Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2012

- Αντιησυχασμός

20 - Αντιησυχασμό


3. Αντιησυχασμός

Αφού είδαμε προηγουμένως με συντομία τι είναι ησυχία και τι είναι ησυχασμός και ότι ο ησυχασμός έχει κατοχυρωθή από Σύνοδο, που μπορεί να κληθή δίκαια Οικουμενική, ας έλθουμε να δούμε εν ολίγοις την αντιησυχαστική μέθοδο γνώσεως του Θεού και τον αντιησυχαστικό τρόπο ζωής, που δυστυχώς επικρατούν στις ημέρες μας και που δείχνουν ότι είναι ημέρες πονηρές.

«Η νοερά ησυχία ανέκαθεν συνήντα πολλούς αντιπάλους, ιδιαιτέρως εις την Δύσιν, οίτινες, μη κατέχοντες την απαραίτητον πείραν, κατά την αφηρημένην των προσέγγισιν εις τον τρόπον τούτον της προσευχής, εσφαλμένως ενόμιζον, ότι πρόκειται περί αναζητήσεως μηχανικής τινος μεθόδου, οδηγούσης προς θείαν θεωρίαν»[42].

Δυστυχώς αυτή είναι η ζωή της Δύσεως έχει επηρεάσει και τον δικό μας χώρο, ώστε να γίνεται σοβαρός λόγος για την αλλοίωση της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Βέβαια πολλοί ισχυρίζονται ότι

έχουμε αλλοιωθή από το δυτικό πνεύμα και κυρίως εντοπίζουν αυτήν την αλλοίωση σε διάφορα άλλα σημεία, στα ήθη και τα έθιμα κ.λ.π. Πιστεύω όμως ότι η μεγαλύτερη αλλοίωση έγινε στο θέμα της ησυχίας και του ησυχασμού. Η ησυχία θεωρείται ως απηρχαιωμένη μέθοδος, ως ζωή αδρανείας, και δεν ταιριάζει στην εποχή μας που είναι εποχή δράσεως. Δυστυχώς αυτές οι αντιλήψεις κυριαρχούν και μεταξύ ανθρώπων που θέλουν να ζουν μέσα στην Ορθόδοξη Παράδοση. Η εποχή μας είναι εποχή δράσεως. «Ο σύγχρονος κόσμος δεν είναι ο κόσμος της μνήμης και της
ησυχίας, αλλά της δράσεως και της αγωνίας»[43]. Σε μια εποχή σαν την δική μας που είναι ηδονιστική, αυτερωτική, δεν μπορεί να βρη απήχηση ο ησυχασμός. Συμβαίνει αυτό που λέγει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος: «Φεύγει άγκιστρον ιχθύς οξέως, και φιλήδονος ψυχή αποστρέφεται ησυχίαν»[44]. Φιλήδονος εποχή είναι σφόδρα αντιησυχαστική. Μου έλεγε κάποια μοναχή ότι στην εποχή μας πνέει «αντιησυχαστικός λίβας» που καίει τα πάντα. Και νομίζω είναι απόλυτα αληθινή αυτή η κρίση. Αυτό συνιστά την σύγχρονη πραγματικότητα. Η ατμόσφαιρα που επικρατεί σήμερα  μάλλον είναι η ατμόσφαιρα του Βαρλαάμ και όχι του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά.

Η θεολογία αναπτύσσεται σήμερα μέσα από την επεξεργασία της λογικής. Έχει γίνει απλώς ένα σύστημα λογικό, θα μπορούσα να το χαρακτηρίσω φιλοσοφικό. Είναι μια ιστορία της θεολογίας. Δεν είναι καρπός της ησυχίας και της μεθέξεως του Θεού. Γι’ αυτό και πολλά λάθη έχουν φανή και πολλές διαφορές στις θεολογικές σκέψεις και απόψεις. Σήμερα οι περισσότεροι από μας δεν βιώνουμε την θεολογία σαν θεραπευτική επιστήμη, όπως ανέφερα προηγουμένως. Δεν γνωρίζουμε τον τρόπο της ορθοδόξου ευσεβείας. Αν διαβάσουμε την Φιλοκαλία μέσα στην οποία έχουν συγκεντρωθή τα πιο αντιπροσωπευτικά κείμενα που μιλούν για την μέθοδο της θεολογίας, θα δούμε ότι τα περισσότερα μιλούν για τον τρόπο της θεραπείας από τα πάθη. Δεν κάνουν αναλύσεις και δεν αρκούνται μόνον σε παρουσίαση των υψηλών καταστάσεων, αλλά περιγράφουν συγχρόνως και τους τρόπους που πρέπει να μεταχειρισθή ο άνθρωπος για να θεραπευθή από τα πάθη. Πιστεύω ότι είναι βασική έλλειψη της σύγχρονης θεολογίας το ότι δεν έχει μελετήσει επαρκώς την Φιλοκαλία. Ίσως θα έπρεπε να ιδρυθή και ειδική έδρα για να παρουσιάση την ασκητική και τον ησυχασμό που θα στηρίζεται πάνω σε κείμενα της Φιλοκαλίας.

Πέρα από αυτά χρειάζεται προσωπική εμπειρία της μεθόδου της ορθοδόξου θεολογίας, όπως περιγράφεται από τα κείμενα της πατερικής γραμματείας.

Είναι πολύ χαρακτηριστικά όσα αναφέρει ο αρχιμ. Σωφρόνιος και δείχνει την διαφορά μεταξύ της στοχαστικής θεολογίας και της Θεώ ενεργουμένης: «Η κατόρθωσις της αληθινής θεωρίας άνευ της καθάρσεως της καρδίας είναι αδύνατος. Μόνον η καρδία, η καθαρθείσα των παθών, είναι δεκτική του ιδιαιτέρου θάμβους εκ της θεωρίας του ακαταλήπτου του Θεού. Εν τη καταστάσει αυτού του θάμβους ευρισκόμενος ο νους βυθίζεται εις μίαν περιχαρή σιγήν, εξησθενημένος εκ του μεγαλείου του θεωμένου.

Δι’ άλλης οδού πορεύεται ο θεολόγος διανοούμενος προς την κατάστασιν της θεωρίας, και δι’ άλλης ο ασκητής μοναχός. Ο νους του τελευταίου δεν ασχολείται εις ουδέν είδος στοχασμών. Μόνον ως φύλαξ ησύχως προσέχει να μη εισέλθη αλλότριόν τι εις την καρδίαν αυτού. Το όνομα του Χριστού και η εντολή Του – ιδού με τι ζουν η καρδία και ο νους κατ’ αυτήν την «ιεράν ησυχίαν». Ζουν μίαν μοναδικήν ζωήν, ελέγχοντες παν το τελούμενον εσωτερικώς όχι δια της λογικής ερεύνης ή αναλύσεως, αλλά δι’ ιδιαιτέρας πνευματικής αισθήσεως.

Ο νους, συνενωθείς με την καρδίαν, διαμένει, ως ελέχθη ανωτέρω, ει τοιαύτην στάσιν, η οποία επιτρέπει εις αυτόν να βλέπη πάσαν κίνησιν συμβαίνουσαν εν τη «σφαίρα του υποσυνειδήτου» (Τον όρον τούτον της συγχρόνου επιστημονικής ψυχολογίας χρησιμοποιούμεν εδώ συμβατικώς). Ιστάμενος εντός της καρδίας, ο νους διακρίνει τας εμφανιζομένας πέριξ αυτού εικόνας και επιδράσεις, εξερχομένας εκ του περιβάλλοντος αυτόν κόσμου και προσπαθούσας να κατακυριεύσουν την καρδίαν και τον νουν του ανθρώπου. Η ορμή των ερχομένων έξωθεν είναι εξαιρετικώς ισχυρά και, δια να  μειώση αυτήν, ο μοναχός υποχρεούται κατά την διάρκειαν της ημέρας να μη ανεχθή ουδέ μίαν εμπαθή βλέψιν και συνεχώς να επιδιώκη να φέρη τον αριθμόν των εξωτερικών εντυπώσεων μέχρι του εσχάτου δυνατού ελαχίστου. Αλλέως την ώραν της εσωτερικής, νοεράς προσευχής παν το αποτυπωθέν επιτίθεται κατά της καρδίας ως άκρατος μαχητική παράταξις και επιφέρει μεγάλην σύγχυσιν.

Το εκζητούμενον δι’ αυτής της ασκήσεως είναι η αδιάκοπος ευκτική εν τη καρδία προσοχή. Και όταν, μετά από πολλούς χρόνους τοιαύτης πράξεως, της δυσκολωτάτης πασών των άλλων ασκήσεων, λεπτυνθή η πνευματική αίσθησις της καρδίας, ο δε νους από το πολύ πένθος λάβει την δύναμιν να απωθή πάσαν προσβολήν των εμπαθών λογισμών, τότε η ευκτική κατάστασις γίνεται αδιάλειπτος, και η αίσθησις του Θεού, παρόντος και ενεργούντος, αποκτά μεγάλην δύναμιν και καθαρότητα»[45].

Πρέπει η ορθόδοξη θεολογία να εμποτισθή με αυτήν την μέθοδο την ησυχαστική για να είναι πραγματικά ορθόδοξη και όχι ακαδημαϊκή. Προσπάθειες γίνονται προς τον τομέα αυτό. Αλλά το πρόβλημα παραμένει στην ουσία πρόβλημα. Μιλά η σύγχρονη θεολογία για τα δάκρυα και το πένθος, την αυτομεμψία και την ταπείνωση; Θεωρεί ως τρόπο γνώσεως του Θεού «την νου και κόσμου στάσιν, την λήθην των κάτω... την των νοημάτων επί το κρείττον απόθεσιν;». Προϋποθέτει, για να φθάσουμε στην κοινωνία με το Θεό, το «καταλιπόντες μεν παν ό,τι των αισθητών μετά της αισθήσεως, υπεραρθέντες δε λογισμών και συλλογισμών και γνώσεως πάση και της διανοίας αυτής, όλος δε γενόμενος της κατ’ αίσθησιν νοεράν ενεργείας, ην θείαν αίσθησιν ο Σολομών προσείπε, και τυχόντες της υπέρ την γνώσιν αγνοίας, ταυτόν δ’ ειπείν της υπέρ παν είδος της πολυθρυλλήτου φιλοσοφίας...»[46];

Πιστεύω ότι μάλλον η σύγχρονη θεολογία είναι στοχαστική, ορθολογική. Στηρίζεται πάνω στον «πλούτο» που είναι η διάνοια. Είναι χαρακτηριστικά όσα λέγει ο αρχιμ. Σωφρόνιος: «... εν ακόμη είδος φαντασίας, περί του οποίου θέλομεν να ομιλήσωμεν, είναι αι απόπειραι του λογικού να εισδύση εις τα μυστήρια του είναι και να συλλάβη τον Θείον κόσμον. Αι τοιαύται απόπειραι αφεύκτως συνοδεύονται από την φαντασίαν, την οποίαν πολλοί κλίνουν να καλέσουν δια του υψηλού ονόματος της «θεολογικής δημιουργίας». Ο αθλητής της νοεράς ησυχίας και της καθαράς προσευχής παλαίει εντός του αποφασιστικώς κατά του τοιούτου είδους «δημιουργίας», η οποία δύναται να είναι διαδικασία αντίστροφος της τάξεως του αυθεντικού είναι, ήτοι ο άνθρωπος να δημιουργή τον Θεόν κατά την ιδικήν του  εικόνα και ομοίωσιν»[47].

Επίσης ο ίδιος γράφει: «Ο ορθολογιστής θεολόγος οικοδομεί το σύστημά του καθώς ο αρχιτέκτων οικοδομεί εν ανάκτορον ή ένα ναόν, χρησιμοποιών εμπειρικάς και μεταφυσικάς εννοίας ως υλικά οικοδομής και φροντίζων ουχί τόσον περί της συμφωνίας της ιδεώδους οικοδομής του προς την αντικειμενικήν αλήθειαν του είναι, όσον περί του μεγαλείου και της αρμονικής ακεραιότητος του συστήματός του από λογικής απόψεως.

Πολλοί μεγάλοι άνθρωποι, - όσον και παράδοξον αν είναι τούτο, δεν ηδυνήθησαν να αντισταθούν εις αυτόν τον κατ’ ουσίαν αφελή πειρασμόν, του οποίου κεκρυμμένη αρχή είναι η υπερηφάνεια.

Τα γεννήματα της ευφυΐας του διανοητικού θεολόγου είναι δι’ αυτόν πολύτιμα, καθώς εις την μητέρα είναι ηγαπημένα τα τέκνα, ο καρπός της κοιλίας της. Αγαπά την δημιουργίαν του ως τον ίδιον τον εαυτόν του, διότι ταυτίζεται μετ’ αυτής, κλειόμενος εις την σφαίραν της. Εις τοιαύτας περιπτώσεις ουδεμία εξωτερική επέμβασις δεν  δύναται να βοηθήση εις αυτόν, και αν ο ίδιος δεν αποκολληθή από τον νομιζόμενον πλούτον του, τότε ποτέ δεν θα φθάσης εις την καθαρά προσευχήν και την αληθή θεωρίαν»[48].

Αυτή είναι Βαρλααμική θεολογία και όχι Παλαμική – Ορθόδοξη θεολογία.

Επίσης παρατηρείται σήμερα μια προκατάληψη για την ευχή του Ιησού και για τον τρόπο με τον οποίο γίνεται. Βέβαια πρέπει να  παρατηρηθή ότι έχουμε μια άνθηση της ευχής, μια εκδοτική προσπάθεια παρουσιάσεως πατερικών έργων και εργασιών γύρω από την ευχή, αλλά παρατηρείται συγχρόνως ότι υπάρχει μια άγνοια αυτών των πραγμάτων και μια αδυναμία προσεγγίσεως της ζωής της ευχής. Τα περισσότερα αναγνώσματα γίνονται για να γίνωνται, σαν μόδα. Ή ακόμα παρατηρείται το φαινόμενο, «πνευματικοί» άνθρωποι να ειρωνεύωνται την ησυχαστική ζωή ή το χειρότερο να εμποδίζουν ανθρώπους που έχουν κάτω από την δική τους καθοδήγηση να ασχολούνται με αυτά τα πράγματα. Η άποψη «αυτά δεν είναι για μας» κ.λ.π. ακούγεται επανειλημμένα. Νομίζουν πολλοί πως το να ασχολούνται οι άνθρωποι μερικά λεπτά το πρωί και μερικά λεπτά το βράδυ κάνοντας μια αυτοσχέδια προσευχή ή διαβάζοντας με κατάλληλες περικοπές μερικές ακολουθίες, είναι αρκετό. Ακόμη δε και αυτή η ιερά ατμόσφαιρα της ησυχίας, δηλαδή η κατάνυξη, η αυτομεμψία, το πένθος θεωρούνται ακατάλληλα για τον λαό, αντίθετα με όσα λένε οι άγιοι Πατέρες, όπως αναπτύξαμε προηγουμένως.

Το δε χειρότερο από όλα είναι ότι αυτή η «κοσμική» νοοτροπία, η αντιησυχαστική ζωή, κυριαρχεί και σε μοναχούς, εμφιλοχώρησε και σε Μοναστήρια τα οποία έπρεπε να είναι τα αφιερωμένα «τω Θεώ φροντιστήρια», έπρεπε να είναι οι ιατρικές σχολές, όπου θα διδάσκεται η ιατρική επιστήμη. Μου έλεγε κάποια μοναχή ότι και μέσα σε πολλά Μοναστήρια πνέει ο αντιησυχαστικός λίβας. Επικρατεί μια νοοτροπία ότι πρέπει να τα γνωρίζουμε, αλλά δεν είναι για μας! Έχω προσωπική γνώση ότι «εξέχοντες» μοναχοί, που έχουν ευθύνη για την ορθόδοξη καθοδήγηση νέων μοναχών χαρακτηρίζουν όλα τα θέματα που έχουν σχέση με την ησυχαστική ζωή ως «παραμύθια», ως ανάξια λόγου, ως γεγονότα πλάνης!!!

Αυτό πράγματι είναι λυπηρό. «Η ησυχία αποτελεί εξ αρχής χαρακτηριστικό γνώρισμα του ορθοδόξου μοναχικού βίου. Ο ορθόδοξος μοναχισμός είναι συγχρόνως και ησυχασμός»[49].

Ευτυχώς τώρα τελευταία παρατηρείται μια προσπάθεια επιστροφής προς τους Πατέρας. Και με αυτό εννοούμε την προσπάθεια να ζήσουμε την ζωή των Πατέρων, κυρίως την ησυχαστική ζωή. Υπάρχουν πολλοί νέοι οι οποίοι απογοητευμένοι από το σύγχρονο κλίμα της αγωνίας και του άγχους, της άνευ ησυχίας δράσεως και της άνευ σιωπής ιεραποστολής, στρέφονται περισσότερο προς την ησυχαστική ζωή και τρέφονται από τους χυμούς της. Πολλοί με τέτοιες επιθυμίες προσέρχονται προς τον μοναχισμό και εξακολουθούν να ζουν με τα νάματα των αγίων Πατέρων, δηλαδή της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Και στον κόσμο ακόμη δημιουργούνται εστίες βιώσεως της ησυχίας.

Πρέπει και μέσα στις πόλεις να αναπτυχθή και να αυξηθή αυτή η ζωή. Έτσι βλέπω την οργάνωση της εκκλησιαστικής ζωής και της Ενορίας. Έτσι θα καταλάβουμε ότι η Εκκλησία είναι θεραπευτήριο  ψυχών, αλλά και τόπος Θεοφανείας. Μέσα από την κάθαρση έρχεται η γνώση του Θεού, η θέα του Θεού. Ίσως θα έπρεπε ο κάθε ένας να καλλιεργή, κατά το δυνατόν, την προσευχή του Ιησού η οποία  μπορεί να του γίνη δάσκαλος στην όλη του πνευματική ζωή. Αυτή θα μας διδάσκη πότε να μιλούμε και πότε να σιωπούμε. Πότε να διακόπτουμε την προσευχή για να βοηθήσουμε τον αδελφό και πότε να την συνεχίζουμε. Πότε αμαρτήσαμε και πότε έχουμε την ευλογία του Θεού. Επίσης να αγωνιζόμαστε να διατηρούμε και να διαφυλάττουμε καθαρό νου.

Η προτροπή του οσίου Θαλασσίου πρέπει να γίνη κανόνας ζωής: «Έγκλεισον τας αισθήσεις εν τω φρουρίω της ησυχίας, ίνα μη τον νουν περισπώσιν εις τας ιδίας επιθυμίας»[50].

Και ο λόγος του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, που αναφέραμε στην αρχή, πρέπει να θεωρήται βασικός σκοπός της ζωής: «Χρη και ησυχάζειν, ώστε αθολώτως προσομιλείν τω Θεώ και μικρόν απανάγειν τον νουν από των πλανωμένων»[51].

Πρέπει να γνωρίζουμε καλά ότι αυτή η ησυχία είναι η «όντως απλανής και αληθής και πατροπαράδοτος και κατά Θεόν πολιτεία», κατά τους Κάλλιστο και Ιγνάτιο Ξανθοπούλων.

Θα ήθελα να περατώσω τις σκέψεις αυτές περί της ησυχίας με την διδασκαλία των Ξανθοπούλων (Καλλίστου και Ιγνατίου): «Αύτη η οδός και κατά Θεόν νοερά πολιτεία και ιερά εργασία των τω όντι χριστιανών∙ η αληθής και απλανής και ακίβδηλος, και γε αριδήλως, η εν Χριστώ κεκρυμμένη ζωή. Ταύτην έτεμε μεν και εμυσταγώγησεν ο θεάνθρωπος και γλυκύτατος Ιησούς, διώδευσαν δε οι θείοι Απόστολοι, επηκολούθησαν δε οι μετ’ αυτούς, αυτοίς ως δει επόμενοι, οι  κλεινοί καθηγεμόνες ημών και διδάσκαλοι, οι απ’ αρχής αυτής δη της επί γης πρώτης Χριστού παρουσίας και μέχρι σήμερον ως φωστήρες εν κόσμω λάμποντες, ταις των ζωηρών λόγων μαρμαρυγαίς και ταις των έργων παραδοξοποιΐας. Οι και εις τους καθ’ ημάς, το τοιούτον καλόν σπέρμα, την ιεράν ζύμην, την απαρχήν την αγίαν∙ την άσυλον παρακαταθήκην, την χάριν, την εξ ύψους δύναμιν, τον πολύτιμον μαργαρίτην, τον ένθεον Πατρικόν κλήρον, τον εν τω αγρώ κεκρυμμένον θησαυρόν, τον αρραβώνα του πνεύματος, το βασιλικόν σημείον, το ζων και αλλόμενον ύδωρ, το θείον πυρ, το σεβάσμιον άλας, το χάρισμα, το σφράγισμα, το φως, και τα όμοια τούτοις προς αλλήλους διέδωκαν. Ο και έσται κληροδοτούμενον∙ και κατά γενεάς γενεών μυστικώς διαπορθμευόμενον, άχρι και αυτής της δευτέρας αύθις επί γης Χριστού παρουσίας. Αψευδής γαρ ο επαγγειλάμενος, το, και ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας ημέρας, έως της συντελείας του αιώνος∙ αμήν»[52].

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου