλέπετε την ισότητα της νομοθεσίας. Ένας είναι ο δημιουργός του άντρα και της γυναίκας, και από μια σάρκα είναι και οι δύο, προέρχονται από μία εικόνα του Θεού, και υπάρχει γι’ αυτούς ένας νόμος, ένας θάνατος, μία ανάσταση. Έχουμε γίνει και από άντρα και από γυναίκα. Ένα χρέος οφείλεται από τα παιδιά στους γονείς. Πώς λοιπόν εσύ απαιτείς συζυγική πίστη από τη γυναίκα σου, ενώ ο ίδιος δεν την προσφέρεις; Πώς ζητάς εκείνο το οποίο δεν δίνεις; Πως βγάζεις διαφορετικούς νόμους για σώμα όμοιο και ισάξιο με το δικό σου;
Αν μάλιστα εξετάζεις τα χειρότερα, πρόσεξε το εξής: Αμάρτησε η Εύα; Το ίδιο έκανε και ο Αδάμ. Και τους δύο τους εξαπάτησε ο όφις. Δε βρέθηκε ο ένας πιο αδύναμος και ο άλλος πιο δυνατός. Αλλά εξετάζεις τα καλύτερα; Και τους δύο τους σώζει ο Χριστός με το πάθος του. Έγινε άνθρωπος για τον άνδρα; Το ίδιο έγινε και για τη γυναίκα. Πέθανε για χάρη του άνδρα; Σώζεται όμως και η γυναίκα με το θάνατό Του.
Λέγεται ότι ο Χριστός προέρχεται από το σπέρμα Δαβίδ. Νομίζεις ενδεχομένως ότι με αυτό τιμάται ο άντρας; Γεννιέται όμως από την Παρθένο και αυτό είναι υπέρ των γυναικών. «Θα γίνουν», μεν λοιπόν, λέγει, «οι δύο, μία σάρκα» (Γέν. 2, 24). Και αυτή η μία σάρκα ας έχει την ίδια τιμή.

Άγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος Λόγος μα΄ εις την ΠεντηκοστήΑπό: Στυλ. Γ. Παπαδόπουλος



Ε. Την Πεντηκοστή εορτάζουμε καί την παρουσία του Αγίου Πνεύματος καιί την πραγματοποίηση της υποσχέσεως καιί την εκπλήρωση της ελπίδας. Το μυστήριο, πόσο και μεγάλο είναι και σεβαστό! Τελειώνουν λοιπόν όσα έχουν σχέση με το σώμα του Χριστού, ή μάλλον με τη σωματική παρουσία Του(1). Διότι διστάζω να πω τα σωματικά, εφ' όσον κανένας λόγος δεν μπορεί να με πείσει ότι θα ήταν καλύτερα να είχε απαλλαγεί από το σώμα [ο Χριστός](2). Αρχίζουν δε όσα έχουν σχέση με το Άγιο Πνεύμα(3). Ποια δε ήταν όσα έχουν σχέση με το Χριστό; Η Παρθένος, η γέννηση, η φάτνη, το σπαργάνωμα, οι άγγελοι που τον δοξάζουν, οι ποιμένες που τρέχουν προς Αυτόν, η διαδρομή του αστέρα, η προσκύνηση και η προσφορά των δώρων από τους μάγους, ο φόνος των νηπίων από τον Ηρώδη, ο Ιησούς που φεύγει στην Αίγυπτο, που επιστρέφει από την Αίγυπτο, που περιτέμνεται, που βαπτίζεται, που δέχεται την μαρτυρία από τον ουρανό, που πειράζεται, που λιθάζεται για μας (για να μας δώσει υπόδειγμα κακοπάθειας υπέρ του Λόγου) που προδίνεται, που προσηλώνεται [στον Σταυρό], που θάπτεται, που ανασταίνεται, που ανεβαίνει [στους ουρανούς]. Από αυτά και τώρα υφίσταται πολλά από τους μισόχριστους μεν, αυτά που Τον ατιμάζουν και τα υπομένει (διότι είναι μακρόθυμος)• από τους φιλόχριστους δε, αυτά που Του αποδίδουν τιμή. Και αναβάλλει να ανταποδώσει όπως σ' εκείνους την οργή, έτσι σε μας την αγαθότητα• επειδή ίσως σ' εκείνους μεν δίνει καιρό μετανοίας, σε μας δε δοκιμάζει τον πόθο, εάν δεν λιποψυχούμε και δεν αποκάμουμε στις θλίψεις και στους αγώνες για την ευσέβεια• όπως ακριβώς ορίζεται από την θεία οικονομία και τα ανεξιχνίαστα κρίματά Του, με τα οποία κυβερνά με σοφία τη ζωή μας. Όσα λοιπόν αναφέρονται στο Χριστό είναι αυτά' και τα πέρα απ' αυτά θα τα δούμε ενδοξότερα [στη βασιλεία των ουρανών] και μακάρι και μεις να φανούμε [δοξασμένοι από το Θεό]. Όσα δε αναφέρονται στο Άγιο Πνεύμα, παρακαλώ το Πνεύμα να έλθει εντός μου και να μου δώσει(4) λόγο όσον επιθυμώ κι' αν όχι τόσον, αλλ' όσος απαιτείται σ' αυτή την περίπτωση. Πάντως όμως θα έλθει με εξουσία δεσποτική, και όχι με τρόπο δουλικό, ούτε περιμένοντας πρόσταγμα, όπως νομίζουν μερικοί. Διότι πνέει όπου θέλει, καί σ' όσους θέλει, και όποτε και όσο θέλει. Μ' αυτόν τον τρόπο εμείς εμπνεόμαστε να νοούμε και να μιλούμε για το Άγιο Πνεύμα.

ΣΤ. Το Άγιο Πνεύμα όσοι Το υποβιβάζουν στην τάξη των κτισμάτων είναι υβριστές και δούλοι κακοί κι' απ' τους κακούς χειρότεροι. Διότι των κακών δούλων είναι (γνώρισμα) το να αθετούν την [θεία] δεσποτεία και να επαναστατούν κατά της κυριότητας [του Θεού] και να θεωρούν όμοιο με αυτούς δούλο το ελεύθερο [Πνεύμα]. Όσοι όμως Το πιστεύουν ως Θεό είναι θεοφόρητοι και φωτισμένοι στο νου. Εκείνοι όμως που και Το ομολογούν [ως Θεό], εάν μεν το κάνουν σε ανθρώπους με ευσεβές φρόνημα, θεωρούνται μεγάλοι• αλλ' εάν το κάνουν σ' όσους έχουν φρόνημα χθαμαλό, θεωρούνται όχι φρόνιμοι• διότι εμπιστεύονται το μαργαριτάρι στον πηλό [δηλ. την αλήθεια της πίστεως σ' εκείνους που δεν έχουν την διάθεση να την δεχθούν] και σε ακοή ασθενική ήχο βροντής και σε αδύνατους οφθαλμούς ηλιακό φως και στερεά τροφή σ' εκείνους που πίνουν ακόμα γάλα(5). Αυτούς πρέπει να κατευθύνει κανείς σιγά-σιγά προς τα εμπρός και να τους ανεβάζει προς τα υψηλότερα, ώστε από το φως να ζητούν [περισσότερο] φως και στην αλήθεια να προσθέτουν αλήθεια(6). Γι'αυτό κι' εμείς αφήνοντας για λίγο τον τελειότερο λόγο (γιατί δεν είναι ακόμα καιρός) έτσι θα μιλήσουμε προς αυτούς.

Ζ. Άνθρωποί μου, εάν μεν θεωρείτε ότι το Άγιο Πνεύμα δεν είναι ούτε άκτιστο ούτε άχρονο, αυτό είναι καθαρά ενέργεια του πονηρού πνεύματος• επιτρέψτε στο ζήλο μου να πω αυτό το τολμηρό. Εάν όμως έχετε τόση τουλάχιστον υγεία [ψυχής], ώστε ν' αποφεύγετε την φανερή ασέβεια και θέτετε έξω απ' την δουλεία Αυτό [το Άγιο Πνεύμα] που κι' εμάς κάνει ελευθέρους, εξετάστε και σεις στην συνέχεια μαζί με το Άγιο Πνεύμα και μας. Διότι δέχομαι ότι σε κάποιο βαθμό μετέχετε Αυτού και σεις, και στο εξής θα συνεξετάσω με σας ως με οικείους πλέον [στην πίστη]. Ή παραχωρήστε μου το μέσον μεταξύ της δουλείας και της δεσποτείας, για να θέσω εκεί την αξία του Πνεύματος• ή εφ' όσον αποφεύγετε την δουλεία δεν είναι άδηλο, πού θα τοποθετήσετε αυτό το οποίο ζητούμε. Αλλά στενοχωρείσθε για τις συλλαβές και σκοντάφτετε επάνω στον λόγο και αυτό [το να ονομάζει κανείς το Άγιο Πνεύμα Θεό] γίνεται για σας «λίθος προσκόμματος» και «πέτρα σκανδάλου», αφού και ο Χριστός γίνεται για μερικούς(7). Ανθρώπινο είναι να πάθει κανείς κάτι τέτοιο. Ας σταθούμε κοντά ο ένας στον άλλο πνευματικά. Ας γίνουμε περισσότερο φιλάδελφοι παρά φίλαυτοι. Αναγνωρίστε την δύναμη της θεότητας κι'εμείς θα σας δώσουμε την συγκατάθεση για τη λέξη• ομολογείστε την [θεία] φύση με άλλες λέξεις, που συμπαθείτε περισσότερο, κι'εμείς θα σας γιατρέψουμε ως ασθενείς• αφού υποκλέψουμε με τρόπο αυτά που σας είναι ευχάριστα. Διότι είναι άξιο ντροπής και αρκετά παράλογο, ενώ είστε εύρωστοι στην ψυχή, να δείχνετε μια νοσηρή μικρολογία γύρω απ' τις λέξεις και να κρύβετε τον θησαυρό [της αλήθειας], ακριβώς σαν να φθονείτε τους άλλους ή να φοβάστε μήπως αγιάσετε και την γλώσσα σας [με την ομολογία της θεότητας του Αγίου Πνεύματος]. Ακόμα δε πιο άξιο ντροπής για μας είναι να πάθουμε αυτό που κατηγορούμε, και ενώ καταδικάζουμε την μικρολογία στους άλλους, να μικρολογούμε εμείς γύρω απ' τα γράμματα(8).

Η. Ομολογείστε, άνθρωποί μου, ότι μιας θεότητας είναι η Αγία Τριάς, ή, αν θέλετε, μιας φύσεως. Κι' εμείς θα ζητήσουμε από το Άγιο Πνεύμα για σας και τη λέξη Θεός. Διότι γνωρίζω καλά ότι Εκείνος που έδωσε το πρώτο [την πίστη στο ομοούσιο του Υιού] θα δώσει και το δεύτερο [και του Αγίου Πνεύματος] και μάλιστα, όταν το ζήτημα για το οποίο αντιλέγουμε είναι μία πνευματική δειλία και όχι διαβολική εναντίωση. Θα το πω ακόμα πιο καθαρά και πιο σύντομα. Μήτε σεις ν' αποδώσετε σε μας ευθύνη για τον υψηλότερο λόγο που χρησιμοποιούμε (διότι δεν υπάρχει κανένας φθόνος των άλλων μήπως ανέβουν), ούτ' εμείς θα σας κατηγορήσουμε για τον μέχρι τώρα δικό σας «προσιτό», εφ' όσον κι' από διαφορετικό δρόμο οδηγείστε προς το ίδιο [πνευματικό] κατάλυμα. Διότι δεν ζητούμε να νικήσουμε, αλλά να σας προσλάβουμε ως αδελφούς, που για τον χωρισμό σας από μας σπαραζόμαστε απ' τη λύπη. Αυτά [λέγουμε] προς εσάς, που υγιαίνετε ως προς την πίστη σας για τον Υιό, πού βρίσκουμε μέσα σας κάποια δύναμη ζωής [πνευματικής]• αυτών που αν και θαυμάζουμε τον τρόπο της ζωής, δεν επαινούμε εξ ολοκλήρου τον λόγο. Σεις που έχετε τα έργα του Πνεύματος, αποκτείστε και το Πνεύμα, για να μη «αθλήτε» μόνο, αλλά και «νομίμως», απ' όπου και ο στέφανος(9). Αυτός ο μισθός εύχομαι να σας δοθεί για την πολιτεία σας, να ομολογήσετε δηλαδή την πίστη σας στο Άγιο Πνεύμα κατά τρόπο τέλειο και να Το κηρύξετε [ως θεό αληθινό] μαζί με μας καί περισσότερο από μας όσο είναι άξιο. Τολμώ κάτι και μεγαλύτερο για σας να πω τον λόγο του Αποστόλου. Τόσο πολύ σας αγαπώ, και τόσο πολύ ευλαβούμαι σε σας αυτή την κόσμια περιβολή και το χρώμα της εγκράτειας καί τα ιερά αυτά τάγματα και την σεμνή παρθενία και τον αγνισμό και την ολονύκτια ψαλμωδία και την φιλοπτωχία και φιλαδελφία και φιλοξενία, ώστε και ανάθεμα [χωρισμένος] από τον Χριστό να είμαι δέχομαι και ο,τιδήποτε να πάθω ως καταδικασμένος• αρκεί να θελήσετε να σταθείτε μαζί μας και να θελήσετε να δοξάσουμε ενωμένοι την Αγία Τριάδα(10). Διότι για τους άλλους [που δεν ομολογούν το ομοούσιο του Υιού] τι πρέπει να πούμε, τους φανερά πεθαμένους [στην ψυχή] (που μόνο ο Χριστός που ζωοποιεί τους νεκρούς μπορεί ν' αναστήσει σύμφωνα με τη δύναμη που έχει), οι οποίοι κακώς διαχωρίζονται κατά τον τόπο, ενώ συνδέονται με το λόγο, και τόσο πολύ φιλονεικούν μεταξύ τους όσο οι αλλοίθωροι οφθαλμοί, που βλέπουν ένα πράγμα και δεν συμφωνούν όχι ως προς την όψη αλλ' ως προς την θέση. Αν βέβαια πρέπει να τους κατηγορήσει κανείς για αλλοιθωρισμό, και όχι όμως για τύφλωση. Αφού ανέπτυξα όσο έπρεπε αυτά που έχουν σχέση με σας, ας επανέλθουμε πάλι προς το Πνεύμα• πιστεύω ότι και σεις τώρα θα παρακολουθήσετε.

Θ. Το Άγιο Πνεύμα πάντοτε υπήρχε και υπάρχει και θα υπάρχει, δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος, αλλ' είναι πάντοτε ενωμένο και αριθμείται μαζί με τον Πατέρα καί τον Υιό. Διότι δεν θα άρμοζε ποτέ να ελλείπει ο Υιός από τον Πατέρα ή το Πνεύμα από τον Υιό, επειδή θα ήταν σε μέγιστο βαθμό άδοξη η θεότητα, σαν από μεταμέλεια ακριβώς να ήλθε σε συμπλήρωση για να γίνει τέλεια. [Το Άγιο Πνεύμα] λοιπόν πάντοτε και αιώνια μεταλαμβάνεται [με τις θείες ενέργειές Του], δεν μεταλαμβάνει• οδηγεί στην τελείωση [τους ανθρώπους], δεν τελειώνεται• παρέχει την πνευματική πλήρωση, δεν έχει ανάγκη πληρώσεως• αγιάζει, δεν αγιάζεται• κάνει [τους ανθρώπους] θεούς, δεν θεώνεται αυτό προς Εαυτό, και προς εκείνους με τους οποίους είναι ενωμένο, είναι πάντοτε το ίδιο και απαράλλακτο• αόρατο, άχρονο, αχώρητο, αναλλοίωτο, υπεράνω από κάθε έννοια ποιότητας, ποσότητας και μορφής, αψηλάφητο, κινούμενο αφ' Εαυτού, κινούμενο συνεχώς, έχοντας αφ' Εαυτού εξουσία, έχοντας αφ' Εαυτού δύναμη, παντοδύναμο (αν καί ως προς την πρώτη αρχή, όπως ακριβώς όλα τα αναφερόμενα εις τον Μονογενή Υιό, έτσι και του Πνεύματος ανάγεται [εις τον Θεό Πατέρα]). Είναι ζωή και πρόξενος ζωής, το φως και χορηγεί φως, αφ' Εαυτού αγαθό και πηγή αγαθότητας. Πνεύμα ευθές, ηγεμονικό, κύριο [καλεί και] αποστέλλει [τους άξιους, όπως ο Πατήρ και ο Υιός], θέτει όρια [σε όλη την κτίση] κάνει τους ανθρώπους ναούς οίκους Του, οδηγεί, ενεργεί όπως θέλει, διανέμει χαρίσματα. Είναι Πνεύμα υιοθεσίας [κάνει τους ανθρώπους υιούς του Θεού], αληθείας, σοφίας, συνέσεως, γνώσεως, ευσέβειας, βουλής, δυνάμεως, φόβου [θείου], όσων έχουν απαριθμηθεί. Δια του Αγίου Πνεύματος γνωρίζεται ο Πατήρ και δοξάζεται ο Υιός, και από Αυτούς μόνο γνωρίζεται Αυτό, είναι δηλαδή τα τρία πρόσωπα Εν, μία είναι η λατρεία και η προσκύνηση [που προσφέρεται], μία η δύναμη, η τελειότητα, ένας ο αγιασμός [που παρέχεται]. Και γιατί να μακρολογώ; Όλα όσα έχει ο Πατήρ, είναι του Υιού, εκτός από την αγεννησία. Όλα όσα έχει ο Υιός, είναι του Αγίου Πνεύματος, εκτός από την γέννηση. Αυτά (τα ιδιώματα), όσο βέβαια μπορώ να εκφρασθώ με τον λόγο μου, δεν ξεχωρίζουν ουσίες, αλλ' ορίζουν την μία και ενιαία ουσία της θεότητας.

Ι. Στενοχωρείσαι για τις αντιθέσεις (που χρησιμοποίησα); Εγώ όμως για το μήκος του λόγου. Τίμησε λοιπόν την (σημερινή) ημέρα του Πνεύματος• συγκράτησε λίγο τη γλώσσα, αν γίνεται. Για άλλες γλώσσες γίνεται ο λόγος• αυτές ευλαβήσου ή φοβήσου, πύρινες καθώς φαίνονται. Σήμερα ας υψώσουμε μ' ευλάβεια όλο μας τον νου στο θείο μυστήριο [της καθόδου του Αγίου Πνεύματος], ας κάνουμε αύριο ανάλυση λέξεων σήμερα ας εορτάσουμε [με κατάνυξη], ας ειπωθεί κάτι άξιο ντροπής [από τους αντιλέγοντες] αύριο. Αυτά γίνονται με τρόπο μυστικό [στο ταμείο της ψυχής ενώπιον του Θεού], εκείνα γίνονται με τρόπο πομπώδη [ενώπιον των ανθρώπων]• αυτά γίνονται στις εκκλησίες, εκείνα στις αγορές• αυτά αρμόζουν σε ανθρώπους σώφρονες και νηφάλιους, εκείνα σε ανθρώπους που μεθούν αυτά είναι όσων ενεργούν με σοβαρότητα [όση αξίζει στο μεγάλο μυστήριο], εκείνα όσων παίζουν κατά του Πνεύματος. Αφού λοιπόν απαλλαγήκαμε απ' ό,τι είναι αλλότριο [της ευσεβείας], ας καταρτίσουμε το δικό μας [το λόγο περί του Αγίου Πνεύματος].

ΙΑ. Αυτό [το Άγιο Πνεύμα] ενεργούσε πριν απ' όλα στις αγγελικές και ουράνιες δυνάμεις, σ' όσες είναι πρώτες μετά το Θεό και σ' όσες είναι κοντά στο Θεό. Διότι η τελείωση και η έλλαμψη σ' αυτές και η δυσκινησία ή η ακινησία τους προς το κακό δεν είναι από άλλη αιτία, αλλά από το Άγιο Πνεύμα. Έπειτα [ενεργούσε] στους Πατέρες και τους Προφήτες. Απ' αυτούς οι μεν είχαν θέα του Θεού ή Τον εγνώρισαν [με αποκάλυψη], οι δε προγνώρισαν και το μέλλον, με το να σχηματίζει το Πνεύμα εικόνες στο νου τους και σαν να ήσαν παρόντες συναναστρεφόμενοι όσα επρόκειτο να πραγματοποιηθούν στο μέλλον. Τέτοια είναι η δύναμη του Πνεύματος. Έπειτα [ενεργούσε] στους μαθητές του Χριστού (διότι δεν λέγω για το Χριστό, στον Οποίο παρευρίσκετο [το Άγιο Πνεύμα] όχι ωσάν να ενεργούσε, αλλ' ως συμπαρευρισκόμενο σε ομότιμη σχέση [με Αυτό])• και σ' αυτούς κατά τρεις τρόπους, στο μέτρο πού μπορούσαν να Το δεχθούν, και κατά τρεις καιρούς: πριν να δοξασθεί ο Χριστός με το πάθος Του• αφού δοξάσθηκε με την Ανάσταση• και μετά την Άνοδό Του στους ουρανούς ή την αποκατάσταση, ή όπως και πρέπει να την ονομάσουμε, φανερώνει δε [την ενέργεια αύτη] η πρώτη θεραπεία και κάθαρση από τις ασθένειες και τα πονηρά πνεύματα, η οποία βέβαια δεν γινόταν χωρίς το Άγιο Πνεύμα• και το εμφύσημα [του Κυρίου στα πρόσωπα των μαθητών Του] μετά την τελείωση της [ενσάρκου] οικονομίας, πού είναι φανερά προσθήκη περισσοτέρας χάριτος• και τώρα ο διαμερισμός των πύρινων γλωσσών, που πανηγυρίζουμε. Αλλά το πρώτο έγινε αμυδρά• το δεύτερο, πιο φανερά• και το [τρίτο] τώρα, τελειότερα ... Και δεν παρίσταται τώρα [το Άγιο Πνεύμα] κατά την ενέργεια, όπως πρωτύτερα, αλλά κατά την ουσία , ή όπως αλλιώς θα μπορούσε να το πει κανείς, και μένοντας μαζί τους και μέσα τους [στους αγίους αποστόλους] βοηθός και παραστάτης στο έργο τους(11). Διότι έπρεπε, αφού ο Υιός συνανεστράφη με μας σωματικά, καί Αυτό να φανερωθεί σωματικά(12)• και αφού επανήλθε προς Εαυτόν ο Χριστός, Εκείνο να κατέλθει προς εμάς• και έρχεται μεν ως Κύριο, «πέμπεται» [αποστέλλεται] δε όχι ως κατώτερο. Διότι οι λέξεις αυτές [έρχεται, πέμπεται] φανερώνουν εξ ίσου την ενότητα και ομοτιμία [των προσώπων] παρά χωρίζουν τις φύσεις.

ΙΒ. Δια τούτο μετά το Χριστό μεν [κατέρχεται το Άγιον Πνεύμα] για να μη μας λείπει Παράκλητος [Παρήγορος]• «Άλλος» δε, για να έχεις στο νου σου την ομοτιμία. Διότι το «άλλος» σημαίνει άλλος ακριβώς όπως εγώ γίνεται. Τούτο δε σημαίνει κοινή δεσποτεία και όχι υποτίμηση. Διότι εγώ ξέρω καλά ότι το «άλλος» λέγεται όχι για διαφορετικά πράγματα, αλλά της ιδίας ουσίας. Με μορφή γλωσσών δε [κατήλθε το Άγιο Πνεύμα] εξ αιτίας της συγγενείας προς το Λόγο. Πύρινων δε, και αναζητώ για ποίο απ' τα δύο: για την κάθαρση (διότι μιλούμε για πυρ - φωτιά - που καθαρίζει, όπως μπορούν από παντού να μάθουν όσοι θέλουν) ή για την ουσία; Διότι ο Θεός μας είναι πυρ [κατά μίαν εικόνα της απροσίτου θείας ουσίας] και «πυρ καταναλίσκον» [φωτιά που κατακαίει και αφανίζει] τη μοχθηρία, [και το λέω] έστω κι' αν αγανακτείς πάλι, διότι στενοχωρείσαι για το ομοούσιο [που αποδίδω στο Άγιον Πνεύμα]. Και εχωρίστηκαν [οι γλώσσες] διότι τα χαρίσματα [που εχορήγησε] ήταν πολλά και διάφορα• εκάθισαν δε, επειδή η εξουσία Του είναι βασιλική, και επειδή αναπαύεται εις τους αγίους• αφού και τα χερουβείμ είναι θρόνος του Θεού. Στο υπερώο δε (αν δεν θεωρηθώ ότι καταβάλλω μάταιο κόπο κάπως περισσότερο απ' ό,τι πρέπει) διότι θα ανέβαιναν και θα υψώνονταν από χάμω (πνευματικά) αυτοί που επρόκειτο να Το δεχθούν αφού και με θεία ύδατα [Αγγελικές δυνάμεις] στεγάζονται ουράνια υπερώα [ο θρόνος του Θεού] και υμνείται ο Θεός(13). Και ο Ιησούς επίσης στο υπερώο συμμετέχει στο μυστήριο [της Θείας Ευχαριστίας] με αυτούς που μυούνται στα υψηλότερα, για να παρασταθεί αυτό, ότι αφ' ενός μεν πρέπει ο Θεός να κατέβει λίγο προς εσάς, πράγμα που ξέρω ότι έγινε παλαιότερα στον Μωυσή, αφ' ετέρου δε πρέπει εμείς ν' ανέβουμε και έτσι να γίνει [δυνατή] η κοινωνία του Θεού προς τους ανθρώπους, ν' αναμειχθεί δηλαδή η [υπερτελεία] αξία [της θεότητας με την μηδαμινότητα της ανθρωπότητας]. Εφ' όσον όμως [το θείο και το ανθρώπινο] μένουν το μεν στην οικεία περιωπή, το δε στην ταπείνωση, παραμένει άμικτη η άγαθότης [του Θεού] και η φιλανθρωπία Του ακοινώνητη [από τον άνθρωπο]• και υπάρχει μεταξύ των χάσμα μεγάλο και αδιαπέραστο, που εμποδίζει όχι μόνο τον πλούσιο απο τον Λάζαρο και τους επιθυμητούς κόλπους του Αβραάμ, αλλά [όλη] την κτιστή και ρευστή φύση, από την άκτιστη και αμετάβλητη.

ΙΓ. Αυτό [το Άγιο Πνεύμα] κηρύχθηκε μεν από τους προφήτες, όπως στο «Πνεύμα Κυρίου επ' εμέ»•και, θ' αναπαυθούνε επ' αυτόν επτά Πνεύματα• και «κατέβηκε Πνεύμα από τον Κύριο και οδήγησε αυτούς»• και, Πνεύμα επιστήμης που εγέμισε τον Βεσελεήλ τον αρχιτέκτονα της σκηνής• και, Πνεύμα που παροργίζεται και, Πνεύμα που εσήκωσε ψηλά τον Ηλία μέσα σε άρμα και που ο Ελισσαίος εζήτησε διπλάσιο• και, Πνεύμα αγαθό και ηγεμονικό από το οποίο ο Δαβίδ οδηγήθηκε και στηρίχτηκε. Το υποσχέθηκε δε [ο Θεός], προηγουμένως μεν με τον προφήτη Ιωήλ: «Και στις έσχατες ημέρες [όταν θα έλθει ο Μεσσίας] λέγοντας (ο Θεός ότι θα συμβεί τούτο) θα εκχύσω χαρίσματα από το Πνεύμα μου εις όλους τους ανθρώπους (που πιστεύουν δηλαδή) και εις τους υιούς σας και εις τας θυγατέρας σας» και τα εξής. Ο Ιησούς δε ύστερα, ο Οποίος δοξάζεται [από το Άγιο Πνεύμα] και αντιδοξάζει [Αυτό], όπως και τον Πατέρα και [δοξάζεται] από τον Πατέρα. Και η υπόσχεση [του Χριστού], ως πλούσια, βεβαιώνει ότι [το Άγιο Πνεύμα] θα μένει με τους πιστούς αιώνια, δηλαδή τώρα με τους άξιους σε κάθε καιρό, ύστερα δε μ' εκείνους που αξιώνονται [να κληρονομήσουν] τα εκεί [αγαθά], όταν φυλάξουμε Αυτό ολόκληρο με την [ενάρετη] ζωή μας, και δεν χωρισθούμε [από Αυτό] τόσο, όσο άμαρτάνουμε.

ΙΔ. Αυτό το Πνεύμα συνδημιουργεί μεν με τον Υιό και την κτίση και την ανάσταση. Και ας σε πείσει το «Με το Λόγο του Κυρίου έγιναν και εστερεώθηκαν οι ουρανοί, και με το Πνεύμα του στόματος Του έδημιουργήθηκε το αμέτρητο πλήθος των αστέρων»• «το Πνεύμα του Θεού με εδημιούργησε, η πνοή δε του Παντοκράτορας με διδάσκει»• και πάλι• «θα εξαποστείλεις το [ζωοποιό] Πνεύμα Σου, και θα κτισθούν [αναδημιουργηθούν] και [έτσι] θα ανακαινίσεις το πρόσωπο της γης». Δημιουργεί δε την πνευματική αναγέννηση• και ας σε πείσει το ότι κανείς δεν μπορεί να ιδεί ή να λάβει την βασιλεία [των ουρανών], αν δεν «γεννηθεί άνωθεν» [αναγεννηθεί πνευματικά] από το Άγιο Πνεύμα, και δεν καθαρισθεί από την προηγούμενη [κατά σάρκα] γέννηση. Αυτή [η πνευματική αναγέννηση] η οποία είναι μυστήριο που φανερώθηκε τη νύκτα [από τον Κύριο στο Νικόδημο] συντελείται με την διάπλαση [της ψυχής από την χάρη του Αγίου Πνεύματος που κάνει τον πιστό κοινωνό] του θείου φωτός και•της θείας ημέρας, την οποία καθένας δέχεται μέσα του [και με την δική του πνευματική εργασία]. Αυτό το Πνεύμα (διότι είναι σε άπειρο βαθμό σοφό και φιλάνθρωπο), αν λάβει ποιμένα προβάτων τον κάνει θεόπνευστο ψαλμωδό, που με την ψαλμωδία του απομακρύνει τα πονηρά πνεύματα, και τον αναδεικνύει βασιλέα του Ισραήλ. Αν πάρει αιγοβοσκό που χαράζει συκομορέες, τον κάνει προφήτη. Θυμήσου τον Δαβίδ και τον Αμώς. Αν πάρει νεανίσκο ευφυή, τον κάνει κριτή πρεσβυτέρων και προχωρημένων στην ηλικία. Αυτό μαρτυρεί ο Δανιήλ, που ενίκησε λέοντες μέσα στο λάκκο. Αν βρει αλιείς, τους πιάνει με την σαγήνη [της χάριτος] οδηγώντας τους στον Χριστό και τους κάνει ικανούς να συλλαμβάνουν όλον τον κόσμο με την πλοκή του λόγου. Να εννοήσεις τον Πέτρο και τον Ανδρέα και τους υιούς της βροντής [Ιωάννη και Ιάκωβο], που εβρόντησαν τα πνευματικά. Εάν [πάρει] τελώνες, τους κερδίζει στη μαθητεία [του Χριστού] και δημιουργεί εμπόρους ψυχών. Το λέει ο Ματθαίος, ο χθες τελώνης και σήμερα ευαγγελιστής. Εάν [πάρει] διώκτες θερμούς, μεταθέτει τον ζήλο τους και κάνει Παύλους αντί Σαύλων, και τόσο πολύ [τους ανυψώνει] προς την ευσέβεια, όσο ήταν στην κακία που τους βρήκε. Αυτό είναι και Πνεύμα πραότητας• και οργίζεται γι'αυτούς που αμαρτάνουν. Γι' αυτό λοιπόν ας γνωρίσουμε Αυτό ως πράο και όχι οργιζόμενο, ομολογώντας την αξία Του [ως Θεού] και αποφεύγοντας κάθε βλάσφημο λόγο, και ας μη θελήσουμε να το ιδούμε να οργίζεται για αμαρτία που είναι ασυγχώρητη [την βλασφημία εις Αυτό]. Αυτό [το Άγιο Πνεύμα] κάνει κι' έμενα σήμερα τολμηρό κήρυκα σε σας• εάν μεν χωρίς να πάθω τίποτε, η χάρη, στον Θεό• εάν δε πάθω, και πάλι χάρη• το μεν [πρώτο], για να λυπηθεί [ο Θεός] αυτούς πού μας μισούν το δε, για να μας αγιάσει, με το να πάρουμε τον μισθό αυτό της ιερουργίας του Ευαγγελίου, το να τελειωθούμε δηλαδή με το αίμα μας(14).

ΙΕ. Μιλούσαν μεν λοιπόν [οι Απόστολοι] ξένες γλώσσες και όχι τις πατρικές τους, και το θαύμα είναι μεγάλο, να μιλούν άνθρωποι γλώσσα που δεν έμαθαν και αυτό το σημείο [θαύμα] είναι για τους απίστους, όχι γι' αυτούς που πιστεύουν, για να είναι κατήγορο των απίστων, όπως έχει γραφτεί• «Ότι με ανθρώπους που μιλούν ξένες γλώσσες και με χείλη ξένων λαών θα ομιλήσω προς το λαό αυτόν, αλλ' ούτε με τον τρόπο αυτό θα με ακούσουν, λέγει ο Κύριος». Άκουγαν δε [όσοι ήσαν τότε στα Ιεροσόλυμα]. Εδώ σταμάτησε λίγο και διερωτήσου, πώς θα διαιρέσεις τον λόγο. Διότι έχει κάτι το αμφίβολο η λέξη [«ήκουον»] το οποίο διαχωρίζεται με την τελεία. Άρα, δηλαδή, άκουγαν ο καθένας στη δική του γλώσσα, φερ' ειπείν σαν να ηχεί δυνατά μία φωνή, και ν' ακούγονται πολλές, με το να πάλλεται έτσι ο αέρας και, για να το πω σαφέστερα, με το να γίνεται η φωνή φωνές; Ή πρέπει να σταματήσουμε στο «ήκουον», το δε «Λαλούντων» στις δικές τους γλώσσες να το προσθέσουμε στα επόμενα, για να είναι: «Καθώς μιλούσαν γλώσσες», τις δικές των, αυτών που ακούγανε, που σημαίνει ξένες• προς τούτο δε και μάλλον τάσσομαι. Διότι με εκείνον μεν τον τρόπο το θαύμα θα ήταν εκείνων που άκουγαν μάλλον παρά εκείνων που μιλούσαν. Με αυτόν δε τον τρόπο εκείνων που μιλούσαν οι οποίοι και κατηγορήθηκαν για μέθη, είναι φανερό ότι με το να θαυματουργούν αυτοί ως προς τις γλώσσες με την δύναμη του Πνεύματος.

ΙΣΤ. Πλην είναι μεν άξια να εξυμνείται και η παλαιά διαίρεση των γλωσσών (όταν οικοδομούσαν τον πύργο εκείνοι που συμφώνησαν κακώς και αθέως, όπως και από τους σημερινούς τολμούν μερικοί)• διότι με το να διαλυθεί η ομογνωμοσύνη μαζί με το σχίσιμο (διαφορά) της γλώσσας, σταμάτησε το εγχείρημα. Περισσότερο όμως πρέπει να εξυμνείται αύτη [η διαίρεση] που θαυματουργείται σήμερα. Διότι αφού διαλύθηκε [η γλώσσα] από το ένα Πνεύμα σε πολλούς, συνάγεται πάλι σε μία αρμονία. Και υπάρχει διαφορά χαρισμάτων, [στην γλωσσολαλία] που χρειάζεται άλλο χάρισμα για να διακρίνεται το περισσότερο ωφέλιμο [για την σύναξη των πιστών]• επειδή όλες οι γλώσσες είναι επαινετές. Καλή δε θα λεγόταν και εκείνη, για την οποία λέει ο Δαβίδ• «Καταπόντισε, Κύριε, και καταμοίρασε τις γλώσσες τους». Γιατί; «Διότι αγάπησαν όλους τους λόγους που καταποντίζουν [τους ανθρώπους] γλώσσα δόλια»• φανερά σχεδόν κατηγορώντας αυτές τις γλώσσες εδώ, που χωρίζουν την θεότητα [με το να μη ομολογούν την θεότητα του Αγίου Πνεύματος]. Αυτά λοιπόν και αρκετά.

ΙΗ. Εμείς μεν πρέπει να απολύσουμε την σύναξη (διότι ήταν αρκετός ο λόγος), την πανήγυρη όμως ουδέποτε. Αλλ' είναι ανάγκη να εορτάσουμε, τώρα μεν και σωματικά [συμμετέχοντας στα τελούμενα], ύστερα δε από λίγο εντελώς πνευματικά [σε ησυχία με πνευματική μελέτη και νοερά προσευχή]• όπου και τους λόγους αυτών [των υμνωδών] θα κατανοήσουμε καθαρότερα και σαφέστερα, ενωμένοι με Αυτόν το Λόγο και Θεό και Κύριο ημών Ιησού Χριστό, την αληθινή εορτή και αγαλλίαση των σωζομένων με τον Οποίο η δόξα και η τιμή στον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, τώρα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.





ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Σημ. Οι παρενθέσεις ( ) είναι του κριμένου οι αγκύλες [ ] περιέχουν επεξηγηματικές προσθήκες.

1. Παρουσιάζει εδώ ένα σημαντικό σημείο της διδασκαλίας του περί της φανερώσεως της Αγίας Τριάδας στον κόσμο. Κατά τον άγιο Πατέρα, μέσα στην ιστορία της σωτηρίας, η θεία οικονομία ενεργεί σε τρία στάδια, τα οποία και ονομάζει «σεισμούς», «διαθήκας» και «μεταθέσεις βίου». Το πρώτο είναι η παράδοση του Νόμου, η περίοδος της Παλαιάς Διαθήκης• το δεύτερο είναι η σάρκωση του Λόγου, η περίοδος της Καινής Διαθήκης• το τρίτο είναι η φανέρωση του Αγίου Πνεύματος κατά την Πεντηκοστή, ο καιρός του Πνεύματος. Το δεύτερο καί το τρίτο στάδιο δεν διαχωρίζονται βέβαια χρονικά, οι ενέργειες δε και των τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδος είναι κοινές. Το Άγιον Πνεύμα, κατά την υπόσχεση του Κυρίου ενώνεται με τους άξιους, και «διά προσθηκών» οδηγεί στην τελείωση της γνώσεως του Θεού. Κατά την διδασκαλία του Γρηγορίου, περί σταδιακής και οικονομικής φανερώσεως της Αγίας Τριάδος, η Παλαιά Διαθήκη εκήρυττε φανερά τον Πατέρα, και τον Υιό αμυδρότερα (σκιωδώς δε και το Άγιον Πνεύμα). Η Καινή εφανέρωσε τον Υιόν, υπέδειξε δε την θεότητα του Αγίου Πνεύματος. Αυτή φανερώνεται τρανότερα «εις ύστερον», από την ήμερα της Πεντηκοστής και μετά.

2. Αναφέρεται στην καταπλήσσουσα άπειρη φιλανθρωπία του Κυρίου που στην ένδοξο Ανάληψή Του συνανυψώνει και την ανθρώπινη φύση για να την έχει αχώριστη από την θεία φύση Του εις τους αιώνες, εν δεξιά του Πατρός• Η σημασία της ενώσεως των δύο φύσεων στο πρόσωπο του Κυρίου για την θέωση του ανθρώπου τονίζεται βέβαια σε όλο το έργο του Γρηγορίου.

3. Το χρονικό σημείο αυτής της «αρχής» είναι η Πεντηκοστή. Το Άγιο Πνεύμα ενεργούσε βέβαια και πριν από αυτήν, όπως αναφέρει πιο κάτω ο θείος Πατήρ, αλλά δεν είχε φανερωθεί στον κόσμο ως θεία υπόσταση (Βλ. σημείωση 1).

4. Ο Άγιος θέτει εδώ την βάση της θεολογίας ως εκκλησιαστικής λειτουργίας. Η θεολογία είναι φωτισμός και έμπνευση του Αγίου Πνεύματος μετά προηγούμενη κάθαρση των γνωστικών δυνάμεων της ψυχής. Το Άγιον Πνεύμα διδάσκει και αποκαλύπτει στους άξιους τα θεία μυστήρια, τους οδηγεί στη γνώση της θείας αληθείας, όσον είναι αναγκαίο για την σωτηρία των πιστών. Αυτοί είναι οι Πατέρες και Διδάσκαλοι της Εκκλησίας, οι οποίοι έχουν συνείδηση ότι γίνονται όργανα του Αγίου Πνεύματος για να φανερωθεί στον κόσμο η «πολυποίκιλος σοφία του Θεού». Οι άγιοι Πατέρες, φωτιζόμενοι και οδηγούμενοι από το Άγιο Πνεύμα, γνωρίζουν στους πιστούς το θέλημα του Θεού για την σωτηρία τους. Κανείς δεν μπορεί να θεολογήσει, αν δεν «δώσει λόγον» το Άγιο Πνεύμα. Κανείς δεν μπορεί να γνωρίσει τα του Θεού χωρίς τον Θεό. Ο άγιος Γρηγόριος έχει την θαυμαστή παρρησία να ομολογεί ότι ομιλεί εμπνεόμενος από το Άγιο Πνεύμα. Πιο κάτω θα χρησιμοποιήσει το ρήμα «σκέπτομαι» (με το Άγιο Πνεύμα). (Πρβλ. την λέξη «συν-διασκεψάμενοι» του προσομοίου των αίνων των Αγίων Πατέρων).

5. Ποιους υπονοεί ο θείος Πατήρ, ότι κρίνουν με αυτόν τον τρόπο τον ίδιο και όσους ομολογούν την θεότητα του Αγίου Πνεύματος; Πρέπει μάλλον να νοήσουμε «κείνους που είχαν ευσεβές φρόνημα και πίστευαν στην θεότητα και το ομοούσιον του Αγίου Πνεύματος, πλην όμως δεν ομολογούσαν την πίστη τους φανερά για λόγους «οικονομίας».

6. Οι πνευματομάχοι διακρίνονταν σε διάφορες κατηγορίες. Οι πιο ακραίοι θεωρούσαν το Άγιο Πνεύμα κτίσμα. Οι πιο ήπιοι εδίσταζαν να ονομάσουν το Άγιο Πνεύμα Θεόν από σεβασμό δήθεν προς την Γραφή, που δεν το αναφέρει ρητά. Προς αυτούς κυρίως απευθύνει τον λόγο ο Άγιος με μεγάλη αγάπη και συγκατάβαση, δείωνοντας το ύψος της «ποιμαντικής επιστήμης» του.

7. Οι Πνευματομάχοι, όπως και όλοι οι αιρετικοί, προσκολλώνται στις λέξεις, στο γράμμα της Γραφής, και χάνουν τα νοούμενα από τις λέξεις. Κρατούν τα «ονόματα», και αφήνουν τα «πράγματα». Και κατηγορούν τους ορθοδόξους ότι εισάγουν «άγραφα», δηλ. λέξεις πού δεν υπάρχουν στην Γραφή. Ο Γρηγόριος, με την διάκριση αυτή (ονόματος-πράγματος) και με την παράθεση γραφικών χωρίων, αποδεικνύει ότι η αλήθεια πρέπει να αναζητηθεί μέσα και πέρα από το γράμμα των Γραφών, με πολύ προσεκτική και επίπονο μελέτη και θείο φωτισμό. Για παράδειγμα, η αλήθεια για την θεία φύση και το ομοούσιο του Αγίου Πνεύματος δεν αναφέρεται με αυτές τις λέξεις, αλλά είναι «λίαν έγγραφος» (κατ' αντιδιαστολή προς το «άγραφον»), μαρτυρείται δηλαδή, από την Γραφή.

8. Βλέπουμε εδώ τον ζέοντα πόθο του Αγίου να αλιεύσει τους ασθενούντες στην πίστη στην ορθοδοξία με μία διακριτικότατη παραχώρηση, ώστε να όδηγηθούν σταδιακά στην ομολογία της θεότητος του Αγίου Πνεύματος. Δέχεται δηλαδή να ομολογήσουν την θεία φύση του Πνεύματος με άλλες λέξεις, και θα παρακαλέσει το Πνεύμα να τους δώσει και την λέξη Θεός. Ο ίδιος δηλαδή, σε αντίθεση με τους αιρετικούς, δεν προσκολλάται καθόλου στις λέξεις καί τα γράμματα.

9. Απ' όσα αναφέρει εδώ και λίγο πιο κάτω ο θείος Γρηγόριος, συμπεραίνεται ότι οι πνευματομάχοι ή έστω μια μερίδα τους, διακρίνονταν ως ιδιαίτερη κοινότητα. Έδειχναν δε θαυμαστό ζήλο ευσέβειας και ξεχώριζαν όχι μόνον από την εξωτερική εμφάνιση, αλλά και από το ασκητικό ήθος. Όλα αυτά, και την ορθή πίστη στον Υιό, επαινεί ο ιερός Πατήρ για να τους οδηγήσει προς την τελεία ενότητα της πίστεως.

10. Μεγαλειώδης φανέρωση της θείας αγάπης η οποία κατέφλεγε την καρδία του Μεγάλου Πατρός. Οι άγιοι Πατέρες με όση δύναμη και ιερό πάθος εμάχοντο υπέρ της αληθείας της πίστεως, με τόση σπλαχνική στοργή εφέροντο προς τους πλανωμένους για να τους επαναφέρουν μέσα στην μάνδρα της Εκκλησίας.

11. Στην Παλαιά Διαθήκη, και κατά τον πρώτο καιρό της κλήσεως και αποστολής των Μαθητών, το Άγιο Πνεύμα ενεργούσε «αμυδρά», μετά δε την Ανάσταση του Κυρίου «εκτυπώτερα» κατά την δεκτικότητα των αγίων Αποστόλων. Κατά την ημέρα της Πεντηκοστής όμως και μετά «τελειώτερα». Τότε φανερωνόταν «κατά την ενέργεια», τώρα όμως, «κατά την ουσία». Η λέξη «ουσιωδώς» χρησιμοποιείται από τους Πατέρες με την σημασία της ενοικήσεως του Αγίου Πνεύματος, του πληρώματος της χάριτός Του, σε διάκριση από την ενέργεια ενός μόνον ή περισσοτέρων χαρισμάτων Αυτού. Κατά τον ίδιο άρρητο τρόπο που ενοικεί ο Πατήρ και ο Υίός. Δεν πρέπει βέβαια να νοήσουμε καμμία αναφορά στη θεία ουσία, ή οποία είναι απρόσιτη καί άμέθεκτη από κάθε κτιστή φύση.

12. Θέλοντας ο θείος Γρηγόριος να τονίσει το ομοούσιο του Αγίου Πνεύματος με τον Υιό, συνδέει συχνά διάφορα γεγονότα της θείας οικονομίας κατά την φανέρωση των δύο Προσώπων στον κόσμο. Έτσι, αφού αναφέρεται στην σωματική παρουσία του Υιού, ομιλεί για την «σωματική» εμφάνιση του Αγίου Πνεύματος. Εννοεί μάλλον την κάθοδό Του κατά την Βάπτιση ως περιστεράς και κατά την Πεντηκοστήν εν είδει πύρινων γλωσσών, οι οποίες δείχνουν επίσης και την «συγγένεια προς τον Λόγο».

13. Αλληγορική ερμηνεία του «ο στεγάζων εν ύδασι τα υπερώα Αυτού» (ψαλμ. 103,3). Κατ' αυτήν, θεία ύδατα σημαίνουν αγγελικές δυνάμεις, οι οποίες είναι θρόνος δόξης της θείας μεγαλειότητος και υμνούν ακατάπαυστα τον Θεόν.

14. Την νύκτα του Πάσχα του ιδίου έτους, ο θείος Γρηγόριος είχε τραυματισθεί από τους εξαγριωθέντες αρειανούς, που όρμησαν με μανία εναντίον του για να τον εξοντώσουν. Αισθάνεται ότι και πάλι μπορεί να κινδυνεύσει, αν και ίσως όχι από τους πνευματομάχους.