Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2014

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΤΡIΑΔΟΣ (7) ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΣΤΗΝ ΤΡΙΑΔΑ. του Franz Courth


5. Στα ίχνη του Αυγουστίνου (Henri de Lubac) 
γ. Τα χαρακτηριστικά της σκέψης του Henri de Lubac, 
 
Ποια είναι λοιπόν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Τριαδικής Θεολογίας του de Lubac; Με ανάλογο τρόπο με εκείνον του Hugo Rahner (1900 – 1968), επανέφερε την τριαδολογική δυναμική της ιστορίας της σωτηρίας όπως είχε βιωθεί από την αρχαία Εκκλησία και είχε αναπτυχθεί από σημαντικούς αντιπροσώπους της τελευταίας περιόδου του σχολαστικισμού, επαναπροσφέροντάς την στους θεολόγους της γενηάς του, η οποία ήταν προσκολλημένη στους κανόνες του νεοσχολαστικισμού.
Η εντυπωσιακή γνώση την οποία διέθετε ο de Lubac, της κλασσικής εποχής της θεολογικής ιστορίας προσδίδει στα γραπτά του μια ζωντανή αμεσότητα στην έκθεση της θεολογίας του και της πνευματικότητός των.
Γι’ αυτόν τον λόγο ο Γάλλος Ιησουίτης, του οποίου η έρευνα καθορίστηκε από την συνεχή του εμβάθυνση στα κείμενα της πατριστικής και της σχολαστικής εποχής της Λατινικής Θεολογίας, θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους εμπνευστές της ανανεώσεως της συγχρόνου Τριαδικής Θεολογίας. Το έργο του επηρεάστηκε επίσης και από την γόνιμη ανταλλαγή των εμπειριών του, με τον von Balthasar και τον Ratzinger, ιδιαιτέρως σε ότι αφορά την θεολογική ερμηνευτική και την Τριαδική Θεολογία.
Αλλά η θεολογική και η Ιστορική του ευαισθησία του επέτρεψε να είναι ευαίσθητος επίσης και στην γλωσσική αφομοίωση και στις διαφορετικές του, ως επί το πλείστον επιτυχημένες, προσπάθειες μεσολαβήσεως του Τριαδικού μυστηρίου. Κατανόησε λοιπόν πως οι μεγάλοι θεολόγοι της παραδόσεως είναι εχέμυθοι πέραν κάθε προσδοκίας στην χρήση των γλωσσικών εργαλείων. Από αυτούς έμαθε πως κάθε θεολογικός όρος θα παραμείνει πάντοτε εκτεθειμένος. Αυτό βεβαίως δεν μπορεί να σημαίνει πως οι λέξεις της διδασκαλίας είναι δευτερεύουσας σημασίας ή πως μπορούν να διαγραφούν, και ιδιαιτέρως εκείνες που παρουσιάζονται σε μας προερχόμενες από το παρελθόν της παραδόσεως, όπως ακριβώς είναι και η έννοια του Τριαδικού προσώπου.
Ήδη οι Πατέρες συμβούλευαν να εννοούμε τους θεολογικούς όρους σαν κάτι σχετικό, με την πλήρη σημασία της λέξεως. Στην κορυφή των ενδιαφερόντων του θεολόγου, τοποθετούσαν την δεξίωση την προεννοιολογική και την υπαρξιακά βιωμένη του μυστηρίου, και όχι την διανοητική του αφομοίωση. Απέναντι στην αυθόρμητη αποδοχή του μυστηρίου, το όργανο της γλώσσας που είχαν στην διάθεσή τους πρέπει να τους φάνηκε πολύ συχνά ακατάλληλο και ανεπαρκές για να εκφράσουν μια αλήθεια η οποία από την αρχή υπήρχε απέναντί τους ζωντανή, «ακατανόητη και παρ’ όλα αυτά κατανοητή».
Γι’ αυτόν τον λόγο ούτε η υποκριτική γήινη εμπειρία, ή η υπεργήινη, ούτε η λογική αυτοευχαρίστηση ότι διαθέτουμε τέλεια γνώση ενός αντικειμένου, μπορούν να θεωρηθούν το τέλος της θεολογίας, που είναι μάλλον περισσότερο το «πέρασμα από την λέξη, που είναι πολλαπλή και βρίσκεται με δυσκολία, στην σιωπή του διαλογισμού». [Διότι δεν διαθέτουν ούτε προσευχή, ούτε την Χάρη του Θεού]. Ο de Lubac ισχυρίζεται πως η θεολογία, με την καταγωγική της και πιο υψηλή σημασία, είναι ένα «σκίρτημα της πίστεως, μια λατρεία και ευχαριστία, μια έκσταση που χάνεται στον Θεό. [Δεν είναι καρπός προσευχής]. Και επειδή ο Θεός είναι άσβεστος, η θεολογία δεν θα τελειώσει ποτέ.
Και μ’ αυτό ο Καρδινάλιος επανέφερε στο φως εκείνες τις σκέψεις οι οποίες δεν είναι χαρακτηριστικές μόνο στην Τριαδική Αλεξανδρινή θεολογία, αλλά και σ’ εκείνη την πνευματική γραμμή του σχολαστικισμού που εμπνεύσθηκε απ’ ευθείας από τον Αυγουστίνο. Θυμίζουμε φερ’ ειπείν τον Ρικάρντο του Αγίου Βίκτωρος, τον Βερνάρδο του Κλαιρβώ και τον Μποναβεντούρα. Ο de Lubac εισάγει σ’ αυτήν την ομάδα και τον Ακινάτη. Και συντονισμένα μ’ αυτές και άλλες μαρτυρίες ο Ιησουίτης ισχυρίζεται πως η τριαδική θεολογία πρέπει να είναι ένας δρόμος που πρέπει να διασχίσουμε, τόσο στην πίστη, όσο και με την νόηση, για να φτάσουμε στην κοινή θέα του Θεού.
Αυτό όμως δεν είναι το μοναδικό στοιχείο που μας θυμίζει την διδασκαλία του Επισκόπου της Ιππώνος. Το βλέμμα που κατευθύνεται στον σταυρωμένο Χριστό είναι και αυτό τυπικά Αυγουστινιακό. Από κάθε γωνιά και αν υπολογίσουμε την πίστη του, ο Χριστιανός θα καταλήγει πάντοτε να στοχάζεται στον σταυρό. Το μυστήριο του Θεού, το οποίο φανερώθηκε στον Χριστό, είναι ταυτόχρονα ένα μυστήριο της αναστάσεως και ένα μυστήριο του θανάτου.
Από το ένα μέρος ο σταυρός είναι το σημείο της απείρου αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο. Από το άλλο, σ’ αυτήν την δήλωση η οποία είναι κλασσική πλέον προστίθεται η σκέψη, χαρακτηριστική στον de Lubac, σύμφωνα με την οποία στον Εσταυρωμένο, ο οποίος ανακεφαλαιώνει στον εαυτό του όλους τους ανθρώπους, ολόκληρη η ανθρωπότης παραιτείται από την αγάπη για τον εαυτό της. Στον θάνατο στον Σταυρό του Ιησού, πεθαίνει για τον εαυτό της ολόκληρη η ανθρωπότης μαζί του. [όλα εύκολα, τετελεσμένα, όλα έτοιμα, τα ετοίμασε ο δούλος του Κυρίου Ανθρώπου].
Και πράγματι, παρ’ όλες τις φυσικές κλίσεις με τις οποίες προικίστηκε με την δημιουργία, ο άνθρωπος δεν στρέφεται εύκολα προς τον Θεό. Θεωρήθηκε αναγκαίο να προκληθεί μια αλλαγή, μια μεταμόρφωση. Για τον de Lubac αυτό το σημείο του διαχωρισμού εκφράζεται με την λέξη Πάσχα η οποία συνθέτει τον σταυρό και την ανάσταση του Κυρίου.
Χωρίς έναν διαχωρισμό από τον εαυτό μας, χωρίς τον νόμο της εξόδου και της εκστάσεως δεν είναι δυνατόν να υπάρχει ένας καινούργιος δρόμος για τον άνθρωπο. Αυτή είναι η βιβλική σκέψη σύμφωνα με την οποία ο μαθητής δεν σώζει την ζωή του παρά μόνον απαρνούμενος τον εαυτό του για την αγάπη του Κυρίου: όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι· ὂς γαρ αν θέλει την ψυχή αυτού σώσαι, απολέσει αυτήν. (Μάρκος 8, 34…).
Από ανθρωπολογικής απόψεως αυτό μας επιτρέπει να συμπεράνουμε πως «ο ανθρωπισμός δεν είναι εκ φύσεως Χριστιανικός. Ο Χριστιανικός ανθρωπισμός δεν μπορεί να είναι παρά ένας μετεστραμμένος ανθρωπισμός. Καμμία φυσική αγάπη δεν οδηγεί στην υπερφυσική χωρίς να υπάρξει μια ρωγμή». Η ανθρωπότης πρέπει να πεθάνει μέσα σε καθένα από τα μέλη της για να ζήσει μεταμορφωμένη, στον Θεό. ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΣΥΝΕΒΗ ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ και αρχετυπικά στο μυστήριο του σταυρού πάνω στον Γολγοθά. Αρχετυπικά: Αυτό σημαίνει επίσης πως εάν η ανανεωμένη ανθρωπότης και ο καινούργιος άνθρωπος βρίσκονται στην οδό προς τον Κύριο κάτω από το σημείο του Εσταυρωμένου αυτό είναι μέρος την ολοκληρώσεως της τριαδικής πίστεως της Εκκλησίας και του ξεχωριστού Χριστιανού.
[Αυτή είναι η καθολική πίστη. Αρχετυπική. Η Σωτηρία δόθηκε μια για πάντα σε όλους, πάνω στον Σταυρό. Τετέλεσται η αποστολή μου, είπε ο Κύριος. Αρκεί να το συνειδητοποιήσουμε. Δεν χρειάζεται αγώνας, αγωνία, προσευχή, είμαστε δυνάμει σωσμένοι με τα μυστήρια ενεργεία. Αυτή είναι η μυστική ουσία του Οικουμενισμού].
Ανακεφαλαιώνοντας: Η τριαδική θεολογία κατανοήθηκε από τον de Lubac σαν ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. [Την οποία γέννησε η πολιτεία του Θεού του Αυγουστίνου]. Αυτό σημαίνει πως την έθεσε σε εφαρμογή στοχαζόμενος τον Θεό και ξεκινώντας από τα βήματα που έκανε και κάνει προς τον άνθρωπο, χωρίς να την περιορίζει όμως στην πράξη της σωτηρίας. Ο Θεός είναι κάτι περισσότερο από τα σημεία της σωτηρίας που είναι παρόντα στην Ιστορία. Ένας Θεός που θα περιοριζόταν στην οικονομία της Σωτηρίας (και σ’ αυτήν την περίπτωση η εμμενής Τριάδα και η οικονομική ιστορικο-σωτηριώδης θα εξισούντο) δεν είναι ο Χριστιανικός Θεός, η δοξολογία και η λατρεία του οποίου είναι το έσχατο τέλος κάθε ιστορίας, προσωπικής και ομαδικής. [Ευχαριστία λέει ο Ζηζιούλας]. Επιπλέον η ιστορική θεολογία μετρά και ένα δεύτερο στοιχείο. Το στραμμένο βλέμμα στον Χριστό σαν κεντρικό σημείο του χρόνου. Στο μυστήριο του Σταυρού, στο πέρασμα, θανάσιμο θεμέλιο της ζωής, από την Μεγάλη Παρασκευή στο Πάσχα, ο Χριστό ανανεώνει τον άνθρωπο κατευθύνοντάς τον προς τον Πατέρα και κάνει την ανθρωπότητα μια ανοιχτή κοινωνία σε όλους, θεμελιωμένη στην αγάπη του Θεού. Και για να μπορέσουν να διατηρηθούν στην νέα ζωή, στέλνει στους ανθρώπους το Άγιο Πνεύμα [μήπως και κουραστούν]. Και μ’ αυτό το δώρο, εισέρχονται στην αιώνια κοινωνία του Υιού με τον Πατέρα.
Η Τριαδική θεολογία λοιπόν είναι μια θεολογία του σταυρού. Κάτι που μοιράστηκε και με τον Μπαλτάσαρ, ο οποίος την εμβάθυνε, δίνοντάς της ακόμη πιο δραματικούς τόνους.
Συνεχίζεται
Aμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου