Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2014

«Και ένδυμα ουκ έχω, ίνα εισέλθω εν αυτώ…»

«Και ένδυμα ουκ έχω, ίνα εισέλθω εν αυτώ…»


Αδελφοί, μετά της παραβολής των δέκα παρθένων, η υμνολογία απόψε συνδυάζεται και με την παραβολή των βασικικών γάμων, κατά την οποίαν βασική απαίτησις δια να εισέλθη κανείς εις τον νυμφώνα είναι να έχη ένδυμα γάμου.
«Και ένδυμα ουκ έχω, ίνα εισέλθω εν αυτώ…». Ωμολογήσαμεν ότι δεν έχομεν το λαμπρόν ένδυμα της αρετής και της καθαρότητος, δια να εισέλθωμεν εις την βασιλείαν του Χριστού. Εκείνος όμως μας εχάρισε το λαμπρότατον των ενδυμάτων.
Όταν εγίναμε Χριστιανοί, εκ του ουρανού μας εδίδετο την ώραν εκείνην ένδυμα λαρπότατον. «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε». Τον ίδιον τον Χριστόν, την χάριν και την αγιότητα του Χριστού εφορέσαμεν εις το βάπτισμα ως περιβόλαιον λαμπρόν.
Δυστυχώς εκηλιδώσαμεν τον χιτώνα αυτόν με πολλές αμαρτίες και σφάλματα εις την ζωήν. Τουλάχιστον ας υπάρχη η διάθεσις της μετανοίας, ας μη μας καταλαμβάνη και από αυτής της απόψεως η ραθυμία. Διότι δυστυχώς πολλοί την ραθυμίαν των και την αδιαφορίαν των την παρουσιάζουν και εις τούτο. Ενώ ημάρτησαν, ενώ εις πολλά έγιναν παραβάται του θείου θελήματος, δεν δείχνουν διάθεσιν και προθυμίαν μετανοίας και διορθώσεως και επιστροφής προς τον Σωτήρα Χριστό.
Αλλά είθε αι σκέψεις αυταί, τας οποίας ευκαίρως κατά την παρούσα αγίαν ημέραν εξεθέσαμεν, να μας δώσουν νέαν αφορμήν και ώθησιν, ώστε να αποκτήσωμεν, δια της μετανοίας και δια της χάριτος  του Κυρίου, το λαμπρόν εκείνο ένδυμα, με το οποίο όταν εμφανισθώμεν ενώπιον του Κυρίου, θα μαςαναγνωρίση ως ιδικούς του. Και δεν θα μας ειπή το απευκταίον: «ουκ οίδα υμάς», αλλά θα ειπή το χαρμόσυνον και τρισμακάριστον «ευ δούλε αγαθέ και πιστέ, είσελθε εις την χαράν του Κυρίου σου». Αμήν.
Μητροπολίτου Πατρών Νικοδήμου

Η Άγνωστη Γυναίκα

Η Άγνωστη Γυναίκα


Το δημοφιλές τροπάριο της υμνογράφου της Εκκλησίας μας, μοναχής Κασσιανής συγκεντρώνει απόψε ιδιαιτέρως πολλούς χριστιανούς στις εκκλησιές. Όμως η δημοτικότης του τροπαρίου αυτού συνετέλεσε ώστε να αναμιχθεί με πολλούς θρύλους και με πολλά μυθεύματα και με σύγχυση προσώπων και περιστάσεων.
Η σκηνή πολύ συγκινητική, εκτυλίσσεται στο σπίτι ενός λεπρού, του Σίμωνος, ο οποίος είχε για καλεσμένο του τον Κύριο.
Κατά την διάρκεια λοιπόν αυτής της επίσκεψης του Χριστού στο σπίτι του Σίμωνος, μία γυναίκα εισέρχεται στον χώρο, μία γυναίκα την οποία τίποτα δεν την σταματά, μία γυναίκα η οποία πέφτει στα πόδια του Ιησού και τα βρέχει με τα δάκρυα της μετανοίας της. Η γυναίκα αυτή είναι μία πόρνη, μία αμαρτωλή, κλαίει, σκουπίζει τα πόδια του Χριστού με τα μαλλιά της και έπειτα τα αλείφει με πολύτιμο μύρο.
Ο Κύριος δεν την διακόπτει την αφήνει και θα λέγαμε την παρατηρεί γεμάτος έκπληξη και θαυμασμό, θαυμάζει την μετάνοιά της, την συντριβή της καρδιάς της, την τόλμη της και συγχωρεί τις πολλές της αμαρτίες διότι όπως ο ίδιος είπε ηγάπησε πολύ.
Ποια είναι όμως αυτή η γυναίκα; Κάποιοι κακώς νομίζουν ότι είναι η Μαρία η Μαγδαληνή μία άποψη η οποία είναι τελείως λάθος η οποία όμως είναι δυστυχώς η επίσημη θέση της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.
Η αγία Μαρία η Μαγδαληνή αδελφοί μου ήταν μία γυναίκα αμέμπτου ήθους και μία από της μεγαλύτερη σε ηλικία μαθήτριες του Χριστού.
Άλλοι λέγουν ότι είναι η Μαρία η αδελφή του Λαζάρου. Όντως αυτή η Μαρία άληψε τα πόδια του Ιησού με μύρο στο σπίτι του Σίμωνος του Φαρισαίου και όχι του λεπρού και επίσης αυτό έγινε σε άλλη χρονική περίοδο.
Βεβαίως ούτε λόγος να γίνετε για την ανάμιξη του ονόματος της ποιήτριας του τροπαρίου, της μοναχής Κασσιανής.
Η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή είναι μία άγνωστη γυναίκα. Ο ευαγγελιστής δεν θεωρεί ότι είναι σημαντικό να αναφέρει το όνομά της, διότι σημασία έχει το δίδαγμα που  μας προσφέρει. Και αυτό το δίδαγμα που μας χάρισε αυτή η άγνωστη γυναίκα είναι η μετάνοια και η συντριβή. Όσο μεγαλύτερη είναι η μετάνοιά μας τόσο βεβαιότερη και η συγχώρηση από τον Κύριο.
Σημασία αδελφοί μου έχει όχι τόσο η πτώσης μας καθ’ εαυτήν αλλά η έλλειψη μετανοίας, η αδιαφορία μας για τα σφάλματά μας. Σήμερα λοιπόν η Εκκλησία, μας προβάλει αυτή την γυναίκα για να μας υπενθυμίσει για άλλη μία φορά ότι χωρίς την δική μας προσωπική συντριβή, την δική μας διάθεση για αλλαγή, για μετάνοια δεν θα μπορέσουμε τελικά να πάθουμε μαζί με τον Χριστό, ότι δεν θα μπορέσουμε να τον ακολουθήσουμε στο πάθος και στην Ανάσταση. Διότι η καρδιά μας είναι γεμάτη με το εγώ μας, είναι γεμάτη με τα λάθη μας τα οποία τα έχουμε τοποθετήσει στο κέντρο της ύπαρξής μας και δεν τα πετούμε έξω απ’ αυτήν.
Ας βάλουμε λοιπόν στην άκρη όλα αυτά τα μυθεύματα και τους θρύλους περί της αμαρτωλής αυτής γυναικός και ας κρατήσουμε το παράδειγμά της, ας μας προβληματίσει τουλάχιστον λίγο η τόλμη της, δεν είναι εύκολο πράγμα να μπεις μέσα σε ένα ξένο σπίτι και να προβείς σε μία τέτοια ταπεινωτική πράξη, με την οποία όμως κατάφερε να ευαρεστήσει, να συγκινήσει τον Κύριο και να την συγχωρέσει.
 Δεν ζητά από εμάς ο Κύριος μεγάλα πράγματα αδελφοί μου, μας ζητά να μην κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας, μας ζητά να μην ζούμε μέσα στην πλάνη του εγώ μας, αλλά να γίνουμε επιτέλους ειλικρινείς, να ζήσουμε επιτέλους μία ζωή χωρίς ψέμματα και ψευδαισθήσεις για την δήθεν αξιότητά μας.
Το πόσο αμαρτωλοί είμαστε όλοι μας το ξέρει μόνο ο Θεός και εμείς, στο χέρι μας όμως είναι να δείξουμε ότι έχουμε διάθεση τουλάχιστον για αλλαγή, όχι για μία στιγμιαία αλλαγή, η οποία σαν πυροτέχνημα έρχεται και φεύγει αλλά μία σταθερή απόφαση να μην υποκύψουμε ξανά στο κάλεσμα του άρχοντος του κόσμου τούτου ο οποίος μας ξεγελά και μας εισάγει μέσα στον κόσμο της ψευτιάς του.
Η γυναίκα αυτή η οποία αμάρτησε πολύ κατάλαβε εγκαίρως το λάθος της, κατάλαβε εγκαίρως την ψευτιά του κόσμου, κατάλαβε ότι το πάθος είναι ένα βαθύ μαρτύριο, το οποίο όμως είναι καλά περιτυλιγμένο σ’ ένα λεπτό κουκούλι που ονομάζεται απόλαυση, το κατάλαβε και μετανόησε δείχνοντας έμπρακτα την μετάνοιά της. Δεν απογοητεύτηκε, δεν απελπίστηκε αλλά έστρεψε το βλέμμα της στον φιλάνθρωπο Κύριο και τελικά δικαιώθηκε στα μάτια του Χριστού, δικαιώθηκε διότι αγάπησε πολύ, διότι μετανόησε πολύ και ταπεινώθηκε.
Ας γίνει λοιπόν αυτή η γυναίκα σήμερα πρότυπο για όλους μας, όχι στην αμαρτία της αλλά στην μετάνοιά της, διότι αν αδελφοί μου παραμείνουμε επίμονα γοητευμένοι από τον εαυτό μας και από τα δήθεν κατορθώματά του τότε η επιμονή μας αυτή θα γίνει θάνατος της ψυχής μας.
Η ζωή μας αδελφοί μου είναι γεμάτη πτώσεις, πόνο, απογοητεύσεις, αλλά και χαρά και ευτυχία. Μας καλεί σήμερα ο Νυμφίος Χριστός ο οποίος μας χάρισε την ζωή να τολμήσουμε και εμείς με αυτοπεποίθηση και ειλικρίνεια να ακολουθήσουμε την πορεία του, μπορεί να μας φαίνεται δύσκολη, μπορεί να μας αποθαρρύνει ο κόσμος, οι φίλοι, οι συγγενείς…ας κλείσουμε εμείς τα αυτιά μας όμως σε όλους αυτούς διότι αν και φαίνονται να θέλουν το καλό μας τελικά μας ωθούν στην αιώνια καταδίκη μας. Μην συμβιβαστούμε λοιπόν με τίποτα λιγότερο από την πορεία του Κυρίου μας, διότι αυτός είναι η Οδός και η Αλήθεια και η Σωτηρία του κόσμου...

Όλα θα πάρουν νόημα, όταν οι άνθρωποι τελικά εξελιχθούν σε Ανθρώπους!

Όλα θα πάρουν νόημα, όταν οι άνθρωποι τελικά εξελιχθούν σε Ανθρώπους!

Κάποτε που ο κόσμος ζούσε απλά, κάποτε που οι άνθρωποι ζούσαν δίνοντας αγάπη στους άλλους, κάποτε που τα πρόσωπα ήταν χαμογελαστά πλημμυρισμένα με ανεξικακία, αμεριμνησία, καθαρότητα τότε ο κόσμος αποζητούσε την ευμάρεια που δεν είχε.
Πέρασαν χρόνια πολλά, πόλεμοι, πείνα, εξαθλίωση, πόνος... μέχρις ότου η πολυπόθητη πρόοδος χαρίσει σε όλους (σχεδόν) μία αναβαθμισμένη ποιότητα ζωής. Η ανάπτυξη της τεχνολογία λόγω της απίστευτης γενικότερης επιστημονικής προόδου συνέβαλε τα μέγιστα σε τούτη την αλλαγή, σε τούτη την νέα ζωή των ανθρώπων.  
Η ευκολία στους διάφορους τομείς της ζωής μας, η συνεχόμενη αναζήτηση καινούργιων προκλήσεων, τα επιστημονικά πειράματα, η έρευνα, κάποιοι νεοφανείς επιστημονικοί κλάδοι είναι κάποια κομμάτια από το πάζλ του παρόντος και του μέλλοντός μας.
Ο άνθρωπος κατάφερε να κυριαρχήσει στον κόσμο λόγο του νου του, λόγο της ικανότητας που έχει να σκέφτεται, να κρίνει και να αποφασίζει όχι μόνο με το ένστικτο όπως τα ά-λογα ζώα αλλά σύμφωνα με το συμφέρον του.

Ο άνθρωπος κατάφερε να απαντήσει σε πολλά αναπάντητα –μέχρι και πριν λίγα χρόνια- ερωτήματα όμως τελικά όλοι οι σοφοί της γης σιωπούν μπροστά στο μεγάλο, αιώνια υπαρξιακό ερώτημα: «Τι είναι ο άνθρωπος»;
Γιατί ο άνθρωπος πασχίζει να «προοδεύσει, να αναπτυχθεί, να ζήσει καλύτερα, ευκολότερα, πιο πολύ»; Γιατί καταναλώνεται τόσο πολύ ώστε να μεταμορφώσει αυτόν τον φθαρτό κόσμο σε έναν «παράδεισο» σύμφωνα με τα δικά του πιστεύω; Γιατί ο άνθρωπος κουράζεται να δείχνει ότι μπορεί να νικήσει την φύση, το σύμπαν, τις αρρώστιες, την φθορά, τον θάνατο, τον Θεό; Γιατί δεν ξέρεις ποιος είναι, τί είναι! Γιατί έπαψε να πιστεύει στον Θεό. Γιατί έπαψε να ελπίζει στην αιωνιότητα. Ξέχασε το ποιος είναι. Έπαψε να αναζητά την αγάπη του Άλλου, να δίνει αγάπη στον Άλλο…
Όντως ο κόσμος μας έχει περισσότερες ανέσεις από αυτόν που παρέλαβαν οι παππούδες μας. Όμως ο κόσμος μας δεν έχει κάτι που είχε ο κόσμος των παππούδων μας. Δεν έχει Θεό. Δεν έχει Πίστη. Δεν έχει Ελπίδα. Δεν έχει Αγάπη.
Ο κόσμος μας ζει μέσα σε έναν ψέμα αιωνιότητος, ζει μέσα σε ένα ψέμα αυτάρκειας, ζει μέσα σε ένα ψέμα προόδου, διότι μόνο κάποιος που έχασε τα λογικά του πιστεύει ακόμα ότι ο κόσμος μας είναι καλύτερος από ότι ήταν πριν 50 χρόνια, ότι αφορά τις ανθρώπινες σχέσεις, την κοινωνία μας, την ελευθερία του ατόμου, την δικαιοσύνη, την ευημερία των λαών.
Που είναι λοιπόν η πρόοδος; Μήπως μέσα στην ανεξέλεγκτη ισοπέδωση των υποχρεώσεων και στην αναζήτηση καινούργιων δικαιωμάτων; Μήπως μέσα στην αλόγιστη επιβουλή εξουσίας των δυνατών που ονομάζουνε ειρήνη; Μήπως μέσα στην παρανοϊκή προβολή της διαστροφής, της ανηθικότητας και του εγωισμού σαν πρότυπα ζωής για τους νέους μας;
Μιλούμε σήμερα οι άνθρωποι για δύσκολους καιρούς, για χρόνια που θα έρθουν και οι νέες γενιές θα περάσουν δύσκολα. Ξεχνούμε όμως ότι το σήμερα διαμορφώνει το αύριο, ότι εμείς θα χαράξουμε τον δρόμο που θα βαδίσουν οι νέες γενιές.
Πρέπει λοιπόν να αποφασίσουμε προς τα πού θα τον χαράξουμε αυτόν τον δρόμο. Προς την εξασφάλιση μία ψεύτικης ειρήνης, μίας ψεύτικης χαράς, μίας ψεύτικης αυτάρκειας που θεμελιώνουμε πάνω στην άμμο της κάλπικης μεγαλωσύνης μας; Ή προς την Ζωή που μας προτείνει Αυτός που από «εκ του μη όντος εις το είναι ημάς παρήγαγε..»;
Ο άνθρωπος είναι το τελειότερο δημιούργημα του Θεού, κανένα άλλο πλάσμα δεν μπορεί να δημιουργήσει πολιτισμό, να γράψει ποιήματα, να συνθέσει μουσική, να χαρεί με μία ανοιξιάτικη μέρα, να αναπαυθεί σε ένα όμορφο ηλιοβασίλεμα.
Ο άνθρωπος όμως πρέπει να μην ξεχάσει ότι και αυτός είναι δημιούργημα, είναι μία σκιά μέσα στην ιστορία που μόνο με την Χάρη του Δημιουργού του μπορεί να γίνει ήλιος.
Το πάν δεν είναι ο άνθρωπος να προοδεύσει, να ξεπεράσει τα επιτεύγματα των προηγουμένων γενεών χαμένος μέσα σε ένα λαβύρινθο καθηκόντων απέναντι στο είδος του, απέναντι στους παλαιούς και νέους, σε αυτούς που άφησαν μια κληρονομιά και σε αυτούς που θα ζητήσουν το κάτι παραπάνω.
Το παν είναι ο άνθρωπος να βρει ποιος είναι, που βαδίζει, ποιος είναι ο σκοπός ύπαρξής του…
Το παν είναι να καταλάβει ότι μόνο με τον Χριστό μπορεί να Καταλάβει, πρέπει να δει ότι μόνο με τον Χριστό μπορεί να Δει, πρέπει να ζήσει με τον Χριστό ώστε να Ζήσει.
Όλα θα πάρουν νόημα, όταν οι άνθρωποι τελικά εξελιχθούν σε Ανθρώπους…


αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Το Πανίσχυρο Όπλο

Το Πανίσχυρο Όπλο


Ρώτησαν τν ββ Λογγίνο:
- Ποι ρετ εναι μεγαλύτερη π᾿ λες;

Κα πάντησε:
- Σκέφτομαι, τι, πως περηφάνεια εναι τ μεγαλύτερο π᾿ λα τ πάθη, φο κα π τν οραν μπόρεσε ν ρίξει κάποιους (δηλαδ τν ωσφόρο κα τ τάγμα του), τσι κα ταπεινοφροσύνη εναι μεγαλύτερη π᾿ λες τς ρετές, γιατ κι π᾿ ατ τ τάρταρα μπορε ν᾿ νεβάσει να νθρωπο, κόμα κι ν εναι μαρτωλς σν δαίμονας.
Ν γιατ Κύριος πρν π᾿ λους μακαρίζει τος «πτωχος τ πνεύματι», (δηλαδ τος ταπεινούς) (Ματθ. 5:3).
***
νας γέροντας επε:
- Προτιμ ττα πο θ συνοδεύεται π ταπεινοφροσύνη, παρ νίκη πο θ συνοδεύεται π περηφάνεια.
***
νας (λλος) γέροντας επε:
- Πολλς φορς ταπείνωση σωσε πολλούς, κα μάλιστα κοπα.
Κι ατ τ ποδεικνύουν τελώνης κα σωτος υός, πο επαν μόνο λίγα λόγια κα σώθηκαν (βλ. Λουκ. 18:13 - 15:21).
***
ββς σαΐας επε:
- Περισσότερο π᾿ λα χουμε νάγκη π τν ταπεινοφροσύνη.
Γι᾿ ατ ς εμαστε πάντα τοιμοι, σ κάθε λόγο πο κομε ργασία (πο κάνουμε), ν λέμε (στν πλησίον):
«Συγχώρεσέ με».
Γιατ μ τν ταπεινοφροσύνη καταστρέφονται λα τ (πονηρ ργα) το χθρο.
 ***
μμ Θεοδώρα λεγε, πς οτε σκηση οτε κακουχία οτε ο ποιοιδήποτε κόποι σζουν (τν νθρωπο), παρ μόνο γνήσια ταπεινοφροσύνη. (Κα γι πιβεβαίωση διηγόταν τ ξς:)
- ταν κάποιος ναχωρητής, πο διωχνε τος δαίμονες. Κα τος ξέταζε, γι ν μάθει μ ποιν τρόπο βγαίνουν (π τν νθρωπο). «Μ τ νηστεία;» τος ρωτοσε. «μες οτε τρμε οτε πίνουμε», παντοσαν κενοι.
«Μ τν γρυπνία;». «μες δν κοιμόμαστε καθόλου», λεγαν.
«Μ τν ναχώρηση (π τν κόσμο);». «μες ζομε στς ρήμους», ποκρίνονταν.
πειδ γέροντας πέμενε κα λεγε, «Μ ποιν λοιπν τρόπο βγαίνετε;», κενοι μολόγησαν:
«Τίποτα δν μς νικάει, παρ μόνο ταπεινοφροσύνη».

Με ποιούς πρέπει να κάνουμε παρέα;

Με ποιούς πρέπει να κάνουμε παρέα;


μφάνιση εναι, θ λέγαμε, τ φύλλα, ν τ ργα ο καρποί. Μ δώσεις λοιπν σημασία στν ξωτερικ μφάνιση κα θελήσεις ν μιμηθες τέτοιους νθρώπους, μ τ δικαιολογία τι τάχα δν εσαι σ καλύτερος π᾿ ατος πο πέφτουν στ πάθη. Στοχάσου ατ πο λέει Γραφή, τι «ν μεγάλ οκί οκ στι μόνον σκεύη χρυσ κα ργυρά, λλ κα ξύλινα κα στράκινα, κα μν ες τιμήν, δ ες τιμίαν» (Β Τιμ. 2:20). ν λοιπν παρακούσεις τν Κύριο κα κτελέσεις τ ργα τς μαρτίας, θ εσαι σκεος χωρς ξία. ν μως κτελέσεις τ ργα το Κυρίου, θ εσαι κλεκτ σκεος «ες τιμήν, γιασμένον κα εχρηστον τ δεσπότ, ες πν ργον γαθν τοιμασμένον» (Β Τιμ. 2:21).


γάπα τν καλ συναναστροφ κα πόφευγε τν κακή. Γιατ οτε μάγος οτε λστς οτε τυμβωρύχος γεννήθηκαν τέτοιοι, λλ μαθαν τ γκλήματα π νθρώπους, πο διάβολος τος διέστρεψε τ διάνοια. Θες λα τ κανε πολ καλ (Γέν. 1:31).
Ν δέχεσαι χωρς δυσφορία τς ντολς το Θεο κα ν ποκρούεις ξυπνα τ τεχνάσματα το διαβόλου.
Ν κόβεις τς βλαβερς συναναστροφς γι ν χεις σωτερικ ρεμία.
χθρς φροντίζει ν πλίζει τος μελέστερους δελφος ναντίον τν γωνιστν.
Ο γωνιστς μως, ν προσέχουν, βρίσκουν φέλεια μέσ τν μελεστέρων, σηκώνοντας τς δυναμίες τους γι χάρη το Κυρίου.
κενος πο σπλαγχνίζεται τν πλησίον, θ βρε σπλαγχνικ τν Κύριο πέναντί του.
ντίθετα « κρίσις» θ εναι «νέλεος τ μ ποιήσαντι λεος» (ακ. 2:13).
Ν μ συνεργήσεις μ κανέναν δελφό σου στ διάπραξη μαρτίας.
Φρόντισε μάλιστα, ν μπορες, ν λυτρώσεις κι κενον π᾿ ατή, γι ν ζήσει (αώνια) ψυχή σας μαζ μ τν Κύριο.
ς εναι φόβος το Θεο συνεχς μπροστ στ μάτια σου, κα μαρτία δν θ σ νικήσει.
δελφοί, πρέπει ν προσέχουμε π κακ συμβουλή. Γιατ σήμερα μ τος περισσότερους νθρώπους συμβαίνει ,τι μ δυ λαμπροφορεμένους, πο βαδίζουν μαζ στν γορά, κα πο π᾿ ατος νας σκοντάφτει π προσεξία, πέφτει στ λάσπη, καταλερώνει τν πέροχη στολή του, κι πειτα, κινημένος π τ φθόνο, πιδιώκει ν ρίξει κα τν λλο στ βορκο, στε ν μν χει μόνο ατς σχημη μφάνιση. τσι κα σοι πεσαν π τν ρετή, γωνίζονται ν ρίξουν κα τος λλους, γι ν μ ζον μόνο ατο μέσα στ βορκο. Μιλον μάλιστα ταπειν κα παντον γλυκά, γι ν᾿ πομακρύνουν σιγ-σιγ π τ σωφροσύνη ατος πο τος κονε, κα ν τος ρίξουν σ μοιο μ τν δικό τους βόθρο. Κα χι μόνο δν διστάζουν ν κάνουν ο διοι ασχρ ργα, λλ κα τν πλησίον τους προτρέπουν σ᾿ ατά, λέγοντας: «Γιατί μς ποφεύγεις; πειδ εμαστε μαρτωλοί; Δν ξέρεις, τι ζω ατ εναι να «πέσε-σήκω;» Κα δν ντρέπονται ν λένε τέτοια λόγια κα λλα παρόμοια. Γιατί; πειδ ατο χουν πέσει πι στν μαρτία κα δν θέλουν ν σηκωθον, πως επα. λλ κα σκάνδαλο γίνονται στος πολλος κα ατία πτώσεως κα διαφθορς κα χρησιμοποιονται σν δόλωμα στ γκίστρι το διαβόλου. πιδιώκουν ν ξαπατήσουν τς στήρικτες ψυχς κα ν τς παρασύρουν στν δια καταστροφή. Γι᾿ ατ ν φυλάγεσαι π κάτι τέτοιους τύπους, γαπητέ μου, μν τυχν σ λκύσουν μ τ γλυκά τους λόγια κα σ στείλουν στν αώνια κόλαση, που θ πνε κα ο διοι.
 Αγίου Ισαάκ του Σϋρου

Φαντασία: σύμμαχος ή εχθρός;

Φαντασία: σύμμαχος ή εχθρός;


Μία από τις σημαντικότερες  δυνάμεις του λογιστικού του ανθρώπου είναι η φαντασία. Φυσική της λειτουργία είναι να επιτρέπει στον άνθρωπο να αναπαριστά τα αισθητά, όπως είναι πράγματι.

Η φαντασία είναι η δύναμη που μετατρέπει τα περιεχόμενα της αντίληψης σε αντίστοιχες εικόνες και αναπαραγωγής των προϊόντων αυτών, όταν η μνήμη τα ανακαλεί. Είναι εξίσου και η ικανότητα να παράγει και να δημιουργεί νέες εικόνες συνδυάζοντας πολλές απ’ όσες έχει πάρει, είτε πλήρως είτε μερικώς. Έτσι η φαντασία μπορεί να πάρει τριπλή μορφή: της φαντασίας που α) παράγει, β) αναπαράγει, γ) δημιουργεί. Καθεμιά απ’ αυτές θεμελιώνεται στην προηγούμενή της. Υπό τις δύο τελευταίες μορφές παράγει τα όνειρα, στις ειδικές συνθήκες του ύπνου.
Στην αρχέγονη κατάσταση του ανθρώπου, η φαντασία στου συνδεόταν αποκλειστικά με την αναπαράσταση των αισθητών δημιουργημάτων, που υπήρχαν. Ήταν δύναμη απαραίτητη στο πλαίσιο των αναγκαίων σχέσεών του μ’ αυτά, όμως δεν αποτελούσε εμπόδιο στη σχέση του με το Θεό, ούτε οδηγούσε σε εκτροπή την πορεία του προς Αυτόν.
Στην προπτωτική του κατάσταση ο άνθρωπος διέθετε την «ευπρεπή φαντασίαν». Η ένωση με το Θεό μέσα από τη θεωρία, στην πραγματικότητα δεν είναι δυνατή παρά μόνο μέσω της «καθαράς προσευχής», επομένως, προϋποθέσεις της ένωσης με το Θεό είναι αφενός μεν η απάθεια και αφετέρου η απουσία οποιασδήποτε αναπαράσταστης κάθε σκέψης και κυρίως κάθε φαντασίας, που αναφέρονται όχι μόνο στα αισθητά, αλλ’ ακόμη και στον ίδιο το Θεό. Σ’ αυτό το επίπεδο της θεωρίας, η φαντασία παύει ν’ ασκείται εξίσου στον ύπνο. Ο άνθρωπος βρίσκεται μόνιμα, ενωμένος στενά με το Θεό, και στον ύπνο του ακόμη ο νους του παραμένει άγρυπνος.
Με το προπατορικό αμάρτημα, η φαντασία στον άνθρωπο καθίσταται εργαλείο που συμβάλλει στη διακοπή της κοινωνίας με το Θεό. Με όσα αυτή παράγει, θα γεμίζει από τώρα και στο εξής ο άνθρωπος τον κενό, από το Θεό, νου του.
Αυτό ισχύει πράγματι για τη δημιουργό φαντασία. Στο συγκεκριμένο σημείο, δεν μπορεί κάποιος παρά να θυμηθεί την εξήγηση του Μεγάλου Αθανασίου σύμφωνα με την οποία η ψυχή μη μπορώντας να παραμείνει ακίνητη και χωρίς αντικείμενο, αφότου ο άνθρωπος αποστράφηκε το Θεό για τον Οποίο η πρώτη του φύση τον προόριζε, βάλθηκε να φαντάζεται αντικείμενα, πάνω στα οποία θα μπορούσε να στιριχτεί: « Κινείται ουν η ψυχή ουκ έτι μεν κατά αρετήν, ουδέ ώστε τον Θεόν οράν, αλλά τα μη όντα λογιζομένη, το εαυτής δυνατόν μεταποιεί, καταχρωμένη τούτω ει ας επενόησεν επιθυμίας…»
Ο άνθρωπος λοιπόν, που οδηγείται στην άγνοια του πνευματικού κόσμου, κατασκευάζει με το νου και τη φαντασία του ένα φανταστικό κόσμο, στον οποίο προσκολλάται τόσο περισσότερο, όσο αυτός αποκρίνεται στις αισθητές επιθυμίες και στα πάθη, που αναπτύσσονται μέσα του.
Αφ’ ενός η φαντασία διεγείρει τα πάθη, προσφέροντας σ’ αυτά ερείσματα, επί των οποίων μπορούν να στηριχθούν και ν’ αναπτυχθούν. Αφετέρου και κυρίως τα πάθη διεγείρουν τη δράση και τις παραγωγικές δυνάμεις της φαντασίας: τρεφόμενα κατ’ εξοχήν με το φανταστικό, τα πάθη καταφέρνουν να παράγουν και να γεννούν τις εικόνες (παλαιές και νέες) που αντιστοιχούν σ’ αυτά και του προσφέρουν την ηδονή και την τέρψη που επιζητούν.
Οι ασκητές γνωρίζουν ανέκαθεν ότι τα όνειρα δημιουργούνται από τη φαντασία σε συνάρτηση με τις σωματικές και τις ψυχικές διαθέσεις, στην τελευταία αυτή περίπτωση αυτό γίνεται: α) είτε ως συναθροίσεις των καταλοίπων της μνήμης, που συνδέονται με ασχολίες και μέριμνες της καθημερινότητας, β) είτε ως μέσα ικανοποίησης των επιθυμιών της επιθυμητικής δύναμης και γ) είτε, αναφορικά προς το θυμοειδές, ως απάντηση στο θυμό και την οργή του ήτο φόβο του, αν πρόκειται για εφιάλτες. Λέγει ο άγιος Μάξιμος: « Όταν η επιθυμία αύξη, τας ποιητικάς των ηδονών ύλας εν τοις ύπνοις ο νους φαντάζεται, όταν δε ο θυμός τα φόβων ποιητικά πράγματα βλέπει».
Οι Πατέρες υπογραμμίζουν τον πολύ σημαντικό ρόλο, που διαδραματίζουν οι δαίμονες στη διπλή αυτή σχέση φαντασίας και παθών: α) είτε ωθώντας τον άνθρωπο να φαντάζεται ως απάντηση στα πάθη του και με τη μεσολάβησή τους, β) είτε διεγείροντας άμεσα σ’ αυτόν εικόνες και φαντάσματα με σκοπό να ενεργοποιήσουν τα πάθη. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, είναι αρκετό οι δαίμονες να βάλουν στο νου του ανθρώπου, κατά τον ύπνο όπως και κατά την εγρήγορση, εικόνες νέες γι’ αυτόν, χωρίς καμία σχέση με κάποια από τις παρούσες ή τις προηγούμενες αντιληπτικές εμπειρίες του, όχι δημιουργημένες από αυτόν τον ίδιο αλλ’ επιβαλλόμενες στο νου του κατά κάποιο τρόπο. Έχουν ως σχέδιο να τον οδηγήσουν στη διάπραξη νέων αμαρτιών ή να τον παρασύρουν σε πονηρούς δρόμους, που δεν έχει ακόμη βαδίσει. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για τους δαίμονες, που εξαπατούν τον άνθρωπο και τον κρατούν μακριά από τον Θεό.
Η κυριότερη μορφή, που παίρνουν οι δαιμονικές υποβολές, που ωθούν τον άνθρωπο στην αμαρτία, είναι οι φαντασιώσεις: αν στα ασκητικά κείμενα οι λογισμοί συχνά συνδυάζονται με τις φαντασιώσεις, επίσης συχνά ανάγονται πραγματικά σ’ αυτές ή έχουν σ’ αυτές την αρχή και την πηγή τους. Επομένως, η φαντασίωση εμφανίζεται ως η κύρια πύλη εισόδου των δαιμονικών υποβολών στην ψυχή.
Σε κάθε περίπτωση, η φαντασία εμφανίζεται ως το κύριο όργανο της δαιμονικής ενέργειας στην ανθρώπινη ψυχή, τόσο στην κατάσταση της εγρήγορσης όσο και στον ύπνο: μέσω της φαντασίας οι δαίμονες ενοχλούν τον άνθρωπο, επιζητώντας α) να τον ωθήσουν στην αμαρτία και να ξυπνήσουν ή να διεγείρουν τα πάθη του και β) να τον ταράξουν και να τον θορυβήσουν με πολλούς τρόπους, να του προκαλέσουν λύπη, στεναχώρια και αγωνία, να τον εξαπατήσουν, να τον παραπλανήσουν μέσα από διάφορες φρεναπάτες και κυρίως να τον υποδουλώσουν. Ο Άγιος Ησύχιος ο Ιεροσολυμίτης, της αποδίδει πρωταγωνιστικό ρόλο στην πτώση του ανθρώπου επισημαίνοντας: «ούτω πάλιν (ο Σατανάς) τον Αδάμ εχώρισε του Θεού, θεϊκον αξίωμα φαντάσας αυτόν. Και ούτω πάντας τους αμαρτάνοντας απατάν ο ψεύστης και δόλιος είωθεν εχθρός».
Όσο ο πεπτωκώς άνθρωπος δεν έχει ξαναβρεί τη νήψη, που χαρακτηρίζει τη φύση του στην κατάσταση της τελειότητας και της υγείας, τόσο η καρδιά του παραμένει ανοικτή στις πονηρές εισηγήσεις, τις οποίες του υποβάλλει ο εχθρός μέσα από το κανάλι της φαντασίας του και αφήνεται να κυριεύεται νυχθημερόν από εικόνες, που παρασύρουν το νου του στην εκτροπή και τον αλλοτριώνουν, οδηγούμενος και παραμένοντας έτσι μακριά από το Θεό.
Όσο ο άνθρωπος φαντάζεται αυτό, που τον αποξενώνει από το Θεό, τόσο περισσότερο φανερώνει ότι, πέρα από τη φαντασία του, και η ψυχή του στο σύνολό της είναι ασθενής.
Jean Claude Larchet
Η Θεραπευτική των Πνευματικών Νοσημάτων