Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2012

Ιστορία της Αμοργού

Ιστορία της Αμοργού

Η Αμοργός είναι το ανατολικότερο νησί των Κυκλάδων και βρίσκεται ΝΑ της Νάξου και ΒΔ της Αστυπάλαιας. Συνδέεται ακτοπλοϊκώς με τον Πειραιά και τη Ραφήνα, αλλά και με τα γειτονικά νησιά των Κυκλάδων και τα Δωδεκάνησα. Το σχήμα της είναι μακρόστενο και το έδαφός της διατρέχεται από διαδοχικούς ορεινούς όγκους, με ψηλότερη κορυφή τον Κρίκελλο ή Κρούκελο (822 μ.), που ήταν κατάφυτος από βελανιδιές και πλούσια βλάστηση ως τη μεγάλη πυρκαγιά του 1835, ενώ οι ακτές της είναι ελάχιστα διαμελισμένες, αλλά ιδιαιτέρως απότομες και απόκρημνες. Η δυτική ακτή διαθέτει ελάχιστους υπήνεμους ορμίσκους, όπως τα σύγχρονα λιμάνια Κατάπολα και Αιγιάλη, και μερικές ήσυχες παραλίες (Φοίνικες, Κάτω Κάμπος, Αγ. Παύλος, Παραδείσια), σε αντίθεση με την ανατολική, της οποίας το ανάγλυφο είναι εξαιρετικά απόκρημνο. Το υπέδαφος δεν προσφέρει κάτι εξαιρετικό, εκτός από κάποιες φλεβώσεις βωξίτη. Μέρη του νησιού έχουν ενταχθεί στο κοινοτικό δίκτυο προστατευόμενων περιοχών «NATURA 2000″. Το ΒΑ τμήμα έχει χαρακτηριστεί Ζώνη Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) και το Β τμήμα Τόπος Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ). Τέλος, η Αμοργός αποτελεί μια από τις Σημαντικές Περιοχές για τα Πουλιά της Ελλάδας.

Προϊστορικοί χρόνοι και Αρχαιότητα
Κατά την Πρωτοκυκλαδική περίοδο (3η χιλιετία π.Χ.) η Αμοργός αναδεικνύεται ένα από τα σημαντικότερα κέντρα του Αιγαίου. Τούτο μαρτυρούν οι οχυρωμένες ακροπόλεις (πάνω από 12) με κυριότερη τη Μαρκιανή σε κορυφές λόφων και σε ακρωτήρια, τα νεκροταφεία (Δωκαθίσματα, Κάψαλα), η ανάπτυξη της μαρμαρογλυπτικής και ειδωλοπλαστικής με τα πρώτα παραδείγματα μνημειακών γλυπτών και την καθιέρωση εργαστηρίων ειδωλίων, και η διάδοση της μεταλλοτεχνίας και της ναυσιπλοΐας. Η κομβική θέση της μεταξύ των Κυκλάδων και των Δωδεκανήσων μετέτρεψε την Αμοργό σε έναν από τους κινητήριους μοχλούς της επικράτησης του πολιτισμού της επεξεργασίας του χαλκού στον ευρύτερο αιγαιακό χώρο. Η άνοδος του μινωικού πολιτισμού επηρεάζει την Αμοργό κατά τη Μεσοκυκλαδική περίοδο (2000-1600 π.Χ.), μετατρέποντάς την σε εμπορικό σταθμό στα πλαίσια της μινωικής θαλασσοκρατίας (1600-1450 π.Χ.). Η ίδρυση της Μινώας φαίνεται ότι χρονολογείται σε εκείνα τα χρόνια και σχετίζεται με το μύθο της ταύτισής της με το μέρος όπου επέλεξε να ανεγερθούν τα θερινά ανάκτορά του ο βασιλιάς της Κρήτης Μίνωας. Κατά την περίοδο της ακμής του μυκηναϊκού πολιτισμού (1400-1200 π.Χ.) διεισδύουν στην Αμοργό πληθυσμοί από την Ηπειρωτική Ελλάδα και την εντάσσουν στη Μυκηναϊκή κοινή, αξιοποιώντας την κεντρική θέση του νησιού στις επικοινωνίες του Αιγαίου.
Η Γεωμετρική περίοδος (10ος-8ος αι. π.Χ.) σημαδεύεται από την έλευση Ιώνων αποίκων από τη Νάξο, οι οποίοι ιδρύουν την Αρκεσίνη στο νοτιοανατολικό τμήμα του νησιού. Στη συνέχεια, τον 7ο αι π.Χ., Ίωνες από τη Μίλητο, στο πλαίσιο των αποικιστικών δραστηριοτήτων της εποχής, ιδρύουν την Αιγιάλη, στα βόρεια της δυτικής ακτής. Οι δύο αυτές πόλεις μαζί με τη Μινώα αποτελούν το επίκεντρο της πολιτιστικής ανάπτυξης του νησιού σε όλη τη διάρκεια των ιστορικών χρόνων. Συγκροτούν την Κοινοπολιτεία της Τριπόλεως, αναπτύσσονται σε πόλεις-κράτη σύμφωνα με τα πρότυπα της πολιτικής διοίκησης της εποχής και παρουσιάζουν ακμάζουσα δραστηριότητα. Το νησί γίνεται κοινωνός όλων των εξελίξεων της εποχής και συμμετέχει σε όλα τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα, εκμεταλλευόμενο την καθοριστική γεωγραφική του θέση ανάμεσα στον ηπειρωτικό κορμό της Ελλάδας και τα παράλια της Μικράς Ασίας. Παίρνει μέρος στους Περσικούς πολέμους και κατόπιν εντάσσεται στην Αθηναϊκή Συμμαχία, παραχωρώντας στην Αθήνα μέρος της αυτονομίας του. Το 337 π.Χ. καταλαμβάνεται από τους Μακεδόνες, ενώ το 322 π.Χ. διεξάγεται η ναυμαχία της Αμοργού μεταξύ των μακεδονικών στρατευμάτων και των στρατηγών της Αθήνας, οι οποίοι τελικά συντρίβονται. Η επιλογή της Αμοργού αποδεικνύει τη στρατηγική θέση της για την κυριαρχία στην υπόλοιπη νησιωτική και ηπειρωτική Ελλάδα. Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο το νησί βρίσκεται σε παρακμή και χρησιμοποιείται ως τόπος εξορίας. Ας προστεθεί εδώ ότι το νησί κατά την Αρχαιότητα αποτελούσε κέντρο παραγωγής γυναικείων χιτώνων από νήμα λινοκαλάμης, που καλλιεργούνταν στο νησί και αποκαλούνταν Άμοργος.
Βυζαντινή περίοδος και Νεότεροι χρόνοι
Για τα Βυζαντινά χρόνια δεν έχουμε πολλές πληροφορίες, εκτός από το ότι το νησί ανήκε στο θέμα του Αιγαίου. Η μονή της Παναγίας της Χοζοβιώτισσας, επιβλητική και χτισμένη στην απόκρημνη πλαγιά του όρους Προφήτης Ηλίας τον 11ο αιώνα, αποτελεί το πιο σημαντικό μνημείο αυτής της περιόδου και έναν από τους ομορφότερους χώρους της Αμοργού. Η επόμενη περίοδος θεωρείται αρκετά ταραγμένη, καθώς η Αμοργός αποτελεί επίκεντρο μακροχρόνιων και διαδοχικών πειρατικών δραστηριοτήτων, με συνέπεια την ερήμωση των παράκτιων οικισμών και τη μεταφορά του πληθυσμού σε οικισμούς-φρούρια του εσωτερικού. Το 1309 προσχωρεί στο λατινικό δουκάτο του Αιγαίου και έτσι εγκαινιάζεται μία νέα περίοδος διεκδικήσεων μεταξύ των Βενετών ευγενών αρχικά, και μεταξύ Καταλανών και Οθωμανών στη συνέχεια ως το 1537, οπότε ο Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα καταλαμβάνει το νησί. Η οθωμανική κατάκτηση θέτει τέλος στη μακρά περίοδο αστάθειας· χάρη στα οικονομικά και πολιτικά προνόμια που παραχωρήθηκαν από το σουλτάνο η Αμοργός μετατρέπεται σε αναπτυγμένο λιμάνι του αιγαιακού χώρου. Συμμετέχει ενεργά στην Επανάσταση του 1821 με τη ναυτική της δύναμη, ενώ μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης από τον Καποδίστρια, στο πλαίσιο του προγράμματος οργάνωσης και αναβάθμισης της Παιδείας, στο νησί ιδρύεται αλληλοδιδακτικό σχολείο. Κατά το 19ο αιώνα η μετανάστευση πολλών κατοίκων της Αμοργού στην Αθήνα, όπου συμβάλλουν στην ανοικοδόμηση της νέας πρωτεύουσας, έχει αποτέλεσμα την εγκατάλειψη του νησιού. Έτσι, επί δικτατορίας Μεταξά (δεκαετία 1930) το νησί αποτελεί ιδανικό τόπο εξορίας. Στο πλαίσιο της κατοχής των ελληνικών εδαφών από τις Δυνάμεις του Άξονα, η Αμοργός εντάσσεται αρχικά (1941) στην ιταλική διοίκηση, ενώ μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας (1943) το νησί γνωρίζει τη γερμανική κατοχή ως την απελευθέρωσή του το 1944.
ΑΜΟΡΓΟΣ
Συγγραφή : Τσώνος Κωνσταντίνος , Κεφαλά Κωνσταντία , Καρβώνης Παύλος , Βαξεβάνης Γιάννης (9/6/2006)
Για παραπομπή: Τσώνος Κωνσταντίνος, Κεφαλά Κωνσταντία, Καρβώνης Παύλος, Βαξεβάνης Γιάννης, «Αμοργός», 2006,
Πολιτιστική Πύλη του Αρχιπελάγους του Αιγαίου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου